REVIEWS
Trending

STAR WARS JEDI: SURVIVOR

Το Star Wars Jedi: Fallen Order ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη, όταν εμφανίστηκε πριν από τέσσερα χρόνια περίπου στις οθόνες μας. Ακόμα μεγαλύτερη, όταν μάθαμε ότι πίσω από το τιμόνι βρίσκονταν ο κολοσσός EA και η ομάδα ανάπτυξης Respawn Entertainment, ένα δίδυμο που μέχρι τότε είχε εμφανώς δείξει την προτίμησή του στις multiplayer παραγωγές. Σε αντίθεση δε με την πλειοψηφία των Star Wars τίτλων των τελευταίων ετών, οι οποίοι ποιοτικά υποβάθμιζαν (ακόμα περισσότερο απ΄ότι κάνει η Disney) το franchise, το Fallen Order ήταν πολύ αξιόλογο, όχι μόνο ως κομμάτι του σύμπαντος του Star Wars, αλλά και ως αυτόνομο παιχνίδι γενικότερα. Η ύπαρξη ενός sequel ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρη, αφού το παιχνίδι ήταν εμπορικά και καλλιτεχνικά επιτυχημένο, ενώ ο ισχυρισμός της Respawn ότι το πρώτο παιχνίδι βγήκε βιαστικά στην αγορά, σήμαινε ότι το επόμενο, έχοντας το «μαξιλάρι» μιας μεγαλύτερης άνεσης στο χρονικό διάστημα ανάπτυξης, θα κατέληγε σε μια ακόμα συναρπαστικότερη εμπειρία. Και έτσι, εγένετο Star Wars Jedi: Survivor.

Ένα παιχνίδι που φιλοδοξεί να διορθώσει τα όποια κακώς κείμενα του πρωτότυπου παιχνιδιού, ενώ ταυτόχρονα να εμπλουτίσει το gameplay με φρέσκες ιδέες και μηχανισμούς, δημιουργώντας την απόλυτη Star Wars εμπειρία. Αν θέλαμε να ξεκαθαρίσουμε εξ’ αρχής τη θέση μας, χωρίς δισταγμό θα δηλώναμε ότι οι υποσχέσεις της Respawn έγιναν πράξη. Το Star Wars Jedi: Survivor πρόκειται για ένα παιχνίδι που υλοποιεί άψογα το ιδανικό προφίλ που οφείλει να έχει ένα sequel, δηλαδή, αγγλιστί, «bigger, better and stronger». Ωστόσο, η επίρρωση που έχει υποστεί το gameplay σε διάφορους τομείς του, δεν συνοδεύεται από μια εξίσου συναρπαστική πλοκή.

Οι επισκέψεις στον Coruscant είναι πάντα όμορφες…

Φυσικά, δεν πέφτει στο τραγελαφικό επίπεδο γραφής της πρόσφατης κινηματογραφικής τριλογίας, αλλά παρ’ όλο που έχει αρκετό ενδιαφέρον, μπόλικη δράση και ουκ ολίγες ανατροπές κατά τη διάρκειά της, δεν παρατηρείται κάποια τρομερή κορύφωση. Ίσως αυτό να έγινε και ηθελημένα, καθώς σίγουρα θα ακολουθήσει και τρίτο μέρος, το οποίο πιθανότατα να είναι το εντυπωσιακότερο όλων, ωστόσο οφείλουμε να επισημάνουμε την γεύση που μας άφησε, παρακολουθώντας τους τίτλους τέλους.

Σε γενικές γραμμές, η υπόθεση περιστρέφεται ξανά γύρω από τον Cal Kestis, έμπειρος Jedi Knight πια, ο οποίος περνά το χρόνο του προσπαθώντας να δημιουργήσει καίρια χτυπήματα ενάντια στην πανίσχυρη Αυτοκρατορία. Όμως, η προσπάθειά του αυτή δε συνοδεύεται από αξιοπρόσεκτες επιτυχίες, πόσο μάλλον που η «παλιοπαρέα» του πρώτου παιχνιδιού έχει χωρίσει τα τσανάκια της και πλέον ο ίδιος συνεργάζεται με νέα πρόσωπα. Ωστόσο, θα αρχίσει να αντιλαμβάνεται ότι αυτή η τακτική πολέμου δεν αποδίδει ουσιαστικά, ενώ ένα συνταρακτικό νέο που μαθαίνει μετά από μια αποστολή στον Coruscant, τον οδηγεί στο να κάνει την αυτοκριτική του και να σκεφτεί τι πραγματικά θέλει να κάνει στη ζωή του.

Το διπλό lightsaber εν δράσει. Δεν περνάει βολή ούτε για δείγμα.

Θα προτιμούσαμε να μην προχωρήσουμε σε περαιτέρω αποκαλύψεις περί της πλοκής, εντούτοις αξίζει να αναφερθεί ότι το παιχνίδι δεν ασχολείται επιδερμικά με την τετριμμένη μάχη του Καλού ενάντια στο Κακό, αλλά κατά πόσο η αντιμετώπιση της κυριαρχίας της Αυτοκρατορίας διαθέτει ουσιαστικό υπόβαθρο και δεν αποτελεί χαμένο κόπο. Συνεπώς, το Jedi: Survivor έχει ένα πιο προσγειωμένο και ίσως πιο ανθρώπινο story από τις συνηθισμένες Star Wars ιστορίες, απλά κάπου τα χαλάει στην υλοποίηση των «κακών» της υπόθεσης και στα κίνητρα αυτών.

Αρκετά όμως με την ιστορία, θα κρίνετε μόνοι σας κατά πόσο σας ικανοποιεί ή όχι. Περνώντας στα του παιχνιδιού, το Jedi: Survivor προσφέρει στον παίκτη αυτό που περιμένει και… κάτι παραπάνω. Όντας ένα action παιχνίδι από το πάνω ράφι, με τον Cal Kestis να αποτελεί ένα εντυπωσιακό μαχητή, γεμάτο με δυνάμεις που ανταποκρίνονται σε έναν ιππότη Jedi (διπλά άλματα, περπάτημα στους τοίχους, force push, pull, confusion κλπ), ο οποίος βρίσκεται και κινείται σε ένα εξίσου καταπληκτικό περιβάλλον. Ο χαρακτηρισμός που είχε δοθεί στο Fallen Order, ως «Uncharted στο διάστημα», δεν αντικατοπτρίζει πλήρως την πραγματικότητα, καθώς το Jedi: Survivor έχει αναμφίβολα τη δική του προσωπικότητα, η οποία σε δομή και μηχανισμούς, θυμίζει περισσότερο ένα μείγμα από την πρόσφατη τριλογία Tomb Raider με το αγαστό είδος των Metroidvania. Οι δε “Souls-like” πινελιές είναι υπαρκτές, αλλά είναι απόλυτα διαχειρίσιμες και σε συνδυασμό με τη δυνατότητα επιλογής επιπέδου δυσκολίας, το παιχνίδι γίνεται όσο προσβάσιμο (και μη) επιθυμεί ο παίκτης.

Θα περάσετε πολύ χρόνο εξερευνώντας τον Koboh.

Συνεπώς, αν είχατε παίξει το πρωτότυπο παιχνίδι, δεν θα δυσκολευτείτε καθόλου να προσαρμοστείτε στο Jedi: Survivor, ενώ θα σας χαροποιήσει ιδιαίτερα το γεγονός ότι ο χειρισμός του Cal Kestis είναι ακόμα καλύτερος και πιο στιβαρός. Εξάλλου, δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, καθώς προκειμένου να εξερευνήσουμε όλα αυτά τα θαυμαστά μέρη που καλούμαστε να επισκεφτούμε, χρειάζεται να διαθέτουμε τον κατάλληλο εξοπλισμό και την ανάλογη ευλυγισία. Ο εμπλουτισμός του εξοπλισμού και των δυνάμεων του Cal, παρέχονται σταδιακά κατά την πρόοδο του παιχνιδιού, γεγονός που μας οδηγεί στο να επιστρέφουμε συχνά σε μέρη που προηγουμένως αδυνατούσαμε να επισκεφτούμε και, πιστέψτε μας, είναι πολλά αυτά.

Κατά κάποιον τρόπο, το Jedi: Survivor είναι παιχνίδι ανοικτού κόσμου, αλλά όχι με τον αποπνικτικό τρόπο που υλοποιείται σε παιχνίδια όπως το πρόσφατα Assassin’s Creed. Φυσικά, συμπεριλαμβάνονται δεκάδες side quests, puzzle προκλήσεις και αρκετές προαιρετικές δραστηριότητες (από optional bosses και bounty hunting μέχρι παρτίδες holotactics και συντήρηση κήπου), αλλά έχουν αποδοθεί με τόσο φυσικό τρόπο, που απλά νοιώθεις ότι αποτελούν πράγματι κόμματι του κόσμου και όχι σαν κάποιος να τα έβαλε με το ζόρι εκεί. Ιδίως μετά την αρχική σεκάνς στον Coruscant, ένα μεγάλο κομμάτι του παιχνιδιού λαμβάνει μέρος στον πλανήτη του Koboh, ο οποίος είναι γεμάτος μυστικά και θα χρειαστούν πολλές ώρες για να τα ανακαλύψει κάποιος όλα. Αν όμως δεν επιθυμείτε να ασχοληθείτε με το, λόγου χάρη, φύτεμα σπόρων, το παιχνίδι δε σας πιέζει να το κάνετε (με την εξαίρεση ίσως των High Chambers, τα οποία προσφέρουν σημαντικά καλούδια), οπότε μπορείτε να αφοσιωθείτε άνετα στην κεντρική campaign, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που το κέρδος από τέτοιου είδους δραστηριότητες περιορίζεται σε cosmetic αντικείμενα. Άρα, μικρό το κακό.

Ένα από τα μέρη που μπορείτε να ξεκουράζεστε και να κάνετε και κανένα save…

Το θέμα με τα cosmetics υπήρχε έντονα στο πρώτο παιχνίδι. Και εδώ υφίσταται κάτι τέτοιο, αλλά σε κάπως μικρότερο βαθμό, καθώς το Jedi: Survivor επιβραβεύει πιο συχνά αυτόν που θα ασχοληθεί περισσότερο με την εξερεύνηση, δίνοντας του περισσότερα stim-packs, αυξημένο health/force και ούτω καθ’ εξής. Δεν λείπουν όμως οι περιπτώσεις που μπορείτε να σκαρφαλώνετε για… ώρες για να πάρετε τελικά ένα νέο συνολάκι για τον BD-1, κάτι σίγουρα ενοχλητικό.

Αυτά που δεν είναι καθόλου ενοχλητικά είναι οι δύο βασικοί πυλώνες του gameplay του: το platforming και οι μάχες. Το platforming είναι απολαυστικό, άμεσο και «ρέει» τόσο ικανοποιητικά που ποτέ δεν νοιώθεις ότι το παιχνίδι σε «τραβάει» πίσω για να σε δυσκολέψει με απίθανα ακροβατικά. Άσχετα αν, εντέλει, τα ακροβατικά που ο Cal καλείται να φέρει εις πέρας είναι πράγματι… απίθανα. Η δε τακτική εμφάνιση των shortcuts, αποτελεί ένα πολύ όμορφο τρόπο επιβράβευσης του παίκτη μετά από μια δύσκολη σειρά από διαδοχικές platform προκλήσεις, ανακουφίζοντας τον για το ότι δεν θα χρειαστεί να τις επαναλάβει. Για να είμαι ειλικρινής είχα να διασκεδάσω τόσο με το platforming, από την εποχή της The Sands of Time τριλογίας των Prince of Persia.

Τα προαιρετικά Chambers είναι από τις δυνατές στιγμές του παιχνιδιού.

Στο δεύτερο πυλώνα του, στις μάχες δηλαδή, εντοπίζουμε ένα παρόμοιο, αλλά σαφώς πιο προσεγμένο σύστημα σε σχέση με το Fallen Order. Ισχύει και εδώ ότι, συγκριτικά με άλλα παιχνίδια του είδους, το Jedi: Survivor είναι ένα κλικ δυσκολότερο, καθώς όποιος παίκτης απλά πατάει ασυλλόγιστα το κουμπί της επίθεσης, είναι καταδικασμένος να χάνει ανελλιπώς. Είναι απολύτως απαραίτητο να μάθει να αμύνεται, να κάνει parry (βασικότατο στα bosses), αλλά και το πότε είναι η κατάλληλη στιγμή για επίθεση ή υποχώρηση, με βάση τη μπάρα posture του αντιπάλου. Σαν ιδέα λοιπόν, το Jedi: Survivor δεν έχει διαφορές με τον προκάτοχό του, αλλά υπάρχει μια σημαντική προσθήκη που αλλάζει τελείως τα δεδομένα.

Αυτή η  προσθήκη είναι τα stances. Πλέον, ο Cal Kestis δεν περιορίζεται στο ένα και μοναδικό φωτόσπαθο, αλλά υπάρχουν συνολικά πέντε διαφορετικές stances, οι οποίες αποκτώνται σταδιακά όσο προοδεύουμε στην περιπέτεια και πλάθουν νέες τακτικές στην αντιμετώπιση των εκάστοτε καταστάσεων. Συγκεκριμένα, υπάρχει η στάση με το μονό lightsaber (η κλασική δηλαδή), με το διπλό α-λά Darth Maul (ιδανικό για crowd control), με dual wield, ως Crossguard (σαν αυτό που κρατούσε ο Kylo Ren και η στάση που θυμίζει περισσότερο “Souslike” παιχνίδι – αργό, αλλά πανίσχυρο) και τέλος με συνδυασμό lightsaber και… blaster! Ω ναι, το… «αδέξιο» blaster, όπως χαρακτηριστικά το αποκαλούσε ο Obi-Wan, έχει εισαχθεί στο οπλοστάσιο του Cal Kestis και, παραδόξως, αποδεικνύεται μια αξιόπιστη λύση σε πιθανές, απομακρυσμένες μάχες.

“Κάτι μου λέει ότι θα πρέπει να σκαρφαλώσουμε εκεί πάνω…”

Αξιοσημείωτο είναι ότι μπορούμε να έχουμε ενεργές μόνο μέχρι δύο stances κάθε φορά, ενώ αν θέλουμε να τις αλλάξουμε, θα πρέπει να βρισκόμαστε πάνω σε κάποιο meditation point. Εκεί μπορούμε να ξοδέψουμε και τους πόντους εμπειρίας, ανάμεσα σε τριών τύπων skill trees (Survivor, Lightsaber και Force) και τα δεκάδες abilities που τα αποτελούν ή να τοποθετήσουμε κάποιο perk πάνω στον Cal, εφόσον τα έχουμε ανακαλύψει βέβαια (θα χρειαστεί λίγο παραπάνω κόπος για αυτά). Το πιο καλό νέο που θα μπορούσαμε να ακούσουμε είναι η ύπαρξη fast travel, από την αρχή κιόλας του παιχνιδιού, γεγονός που καθιστά το απευκταίο backtracking μια απλή και γρήγορη διαδικασία. Οι εκκλήσεις των παικτών, ευτυχώς, εισακούστηκαν!

Το Jedi: Survivor θα ήταν ένα καθ’ όλα άξιο sequel του Fallen Order, το οποίο θα συνιστούσαμε ανεπιφύλακτα, αν δεν είχε τόσα προβλήματα με τον τεχνικό τομέα του. Δυστυχώς, σε αντίθεση με το Last of Us Part I όπου στάθηκα τυχερός, το Jedi: Survivor αντιμετωπίζει σοβαρά θέματα με το performance του, χωρίς μάλιστα να συνοδεύεται και από την ανάλογη ποιότητα γραφικών. Χωρίς να σημαίνει ότι το παιχνίδι είναι άσχημο, κάθε άλλο, η χρήση της πεπαλαιωμένης πλέον Unreal Engine 4 είναι απογοητευτική. Σε υπολογιστή i7-11700k, με 16GB και 3060Ti, σε 1080p κιόλας οθόνη, το frame rate σπάνια έπιανε τα 60fps, όποιες ρυθμίσεις και αν είχα (περιττό να πω ότι το Raytracing το είχα απενεργοποιημένο) και συνήθως κυμαινόταν μεταξύ των 45-50 (στην καλύτερη) frames στους ανοικτούς χώρους. Το δε traversal stuttering κάθε φορά που επισκεπτόμουν νέες περιοχές, ήταν συχνά απελπιστικό.

Τσα!

Εκτός του performance, δεν λείπουν και τα bugs, όπως χαρακτήρες να εξαφανίζονται και να κολλάνε στο έδαφος ή άσχετα textures να μπαίνουν στο πλάνο, με συνέπεια να χρειάζεται restart το εκάστοτε checkpoint προκειμένου η ιστορία να προχωρήσει παρακάτω ομαλά. Τουλάχιστον, δεν αντιμετώπισα crashes κατά τη διάρκεια της 25ωρης ενασχόλησής μου, πέραν ενός κολλήματος όπου έπρεπε να κλείσω το παιχνίδι από το task manager, αλλά είναι ηλίου φαεινότερο ότι το Jedi: Survivor ήθελε αρκετές εβδομάδες δουλειάς ακόμα.

Δεν γνωρίζω τους λόγους που το παιχνίδι κυκλοφόρησε άρον-άρον σε αυτή την κατάσταση – υποθέτω οικονομικοί. Η Respawn έχει αναγνωρίσει τα σφάλματα και έχει δεσμευτεί για την διόρθωσή τους, αλλά ειλικρινά αυτό δεν αποτελεί δικαιολογία. Τα εν λόγω προβλήματα ήταν γνωστά πριν την κυκλοφορία του και ομολογουμένως, δεν με άφησαν να απολαύσω το παιχνίδι όσο θα ήθελα, κάτι που έχει αντίκτυπο στη βαθμολογία που θα διαβάσετε παρακάτω, η οποία υπό άλλες συνθήκες θα ήταν πάνω από 90%. Είναι κρίμα ένα τόσο ωραίο παιχνίδι να βάζει τρικλοποδιά στον εαυτό του, όπου δε σπάει τα μούτρα του μεν (πολύ μακριά από το unplayable status), αλλά αφήνει αρκετές μελανιές δε.

Όσο ισχυρός και αν είναι κάποιος, ενάντια στα στοιχεία της φύσης δεν έχει καμία ελπίδα.

Εξάλλου η ποιότητά του στα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του (σχεδιασμό χαρακτήρων, περιβάλλοντα, animation, μουσική υπόκρουση) είναι τόσο υψηλή, που το καθιστά εύκολα ως ένα από τα αρτιότερα και καλύτερα action games που έχουμε παίξει ποτέ. Αν κατορθώσει και διορθώσει τα τεχνικά του ζητήματα, τότε δεν χρειάζεται να σκεφτείτε δεύτερη φορά για το αν θα πρέπει να το αποκτήσετε. Ευχόμαστε μόνο το τρίτο μέρος της σειράς να είναι αυτό που πρέπει να είναι σε όλους τους τομείς.

 

Ευχαριστούμε θερμά τη Bandai Namco Hellas για την παροχή του review code.

Go to discussion...

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 82%

82%

Polish it needs

Το καλύτερο Star Wars παιχνίδι των τελευταίων ετών, δυστυχώς μαστίζεται από σοβαρά τεχνικά προβλήματα που αμβλύνουν την απόλαυση.

Γιώργος Δεμπεγιώτης

Συντάκτης-λάτρης των action, shooter, adventure, RPG’s και ενίοτε racing παιχνιδιών, προτιμά κυρίως το single-player gaming. Που και που ξεσπάει σε κανά multi, αλλά δεν το παρακάνει κιόλας.

16 comments

Related Articles

Back to top button
elEL