FIVE NIGHTS AT FREDDY’S
Κάθε indie game που σέβεται τον εαυτό του, προσπαθεί να εισάγει είτε στους μηχανισμούς του είτε στο εικαστικό του κομμάτι ένα τουλάχιστον στοιχείο που θα το κάνει να ξεχωρίσει από τον ανταγωνισμό. Έτσι και το Five Nights at Freddy’s του Scott Cawthon επιχειρεί να συνδυάσει το horror στοιχείο με resources management μηχανισμούς, ιδέα που είναι ικανή να κεντρίσει το ενδιαφέρον του παίκτη. Άλλωστε ο φόβος είναι κάτι που ανέκαθεν απέφερε αρκετά χρήματα σε αυτούς που ήξεραν να τον πουλήσουν με τον κατάλληλο τρόπο.
Το σενάριο του παιχνιδιού μας φέρνει να έχουμε προσληφθεί ως νυχτοφύλακες στην πιτσαρία “Freddy Fazbear’s Pizza”. Οι προκάτοχοι της θέσης όμως δεν είχαν καλό τέλος καθώς οι κούκλες με μορφή ζώων (animatronics) που διασκεδάζουν τους πελάτες, τα βράδια παρουσιάζουν περίεργη συμπεριφορά και επιτίθενται στους ανθρώπους. Σκοπός μας λοιπόν είναι να επιβιώσουμε για 5 νύχτες όπως άλλωστε μαρτυρά και ο τίτλος του παιχνιδιού. Εδώ παρουσιάζεται και το πρώτο σοβαρό ατόπημα καθώς η ιστορία είναι τόσο ρηχή που δεν προσφέρει στον παίκτη ούτε το ελάχιστο σασπένς που θα τον καθιστούσε ταυτόχρονα και πιο ευάλωτο στο φόβο.
Το ίδιο ρηχοί δυστυχώς είναι και οι μηχανισμοί του gameplay. Όπως ήδη προαναφέρθηκε σκοπός μας είναι να επιβιώσουμε από τις 4 αιμοβόρες κούκλες που κυκλοφορούν ελεύθερα μέσα στα 10 από τα 11 δωμάτια του μαγαζιού με σκοπό να φτάσουν στο ενδέκατο που βρισκόμαστε εμείς. Για να μπορέσουμε να αμυνθούμε απέναντι τους έχουμε στη διάθεση μας ένα σύστημα παρακολούθησης με κάμερες, δύο ηλεκτρικές πόρτες, δύο φώτα στους διαδρόμους που οδηγούν στο δωμάτιο μας αλλά και περιορισμένη ενέργεια για να ηλεκτροδοτήσουμε όλα αυτά. Κάθε φορά που έχουμε οπτική επαφή με κάποια κούκλα την αποτρέπουμε από το να κινηθεί ενώ θα πρέπει να αναφέρουμε και ότι οι κάμερες έχουν εικόνα και όχι ήχο με εξαίρεση μία για την οποία ισχύει το ανάποδο. Στις έξι εικονικές ώρες που διαρκεί η βάρδια (σε πραγματικό χρόνο κάτι λιγότερο από 10 λεπτά) θα πρέπει να χρησιμοποιούμε τις συσκευές με σύνεση ώστε να μην ξεμείνουμε από αποθέματα, γεγονός που μεταφράζεται σε σχεδόν βέβαιη επίθεση από τις κούκλες. Σε περίπτωση που κάποια από αυτές καταφέρει να ξεφύγει από την προσοχή μας και φτάσει ως εμάς, στο επόμενο καρέ αυτή ουρλιάζει μέσα στα μούτρα μας και εμείς υποτίθεται πρέπει να τρομάξουμε.
Το πόσο τρομακτικές μπορεί να θεωρούνται τέσσερις κούκλες με μορφές ζώων για κάποιον, σίγουρα εμπεριέχει και το στοιχείο της υποκειμενικότητας, όταν όμως μιλάμε για ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο κηνυγητού τότε όποια υπόνοια για πρόκληση φόβου ξεθωριάζει μετά από 30 το πολύ λεπτά παιχνιδιού. Το ίδιο ισχύει και για τις jump scare σκηνές που αν δεν είστε streamer ή youtuber για να σας βοηθήσουν να εκμαιεύσετε παραπάνω views με τραβηγμένες αντιδράσεις, μετά τη δεύτερη φορά θα σας είναι παντελώς αδιάφορες. Με το horror στοιχείο να αποτυγχάνει παταγωδώς, αυτό που μένει είναι απλά η συνεχής προσπάθεια να κρατήσουμε μακριά τις κούκλες και να μην τελειώσουμε την ενέργεια. Και εκεί όμως τα πράγματα δεν είναι καλύτερα αφού η διαχείριση βασίζεται στην τυχαίοτητα και όχι σε κάποια συγκεκριμένη στρατηγική που θα μπορούσε να οδηγήσει τον παίκτη στην ολοκλήρωση του επιπέδου. Εξάλλου η δομή του παιχνιδιού είναι τέτοια που σε θεωρητική βάση τουλάχιστον δεν υπάρχει τρόπος να αντιμετωπίσει τις κούκλες ο παίκτης καθώς πάντα αυτές θα είχαν τη δυνατοτητα να περιμένουν έξω από την πόρτα του μέχρι να τελειώσει η ενέργεια για να μπουκάρουν μέσα.
Τα γραφικά μας γυρίζουν μία δεκαετία πίσω αλλά αυτό φαντάζει σχεδόν ασήμαντο μπροστά στα δομικά προβλήματα του παιχνιδιού. Η μουσική απουσιάζει από τον τίτλο αλλά οι διάφοροι ήχοι που ακούγονται(συρσίματα, τριξίματα κτλ) προσπαθούν απλά να εκβιάσουν τον τρόμο του παίκτη με τρόπο αρκετά έντονο που τελικά δημιουργεί αρνητική εντύπωση. Τέλος η A.I περιορίζεται στο να αποτρέπει καταστάσεις σίγουρης ήττας σαν αυτή που περιγράψαμε παραπάνω και να αυξάνει την επιθετικότητα των εχθρών από επίπεδο σε επίπεδο. Επίσης μετά τις πέντε πρώτες νύκτες ξεκλειδώνεται μία έκτη με επιπλέον δυσκολία καθώς και μία ακόμα που ο παίκτης μπορεί να καθορίσει την δυσκολία του κάθε εχθρού.
Συνοψίζοντας δεν θα ήταν υπερβολή να μιλήσουμε για πλήρη αποτυχία, αναγνωρίζοντας παράλληλα όμως ότι πρόκειται για μία ολοκληρωμένη πρόταση από τον δημιουργό ο οποίος μάλιστα στο site του υπονοεί ότι αναπτύσσεται και sequel για τον τίτλο. Εν ολίγοις, αγορά προτείνεται μόνο σε περίπτωση γενναίας έκπτωσης. Για μία τιμή μικρότερη μικρότερη του ενός ευρώ ενδεχομένως να προλάβει να κάνει απόσβεση των χρημάτων σε μισή με μία ώρα παιχνιδιού πριν καταντήσει φλύαρο και βαρετά επαναλαμβανόμενο.
Pros
- Μερικές έστω και λίγες στιγμές φόβου και αγωνίας
- Ενδιαφέρουσα ιδέα…
Cons
- …που πάσχει στην υλοποίηση
- Επαναλαμβανόμενο
- “Φτηνές” jump scare σκηνές
- “Ρηχοί” μηχανισμοί gameplay
Έχει γεμίσει ο τόπος τέτοια “horror” παιχνίδια.
Εξακολουθώ να έχω κάποιους ενδοιασμούς για το συγκεκριμένο. Σίγουρα δεν με εντυπωσίασε αρκετά ώστε να ασχοληθώ μαζί του, αλλά είδα λιγάκι βίδεα στο ΓιουΤούμπι για να πάρω μια γεύση (κάτι που γενικά αποφεύγω και απεχθάνομαι) και είχε ατμόσφαιρα και τα κουκλάκια είναι αληθινά φρικτά, ειδικά από την στιγμή που ξέρεις πως Είναι Εκεί και Έρχονται Για Σένα.
Τώρα ναι, το gameplay είναι ανύπαρκτο και υπερεπαναλαμβανόμενο και το όλο gimmick κρατά γύρω στα 5 λεπτά. Ίσως το βαθμολογούσα *λίγο* υψηλότερα, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν δικαιολογεί το hype που διαβάζω αριστερά-δεξιά.
chuckie wannabes…fail!
Αν θέσουμε το 50 ως μία διαχωριστική γραμμή ,κάτι σαν βάση για το τι προτείνουμε για αγορά και τι όχι, το συγκεκριμένο παιχνίδι βρίσκεται σε μία φάση “αν θες δοκίμασε αλλά με δικό σου ρίσκο”. Σίγουρα μιλάμε για ιδέα που είχε προοπτικές, σίγουρα μιλάμε για παιχνίδι που έχει φτιαχτεί από ένα άτομο, σίγουρα θα τρομάξεις και 2-3 φορές κτλ κτλ αλλά όταν στο τέλος ο ουσιατικός χρόνος που έχει νόημα να ασχοληθείς με το ζόρι αγγίζει τη μία ώρα, εκεί είσαι υποχρεωμένος να χτυπήσεις ένα σημαντικό καμπανάκι σε αυτόν που θα διαβάσει το review για να αποφασίσει αν θα σκάσει 5 ευρώ να αγοράσει το παιχνίδι.
Κατατοπιστικότατο το Review.
Όταν το είχα πετύχει στο Steam με έψηνε να το δοκιμάσω.
Τώρα όχι.
Κάτσε να καταλάβω, σύμφωνα με το σενάριο του παιχνιδιού, ένας νυχτοφύλακας ανακαλύπτει πως τη νύχτα προσπαθούν να τον σκοτώσουν διαβολικά όντα, γλυτώνει όπως-όπως… και μετά σηκώνει αδιάφορα τους ώμους και ξαναπάει στην δουλειά την επόμενη νύχτα; Μεγάλη αφοσίωση στο καθήκον…
Άουτς!
Ίσως η υπερβολική ευκολία με την οποία να μπορεί να “δημοσιεύσει” ένας indie παραγωγος τα παιχνίδια του να είναι δίκοπο μαχαίρι, τελικά. Βιασύνη, έλλειψη σχεδιασμού και ενίοτε έλλειψη ταλέντου. Χμμμ.
Δεν είναι καθόλου τρομακτικό και αναρωτιέμαι γιατί πολλοί youtubers το θεωρούν τρομακτικό.
Γιατί το τρομακτικό πουλάει. Πρόσφατα είδα ένα playthrough και πραγματικά ότι αναφέρεται στο review ισχύει και με το παραπάνω. Πολύ χάλια το παιχνίδι.