REVIEWS

BANISHERS: GHOSTS OF NEW EDEN

Τη Γαλλική Don’t Nod την έχουμε συνδέσει κυρίως με τις choice & consequence/narrative εμπειρίες των Life is Strange, ωστόσο είναι μια εταιρεία που έχει παρελθόν και στα πιο action-oriented παιχνίδια. Αφενός με το ντεμπούτο της, Remember Me, αφετέρου και με το προ-εξαετίας action/RPG Vampyr, το οποίο μάλιστα απέσπασε και αρκετά καλές κριτικές, παρ’ όλα τα θέματά του. Το νέο της πόνημα, ονόματι Banishers: Ghosts of New Eden και πνευματικός διάδοχος του Vampyr, επιχειρεί να συνδυάσει το γνωστό narrative στοιχείο των παιχνιδιών της με ένα action παιχνίδι με ελαφριές RPG πινελιές, που δείχνει σαφώς επηρεασμένο από το reboot του God of War της Sony.

Ένα ομολογουμένως πολύ φιλόδοξο εγχείρημα, καθώς είναι εμφανές ότι η Don’t Nod δεν διαθέτει τους οικονομικούς πόρους που έχει π.χ. το Santa Monica Studio, κινούμενη στην κατηγορία των AA τίτλων, ωστόσο το Banishers αποτελεί ένα ακόμα πολύ καλό παράδειγμα του ότι το άπλετο χρήμα δε συνιστά ταυτόχρονα και ένα καλό παιχνίδι. Πόσο μάλλον όταν ο γράφων ξεκίνησε να παίζει το παιχνίδι με μάλλον μισή καρδιά και κατέληξε να ανυπομονεί να τελειώσει με τις καθημερινές του δουλειές, προκειμένου να επιστρέψει ξανά στον κόσμο της Antea Duarte και του Red mac Raith.

Ειδυλλιακή τοποθεσία, δε λέω…

Ενός αγαπημένου ζευγαριού κυνηγών, όχι όμως με την παραδοσιακή έννοια που θα συναντούσαμε εν έτει 1695. Πρόκειται για δύο μέλη ενός «ιδιαίτερου» τάγματος, τους Banishers, οι οποίοι αναλαμβάνουν να εξορκίσουν κάθε λογής κακόβουλα (;) πνεύματα που βασανίζουν τους ζωντανούς, με την επιμονή τους να μην μεταβαίνουν ήσυχα στον άλλο κόσμο. Συνήθως, τα μέλη του τάγματος αποτελούν ταυτόχρονα και αξιόλογους πολεμιστές, όπως είναι ο σκωτσέζος Red, όντας ακόμα εκπαιδευόμενος της πιο έμπειρης και αγαπημένης του Antea. Αμφότεροι, δέχονται ένα ανησυχητικό μήνυμα από έναν φίλο τους που κατοικεί στην ακόμα αναπτυσσόμενη Αμερική και στην μικρή κοινωνία της New Eden, όπου τους παρακαλεί να έρθουν το συντομότερο δυνατό, προκειμένου να τον βοηθήσουν σε μια πολύ δύσκολη περίπτωση στοιχειώματος.

Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν πολλά μέσα για να μεταβεί κάποιος από την Ευρώπη στην Αμερική, με συνέπεια το ταξίδι με το καράβι να είναι πολύ μακρύ και αργό, γεγονός που οδήγησε τον φίλο του ζευγαριού να ενεργήσει μόνος του. Κατά συνέπεια, όταν οι δύο Banishers καταφθάνουν στη μίζερη και καταθλιπτική New Eden, μαθαίνουν από τον φοβισμένο δήμαρχο της πόλης, ότι ο φίλος τους είναι νεκρός. Η κατάσταση δεν θα γίνει καλύτερη, καθώς ερευνώντας τα αίτια του θανάτου του, έρχονται αντιμέτωποι με μια πραγματικά πανίσχυρη οντότητα, που την ονόμασαν The Nightmare, η οποία σκοτώνει την Antea και αφήνει ημιθανή τον Red.

Η πρώτη συνάντηση με το Nightmare δεν πήγε και τόσο καλά.

Ο Red, καταρρακωμένος από το θάνατο της αγαπημένης του, προσπαθεί να μαζέψει τα κομμάτια του, μέχρι που με τη βοήθεια μιας μάγισσας, ανακαλύπτει ότι η Antea συνεχίζει να βρίσκεται στο πλευρό του, ως πνεύμα. Συνεπώς, το ζευγάρι βρίσκεται στην ίδια δυσάρεστη θέση με τις υποθέσεις που οι ίδιοι αναλάμβαναν για τους άλλους, μόνο που εδώ υφίσταται και μια ακόμη παράμετρος: εκείνη της επιλογής.

Ο χρόνος της Antea στον κόσμο των ζωντανών είναι περιορισμένος και θα παραμείνει εκεί μέχρι το Nightmare να εξοντωθεί και αναληφθεί η ίδια στους ουρανούς ή… αν καταπατήσουμε τον όρκο που έχουμε κάνει ως Banishers («life to the living and death to the dead») και αρχίσουμε να θυσιάζουμε τα ζώντα θύματα των στοιχειωμάτων, με την ελπίδα ότι η Antea θα γυρίσει πίσω, εκτελώντας τη σχετική τελετουργία.

Η Antea συνοδεύει τον Red σε κάθε του βήμα, ωστόσο δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ικανοί να τη δουν.

Σίγουρα, μια δύσκολη απόφαση με την οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι πολύ νωρίς στο παιχνίδι, χωρίς βέβαια να σημαίνει ότι είναι απαραίτητο οι πράξεις μας να ακολουθούν τον όρκο μας. Είναι καθαρά στο χέρι μας αν θα κινηθούμε μεταξύ του καθήκοντος και του προσωπικού συμφέροντος, με το παιχνίδι να προσφέρει πέντε διαφορετικά φινάλε, ανάλογα με τις επιλογές μας που κάναμε κατά τη διάρκεια της περίπου 30ωρης περιπέτειας.

Εξάλλου, η Don’t Nod είναι ξακουστή για την ποιοτική γραφή της και το Banishers δεν αποτελεί εξαίρεση. Το παιχνίδι διακατέχεται από υψηλού επιπέδου αφήγησης, τόσο στο πεδίο της σκιαγράφησης των χαρακτήρων (πρωταγωνιστικών και μη) και στους διαλόγους όσο και στο χτίσιμο του lore, το οποίο γεμάτο με ενδιαφέρουσες γραπτές πληροφορίες και οπτικοακουστικά ερεθίσματα. Το γεγονός ότι το παιχνίδι κατορθώνει να σε πείσει ότι βρίσκεσαι όντως εκεί, συνεισφέρει σημαντικά στο immersion του παιχνιδιού, το οποίο ανεβαίνει κατακόρυφα, χάρη στις διάφορες υποθέσεις που αναλαμβάνουμε. Είτε αποτελούν μέρος της κύριας ιστορίας είτε πρόκειται για προαιρετικές.

Με κάθε απόφαση που λαμβάνουμε, βάζουμε την υπογραφή μας στην μοίρα της Antea.

Στις περισσότερες περιπτώσεις λοιπόν, θα παίξουμε το ρόλο του ντετέκτιβ, ψάχνοντας για στοιχεία και συνομιλώντας με ζωντανούς και νεκρούς, προκειμένου να εντοπίσουμε το λόγο που το θύμα έχει στοιχειωθεί. Με βάση τα στοιχεία που συλλέξαμε, φτάνουμε στην τελική ετυμηγορία, όπου έχει τρεις επιλογές: είτε να κατηγορήσουμε το θύμα, κάτι που σημαίνει ότι το σκοτώνουμε και ανεβαίνουμε ένα σκαλί προς την ανάσταση της Antea και να κάνουμε ascent ή banish το πνεύμα. Στις δύο τελευταίες περιπτώσεις, οδηγούμε σταδιακά την Antea στο πέρασμά της στον άλλο κόσμο, ωστόσο με την πρώτη επιλογή στέλνουμε γλυκά το πνεύμα στον (όποιο) παράδεισο, ενώ με τη δεύτερη εκτελούμε μια βίαιη κίνηση που το στέλνει στο πυρ το εξώτερο.

Προφανώς, από το πόσο καλό ή κακό είναι το πνεύμα (π.χ. είναι βιαστής ή είναι ένας πατέρας που προστατεύει το γιο του), αποφασίζουμε αναλόγως, ωστόσο, αυτό που έχει σημασία είναι τι θα επιλέξουμε στην ετυμηγορία μας προκειμένου να δούμε το φινάλε που επιθυμούμε. Τυχόν ηθικοί ενδοιασμοί δηλαδή μπορούν να πάνε περίπατο, αλλά αυτό είναι κάτι που κάνει η Don’t Nod σε κάθε της παιχνίδι, συνεπώς δεν θα μπορούσε να λείπει ούτε από εδώ.

Κου-κού!

Σε κάθε περίπτωση όμως, έχουμε την ανάλογη ανταμοιβή σε experience και essences, με τα οποία μπορούμε να ισχυροποιήσουμε τους Red και Antea αντίστοιχα στο πεδίο της μάχης. Το Banishers είναι αρκετά combat-oriented, με τις μάχες να εμφανίζονται σε τακτική βάση και να ενσωματώνονται αρκετά ομοιόμορφα σε έναν ικανοποιητικά μεγάλο και καλοφτιαγμένο χάρτη. Ωστόσο, αξίζει να τονιστεί ότι το παιχνίδι είναι ημί-ανοιχτού κόσμου, στα πρότυπα του God of War, με την πλοκή δηλαδή να είναι αρκετά γραμμική και κατευθυνόμενη, αλλά με τα όποια έξτρα activities και επιπλέον loot που εντοπίζουμε και μπορούν να μας βοηθήσουν πολύ στην αναζήτησή μας, να αποτελούν προϊόντα εξερεύνησης που, αργά ή γρήγορα, θα μπούμε σε πειρασμό να κάνουμε.

Παρ’ όλα αυτά, οι μάχες είναι αρκετά ενδιαφέρουσες, με το συνδυασμό των δυνάμεων της Antea και του Red να είναι απαραίτητος για την επιβίωση. Η Antea δεν πεθαίνει (προφανώς, ένας άνθρωπος πεθαίνει μόνο μία φορά) και προσφέρει μια σειρά από πολύ ισχυρές δυνάμεις, οι οποίες ξεκλειδώνονται σταδιακά κατά τη διάρκεια της κεντρικής ιστορίας, όμως δεν μπορεί να μείνει για πολύ ώρα στο πεδίο της μάχης. Σε αυτή την περίπτωση ο Red αναλαμβάνει να αντιμετωπίσει κάθε λογής απειλή με τη βοήθεια του σπαθιού του και (λίγο αργότερα) του τουφεκιού του, όμως χρειάζεται μεγάλη προσοχή γιατί αν σκοτωθεί, τότε το παιχνίδι τελειώνει.

Το σύστημα μάχης διαθέτει και ranged χαρακτηριστικά, ωστόσο τα τουφέκια εκείνης της εποχής ήθελαν πολύ συχνά γέμισμα.

Το σύστημα μάχης περιλαμβάνει αρκετά στοιχεία που έχουμε ξαναδεί στα περισσότερα action παιχνίδια, όπως light και heavy attack, sprint, dodge, parry, εντούτοις η αφήνεται η αίσθηση ότι είναι πιο «αδέξιο» από τα παιχνίδια που εμπνέεται (δηλαδή… το God of War). Ίσως λόγω του γεγονότος ότι η ροή της μάχης δεν είναι τόσο ομαλή όσο θα μπορούσε, το ότι δεν υπάρχει μεγάλη ποικιλία εχθρών, ενώ και το πολύ κοντινό field of view της κάμερας δεν βοηθάει και τόσο. Επίσης, το μοτίβο των μαχών μπορεί να γίνει λίγο επαναλαμβανόμενο, καθώς στις περισσότερες μάχες, ξεκινάμε το γρονθοκόπημα με την Antea έως ότου αυτή εξαφανιστεί, μετά συνεχίζουμε με τον Red μέχρι να γεμίσει η σχετική μπάρα ζωής της Antea και πάλι από την αρχή. Εξαίρεση φυσικά αποτελούν τα bosses, που όπως πάντα, θέλουν ιδιαίτερη μεταχείριση.

Ωστόσο, το γεγονός ότι παρέχονται αρκετά διαφορετικά skills στο παλμαρέ μας για να δοκιμάσουμε, με τη δυνατότητα μάλιστα να τα αλλάζουμε ανά πάσα στιγμή σε κάποιο checkpoint χωρίς κανένα κόστος, και με τις αξιοσημείωτες διαφορές στον τρόπο παιχνιδιού που παρουσιάζει ο εξοπλισμός που συλλέγουμε, δημιουργούν εν τέλει ένα αξιοπρεπέστατο αμάλγαμα action και RPG στοιχείων. Σίγουρα, υπήρχαν περιθώρια βελτίωσης, όμως το πρόσημο είναι αναμφίβολα θετικό και συμβάλλει υπέρ του οικοδομήματος που λέγεται Banishers: Ghosts of New Eden.

Η Antea είναι πάρα πολύ χρήσιμη στο να εντοπίζει στοιχεία που με γυμνό μάτι, δε θα μπορούσε κάποιος.

Ένα οικοδόμημα που διαθέτει γερές βάσεις στον τεχνικό τομέα, χάρη στην ικανοποιητική χρήση της Unreal Engine 5. Χωρίς να είναι απαιτητικό σε hardware, το παιχνίδι είναι αρκετά εντυπωσιακό και όμορφο, κυρίως στο σχεδιασμό του περιβάλλοντος, αλλά και στη πλειονότητα των χαρακτήρων του, που πείθουν τόσο εμφανισιακά όσο και με την κινησιολογία τους. Το δε voice-over είναι καταπληκτικό, ιδιαίτερα το δίδυμο των ηθοποιών που ενσαρκώνει την Antea και τον Red, ενώ φυσικά τους βοηθάει και το πολύ καλό κείμενο που διαθέτει το παιχνίδι, χωρίς μελιστάλαχτες και cringy γραμμές διαλόγου.

Συνοψίζοντας, το Banishers: Ghosts of New Eden αποτελεί ένα από τα καλύτερα παιχνίδια της Don’t Nod και γενικά μια πολύ αξιόλογη πρόταση για τους φίλους των single-player action/”RPG” παιχνιδιών, με έμφαση στην πλοκή. Δεν είναι αλάνθαστο, δεν περιέχει ιδιαίτερες καινοτομίες, ωστόσο είναι προσεγμένο σχεδόν σε κάθε πτυχή του, είναι άκρως καλογραμμένο και ενδιαφέρον, ενώ ως κερασάκι στην τούρτα, δίνει και τη δυνατότητα πολλαπλών playthrough’s χάρη στα πέντε διαφορετικά φινάλε του. Τη σήμερον ημέρα, δύσκολα βρίσκει κανείς τόσο ολοκληρωμένα παιχνίδια.

Ευχαριστούμε θερμά την AVE Group για την παροχή του review code.

Go to discussion...

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 84%

84%

Death for the dead

Μια πολύ αξιόλογη πρόταση από τη Don't Nod για τους φίλους των αφηγηματικών action παιχνιδιών.

Γιώργος Δεμπεγιώτης

Συντάκτης-λάτρης των action, shooter, adventure, RPG’s και ενίοτε racing παιχνιδιών, προτιμά κυρίως το single-player gaming. Που και που ξεσπάει σε κανά multi, αλλά δεν το παρακάνει κιόλας.

Related Articles

Back to top button
elEL