Adventurer's GuildEDITORIALS

INDIANA JONES AND THE DIAL OF DESTINY: Στενόμυαλες, Spoiler-Free Σκέψεις

Μετά το φιάσκο που ήταν το Kingdom of the Crystal Skull του 2008, το να ειπωθεί ότι οι προσδοκίες για το Indiana Jones and the Dial of Destiny, που παίζεται εδώ και λίγες εβδομάδες στους κινηματογράφους, είναι υψηλές, θα ήταν ένα ξεδιάντροπο ψέμα. Εξαιρώντας όσους βλέπουν το πράγμα καθαρά καταναλωτικά (“είναι η καινούργια ταινία Indiana Jones και, ως φαν, ΠΡΕΠΕΙ να τη δω και να μου αρέσει“) ή φιλοσοφικά (“ε, πόσες φορές ακόμα θα έχουμε στη ζωή μας την ευκαιρία να δούμε καινούργια ταινία με τον Indy…“), η ατμόσφαιρα γύρω από την κυκλοφορία της ταινίας θα έλεγα πως είναι κάτι ανάμεσα σε πλήρη αδιαφορία και “μια ψυχή πού’ναι να βγει ας βγει”.

Υπό αυτό το τελευταίο mindset προσέγγισα πριν λίγες ημέρες την ταινία προσωπικά, και το αποτέλεσμα… με εξέπληξε, με την κακή, την χείριστη έννοια. Το Dial of Destiny καταφέρνει, αν είναι ποτέ δυνατόν, σε σημεία να είναι χειρότερο από το Crystal Skull, τόσο ως ταινία γενικά αλλά, το κυριότερο, και ως ταινία Indiana Jones συγκεκριμένα.

Αναμενόμενο γεγονός, θα έλεγε κανείς – άθλια ταινία, αντίο Indy, προχωράμε. Ως κλασικός τύπος που τείνει να υπεραναλύει τα πράγματα, όμως, οφείλω να γράψω 2-3 αράδες παραπάνω για το θέμα, ίσως και για να συνειδητοποιήσω πλήρως κι εγώ ο ίδιος πρώτα το τι ακριβώς είδα στις 2μιση περίπου ώρες (!) που διαρκεί η ταινία. Άλλωστε, το παρελθόν μου με τον Indy, τόσο κινηματογραφικά όσο και στα θρυλικά adventure games της νιότης μας, δεν θα μου επέτρεπε να παρατήσω έτσι απλά το ζήτημα.

It Belongs in a Museum Gif
“SO DO YOU!”

Για να γίνει κατανοητό το πού αποτυγχάνει το Dial of Destiny, πρέπει ίσως πρώτα να δούμε συνοπτικά το γιατί ο Indiana Jones είναι τόσο “big deal” ως χαρακτήρας, συγκαταλεγόμενος αναμφίβολα ανάμεσα στους σπουδαιότερους κινηματογραφικούς ήρωες όλων των εποχών. Ο οποίος Indiana Jones μπορεί να ξεκίνησε ως μια απλή ιδέα του George Lucas για τη μεταφορά των επικών ταινιών δράσης του 30 και του 40 στη “νεότερη εποχή” των 70s-80s, αλλά κατέληξε κάτι πολύ μεγαλύτερο από αυτό: το καπέλο, το μαστίγιο και το καφέ δερμάτινο μπουφάν είναι άμεσα αναγνωρίσιμα cultural icons, σκηνές και ατάκες από τις ταινίες συγκαταλέγονται ανάμεσα στις χαρακτηριστικότερες στην ιστορία του κινηματογράφου, το Raiders theme του John Williams προκαλεί ανατριχίλα όσα χρόνια κι αν περάσουν. Κάποιοι κατακαημένοι ίσως έχουν να λένε και πως έστησαν ολόκληρη την επαγγελματική τους σταδιοδρομία πάνω στον ενθουσιασμό που τους προκάλεσε ο κινηματογραφικός αρχαιολόγος όταν ήταν μικροί, αλλά ας μην το πιάσουμε αυτό το ζήτημα.

Οι λόγοι για τη δημοφιλία του Indiana Jones είναι εύκολο να επισημανθούν. Αφενός έχουμε το γεγονός πως ο Indy είναι ο αρχετυπικός, “αρσενικός” ήρωας δράσης παλαιάς κοπής: ρίχνει μπουνιές, πυροβολάει, δολοφονεί casually τους εχθρούς του χωρίς να τρέχει κάστανο, οδηγάει όλους τους τύπους οχημάτων με άνεση και τους καταστρέφει επίσης όλους με ποικίλους τρόπους, βρίσκεται διαρκώς μια ανάσα από το θάνατο αλλά ως εκ θαύματος πάντα ξεφεύγει την τελευταία στιγμή… Και, φυσικά, στο τέλος πάντα “κερδίζει το κορίτσι” (εκτός αν το κορίτσι είναι μια υπερφιλόδοξη Ναζί που βάζει το Άγιο Δισκοπότηρο πάνω από τη ζωή της, αλλά τι να κάνεις).

Elsa Schneider in the Last Crusade
Αχ, Έλσα. Τζάμπα και βερεσέ πήγες. Κι ας σήκωνες το χέρι σου λίγο πιο ψηλά από το δημοκρατικά επιτρεπτό.

Αφετέρου βέβαια το ότι, αν και ήρωας δράσης, δεν είναι ένα άμυαλο και μονοδιάστατο κομμάτι κρέας αλλά ένας πανέξυπνος και σκεπτόμενος άνθρωπος. Παρά το ότι, με τους όρους της πραγματικότητας, αυτό που ασκεί είναι περισσότερο τυμβωρυχία παρά αρχαιολογία, εντούτοις ως κινηματογραφικός καθηγητής έχει εκτενέστατες γνώσεις πάνω στην αρχαιότητα (αυτό έλειπε) οι οποίες του επιτρέπουν να λύνει γρίφους και αρχαία μυστήρια, ενώ πέρα από τις μπουνιές του και το περίστροφό του χρησιμοποιεί εξίσου συχνά το μυαλό του για να ξεφύγει από τους εχθρούς του ή από καταστάσεις κινδύνου, για να κάνει έξυπνο χιούμορ και για να πετάξει φαρμακερά one-liners.

Στους παραπάνω λόγους πρέπει σίγουρα να προστεθεί και η διαχρονική τάση της ανθρωπότητας να σαγηνεύεται από αρχαίους πολιτισμούς και μυστήρια, γεγονός που καθιστά το κατεξοχήν πεδίο δράσης και δόξας του Indy ένα ελκυστικό προϊόν για το κοινό. Πρέπει επίσης να προστεθεί και ένα τελευταίο αλλά απαραίτητο χαρακτηριστικό, ο ίδιος ο Harrison Ford: όπως φυσικά ισχύει και για τον Han Solo, τον έτερο χαρακτήρα του Lucas τον οποίο υποδύεται ο ηθοποιός, έτσι και ο Indy ΕΙΝΑΙ ο Ford, με το πηγαίο charisma του κατά την απόδοση του ρόλου να καθιστά πρακτικά αδύνατον το να φανταστεί κανείς έναν άλλο ηθοποιό στη θέση του.

Τι βλέπουμε, λοιπόν, στο Dial of Destiny; Ας φύγουν από τη μέση στα πεταχτά τα αμιγώς κινηματογραφικά. Οι σκηνές δράσης είναι ως επί το πλείστον βαρετές, ανέμπνευστες και υπερβολικά μακροσκελείς χωρίς λόγο. Το χιούμορ είναι κάκιστο και αποτυγχάνει πλήρως. Η εναλλαγή ανάμεσα στις σκηνές και η εισαγωγή (και ο θάνατος) νέων χαρακτήρων γίνεται αρκετά απότομα και άκομψα (ίσως για να μη φτάσει η διάρκεια της ταινίας τις 3 ώρες). Ακόμα και σεναριακά, το διακύβευμα θα έλεγα πως είναι αρκετά “underwhelming” (που λέμε και στο χωριό μου) σε σχέση με τις πρώτες ταινίες αλλά ακόμα και σε σχέση με το Crystal Skull – εκεί που ο Indy είχε να αντιμετωπίσει στρατούς ολόκληρους από Ναζί, Σοβιετικούς, αλλά και Ινδούς που πραγματοποιούν ανθρωποθυσίες και πλύση εγκεφάλου σε ανήλικα, πλέον για το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας έχει να τα βάλει… κυριολεκτικά με έναν Ναζί επιστήμονα και 5-6 τραμπούκους του, οι οποίοι αναζητούν Το Μαντζαφλάρι ™. Υπάρχουν τα επιβεβλημένα, χαρακτηριστικά ταξίδια του Indy σε διάφορες ιστορικές τοποθεσίες ανά την υφήλιο, αλλά αυτά, όπως και τα περισσότερα συμβάντα της ταινίας, δίνουν την αίσθηση τελείως διαδικαστικού χαρακτήρα. “Χμ μια ταινία Indy πρέπει να έχει ταξίδια, ας τα βάλουμε, πρέπει να έχει μπουνιές, ας βάλουμε μερικές, πρέπει να έχει τουλάχιστον ένα car chase, ας το ρίξουμε κι αυτό”. Το αποτέλεσμα θυμίζει περισσότερο μια άψυχη λίστα σούπερ μάρκετ με τικαρισμένα προϊόντα που είναι “απαραίτητα”, παρά κάτι το ιδιαίτερα αξιομνημόνευτο και/ή διασκεδαστικό.

Antonio Banderas in Dial of Destiny
Στην ταινία σκάει μύτη σε κάποια φάση ξαφνικά και ο Αντόνιο Μπαντέρας. Πλήρως αξιομνημόνευτος ο ρόλος του, για τα 10-15 λεπτά που εμφανίζεται.

Στην απόπειρα να αποφύγω τα spoilers δεν θα εμβαθύνω στο τελευταίο act της ταινίας, το οποίο είναι σα να πήρε κάποιος το φινάλε του Crystal Skull και να είπε “χμ, πώς μπορώ άραγε να το κάνω ακόμα πιο γελοίο”. Η αλήθεια είναι πως τουλάχιστον μες στη γελοιότητα αποκτάει ένα άλφα ενδιαφέρον το πράμα, σα να βλέπει κάποιος μια άμυαλη b-movie ή να παίζει μια παρτίδα nazi zombies σε κάποιο Call of Duty game, και αυτό από μόνο του καταλήγει να εξυψώνει το φινάλε παραπάνω από την υπόλοιπη, πλήρως μη-αξιομνημόνευτη ταινία, έστω και για τους λάθος λόγους.

Στο Dial of Destiny όμως βλέπουμε και κάποια άλλα πράγματα, αρκετά βαθύτερα και σοβαρότερα όσον αφορά τη μεγαλύτερη εικόνα. Κυρίως, βλέπουμε τον Indy, αλλά και τον Harrison Ford… γέρους. Ο Indy στο πλαίσιο της ταινίας είναι ένας 70χρονος καθηγητής που ετοιμάζεται να βγει στη σύνταξη, ενώ και ο Ford έχει πατήσει πλέον τα 81 του χρόνια, γερός νά’ναι. Εύκολα μπορεί κανένας να φανταστεί το πρόβλημα: τόσο ο Indy όσο και ο Ford, είναι πλέον πρακτικά αδύνατον να αναπαράγουν το στάτους του “Action Man” που καθιέρωσε τον χαρακτήρα εξ αρχής. Ο Indy/Ford στην ταινία κυριολεκτικά με το ζόρι μπορεί να τρέξει, πόσω μάλλον να ρίξει μπουνιές ή να χρησιμοποιήσει physical βία για να προάγει τα αρχαιολογικά του συμφέροντα. Και είναι ίσως αρκετά ειρωνικό το γεγονός ότι πρέπει να καταφύγουμε στο CGI και την ψηφιακή “απογήρανση” για να δούμε στην εισαγωγική πράξη της ταινίας έναν Indy στα ντουζένια του, να τα βάζει με τους Ναζί στα τελειώματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Αναπόφευκτα, για το μεγαλύτερο μέρος μιας ταινίας που φέρει το όνομά του, ο ίδιος ο Indiana Jones είναι απλός παρατηρητής στη δράση ή, στην καλύτερη περίπτωση, οδηγάει άτσαλα κάποιο όχημα στη διάρκεια κάποιας βαρετής και αναίτια μαπροσκελούς σκηνής κυνηγητού στους δρόμους κάποιας πόλης, ενώ το καθήκον διεκπεραίωσης της κυρίως δράσης πέφτει κατά το μεγαλύτερο ποσοστό στο “νέο αίμα” που τον περιβάλλει, δηλαδή τους χαρακτήρες της Helena και του νεαρού “όχι-ο-Short-Round” (ξεχνάω πως τον λένε και βαριέμαι να το ψάξω). Ειδικά όσον αφορά την Helena, θα έλεγα πως επιχειρείται από τους δημιουργούς της ταινίας να της αποδόσουν πολλά από τα χαρακτηριστικά που θα βλέπαμε στον παλαιό Indy – αυτοπεποίθηση και υπερφίαλη ενεργητικότητα, απόπειρα στο χιούμορ (με τα αποτελέσματα να είναι, αντικειμενικά, τραγικά), προφανή τάση να μπανίζει και να γκομενίζει, και εξίσου προφανή τάση να θυσιάζει πανάρχαια κειμήλια στο βωμό του κέρδους (ακριβώς όπως ο Indy στην εισαγωγή του, prequel ουσιαστικά, Temple of Doom, όπου επιχειρεί να ανταλλάξει τις στάχτες ενός Κινέζου Αυτοκράτορα με ένα πολύτιμο διαμάντι).

Δεν θεωρώ την Helena κακό χαρακτήρα per se (ίσα-ίσα μάλλον καταλήγει πιο ενδιαφέρων χαρακτήρας σε σχέση με τον Indy), απλά χτυπάει κάπως άσχημα ο τρόπος που παίρνει τη σκυτάλη από τον υποτιθέμενο πρωταγωνιστή. Πιθανώς οι ιθύνοντες των studio να σκοπεύουν να την καθιερώσουν ως ηρωίδα σε κάποια spin-off ταινία ή σειρά, αλλά οι επιχειρηματικές σκέψεις της Disney δεν με απασχολούν προς το παρόν.

Helena Shaw in Dial of Destiny
Ειλικρινά περίμενα στο τέλος η Helena να φορέσει το θρυλικό καπέλο του Indy και να σκάσει στην οθόνη υπέρτιτλος “HELENA JONES WILL RETURN”. Αυτό δε συνέβη, και είμαι ευτυχής για αυτό.

“Και τι περίμενες βρε καραγκιόζη, ίσως ρωτήσει κάποιος παθιασμένος μα και αγενής αναγνώστης του αγαπημένου σας ημιθανούς ιστοτόπου, “περνάνε τα χρόνια, λογικό δεν είναι να γεράσει ο Indy και να φέρεται ως γέρος;“. Ναι, λογικό είναι. Αλλά αυτό το γεγονός ΟΥΤΕ ΘΕΛΩ ΝΑ ΤΟ ΔΩ, ΟΥΤΕ ΕΙΝΑΙ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΜΙΑ ΓΝΗΣΙΑ ΤΑΙΝΙΑ INDIANA JONES. Φανταστείτε να έβγαινε ένα Die Hard 6 όπου ο υπέργηρος Τζων Μακλέην (που να τον υποδύεται ένας Μπρους Ουίλις που έχει κυριολεκτικά άνοια) τρώει ξύλο από τον εγγονό του Hans Gruber ενώ η νεαρή βοηθός του σώζει την ημέρα με ξύλο και πιστολίδι. Ή ένα καινούργιο Aliens στο οποίο η 75χρονη Ellen Ripley τρώει κάζουαλ μπάτσες από ένα Xenomorph ενώ ο 10χρονος εγγονός της σκοτώνει την Hive Queen με ένα φλογοβόλο. Ε, δεν πάει έτσι. Όπως οι παραπάνω χαρακτήρες, έτσι και ο Indiana Jones είναι περισσότερο ένα αγέραστο και διαχρονικό σύμβολο δράσης παρά ένας κοινός θνητός. Όσα χρόνια κι αν περάσουν, πάντα θα τον θέλουμε να ανακαλύπτει χαμένους θησαυρούς, να ρίχνει ξύλο και πιστολίδι, να παλεύει με Ναζί πάνω σε ένα τάνκ που κυλάει προς το γκρεμό, να ρίχνει σάλτα για να αποφύγει θανάσιμες παγίδες, να κόβει γέφυρες στα δύο και να κρέμεται στο κενό για να ξεφύγει από εχθρούς οι οποίοι καταλήγουν στο στόμα κροκόδειλων που περιμένουν από κάτω. ΔΕΝ θα τον θέλουμε για να μας θυμίζει την φθορά του χρόνου και την ματαιότητα της ύπαρξης και των ανθρώπινων σχέσεων, ούτε για να τρώει ξύλο από άνδρες και γυναίκες 40 χρόνια νεότερούς του, ούτε για να παθαίνουμε κατάθλιψη με τη μοίρα της οικογένειάς του, ούτε για να τον βλέπουμε στα 70 του χρόνια να κλαίγεται επειδή “ανήκει στο παρελθόν”. Αντιλαμβάνομαι την τάση να εισβάλλει σε όλα τα φανταστικά μέσα διασκέδασης “η πραγματικότητα”, “ο ρεαλισμός” και “η προσγείωση στην αληθινή ζωή”, και το ΓΗΡΑC ™ αναμφίβολα είναι στη ζωή. Αλλά η μαγεία των ταινιών του Indiana Jones βρίσκεται ακριβώς στον μη-ρεαλισμό τους και είναι λίγο-πολύ εφάμιλλη με τη μαγεία ενός παραμυθιού. Και η απεικόνιση του ήρωα στο Dial of Destiny αισθάνομαι πως καταστρέφει ένα παραμύθι, με το οποίο συμπτωματικά μεγάλωσα.

Σε τελική ανάλυση, βέβαια, και με μέγιστη δόση κυνισμού, ο Indy είναι ένα εμπορικό προϊόν. Άσχετα από τις ρομαντικές και ιδεαλιστικές φανφάρες πουθενάδων σαν του λόγου μου, η ταινία δημιουργήθηκε κυρίως για να φέρει άμεσο κέρδος στην Disney μέσω ενός αναγνωρίσιμου περιουσιακού στοιχείου, ίσως για να φέρει και μελλοντικά κέρδη μέσω του λανσαρίσματος της Helena ως ηρωίδας όπως είπα και παραπάνω, φυσικά και επειδή ο Harrison Ford ήθελε απλά να τσεπώσει έναν ακόμα μισθό εκατομμυρίων στα 80φεύγα του χρόνια – ποιός δεν θα το έκανε στη θέση του. Τα πράγματα βέβαια ίσως και να μην πηγαίνουν όπως τα σχεδίαζαν οι δημιουργοί, καθώς η ταινία φαίνεται να πατώνει εισπρακτικά. Και αυτό είναι πραγματικά το πιο χαρμόσυνο νέο που προκύπτει από αυτήν την ιστορία. Δεδομένου του γεγονότος πως ο Ford δεν πρόκειται να υποδυθεί ξανά τον θρυλικό ήρωα, ίσως είναι καλύτερα να τελειώσει κάπου εδώ το παραμύθι, να ολοκληρωθεί ο κύκλος του franchise ως κινηματογραφικού προϊόντος με spin-offs και tie-ins και πιθανά remakes και reboots κτλ (υπάρχουν ακόμα τα games, άλλωστε – άλλος πόνος αναμένεται εκεί) και να μείνουμε με τις αναμνήσεις.

Θυμηθείτε πόσο τέλειο ήταν το φινάλε του Indiana Jones and the Last Crusade. Ο Indy, ο πατέρας του, ο Marcus και ο Sallah έχουν βρει το θησαυρό, έχουν επιβιώσει, καβαλάνε τα άλογά τους και κυριολεκτικά ιππεύουν προς το ηλιοβασίλεμα. Για την ψυχική μας υγεία, ας υποθέσουμε πως το κινηματογραφικό σκέλος του franchise τελείωσε ακριβώς εκεί, και τα επόμενα ήταν απλά ένα κακό όνειρο ή ανεπίσημο fan fiction. Μέχρι να φτιάξει κάποιος μια CGI/ΑΙ ταινία πάνω στο σενάριο του Fate of Atlantis. Το οποίο μη-ειρωνικά ακούγεται ενδιαφέρον.


Follow us on Google News

Go to discussion...

Κώστας Καλλιανιώτης

Αρχαιολόγος/Ιστορικός, RPG Player, Οπαδός των Motörhead, Καταναλωτής Προβατίνας.

18 comments

Related Articles

Back to top button
elEL