REVIEWS

TAILS OF IRON

Δε θυμάμαι ποια ήταν η τελευταία φορά που συνάντησα ένα παιχνίδι τέτοιων αντιθέσεων. Το Tails of Iron είναι μια τέτοια περίπτωση. Η καλλιτεχνική του διεύθυνση είναι φιλόξενη και ζεστή. Δεν είναι όμως κάτι που θα πρότεινα σε παιδιά, καθώς πίσω από το φιλικό προσωπείο κρύβεται ένας τίτλος που δε χαρίζει κάστανα. Ένα σκοτεινό παραμύθι που δεν μένει στα λόγια αλλά κάνει πράξη τον βίαιο, α λα Watership Down χαρακτήρα του, μέσω του gameplay του. Είναι αρκετό αυτό όμως από το να μας αποθαρρύνει;

Μεταφερόμαστε στο Ποντικοβασίλειο, όπου ο γέρος βασιλιάς νιώθει το τέλος να πλησιάζει και ετοιμάζεται να χρίσει διάδοχο ένα από τα παιδιά του. Όπως επιτάσσει η παράδοση, οποιοσδήποτε μπορεί να πάρει τη διαδοχή αρκεί να είναι ικανός στη μάχη και να μπορεί να επιβληθεί των υπόλοιπων διεκδικητών. Ο ήρωας μας, o Redgi, δεν είναι ούτε μεγαλόσωμος, ούτε ιδιαίτερα έμπειρος. Παρόλα αυτά, είναι ιδιαίτερα θαρραλέος και δεν διστάζει να διεκδικήσει το αξίωμα στο θρόνο, αντιμετωπίζοντας τον αδερφό του που είναι αρχηγός της βασιλικής φρουράς. Όμως τα πράγματα δε θα έχουν την εξέλιξη που περιμέναμε. Οι στρατιές των βρομερών Βατράχων, που είχαν εκδιωχθεί πολλά χρόνια πριν, τυφλωμένοι από εκδίκηση, εισβάλλουν στο Ποντικοβασίλειο και πλατσιοκολογούν και μακελεύουν χωρίς οίκτο. Μέσα από τα συντρίμμια, να όμως, αναδύεται ο Redgi και αντικρίζει τη σκληρή πραγματικότητα. Πτώματα παντού με τη μυρωδιά του αίματος να προκαλεί ναυτία… Ο πατέρας του είναι νεκρός, ενώ τα αδέρφια του αγνοούνται. Ιδού η ευκαιρία να αποδείξει ότι έχει ό,τι χρειάζεται για ηγηθεί του λαού του και να αναγεννήσει το βασίλειο από τις στάχτες του.

Η ηρεμία πριν την καταιγίδα…
Ένα ταξίδι 1000 πτωμάτων αρχίζει με μια μάχη.

Το εικαστικό φυσικά είναι ο τομέας που ευθύς εξαρχής κλέβει την παράσταση. Με το art direction, τα περιβάλλοντα με τις πολλαπλές στρώσεις και την λεπτομέρεια των τοπίων, ακόμα κι αν πρόκειται για υπονόμους (ποντίκια, υπόνομοι και ήδη βλέπω κάποιον εκλεκτό αναγνώστη μας να γίνεται triggered), όλα συντελούν σε ένα μαγευτικό, παραμυθένιο σκηνικό, που μαεστρικά κρύβει την δυσωδία. Δεν υπάρχει περίπτωση να μην σταματήσετε σε αρκετές περιπτώσεις να θαυμάσετε τα σκηνικά. Μόνο προσέξτε μην αφαιρεθείτε κατά τη διάρκεια της μάχης (περισσότερα παρακάτω). Ο ήχος του Tails of Iron είναι εξαιρετικός. Όχι τόσο για το soundtrack το οποίο είναι μεν καλό αλλά υπάρχει στο παρασκήνιο (κυρίως κάποιες μινιμαλιστικές folk συνθέσεις με εξαίρεση τις μάχες με τα bosses). Αλλά για την παρουσία του πολύ Doug Cockle στο ρόλο του αφηγητή. Μπορεί να μην υπάρχει κανονικό voice over στους χαρακτήρες και οι φωνές των χαριτωμένων τρωκτικών να θυμίζουν κάτι μεταξύ σφυριγμάτων και ήχων ξύλινων πνευστών, αλλά ο Geralt of Ratvia (συγνώμη, έπρεπε να το κάνω) ενισχύει πολύ την παρουσίαση του παιχνιδιού. Αυτό που είναι σίγουρο είναι πως χωρίς την χαρακτηριστική φωνή του να σχολιάζει τα τεκταινόμενα, το Tails of Iron δε θα είχε, σε καμία περίπτωση, την ίδια αίσθηση.

Τα περιβάλλοντα δίνουν πόντους στην παραμυθένια αισθητική του τίτλου.

Ουκ ολίγες φορές έχουμε δει τον όρο souls-like να χρησιμοποιείται καταχρηστικά. Κάτι αντίστοιχο διαπίστωσα πως γίνεται κι εδώ. Ναι η μάχη έχει άνω του μέσου όρου δυσκολία και είναι απαιτητική, αλλά αυτό δεν αρκεί για να κατηγοριοποιήσει ως τέτοιο το Tails of Iron. Στον πυρήνα του gameplay βρίσκονται όπως θα έχετε αντιληφθεί οι αναμετρήσεις με τα διάφορα πλάσματα του παιχνιδιού – ναι υπάρχουν κι άλλοι κίνδυνοι εκεί έξω εκτός από τους Βατράχους. Ακόμα και οι συμπλοκές με τους απλούς εχθρούς χρειάζονται συγκέντρωση, γιατί αν πάτε να το παίξετε ιστορία, θα οριζοντιωθείτε χωρίς να το καταλάβετε. Πόσο μάλλον δε, αν μιλάμε για τα καλοσχεδιασμένα στην συντριπτική τους πλειοψηφία αφεντικά του παιχνιδιού. Stamina δεν υπάρχει αλλά αυτό δε σημαίνει ότι μπορούμε να spamάρουμε κινήσεις αποφυγής και επιθέσεις. Τα περισσότερα patterns των εχθρών, εν αντιθέσει με τις δικές μας κινήσεις, δε μπορούν να σταματηθούν. Η λογική του παιχνιδιού συνεπώς, δεν είναι κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί: παρατηρούμε κινησιολογία των αντιπάλων μας και εφαρμόζουμε την κατάλληλη επιθετική ή αμυντική στάση.

Οι κόκκινες γραμμές προμηνύουν επίθεση που δεν μπορεί να μπλοκαριστεί με την ασπίδα.

Οι κινήσεις και η ταχύτητα εκτέλεσης τους εξαρτάται από τον εξοπλισμό που φοράμε. Αναμενόμενα με ελαφρύ εξοπλισμό το roll καλύπτει μεγαλύτερη απόσταση, μπορούμε να σηκώσουμε την ασπίδα μας γρηγορότερα κλπ. Το παιχνίδι αρκετά βολικά μας δίνει ενδείξεις για το αν πρέπει να κάνουμε parry με την ασπίδα, να φύγουμε από τη μέση κ.α. Γενικά στις περισσότερες περιπτώσεις οι χρόνοι αντίδρασης που χρειάζονται είναι αρκετά γενναιόδωροι. Σε αυτό προσθέστε και τα παγκάκια-save spots που βρίσκονται αρκετά κοντά το ένα στο άλλο, οπότε το Tails of Iron προσφέρει μια δίκαια πρόκληση. Το άλλο στατιστικό που έχει ο εξοπλισμός μας είναι το Defense, για τις πανοπλίες, κράνη κλπ. και το Attack για τα όπλα. Υπάρχει και μια τρίτη παράμετρος στις πανοπλίες, το Resistance σε συγκεκριμένες ομάδες εχθρών, το οποίο φυσικά είναι αρκετά χρήσιμο αν γνωρίζουμε τι μας περιμένει πιο κάτω.

Γενικά η αίσθηση ενδυνάμωσης θυμίζει παιχνίδια τύπου Legend of Zelda, αν και η ποικιλία στο εξοπλισμό πλησιάζει περισσότερο Metroidvania τίτλους. Αν και ο χάρτης στο Tails of Iron παραπέμπει σε τέτοιο, είναι αρκετά γραμμικό. Αυτό απαραίτητα δεν αποτελεί αρνητικό, αλλά δυστυχώς το συνεχές backtracking στα ίδια μέρη – η απαραίτητα ποικιλία σε μέρη αργεί να κάνει την εμφάνιση της – μπορεί να κουράσει. Σε αυτό συντελούν και τα side quests, που σε αντίθεση με το απολαυστικό σύστημα μάχης, είναι εντελώς βασικά και δεν ξεφεύγουν από τη λογική «πήγαινε εκεί, μάζεψε τόσα αντικείμενα ή σκότωσε το τάδε πλάσμα και επέστρεψε για την αμοιβή». Σε συνδυασμό με τα πολύ περιορισμένα μυστικά και σημεία ενδιαφέροντος προς ανακάλυψη, κάνει τελικά αρκετά έντονη την αίσθηση επανάληψης, παρόλο που το παιχνίδι μετά βίας φτάνει τις 10-12 ώρες για πλήρη ολοκλήρωση. Ίσως όμως να είναι καλύτερα έτσι.

Η απλοϊκότητα των quests θυμίζει άλλες εποχές. Είπαμε, παιχνίδι των αντιθέσεων το Tails of Iron…

Το Tails of Iron αν και χωρίς αμφιβολία είναι φτιαγμένο με μεράκι, χρειαζόταν φροντίδα σε μερικά ακόμα σημεία για να μπορεί να χαρακτηριστεί κλασικό. Θεωρώ πως στον τομέα της εξερεύνησης και της παροχής ελευθερίας στον παίκτη θα μπορούσαν να είχαν κάνει περισσότερα, χωρίς να έχουν θυσιαστεί στο σκοπό της αφήγησης της περιπέτειας. Ως έχει, αποτελεί ένα ωραίο action-adventure με έμφαση στις αναμετρήσεις και που του οποίου το σύστημα μάχης θα ήθελαν να είχαν άλλοι εκπρόσωποι του είδους. Ελπίζουμε να αποδειχτεί επιτυχημένο ώστε να δούμε κάποια στιγμή μια πιο φιλόδοξη συνέχεια.

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 80%

80%

Rats, ah whoah

Καλό αλλά σου αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση ότι θα μπορούσε να προσφέρει περισσότερα.

Παναγιώτης Μητράκης

Τέκνο των 80's, ξεκίνησε τη gaming πορεία του με coin-ops και το κλασικό Game Boy. Ξαπόστασε στο αγαπημένο του SNES και ήρθε σε επαφή με το PC gaming το 1998, με παιχνίδια-σταθμούς όπως Half-Life και Baldur's Gate. Δε λέει όχι σε (σχεδόν) κανένα είδος αλλά έχει μια προτίμηση σε RPG και survival horror και προσπαθεί να μυήσει κι άλλους στα Silent Hill, τα S.T.A.L.K.E.R. και τις δημιουργίες της Looking Glass και της Obsidian.

4 Comments

  1. [QUOTE=”bald_killer_clone, post: 584336, member: 103348″]
    Στο δεύτερο screenshot που γράφεις “ένα ταξίδι 1000 πτωμάτων…” εννοείς του παίχτη;
    [/QUOTE]

    [QUOTE=”maximum armor, post: 584339, member: 104076″]
    …ή ότι 1000 είναι οι αντίπαλοι του παιχνιδιού;
    [/QUOTE]
    Δε σας ξέχασα, αλλά ήθελα λίγο ελεύθερο χρόνο να ψάξω για το περιοδικό που το είχα δει.

    [SPOILER][ATTACH type=”full”]2752[/ATTACH][/SPOILER]

    Το οποίο με τη σειρά του είναι παράφραση του γνωστού [URL=’https://en.wikipedia.org/wiki/A_journey_of_a_thousand_miles_begins_with_a_single_step’]Κινέζικου ρητού[/URL].

    Σε άλλα νέα, κυκλοφόρησε δωρεάν περιεχόμενο για το παιχνίδι

    [MEDIA=youtube]Vd9XRhewjwg[/MEDIA]

Αφήστε μια απάντηση

Related Articles

Check Also
Close
Back to top button
elEL