REVIEWS
Trending

HORIZON FORBIDDEN WEST

Το Horizon Zero Dawn της Guerrilla Software ήταν ένα από τα πρώτα ports των μέχρι πρότινος «PlayStation αποκλειστικών» παιχνιδιών της Sony σε PC. Ήταν μία περίοδος «σφυγμομέτρησης» της Sony (και υπολογισμού πιθανών κερδών, βεβαίως) στο κατά πόσο υπάρχει κοινό που ενδιαφέρεται για τη μεταφορά των παιχνιδιών αυτών, σε μια πιο απαιτητική αγορά, όπως είναι αυτή των PC’s. Τέσσερα χρόνια αργότερα, η συνέχεια είναι λίγο-πολύ γνωστή, με τη Sony να έχει «χωθεί» για τα καλά στο PC gaming και να κυκλοφορεί σταδιακά τους κυριότερους τίτλους του back-catalogue της, με το Horizon Forbidden West να αποτελεί το τελευταίο πόνημα.

Για όσους δεν είχαν παίξει το πρωτότυπο παιχνίδι, επρόκειτο για ένα από τα ποιοτικότερα open-world παιχνίδια που έχουν εμφανιστεί μέχρι τώρα, κυρίως εξαιτίας του πολύ καλοφτιαγμένου και μελετημένου συστήματος μάχης με τις χαρακτηριστικές ζωόμορφες «μηχανές». Ωστόσο, δεν ήταν λίγες οι «φωνές» που τόνιζαν την αδυναμία του να στήσει μια αξιόλογη ιστορία, οι οποίες δεν είχαν και τόσο άδικο, εν τέλει. Το Zero Dawn αργούσε χαρακτηριστικά να προσελκύσει το ενδιαφέρον του παίκτη για τα τεκταινόμενα, με μόνο τις τελευταίες ώρες, όπου πλέον έχουν αποκαλυφθεί όλα τα μυστικά του, να δημιουργούν τις όποιες θετικές εντυπώσεις μπορεί να αποκομίσει κάποιος από αυτή. Η δε έκδοση για PC, ήταν κάκιστη σε θέματα απόδοσης και bugs, πιθανότατα θύμα της «άγνοιας» της Nixxes (της ομάδας ανάπτυξης που έχει αναλάβει τα περισσότερα PlayStation ports μέχρι τώρα), η οποία χρειάστηκε πάνω από δέκα (!) patches, ώστε να φέρει το παιχνίδι σε ικανοποιητική playable μορφή.

Ο χαρακτήρας της Aloy έχει αλλάξει σημαντικά σε σχέση με το πρώτο παιχνίδι, όντας πολύ πιο προσεκτική με τους άλλους και με περίσσεια αυτοπεποίθηση.

Ευτυχώς, το Forbidden West δεν υποφέρει από τα ίδια προβλήματα του προκατόχου του. Ξεκινώντας το παιχνίδι για πρώτη φορά, με ανακούφιση ανακαλύψαμε ότι το παιχνίδι έτρεχε σχεδόν άψογα στο σύστημα δοκιμής (3060Ti, i7 11700k, 16GB), ακόμα και με τις «βαρύτερες» ρυθμίσεις ενεργοποιημένες, χάρη στην άψογη χρήση του DLSS. Κάποια frame-rate προβλήματα που υφίσταντο κατά τη διάρκεια των cutscenes, διορθώθηκαν γρήγορα, ενώ ακόμα και τώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, η Nixxes παρέχει τακτικά διορθωτικά patches για ακόμα μεγαλύτερη βελτίωση της απόδοσης. Πολύ ευχάριστο το γεγονός αυτό, ιδιαίτερα μετά τη «φόλα» που φάγαμε με το Ratchet & Clank, αλλά και το The Last of Us για τον περισσότερο κόσμο (αν και για ετούτο, υπεύθυνη ήταν η Iron Galaxy).

Εφόσον το Forbidden West είναι απαλλαγμένο από σοβαρά τεχνικά προβλήματα, μπορούμε άνετα να αφοσιωθούμε στο παιχνίδι καθ’ αυτό και να αναφέρουμε ότι πρόκειται έναν τίτλο που δικαιολογεί πλήρως το χαρακτηρισμό του sequel. Με τρεις λέξεις: «bigger, badder, better», που λένε και οι Αμερικανοί. Κυρίως στο τομέα του storytelling, το Forbidden West είναι κλάσεις ανώτερο, παρ’ όλο που το στοιχείο της έκπληξης είναι σαφώς μειωμένο, αφού πλέον γνωρίζουμε τι έχει συμβεί στον πλανήτη και για ποιο λόγο υπάρχει ο κίνδυνος μιας τεράστιας οικολογικής καταστροφής.

Ακόμα και οι πιο αλλοπρόσαλλα ντυμένοι, όπως ο Tenakth εδώ, έχουν τους λόγους τους που αντιδρούν με συγκεκριμένο τρόπο.

Αν για κάποιο λόγο δεν είχατε παίξει το πρώτο παιχνίδι, το Forbidden West αναλαμβάνει να σας υπενθυμίσει τα γεγονότα που προηγήθηκαν μέσω ενός συνοπτικού cutscene, όπου παρακολουθούμε την πρωταγωνίστρια Aloy, έξι μήνες μετά τη νίκη της ενάντια στο HADES, να προσπαθεί να σταματήσει το (αναπόφευκτο;) τέλος του κόσμου. Η αναζήτησή της δείχνει να βρίσκεται σε τέλμα, καθώς ο αινιγματικός Sylens, ο αντι-ήρωας του πρώτου παιχνιδιού, (με τη μορφή του συγχωρεμένου πλέον Lance Riddick), που τόσο πολύ βοήθησε την Aloy στο πρώτο παιχνίδι, φαίνεται να εξυπηρετεί αποκλειστικά τους δικούς του σκοπούς. Ωστόσο, ανάμεσα σε όλη αυτή την παρεξήγηση (;), της αποκαλύπτει, μέσω των γνωστών ολογραμμάτων, ότι οφείλει να επισκεφθεί τη μακρινή Forbidden West, προκειμένου να βρει εκείνη την άκρη του νήματος, που τόσο πολύ ψάχνει.

Μην έχοντας άλλες επιλογές, η Aloy ξεκινά για την αφιλόξενη Δύση, με τη βασική διαφορά ότι δεν είναι πια εκείνο το άβγαλτο και φοβισμένο κοριτσάκι, αλλά μια ώριμη γυναίκα που κουβαλά στις πλάτες της τεράστια εμπειρία και απολαμβάνει το θαυμασμό της πλειονότητας των ανθρώπων, ως η κοκκινομάλλα ηρωίδα που έσωσε τη Meridian (μία από τις μεγαλύτερες πόλεις του ανθρώπινου πολιτισμού). Κάτι που φαίνεται καθ’ όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού, με την Aloy να αντιμετωπίζει τους συνομιλητές της γεμάτη θάρρος, αυτοπεποίθηση, ως και αλαζονεία κάποιες φορές, αλλά κατά βάθος παραμένει συμπονετική και έτοιμη να βάλει το χέρι της στη φωτιά για όποιον ζητήσει τη βοήθειά της.

Εννοείται ότι θα επισκεπτόμαστε τακτικά αυτές τις “μυστήριες” βάσεις…

Η αλλαγή στην προσωπικότητα της Aloy έχει επιπτώσεις τόσο στο οικοδόμημα της πλοκής, η οποία είναι αρκετά καλογραμμένη και γίνεται γρήγορα ενδιαφέρουσα (ή σωστότερα, πολύ πιο γρήγορα από το πρώτο παιχνίδι) όσο και στο σύνθεση των κύριων και των δευτερευουσών αποστολών. Το βασικότερο προσόν τους είναι ότι αποφεύγουν περίτεχνα να περιοριστούν σε τυπικά fetch quests, διαθέτουν σχεδόν όλες εξίσου ενδιαφέροντες και ολοκληρωμένους χαρακτήρες, με απώτερους σκοπούς και κίνητρα, με συνέπεια να δίνουν με τη σειρά τους τα ανάλογα κίνητρα στον παίκτη, ώστε να ασχοληθεί μαζί τους.

Όντας παιχνίδι ανοικτού κόσμου, οι δραστηριότητες που μπορούμε να αναλάβουμε είναι πραγματικά δεκάδες και ο ευμεγέθης χάρτης του παιχνιδιού συμβάλλει καθοριστικά σε αυτό. Είναι στιγμές που το journal μας γεμίζει κυριολεκτικά με πληθώρα από objectives, για τα οποία έχουμε την επιλογή να εξερευνήσουμε μόνοι μας ή να μας «πάρει από το χεράκι», ανάλογα με το πόσο χρόνο είμαστε διατεθειμένοι να ξοδέψουμε για χάρη του παιχνιδιού. Ομολογουμένως, το Forbidden West είναι ΤΕΡΑΣΤΙΟ, καθώς σε συνδυασμό με την συμπερίληψη του expansion Burning Shores, είναι εφικτό να φτάσει κάποιος και τις 100 ώρες ενασχόλησης, προκειμένου να γίνει μάρτυρας ολόκληρου του χάρτη, των μυστικών του και του συνόλου των δραστηριοτήτων του.

Για να ηττηθεί μια μηχανή σαν αυτή εδώ, η χρήση της ωμής δύναμης δεν αρκεί ούτε για αστείο.

Ωστόσο, όπως γνωρίζουμε, το πολύ περιεχόμενο δεν σημαίνει αυτόματα και ποιοτικό περιεχόμενο. Προς τιμήν των Ολλανδών της Guerrilla Software, υπάρχει μια πολύ όμορφη και τακτοποιημένη προσέγγιση στην καταγραφή των αποστολών, έτσι ώστε να μην πελαγώσει κάποιος με το πόσα πράγματα έχει να κάνει και να αφήσει παραπέρα όποια δεν τον ενδιαφέρουν (άμεσα τουλάχιστον). Εξάλλου, αν κάποιος θέλει απλά να απολαύσει την κεντρική ιστορία, χωρίς σημαντικές παρεκκλίσεις, μπορεί πράγματι να το κάνει και να βιώσει ένα από τα πιο διασκεδαστικά παιχνίδια δράσης ανοικτού κόσμου.

Φυσικά, όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, θα χάσει ένα αξιοσημείωτο κομμάτι της ομορφιάς του παιχνιδιού. Παραδείγματος χάρη, υπάρχουν οι προαιρετικές αποστολές στα Ερείπια και στα πελώρια Tallnecks, στα οποία βασική προϋπόθεση είναι να βάλουμε το μυαλό μας να δουλέψει και όχι τόσο να βασιστούμε στο τόξο και στο δόρυ μας. Σε συνδυασμό με τα καινούρια gadgets που έχει στη διάθεσή της η Aloy ως αρωγούς στο traversal (όπως ένα grappling hook ή η μάσκα κατάδυσης), δίνει μια καλοδεχούμενη εσάνς από τα παλιά Tomb Raider. Επίσης, μπορούμε να επιδοθούμε σε κυνήγι μηχανών και ζώων, ιδανικά για να μαζέψουμε υλικά για την αναβάθμιση του εξοπλισμού μας, σε μάχες στις αρένες, ενώ υπάρχει ακόμα και επιτραπέζιο mini-game, έτσι για να θυμίσει σε κάποιους το «κόλλημα» που δημιουργούσε κάποτε το Gwent.

Let me tell you the days of high adventure…

Όμως, το δυνατότερο σημείο του Forbidden West παραμένει το σύστημα μάχης. Ένα σύστημα που βασίζεται πολύ στην τακτική, αλλά και στον τρόπο που χρησιμοποιούμε τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας. Το απλό σπαμμάρισμα με βέλη ενάντια στις μηχανές διαφόρων διαστάσεων και μεγεθών, έχει σχεδόν μηδαμινό αποτέλεσμα. Η ουσία των μαχών έγκειται στο να εντοπίζουμε τα αδύνατα σημεία της κάθε μηχανής, σαρώνοντας τα με το Focus μας, και να τα εκμεταλλευόμαστε με τον καλύτερο τρόπο. Είτε χρησιμοποιώντας βέλη με τις κατάλληλη «υφή» (fire/acid/ice arrows) πάνω σε συγκεκριμένα τμήματα των μηχανών είτε στήνοντας παγίδες και προσπαθώντας να τις παρασύρουμε πάνω σε αυτές. Είναι εντυπωσιακό το πόσες δυνατότητες προσφέρει το παιχνίδι στον παίκτη και, ιδιαίτερα στα μεγαλύτερα επίπεδα δυσκολίας, το να καταστρώσει κάποιος ένα σχέδιο μάχης πριν επιτεθεί σε έναν ζόρικο εχθρό και να αξιοποιήσει όλα τα όπλα που έχει στη διάθεσή του, αποτελεί μια διαδικασία υψίστης σημασίας.

Οι δε επιλογές προσαρμογής του τρόπου παιχνιδιού στα μέτρα του παίκτη πληθαίνουν, τόσο με το εκτενές skill tree σύστημα του, που κατηγοριοποιεί τις ξεχωριστές δυνατότητες της Aloy (π.χ. το αθόρυβο στυλ, έμφαση στην εκ του συστάδην μάχη ή στον έλεγχο μηχανών κ.α.) όσο και με την ποικιλία επιλογών εξοπλισμού (κυρίως σε τόξα και πανοπλίες) που δίνουν συγκεκριμένα buffs στα χαρακτηριστικά που μας ενδιαφέρουν. Αν μας ρωτούσαν ποιος είναι ο μοναδικός, αυστηρά, λόγος να ασχοληθεί κανείς με το Forbidden West, χωρίς δισταγμό θα αναφέραμε το σύστημα μάχης ενάντια στις μηχανές.

Οι υποβρύχιες αποστολές παρουσιάζονται σχετικά συχνά. Ευτυχώς που αργότερα αποκτούμε τη μάσκα κατάδυσης και δεν αγχωνόμαστε για τα πνευμόνια της Aloy.

Το τονίζουμε το τελευταίο, γιατί δυστυχώς οι μάχες ενάντια σε ανθρώπους, παραδόξως, κυμαίνονται στο ίδιο, μετριότατο επίπεδο του πρώτου παιχνιδιού, με το κακό ΑΙ να πρωτοτοστατεί. Κατά την άποψή μας, θα ήταν καλύτερο να έλειπαν εντελώς ή τουλάχιστον να μην γινόμαστε μάρτυρες αστείων καταστάσεων τύπου, ένας μεγαλόσωμος τύπος που βαστάει ένα πυροβόλο, να αντέχει περισσότερο «ξύλο» από μια μηχανή.

Ωστόσο, αξίζει να αναφερθεί ότι, παρ’ όλο που το Forbidden West βελτιώνει τις περισσότερες πτυχές του Zero Dawn, γενικά η εμπειρία παιχνιδιού είναι αρκετά παρόμοια. Συνεπώς, αν έχετε πρόσφατες μνήμες από το Zero Dawn, θα νοιώσετε πολύ οικεία παίζοντας το, με ό,τι αυτό συνεπάγεται – καλό ή/και κακό. Όμως, το Forbidden West προσφέρει ένα πλουσιότερο οπτικό αποτέλεσμα, όντας ένα από τα πιο εντυπωσιακά παιχνίδια που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια. Και αυτό αφορά όχι μόνο την εξαίρετη ποιότητα και υλοποίηση των textures, αλλά και την εικαστική του προσέγγιση, με τη θαυμαστή ποικιλομορφία των περιοχών (ερήμους, βάλτους, παγωμένα όρη, δάση), τα πανέμορφα εφφέ του καιρού, αλλά και το animation ολόκληρου του καστ των χαρακτήρων. Είτε αναφερόμαστε σε ανθρώπινους χαρακτήρες είτε στις μηχανές, που ως γνωστόν, δανείζονται την κινησιολογία τους από υπαρκτά όντα της πανίδας.

Θα βρούμε εμπόρους σχεδόν σε κάθε πόλη ή χωριό, καλό είναι να ρίχνουμε μια ματιά στο εμπόρευμά τους.

Ανάλογων κυβικών είναι και το ηχητικό κομμάτι του παιχνιδιού, με το ορχηστρικό soundtrack να εκπέμπει τα συναισθήματα που απαιτεί η εκάστοτε σκηνή του παιχνιδιού, ενώ το voice-over είναι άριστο, στο επίπεδο που θα περίμενε κανείς από το καστ των ηθοποιών που συμμετέχουν (Lance Riddick, Carrie Ann-Moss, Angela Basset). Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι το Forbidden West είναι πλήρως εξελληνισμένο, πλην του voice-over, με τη μετάφραση να είναι, όπως συνηθίζεται στις παραγωγές της Sony, άψογη.

Εν ολίγοις, το Horizon Forbidden West είναι ένα εξαιρετικό παιχνίδι ανοικτού κόσμου, το οποίο είναι ανώτερο από τον προκάτοχό του σε όλους τους τομείς, όπως οφείλουν να είναι όλα τα sequels. Αν σας άρεσε το Zero Dawn, εγγυημένα θα διασκεδάσετε στο έπακρο με τις περιπέτειες της Aloy στην Απαγορευμένη Δύση, ενώ αν δεν είχατε και την καλύτερη γνώμη, ίσως το Forbidden West, με τον αρτιότερο ρυθμό του, αυτή τη φορά να κατορθώσει να σας πείσει.

 

Ευχαριστούμε θερμά τη Sony Hellas για την παροχή του review code.

Go to discussion...

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 90%

90%

Forbidden Evil

Τεράστιο σε μέγεθος, με αρκετά καλή αφήγηση και πολύ διασκεδαστικό σύστημα μάχης, το Horizon Forbidden West είναι ένα ακόμα εξαιρετικό παιχνίδι της Sony που βρίσκει το δρόμο για τα PC μας.

Γιώργος Δεμπεγιώτης

Συντάκτης-λάτρης των action, shooter, adventure, RPG’s και ενίοτε racing παιχνιδιών, προτιμά κυρίως το single-player gaming. Που και που ξεσπάει σε κανά multi, αλλά δεν το παρακάνει κιόλας.

Related Articles

Check Also
Close
Back to top button
elEL