REVIEWS

DEPONIA DOOMSDAY

H “Deponia” σειρά αποτελεί μία ιδιάζουσα και πολύ ιδιαίτερη περίπτωση adventure games. Οι λάτρεις της δε χάνουν ευκαιρία να τονίζουν ότι ο κεντρικός ήρωας, ο Rufus, μοιάζει σαν ένας σύγχρονος Guybrush Threepwood, εκθειάζοντας ταυτόχρονα το πόσο πιστά είναι τα εν λόγω παιχνίδια στο πνεύμα των παλαιότερων point ‘n’ click περιπετειών. Απ’ την άλλη, οι πολέμιοί της δε μπορούν με τίποτα ν’ αποδεχθούν την έντονη καφρίλα του πρωταγωνιστή, το ιδιαίτερο -στο όριο του χονδροειδούς και κακόγουστο κατ’ εκείνους- χιούμορ της και τους ατελείωτους διαλόγους που περιλαμβάνει.

Το πρώτο και το δεύτερο μέλος του franchise, που έχει φτάσει ν’ αποτελεί κάτι σαν σήμα κατατεθέν της Γερμανικής Daedalic Entertainment, μας ήρθαν αμφότερα εντός του 2012, με τη χρονική απόσταση μεταξύ τους να είναι μόλις τρεις μήνες. Το πρώτο εκείνο sequel, ονόματι “Chaos on Deponia”, αποδείχθηκε το καλύτερο εκ των δύο τίτλων κι ένα απ’ τα πιο πλούσια σε δράση adventure games που έχουμε παίξει τα τελευταία χρόνια, με διάρκεια που ξεπερνούσε τις 15 ώρες και με πληθώρα γρίφων, αρκετοί εκ των οποίων ήταν τελείως παλαβοί, φυσικά μεταξύ αυτών κι ο περιβόητος πλέον γρίφος με τη μουσική.

Χρειάστηκε να περάσει ένα έτος μέχρι να κυκλοφορήσει το τελευταίο μέρος της αρχικής τριλογίας, το “Goodbye Deponia”. Ένα παιχνίδι που το κοινό δικαιολογημένα, δεδομένης της ποιότητας των προκατόχων του, ανέμενε με μεγάλες προσδοκίες, στις οποίες εν πολλοίς δε κατάφερε ν’ ανταποκριθεί. Κυριότεροι λόγοι ήταν η εμφανής τάση ξεχειλώματος της ιστορίας, προκειμένου να φτάσει τα τρία μέρη, η εκ νέου ενσωμάτωση ορισμένων τραβηγμένων γρίφων, αλλά και το φινάλε, που φάνταζε τελείως εκτός κλίματος σε σχέση με το συνολικό πνεύμα της σειράς.

Deponia Doomsday Snap1
Τί σόι εχθρός μπορεί να είναι αυτός;

Κι εκεί που όλοι νομίζαμε ότι οι περιπέτειες του Rufus είχαν ολοκληρωθεί, προ ολίγων ημερών, στα πλαίσια της Daedalic Days 2016 εκδήλωσης, ανακοινώθηκε αιφνιδιαστικά η έλευση του τρίτου sequel, το οποίο μάλιστα θα κυκλοφορούσε ελάχιστες ημέρες αργότερα, την 1η Μαρτίου. Η κυκλοφορία του αποτέλεσε μία σαφέστατη απάντηση στην αινιγματική σχεδιαστική απραξία της Daedalic Entertainment εντός του 2015, που, μετά το “Blackguards 2” έδειχνε να έχει αφοσιωθεί στον publishing ρόλο της, αναλαμβάνοντας τη διάθεση στο κοινό των “Decay-The Mare”, “Dead Synchonicity-Tomorrow Comes Today”, “Fire”, “Anna’s Quest”, “Skyhill” και “Valhalla Hills”. Ήταν κάτι παραπάνω από λογικό να δημιουργηθεί έντονο ενδιαφέρον γύρω απ’ το τί ακριβώς είχε σκεφτεί ο επικεφαλής σχεδιασμού των “Deponia” games, Jan Müller Michaelis, προκειμένου να δώσει νέα πνοή στη σειρά, καταφέρνοντας μάλιστα να της δώσει μία ακόμη συνέχεια μετά το φινάλε του τρίτου μέρους.

ΧΡΟΝΟΜΠΕΡΔΕΜΑΤΑ

Με το καλημέρα, το “Deponia Doomsday” μαρτυρά ότι σκοπεύει (;) να φέρει μία μεγάλη ανατροπή σ’ όσα έχουμε παρακολουθήσει στα τρία προηγούμενα παιχνίδια της σειράς. Αυτό διότι βλέπουμε τον Rufus, αφού δει ένα όνειρο με την ίδιο σε σημαντικά μεγαλύτερη ηλικία απ’ αυτή στην οποία τον έχουμε γνωρίσει, να ξυπνά εντός του αερόστατου που έχει κατασκευάσει με σκοπό να ταξιδέψει στο Elysium! Εξακολουθεί να είναι σε σχέση με την Toni, η Goal δεν υπάρχει πουθενά, ο ίδιος είναι ζωντανός, οπότε ολόκληρη η αρχική τριλογία δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένα ακόμη, πολύ μεγάλο, όνειρο.

Ελάχιστα λεπτά αργότερα όμως και κατόπιν της εμφάνισης ενός νέου χαρακτήρα ονόματι McChronicle, η κατάσταση θ’ ανατραπεί εκ νέου. Η χρονομηχανή που διαθέτει ο τελευταίος και η δυνατότητα που προσφέρει στον ατζαμή Rufus να ταξιδέψει στο χρόνο, θα κάνουν τον ήρωά μας να συνειδητοποιήσει ότι η δράση και τα γεγονότα των τριών πρώτων “Deponia” δεν αποτελέσανε ένα απλό όνειρο, αλλά γεγονότα απ’ το μέλλον που ο ίδιος είδε. Δεδομένης της τελικής κατάληξης που είχαν, ο Rufus θ’ αρπάξει την ευκαιρία να εισέλθει στο χωροχρόνο και να αποπειραθεί να τα τροποποιήσει όπως εκείνος επιθυμεί, συμπαρασύροντας σ’ αυτό το ταξίδι του τον McChronicle κι όχι μόνο.

Deponia Doomsday Snap2
Νέο look για την Goal

Ωστόσο το ταξίδι δε δείχνει να μπορεί να ξεκινήσει, καθώς την εμφάνισή του κάνει ένα απροσδόκητο εμπόδιο, που δεν είναι άλλο από… έναν ροζ ελέφαντα! Για κάποιο λόγο που ο ήρωας δε γνωρίζει, το εν λόγω ζώο δείχνει να προσπαθεί να σαμποτάρει, όπως μπορεί, τη λειτουργία της χρονομηχανής, προκειμένου να μην υπάρξει η παραμικρή αλλοίωση των γεγονότων. Από εκείνο το σημείο κι έπειτα αρχίζει μία τελείως ασυνήθιστη διαμάχη μεταξύ των Rufus και του περίεργου αντιπάλου του, που περιλαμβάνει συνεχείς αφίξεις και αναχωρήσεις σε γνωστά και άγνωστα μέρη, σε χρονικές περιόδους που ο πρωταγωνιστής αναγνωρίζει και σ’ άλλες που του είναι τελείως πρωτόγνωρες. Κατά τη διάρκεια των συνεχών αλμάτων του στο χρόνο θα συναντήσει την Goal σε ουκ ολίγες παραλλαγές της υπάρξεώς της, τον Cletus, τον επικεφαλής των Organon, τον ίδιο του τον εαυτό, καθώς και πλήθος ακόμη παρουσιών.

Η τελική κατάληξη της ιστορίας έρχεται μέσα από ένα μάλλον πολύ μπερδεμένο μπαράζ συμμετοχής μας σε ενέργειες που δύνανται να παραλλάξουν το χωροχρονικό συνεχές, με το ενδιαφέρον να εστιάζεται στα ποια θα είναι εκείνη που θα δώσει το τελικό (;) φινάλε κι ασφαλώς στο ποιο θα είναι εκείνο.

ΠΟΣΟ ΑΚΟΜΗ ΝΑ ΤΡΑΒΗΞΕΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ;

Η περιγραφή που μόλις έκανα είναι απείρως πιο απλή και κατανοητή απ’ το σενάριο του “Deponia Doomsday”, τ’ οποίο σχεδόν σε φτάνει στην ανάγκη να κρατάς σημειώσεις κατά τη διάρκεια της δράσης του, προκειμένου να μπορεί να πεις ότι κατανόησες το 100%  όσων είδες να εξελίσσονται. Προσωπικά δε πρόκειται να ισχυριστώ κάτι τέτοιο, αφού ο χαοτικός, συνήθως, χαρακτήρας των ιστοριών που εμπλέκουν την έννοια του ταξιδιού στο χρόνο, των αλλαγών που μπορεί να επέλθουν και των συνεπειών τους, με την ταυτόχρονη εναλλαγή του σκηνικού και την παρουσία του ήρωα σε τελείως διαφορετικές καταστάσεις και παραλλαγές του σύμπαντος, που διαμορφώνονται μέσα απ’ τις ενέργειές του, συνήθως με μπερδεύουν και με κουράζουν.

Deponia Doomsday Snap3
Μέχρι και τον καθηγητή παριστάνει ο Rufus

Λίγο-πολύ αυτό συνέβη και στην περίπτωση του “Deponia Doomsday”, καθώς δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που παρακολουθούσα τους εκάστοτε διαλόγους, αδυνατώντας ν’ ακολουθήσω πλήρως το σενάριο, όπως διαμορφωνόταν εκείνη τη στιγμή. Ωστόσο το φινάλε, όντας αρκετά πιο σαφές (…) σε σχέση με πολλά άλλα σημεία του παιχνιδιού, μου δίνει τη δυνατότητα να πω ότι τουλάχιστον κατάλαβα πώς ολοκληρώθηκε η νέα αυτή περιπλάνηση του Rufus. Πάνω σ’ αυτό, υφίσταται μία πολύ μεγάλη αυτοαναίρεση του λόγου δημιουργίας του παιχνιδιού, αλλά δε θα υπεισέλθω σε περισσότερες λεπτομέρειες, προς αποφυγήν spoilers που θα καθιστούσαν σχεδόν περιττή την ενασχόληση οποιουδήποτε με το τέταρτο αυτό κεφάλαιο της σειράς.

Δε γίνεται όμως να μην εκφράσω την πεποίθησή μου ότι, από σεναριακής -κι όχι μόνο, όπως θα διαβάσετε παρακάτω- άποψης, το “Deponia Doomsday” είναι με διαφορά το πιο αδύναμο μέρος του saga. Αν κι εσείς, δικαίως, θεωρήσατε ότι το “Goodbye Deponia” κάπου το παράκανε και ξεχείλωσε την όλη ιστορία, αυτή τη φορά θα πιάσετε τον εαυτό σας, ειδικά κατά τις τελευταίες 3-4 ώρες της περιπέτειας, να επιθυμεί να έρθει το φινάλε, καθώς το σενάριο φτάνει σε σημείο να κουράζει πολύ, ειδικά με τ’ αλλεπάλληλα χρονικά μπρος-πίσω που εντοπίζονται πριν την οριστική κατάληξη. Είναι λίγες οι περιπτώσεις που θυμάμαι να επιθυμώ την ολοκλήρωση ενός adventure game κατά τη διάρκεια της ενασχόλησής μου μαζί του και δυστυχώς το συγκεκριμένο παιχνίδι εντάσσεται σ’ αυτή την κατηγορία. Μπορώ μάλιστα να πω ότι καταφέρνει να κάνει το “Goodbye Deponia” να φαντάζει ξαφνικά πλέον ως ένα πολύ καλύτερο παιχνίδι συνολικά, κάτι που, εδώ που τα λέμε, δεν είναι διόλου τιμητικό για το ίδιο.

Δε ξέρω και δε μπορώ να φανταστώ τί περιθώρια υφίστανται για σχεδιασμό ενός πέμπτου “Deponia” στο μέλλον, ομολογώ όμως ότι μόνο ως καλή ιδέα δε μου φαντάζει. Έχοντας ολοκληρώσει και τα τέσσερα παιχνίδια, εντύπωσή μου είναι η έμπνευση εξαντλήθηκε περίπου στην αρχή του τρίτου μέρους. Συνεπώς, προτιμότερο θα ήταν η σειρά να ολοκληρωθεί εδώ, έστω και με τον τρόπο που αποφάσισε ο δημιουργός της και που πλέον, κατόπιν και της έλευσης του “Deponia Doomsday”, μόνο ως -έστω και ατυχής- έμπνευση της στιγμής δε μπορεί να χαρακτηριστεί.

Deponia Doomsday Snap4
Όλα είναι χαλαρά στο Elysium

ΕΝΑ ΒΙΑΣΤΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ… 20 ΩΡΩΝ;!;

Οι αδυναμίες του τίτλου όμως δεν εξαντλούνται στο σενάριο, αλλά εντοπίζονται και σ’ αρκετά ακόμη γνωρίσματα του παιχνιδιού, ειδικά εν συγκρίσει με τους προκατόχους του. Καταρχήν είναι οφθαλμοφανής, ακόμη και στον λιγότερο παρατηρητικό παίκτη, η απώλεια ενός βασικού συστατικού που αγαπήσαμε στα προηγούμενα κεφάλαια κι αυτό είναι ο ανοικτός χαρακτήρας της περιπέτειας, η δυνατότητα να επισκεφτούμε πολλές περιοχές και να προβούμε σ’ επίλυση διαφορετικών γρίφων που υφίστανται ταυτόχρονα. Το “Deponia Doomsday” διαιρείται σε πολλές μικρές επιμέρους τοποθεσίες, που εκτείνονται σε περίπου πέντε-έξι οθόνες έκαστη, με τ‘ αντικείμενα που συλλέγουμε να κινούνται σε παρόμοια αριθμητικά επίπεδα. Εκτός αυτού η χρήση ορισμένων εξ’ αυτών των αντικειμένων δεν είναι ούτε κατ’ ελάχιστο προφανής, οπότε μοιραία εντοπίζονται στιγμές που προβαίνουμε στην κλασσική συνταγή του συνδυασμού όλων μ’ όλα.

Για κάποιον ανεξήγητο λόγο κρίθηκε εύστοχη η εισαγωγή και παρουσία, λιγοστών ευτυχώς, γρίφων με χρονικό περιορισμό. Κι αν έλειπε η περίπτωση του τελευταίου ζητούμενου πριν το φινάλε, ενδεχομένως δε θα συμπεριελάμβανα το νέο αυτό στοιχείο στ’ αρνητικά χαρακτηριστικά του παιχνιδιού. Ακριβώς όμως λόγω  του συγκεκριμένου περιορισμού -αλλά και του γενικότερου σχεδιασμού του τελευταίου γρίφου, που αφήνει την αίσθηση ότι κάτι κάνουμε λάθος, ενώ ουσιαστικά δε συμβαίνει κάτι τέτοιο- καταντάει ιδιαιτέρως εκνευριστική η κατάσταση, που έτσι κι αλλιώς δε ταιριάζει με το συνολικότερο πνεύμα ενός adventure game. Ούτε και τα πολλά mini-games ταιριάζουν μ’ αυτό βέβαια, αλλά άπαντα μπορούν να προσπεραστούν, μέσω του skip button.

Σ’ αντίθεση με τα παραπάνω, η επαφή μας με μία αξιοπρόσεκτη πλειάδα νέων χαρακτήρων ασφαλώς προσμετράται στα θετικά. Άλλωστε θα ήταν αφόρητα κουραστικό να συναντάμε, για μία ακόμη φορά, πρόσωπα που τα έχουμε ξαναδεί στα προηγούμενα μέρη, χωρίς βέβαια να λείπουν κι αυτά. Κι εδώ όμως εντοπίζεται ένα παράπονο, που έχει να κάνει με το βάθος των νέων χαρακτήρων. Αρκετοί απ’ αυτούς, ειδικά εκείνοι που εντοπίζονται στην Paradox City, μένουν αρκετά ανεκμετάλλευτοι και φαντάζουν σχεδόν διακοσμητικοί, μια και το πέρασμά μας (και) απ’ αυτή την τοποθεσία είναι σύντομο. Γενικά ο όλος ρυθμός του “Deponia Doomsday” μοιάζει αδικαιολόγητα γρήγορος, παρόλο που το παιχνίδι διαρκεί περίπου 20 (!) ώρες. Αυτό συμβαίνει διότι πολύ μεγάλο μέρος του συνολικού διαστήματος σπαταλιέται στα χρονικά μπρος-πίσω και στην επανάληψη ορισμένων ενεργειών από μεριάς μας στα ίδια μέρη, εν μέσω μικρών παραλλαγών του περιβάλλοντος.

Deponia Doomsday Snap5
Και κόντρες βάζουμε άμα λάχει

ΕΝΑ DEPONIA ΕΧΕΙ ΠΑΝΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΛΑ ΤΟΥ

Έχω την αίσθηση ότι μ’ όσα έχω γράψει μέχρι στιγμής έχω δημιουργήσει την εντύπωση ότι έχουμε να κάνουμε μ’ ένα κακό παιχνίδι. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει, καθώς ευτυχώς και εκείνα τα στοιχεία που αγαπήσαμε στη σειρά δίνουν εκ νέου το παρών. Το πλήθος των γρίφων είναι ένα απ’ αυτά, έστω και με τη μειωμένη ευρηματικότητά τους σε σχέση με το παρελθόν. Δε λείπουν όμως και κάποιοι που αποδεικνύονται πανέξυπνοι, μ’ εκείνους που καλούμαστε να επιλύσουμε κατά την παραμονή μας στο Elysium να ξεχωρίζουν.

Τα γραφικά του “Deponia Doomsday”, που βασίζονται στη Visionaire Studio 4 engine και που ίσως αποτελέσουν και το κύκνειο άσμα της χρήσης της συγκεκριμένης μηχανής γραφικών από μέρους της Daedalic Entertainment, είναι σαφώς τα καλύτερα της σειράς, με πανέμορφες, πολύχρωμες και προσεκτικά σχεδιασμένες τοποθεσίες. Ακόμη και τα ταξίδια στο χρόνο έχουν και τα καλά τους, καθώς μας προσφέρουν τη δυνατότητα να δούμε πάμπολλες τοποθεσίες, κάποιες απ’ αυτές μάλιστα σε τελείως διαφορετικές υλοποιήσεις τους, κάτι που πάντοτε δημιουργεί θετική εντύπωση.

Πέραν τούτων, η ποιότητα της μουσικής υπόκρουσης και των voice overs έχει φτάσει σε τέτοια επίπεδα που πραγματικά θα κάνει εκείνους που κατηγορούσαν την Daedalic για το δεύτερο να καταπιούν τη γλώσσα τους. Αν βάλετε σε κάποιον να παίξει το παιχνίδι δίχως να γνωρίζει το παραμικρό για τη δημιουργό εταιρεία και τον ρωτήσετε στη συνέχεια ποια πιστεύει ότι είναι η έδρα  της, Αμερική μπορεί να σας πει, Γερμανία αποκλείεται. Τ’ άλματα προόδου που έχουν επιτελεστεί στο συγκεκριμένο τομέα είναι εντυπωσιακά και τα μαρτυρούν και τα ending credits, που αναφέρουν το πλήθος των ατόμων που πήρανε μέρος στη δημιουργία της αγγλόφωνης version του παιχνιδιού.

Deponia Doomsday Snap6
Κι η έρημος ακόμη γεμάτη ρολόγια είναι

Τέλος, δε πρέπει να ξεχνάμε ότι, παρά τις όποιες υπερβολές κι επαναλήψεις της δράσης του, το τέταρτο αυτό μέρος αποδεικνύεται το μεγαλύτερο της τετραλογίας, με χορταστική διάρκεια, καθώς και πλήθος achievements για εκείνους που αρέσκονται στο ψάξιμο. Ενδεικτικά θ’ αναφέρω ότι ολοκλήρωσα το παιχνίδι ξεκλειδώνοντας μόλις 21 απ’ τα 36 που συνολικά περιλαμβάνει. Όσο για το χιούμορ του, είναι τελείως υποκειμενικό το αν θα σας αρέσει ή όχι. Το βέβαιο είναι ότι για μία ακόμη φορά θα χρειαστεί να προβείτε σ’ ορισμένες εξεζητημένες ενέργειες, λ.χ. στη μέθοδο απόκτησης του γάλατος απ’ την ατίθαση κατσίκα.

Σε κάθε περίπτωση όμως, για να είμαστε κι απολύτως ειλικρινείς, τίποτα απ’ τα παραπάνω δε μπορεί ν’ αναιρέσει τ’ ότι εν τέλει έχουμε να κάνουμε μ’ ένα sequel που θα μπορούσε άνετα να μην έχει προστεθεί ποτέ στη σειρά, καθώς, επί της ουσίας κι εκ του αποτελέσματος, δε προσθέτει το παραμικρό. Αντιθέτως συνεχίζει να τραβάει, μέσω διαφόρων απίθανων τρόπων και ανατροπών, την ιστορία του παιχνιδιού, η οποία, αυστηρά κατά την προσωπική μου άποψη, θα ήταν πολύ προτιμότερο να έχει ολοκληρωθεί στο “Chaos on Deponia”. Δε πρόκειται να πω ψέματα, είναι γεγονός ότι ήθελα να μου αρέσει το παιχνίδι και το ξεκίνησα με τον ανάλογο ενθουσιασμό, προσδοκώντας να διορθώσει τις ανάμεικτες εντυπώσεις που μου είχε αφήσει το “Goodbye Deponia”. Δυστυχώς δεν τα κατάφερε.

ΠΑΝ ΜΕΤΡΟΝ ΑΡΙΣΤΟΝ

Μπορώ να κατανοήσω ότι συχνά ο εμπνευστής και σχεδιαστής ενός video game έχει αγαπήσει τόσο πολύ τους χαρακτήρες και το setting που έχει δημιουργήσει που είναι πάντοτε πρόθυμος να επιστρέψει, για μία τελευταία φορά, σ’ αυτά. Υπάρχουν όμως φορές που αποδεικνύεται ότι η καλύτερη κληρονομιά για το πνευματικό παιδί του είναι να τ’ ολοκληρώνει ακριβώς στο σημείο που πρέπει.

Deponia Doomsday Snap7
Πολλοί νέοι χαρακτήρες εντοπίζονται στην Paradox City

Το “Deponia Doomsday” δε θα γοητεύσει σε καμία περίπτωση όσους δεν είδαν μ’ ιδιαίτερα καλό μάτι τους προκατόχους του. Πιθανώς δε θ’ αρέσει σ’ όλους όσους περάσανε καλά μ’ εκείνους. Απευθύνεται στους ορκισμένους λάτρεις της σειράς και του κεντρικού ήρωα αυτής, του Rufus, που δε λένε με τίποτα όχι σε μία νέα περιπέτεια, έστω κι αν γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι η δεύτερη, τρίτη ή τέταρτη συνέχεια μίας ιστορίας σχεδόν πάντοτε αποδεικνύεται σαφώς κατώτερη των αρχικών κεφαλαίων αυτής.

karkasSpecs 3

Pros

  • Εξαιρετικά, γεμάτα πολυχρωμία και ζωντάνια, γραφικά
  • Ιδιαιτέρως προσεγμένα voice overs
  • Πλήθος τοποθεσιών
  • Πολλοί νέοι χαρακτήρες
  • Η παρουσία ορισμένων “δυνατών” γρίφων
  • Το μεγαλύτερο σε διάρκεια “Deponia”

Cons

  • Το γενικότερο story έχει ξεκάθαρα ξεχειλώσει πλέον
  • Σενάριο που δημιουργεί σύγχυση σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της δράσης
  • Αναίτια η παρουσία γρίφων με χρονικό περιορισμό
  • Έχει απολέσει την ανοικτή δράση που χαρακτήριζε τους προκατόχους του
  • Αρκετοί εκ των νέων χαρακτήρων δεν αναπτύσσονται επαρκώς
  • H χρήση ορισμένων αντικειμένων εναπόκειται καθαρά στη φαντασία μας
  • Εν τέλει από κάθε άποψη δε προσθέτει απολύτως τίποτα στη σειρά
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 70%

70%

Μάνος Καρκαλέμης

Ο Μάνος δε μπορεί παρά να νιώθει ευτυχής που ασχολήθηκε ενεργά με την gaming αρθρογραφία στα χρόνια 2009-2017, οπότε και του δόθηκε η ευκαιρία να γράψει reviews για κάποια adventure games-διαμάντια, όπως "The Whispered World", "Monkey Island 2-LeChuck's Revenge" (Remastered Edition), "The Book of Unwritten Tales 1&2", "Grim Fandango" (Remastered Edition), "Gabriel Knight-Sins of the Fathers" (25th Anniversary Edition), "Night of the Rabbit", "Memento Mori 2", "Day of the Tentacle" (Remastered Edition).

4 Comments

  1. “Μύριζε” από μακριά ότι κάπως έτσι θα ήταν το Doomsday, πραγματικά δεν υπήρχε λόγος για τέταρτο επεισόδιο, καθώς ήδη το τρίτο ήταν λίγο τραβηγμένο, ενώ κάλλιστα η ιστορία του Deponia χώραγε σε δύο επεισόδια. Θα το παίξω κάποια στιγμή όταν πέσει η τιμή του (τα παιχνίδια της Daedalic μπαίνουν συχνά προσφορές ή bundles) μόνο και μόνο για το τυπικό της υπόθεσης.

    Πάντως, αν δεν σκοπεύουν να το σταματήσουν, επόμενο βήμα για τον Michaelis είναι να κάνει ένα… reboot. Ας μας δώσει όμως πρώτα ένα νέο Edna & Harvey…

Αφήστε μια απάντηση

Related Articles

Back to top button
elEL