REVIEWS

TALES OF BERSERIA

Αν και γενικότερα υπάρχει η αίσθηση ότι τα JRPG δεν έχουν την αίγλη που απολάμβαναν παλαιότερα, τόσο γιατί κορυφαίες σειρές του παρελθόντος αποτυγχάνουν να εντυπωσιάσουν στα πιο πρόσφατα επεισόδια τους (βλέπε Final Fantasy) όσο και στη παρωχημένη προσκόλλησή τους σε στερεότυπα τριάντα ετών (και βάλε), κάποιες φορές μία στοιχειωδώς καλοστημένη ιστορία και ένα διασκεδαστικό σύστημα μάχης αρκούν για να χτίσουν ένα πραγματικά αξιόλογο παιχνίδι. Αναμφισβήτητα, το Tales of Berseria είναι μία από αυτές τις περιπτώσεις, το οποίο αποτελεί και ένα άτυπο prequel του προπέρσινου Tales of Zestiria, καθώς διαδραματίζεται στο ίδιο “σύμπαν”, αρκετά χρόνια νωρίτερα όμως από τη περιπέτεια του Sorey. Ομολογουμένως, όταν έφτασε στα χέρια μου η review κόπια του νέου πονήματος της Bandai Namco, το ανέλαβα με χαμηλές προσδοκίες, ενθυμούμενος την κάπως κουραστική εξέλιξη του Zestiria, κυρίως όταν εκείνο προσπαθούσε να τραβήξει σε μάκρος τη διάρκειά του με μπόλικο grinding και “εκπτώσεις” στη πλοκή της ιστορίας. Ευτυχώς, η εμπειρία της Velvet αποδείχθηκε κλάσεις ανώτερη από εκείνη του Sorey.

Tales of Berseria Shot1Τυπικές οι εμφανίσεις των χαρακτήρων για JRPG, αλλά το καστ είναι από τα δυνατά χαρτιά του παιχνιδιού

Η Velvet Crowe λοιπόν είναι μια συνηθισμένη χωριατοπούλα, η οποία ζει ήσυχα σε κάποιο χωριό της Midgand, μαζί με τον άρρωστο μικρό αδελφό της, Laphicet, και τον γαμπρό της Artorius, έναν μυστηριώδη πολεμιστή/εξορκιστή, εξειδικευμένο στις γρήγορες… εκκαθαρίσεις δαιμόνων. Ο Artorius μάλιστα θεωρείται ήρωας και προστάτης του χωριού, καθώς μερικά χρόνια πριν, στο προηγούμενο χωριό που διέμεναν, είχε σώσει αυτήν και το Laphicet από το daemonblight, μια ασθένεια που μετατρέπει τους ανθρώπους σε δαίμονες, σε μία νύχτα με πανσέληνο που σημάδεψε τη ζωή του και οδήγησε στο χαμό του γιού του και της συζύγου του, Celica. Φυσικά, τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να κυλούν όμορφα για πολύ καιρό και σε μία καινούρια πανσέληνο, αφού το daemonblight έκανε ξανά την εμφάνισή του βρίσκοντας νέα θύματα, ο Artorius θυσιάζει τελετουργικά τον Laphicet μπροστά στα μάτια της Velvet.

Άγνωστος ο λόγος που ο Artorius προέβη σε αυτή τη πράξη, παρ’ όλα αυτά η Velvet δεν έδειξε το παραμικρό ενδιαφέρον για τα κίνητρά του, παρά μόνο για το γεγονός ότι ο αγαπημένος της αδελφός δολοφονήθηκε. Συνέπεια της τραγικής κατάληξης της οικογένειας Crowe, ήταν η Velvet να αποκτήσει και αυτή μια διεστραμμένη δαιμονική υπόσταση, όπου το αριστερό της χέρι είναι ικανό να καταβροχθίσει σχεδόν τα πάντα: από ανθρώπους και δαίμονες μέχρι malakhims, ανθρωπόμορφα (κυρίως) πνεύματα που έγιναν ορατά και στους κοινούς ανθρώπους, μετά την έξαρση του daemonblight.

Tales of Berseria Shot2Διασκεδαστικό και προσεγμένο το σύστημα μάχης, έστω και αν θυμίζει brawler

Μπροστά στη τυφλό μίσος της Velvet απέναντι στον Artorius, η ηρωίδα δεν θα διστάσει να εφαρμόσει κάθε μέσο προκειμένου να πάρει την εκδίκησή της, ενώ συνοδοιπόροι της στο ανίερο έργο της είναι μια πλειάδα από εξέχοντες “παρίες”, που κουβαλούν και αυτοί το δικό τους σταυρό, που κατά κάποιο περίεργο λόγο τέμνονται με εκείνον της Velvet. Και κάπου εδώ βρίσκεται ίσως το ισχυρότερο χαρτί του Berseria, καθώς το καστ των χαρακτήρων είναι από τα καλύτερα που έχουμε δει σε JRPG, γεγονός που προκύπτει από τον αρκετά σκοτεινό τόνο που διαθέτει το παιχνίδι, το οποίο κρατά τις αποστάσεις του από το συνηθισμένο “άσπρο-μαύρο” των γιαπωνέζικων ιστοριών. 


Η ιδέα σύστασης μιας ομάδας από αντι-ήρωες που έχουν ως ευαγγέλιο το ρητό “ο σκοπός αγιάζει τα μέσα” φυσικά δεν είναι καινούρια, όμως οι σεναριογράφοι του παιχνιδιού έχουν κάνει πραγματικά καλή δουλειά τόσο στην ανάπτυξη των χαρακτήρων, με πειστικά κίνητρα και εξηγήσεις για τους λόγους που συνοδεύουν τη Velvet στη σταυροφορία της, όσο και στην ενσωμάτωσή τους στη πλοκή του παιχνιδιού που ενίοτε εκπλήσσει με την ωμότητά της (μιλώντας πάντα για JRPG). Δεν είναι παράλογο να πούμε ότι, αν και συνολικά το σενάριο δεν είναι κάτι συγκλονιστικό, η καλή χημεία των πρωταγωνιστών, που ξεδιπλώνει τις αρετές της είτε μέσω cut-scenes είτε μέσω των (προαιρετικών) Skits, είναι αρκετή για να σας κρατήσει ως το τέλος της σχεδόν 50ωρης περιπέτειας. Βέβαια, ως JRPG που σέβεται τον εαυτό του, δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι άσκοπες φλυαρίες ή υποτιθέμενες comic relief σκηνές, που συνήθως απωθούν τους δυτικοθρεμμένους RPGάδες, αλλά αυτές ευτυχώς αποτελούν τη μειοψηφία, ενώ για να είμαι ειλικρινής, δεν έκανα skip σε καμία από αυτές, κάτι που στο Zestiria γινόταν κατά κόρον.

Tales of Berseria Shot3Η διαχείριση του menu δεν θα σας δυσκολέψει… μέχρι να γεμίσει το inventory.

Όσον αφορά το κυρίως παιχνίδι, το Berseria ακολουθεί κοινή γραμμή με εκείνη του Zestiria, με την εξερεύνηση να εναλλάσσεται με μάχες, ενώ στο ενδιάμεσο μεσολαβούν επισκέψεις σε πόλεις/χωριά που στοχεύουν κυρίως στον ανεφοδιασμό, αλλά και στην εξέλιξη του σεναρίου. Αν και το παιχνίδι περιλαμβάνει μια χούφτα από side-quests (κυρίως τα personal quests των ηρώων) και κάποιες παράλληλες δραστηριότητες, όπως το expedition με το πειρατικό πλοίο (για απόκτηση θησαυρών), τη μαγειρική (για προσωρινά buffs) και τις αρένες, σαν εμπειρία είναι κατά 90% γραμμική. Είναι πάντοτε κατανοητό τι πρέπει να κάνετε στη συνέχεια, οι στόχοι είναι τόσο ξεκάθαροι που απεικονίζονται με αστεράκια στο χάρτη, ενώ ακόμα και οι ίδιοι οι χάρτες είναι αρκετά συμπυκνωμένοι, με ελάχιστα εναλλακτικά μονοπάτια, ακόμα λιγότερα από τον προκάτοχό του. Αφενός αυτό ίσως ξενίσει τους παίκτες που θα ήθελαν περισσότερα κίνητρα και μεγαλύτερο χώρο προς εξερεύνηση, αφετέρου η γραμμικότητα αυτή δημιουργεί μια πιο σφιχτοδεμένη πλοκή, που δεν παρεκκλίνει συνεχώς από ανόητα fetch quests τύπου “σκότωσε δέκα λύκους και ξαναέλα” την ώρα που ο κόσμος καίγεται. Αναμφισβήτητα, η γραμμικότητα του Berseria λειτουργεί υπέρ του, άσχετα με τους λόγους που πιθανόν να οδήγησαν στην απόφαση αυτή (π.χ. περιορισμένος χρόνος ανάπτυξης).

Το δεύτερο μεγάλου ατού του Berseria είναι το σύστημα μάχης, το οποίο είναι από τις λίγες φορές που σε JRPG που δεν καταντά βαρετό/κουραστικό. Κινούμενο σε real-time μονοπάτια, με κάποιες δυνατότητες παύσης του χρόνου για επιλογή συγκεκριμένου εχθρού ή χρήσης αντικειμένου, το Berseria παντρεύει ιδανικά τη μάχη τύπου brawler με εκείνη ενός τυπικού JRPG. Η κεντρική ιδέα της αντιστοίχισης των Arte επιθέσεων στο κάθε κουμπί του χειριστηρίου είναι τόσο απλή και τόσο ιδιοφυής που λειτουργεί απρόσμενα καλά, δημιουργώντας εντυπωσιακότατα combos που καταλήγουν σε εξίσου καταιγιστικές μάχες (ξεχάστε τα μισάωρα battles με τα bosses), ενώ αποφεύγει τεχνηέντως να εισβάλλει πλήρως στα χωράφια των brawler/musou παιχνιδιών με την εφαρμογή του Soul Gauge.

Tales of Berseria Shot4Μικροί χάρτες και λίγες οι δυνατότητες εξερεύνησης. Όχι πάντα κάτι κακό.

Κάθε εμπλεκόμενος (ήρωας και εχθρός) διαθέτει μια μπάρα από souls με τη μορφή κρυστάλλων, η οποία μειώνεται κάθε φορά που εκτελείται κάποια επίθεση, που με τη σειρά της αξιώνει και το σχετικό μερίδιο ανάλογα με το πόσο ισχυρή είναι. Η αναπλήρωση της εν λόγω μπάρας γίνεται μέσω άμυνας ή αποφυγής των εχθρικών χτυπημάτων, αλλά το κλου της υπόθεσης είναι ότι μπορείτε να “κλέψετε” έναν κρύσταλλο, εφόσον επιτύχετε ένα ισχυρό χτύπημα που προκαλεί κάποιο status alignment στον αντίπαλο (π.χ. dizzyness), αφαιρώντας του έτσι τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει συχνότερες επιθέσεις. Προσοχή όμως, γιατί το ίδιο μπορεί να κάνει και ο αντίπαλος, κάτι που μπορεί να σας κοστίσει σημαντικά ενάντια σε κάποια δύσκολη μάχη, καθώς αν διαθέτετε λιγότερους από τρεις κρυστάλλους, δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τη Break Soul κίνηση, που είναι πραγματικά σαρωτική και θεωρείται υψίστης σημασίας σχεδόν σε κάθε μάχη. 


Εκτός αυτού, η υπόλοιπη ομάδα που ελέγχεται από την ΑΙ πολεμάει ανέλπιστα καλά και σας ξελασπώνει ουκ ολίγες φορές, χωρίς να απαιτεί συνεχές ντάντεμα, ενώ υπάρχει η δυνατότητα να δώσετε στους συμμάχους σας κάποιες γενικές οδηγίες πάνω στη τακτική τους, προκειμένου να προσαρμόζονται περισσότερο στο τρόπο μάχης που έχετε στο μυαλό σας. Συνολικά, δεν θα αντιμετωπίσετε ιδιαίτερα προβλήματα στη συνεργασία σας με τα συνοδευτικά (μέχρι τρία) μέλη της ομάδας, με την εξαίρεση ίσως τις Mystic Arte κινήσεις, που συχνά η ΑΙ επιλέγει να τις εφαρμόσει σε μικρής δυναμικότητας μάχες που το αποτέλεσμά τους έχει ήδη κριθεί, αντί να τις φυλάξει για κάποιον ισχυρότερο αντίπαλο. Μικρό το κακό όμως, καθώς η αντίστοιχη μπάρα γεμίζει μάλλον εύκολα, ενώ γενικότερα το επίπεδο δυσκολίας των μαχών, εφόσον φροντίζετε να αναβαθμίζετε τακτικά τον εξοπλισμό των χαρακτήρων σας, είναι χαμηλό στο Normal επίπεδο δυσκολίας. Ίσως και χαμηλότερο απ’ ότι θα έπρεπε, καθώς στο δικό μου playthrough προβληματίστηκα για πρώτη φορά σε μάχη μετά από τριάντα ώρες παιχνιδιού, οπότε αν επιθυμείτε μεγαλύτερη πρόκληση, η χειροκίνητη αύξηση του επιπέδου δυσκολίας είναι δεδομένη.

Tales of Berseria Shot5Ιδανικές οι Mystic Arte κινήσεις για τα bosses.

Βέβαια σε αυτό βοηθάει και το άρτιο σύστημα αναβάθμισης των χαρακτήρων, που εκτός από το leveling που γίνεται αυτόματα, περιλαμβάνει έναν βατό τρόπο ενίσχυσης του εξοπλισμού σας μέσω υλικών που βρίσκετε είτε κατά τη περιπλάνησή σας είτε αποσυνθέτοντας εξοπλισμό που δεν σας είναι πια απαραίτητος. Απλά επιλέγετε το όπλο/accessory που σας ενδιαφέρει, παρατηρείτε ποια υλικά χρειάζονται για να αναβαθμιστεί (ανάλογα με τη πρόοδό σας στο παιχνίδι, ένα αντικείμενο μπορεί να φτάσει έως το +10) και, εφόσον τα διαθέτετε, πατάτε Enhance και… voila! Σε αυτή τη περίπτωση όμως, θα ήταν καλοδεχούμενο ένα λίγο πιο εύχρηστο και κατατοπιστικό menu πέρα από μία συνηθισμένη λίστα ταξινομημένη αλφαβητικά, καθώς όταν μαζευτούν πολλά αντικείμενα, γίνεται ένας μικρός χαμός και θα χρειαστεί να ψάχνετε για αρκετή ώρα μέχρι να εντοπίσετε τελικά το αντικείμενο που “φοράει” ο ήρωας που επιθυμείτε να αναβαθμίσετε – ίσως μάλιστα στη προσπάθειά σας να το βρείτε, το ξεχάσετε κιόλας. Been there, done that.

Μέχρι τώρα το πρόσημο του Berseria είναι σίγουρα θετικό, αλλά κάποια ατοπήματα το αποτρέπουν από το αποκτήσει το status του “must-play”. Το κυριότερο ελάττωμα είναι ότι από τη μέση του παιχνιδιού και μετά, το παιχνίδι αρχίζει να επαναλαμβάνεται εφαρμόζοντας τη “τεμπέλικη” μέθοδο του backtracking. Οι επισκέψεις σε περιοχές που έχετε ενδελεχώς εξερευνήσει προηγουμένως γίνονται ξανά επιτακτικές, ενώ παρατηρείται και κάποια ανακύκλωση των εχθρικών τεράτων, που διαθέτουν απλώς άλλο όνομα και χρώμα. Η εν λόγω κοιλιά είναι εμφανής και χτυπάει κάπως άσχημα πάνω στις πολύ θετικές εντυπώσεις που αποκομίζει κανείς από το τίτλο, ευτυχώς δεν αποτελεί τροχοπέδη στην μετέπειτα πορεία του παιχνιδιού, χάρη στον πολύ καλό συνδυασμό πλοκής/καστ χαρακτήρων που διατηρεί γερά το παιχνίδι μέχρι τέλους. Επίσης τα περισσότερα dungeons είναι μάλλον βαρετά, καθώς ο σχεδιασμός τους και οι γρίφοι τους δεν προσφέρουν καμία απολύτως συγκίνηση ή πρόκληση των εγκεφαλικών κυττάρων, ενώ η γραφική απεικόνιση τους είναι πολύ λιτή και πρόχειρη, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τα εξωτερικά περιβάλλοντα του παιχνιδιού, που είναι ικανοποιητικά και σαφώς πιο προσεγμένα.

Tales of Berseria Shot6Break Soul και… χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα

Άλλωστε και ο υπόλοιπος τεχνικός τομέας βρίσκεται στην ίδια φάση του σκωτσέζικου ντους. Το Berseria φοράει την ίδια μηχανή γραφικών με το Zestiria, γεγονός που σε κάποια πράγματα το κάνει να δείχνει κάπως ξεπερασμένο, όπως στα περιβάλλοντα και στους NPC’s, αλλά δείχνει ακόμα και σήμερα απολύτως ικανή να παράγει όμορφους χαρακτήρες, γεμάτους ζωντάνια στις εκφράσεις και στις κινήσεις τους. Τουλάχιστον αυτή τη φορά το port είναι σαφώς καλύτερο από τη προηγούμενη φορά, καθώς τα 60 fps επιτυγχάνονται χωρίς τη χρήση κάποιου mod τρίτου, ενώ υπάρχουν και μερικές επιλογές γραφικών όπως anti-aliasing, anisotropic filtering κλπ. Αν έχετε στοιχειωδώς αξιόλογο gaming υπολογιστή, μην έχετε ενδοιασμούς να επιλέξετε όλες τις ρυθμίσεις στο μέγιστο, καθώς το Berseria έχει πολύ χαμηλές απαιτήσεις σε υπολογιστική ισχύ και δεν πρόκειται να τον ζορίσει καθόλου. Άλλωστε στην Ιαπωνία κυκλοφορεί και σε Playstation 3, που δεν φημίζεται πια για τις δυνατότητες του στο τομέα των γραφικών. Όσον αφορά τον ηχητικό τομέα, το soundtrack δεν αξιώνει βραβείο Grammy, αλλά περιέχει αρκετά αξιόλογα ορχηστρικά κομμάτια που δεν κουράζουν ιδιαίτερα, παρ’ όλο που θα τα ακούσετε δεκάδες φορές και (τι άλλο;) κάποιες metal συνθέσεις, όπως στο εισαγωγικό βίντεο του παιχνιδιού.

Εν κατακλείδι, άσχετα από τις κακοτοπιές του, το Tales of Berseria είναι ένα ποιοτικό JRPG, από αυτά που δεν συναντάμε εύκολα τη σήμερον ημέρα, εγγυημένα θα χαρίσει πάρα πολλές ώρες διασκέδασης στους φίλους του είδους και προκαλεί θετικά vibes για μια ακόμη καλύτερη συνέχεια της σειράς Tales. Το συνιστώ ανεπιφύλακτα σε όποιον θέλει να παίξει ένα πραγματικά άξιο, αν και όχι κορυφαίο, εκπρόσωπο του είδους. Εν αναμονή και του Ni No Kuni II λοιπόν…

debeSpecsNew

Ευχαριστούμε θερμά τη Bandai Namco Hellas για τη παροχή του review code.

Pros

  • Καλογραμμένη, στρωτή και αρκετά σκοτεινή (σε σύγκριση με το προκάτοχό του) ιστορία
  • Ένα από τα καλύτερα καστ χαρακτήρων που έχουν περάσει σε παιχνίδι του είδους
  • Δυναμικό και καλοστημένο σύστημα μάχης
  • Μεγάλη διάρκεια
  • Ικανοποιητικός τεχνικός τομέας…

Cons

  • … που σήκωνε όμως αρκετές ακόμα βελτιώσεις, κυρίως στο σχεδιασμό του περιβάλλοντος
  • Αρχίζει να επαναλαμβάνεται επικίνδυνα από τη μέση του παιχνιδιού και έπειτα
  • Ένα πιο εύχρηστο menu στις αναβαθμίσεις θα ήταν καλοδεχούμενο

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 86%

86%

Γιώργος Δεμπεγιώτης

Συντάκτης-λάτρης των action, shooter, adventure, RPG’s και ενίοτε racing παιχνιδιών, προτιμά κυρίως το single-player gaming. Που και που ξεσπάει σε κανά multi, αλλά δεν το παρακάνει κιόλας.

2 Comments

Αφήστε μια απάντηση

Related Articles

Back to top button
elEL