SONG OF THE DEEP
Η αλήθεια είναι ότι καιρό είχα να παίξω ένα Metroidvania παιχνίδι, ένα είδος που σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να γίνει ιδιαίτερα διασκεδαστικό (Guacamelee, Ori & The Blind Forest, Strider), αλλά και άκρως εκνευριστικό αν δεν ξέρεις πως να το διαχειριστείς (Red Goddess). Το Song of the Deep της Insomniac Games, γνωστής ομάδας ανάπτυξης κάμποσων επιτυχημένων τίτλων στο Playstation της Sony, μου τράβηξε τη προσοχή τόσο εξαιτίας της εγγύησης του ονόματος της όσο και για τον ατμοσφαιρικό υδάτινο κόσμο του, που για κάποιο λόγο μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον από το τρόπο που παρουσιάζεται. Ευτυχώς, κατά την ενασχόλησή μου με το τίτλο, δεν έπεσα έξω στις εκτιμήσεις μου, καθώς το παιχνίδι αποδείχθηκε ως μια αξιόλογη εμπειρία.
Το Song of The Deep δείχνει να περιέχει όλα τα συστατικά που συνθέτουν ένα καλοστημένο παιχνίδι του είδους: έναν φανταστικό υδάτινο κόσμο γεμάτο μυστικά από χαμένους πολιτισμούς (ο ανεξερεύνητος βυθός της θάλασσας πάντα εμπνέει για τέτοιες ιστορίες), μια συμπαθέστατη πρωταγωνίστρια ονόματι Merryn που χτίζει από το μηδέν ένα υποβρύχιο για να βρει το χαμένο πατέρα της, μία αφηγήτρια με μεστή φωνή που διηγείται σαν παραμύθι την ιστορία της Merryn και φυσικά μπόλικη εξερεύνηση, γρίφους και μάχες.
Οι πρώτες εντυπώσεις που δίνει το Song of the Deep έχουν θετικό πρόσημο. Εικαστικά το παιχνίδι έχει μία γεύση από το αριστουργηματικό Ori & The Blind Forest, χωρίς φυσικά να φθάνει τα ίδια επίπεδα ποιότητας (αλίμονο, το παιχνίδι της Moon Studios δεν θα έχει αντίπαλο για πολλά χρόνια ακόμα), με το περιβάλλον του βυθού να χαρακτηρίζεται συχνά ως εντυπωσιακό, βρισκόμενοι είτε σε κάποιο ανήλιαγο σπήλαιο είτε σε πιο ρηχά νερά που το φως κατακλύζει με έντονα χρώματα τη πανέμορφη χλωρίδα του ωκεανού. Ισχυρός σύμμαχος στην ιδιαίτερη ατμόσφαιρα του παιχνιδιού είναι ο ήχος, με το soundtrack να καταπλήσσει συχνά με τα θέματά του, που συμβαδίζουν ιδανικά με τα τεκταινόμενα, τοποθετώντας χαλαρωτικές μελωδίες κατά τη διάρκεια της εξερεύνησης και ορχηστρικά ξεσπάσματα όταν η αδρεναλίνη, για διάφορους λόγους, ανεβαίνει.
Στα του χειρισμού, τα πράγματα είναι προσιτά, αρκεί να μην παίξετε με το συνδυασμό mouse/keyboard όπου δυστυχώς εκεί ο χειρισμός είναι πολύ κακός και μπερδεύει με την άστοχη προσομοίωση του αριστερού αναλογικού μοχλού πάνω στη κίνηση του ποντικιού. Με τη προϋπόθεση λοιπόν ότι έχετε στη διάθεσή σας ένα gamepad, ο έλεγχος του Song of the Deep λειτουργεί απρόσκοπτα. Το υποβρύχιο αντιδρά άμεσα στις εντολές σας, το οποίο αρχικά διαθέτει πολύ περιορισμένο ρεπερτόριο κινήσεων, αλλά εμπλουτίζεται με καινούριες δυνατότητες όσο προοδεύετε στο παιχνίδι. Ως εκ τούτου, κάθε νέα ability που αποκτάτε σας επιτρέπει να έχετε πρόσβαση σε μέρη που δεν ήταν εφικτό να βρεθείτε πριν, γεγονός που θα “ζωντανέψει” την επιθυμία των completionists για backtracking, προκειμένου να ανακαλύψουν κάθε σπιθαμή του χάρτη, αλλά παράλληλα μπορεί να αφήσει, χωρίς σοβαρές συνέπειες, αδιάφορους όσους απλά επιθυμούν να φτάσουν μέχρι το τέλος της περιπέτειας. Άλλωστε το ίδιο το παιχνίδι δεν σας αφήνει να χαθείτε, καθώς ο χάρτης είναι πολύ επεξηγηματικός και χαράσσει πάντα με ένα τεράστιο Χ το σημείο που βρίσκεται το επόμενο objective σας.
Όσον αφορά τις επιπλέον δυνατότητες που αποκτά το υποβρύχιο, αυτές έρχονται σε άμεση συνάρτηση με τις προκλήσεις που παρεμβάλλονται κατά τη διάρκεια της περιπέτειας. Έτσι, αρχικά αποκτάτε ένα γάντζο με τον οποίο μπορείτε να γραπώσετε αντικείμενα και να τα μεταφέρετε, αλλά χρησιμοποιείται και σαν το βασικό σας όπλο. Στη συνέχεια ένα boost που κρίνεται ως απόλυτα απαραίτητο για να υπερνικήσετε προσωρινά τα δυνατά ρεύματα του ωκεανού, ενώ αργότερα το παλμαρέ σας γεμίζει με τορπίλες διαφόρων ειδών και σόναρ, όπως και τη δυνατότητα η Merryn να βγαίνει από το υποβρύχιο της, όλα προς χάρη της επίλυσης των διαφόρων puzzles/γρίφων, αλλά και της μαχητικότητας του υποβρυχίου σας.
Οι γρίφοι γενικά δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολοι, καθώς συνήθως η επίλυση τους περιορίζεται σε λίγες οθόνες και αφορούν προβλήματα Φυσικής, παζλ timing, σπαζοκεφαλιές με καθρέφτες και ούτω καθ’ εξής. Η λύση τους προκύπτει κυρίως μέσω οπτικών ερεθισμάτων, τα οποία αν αποκωδικοποιήσετε προσεκτικά δεν θα έχετε κανένα πρόβλημα να ολοκληρώσετε το παιχνίδι, αλλά η αλήθεια είναι ότι κάποιες φορές η υλοποίηση μίας λύσης μπορεί να γίνει κουραστική, καθώς τα φυσικά εμπόδια του περιβάλλοντος μπορούν ενίοτε να αποβούν μοιραία. Αν δεν είστε αρκετά υπομονετικοί παίκτες, ίσως εκνευριστείτε όταν σε κάποιες περιπτώσεις θα πρέπει, λόγου χάρη, να μεταφέρετε μία βόμβα σε στενούς διαδρόμους χωρίς να τη χτυπήσετε πουθενά και σε περίπτωση αποτυχίας, να πρέπει να επαναλάβετε τις ίδιες κινήσεις ξανά και ξανά. Τουλάχιστον, τα checkpoints εντοπίζονται σε τακτική βάση και μάλιστα σας γεμίζουν με health κάθε φορά που τα επισκέπτεστε, οπότε σπάνια θα χρειαστεί να κάνετε χρονοβόρα ταξίδια που να περιλαμβάνουν ενδιάμεσα στρυφνά μονοπάτια.
Εκτός των γρίφων και της εξερεύνησης, το Song of the Deep περιέχει επίσης μια γενναία ποσότητα από combat ενάντια στην επικίνδυνη πανίδα του ωκεανού – ηλεκτροφόρες μέδουσες, φονικές γιγάντιες πεσκαντρίτσες, θωρακισμένα καβούρια, καθώς και ορισμένοι πιο “ιδιαίτεροι” εχθροί. Στην αρχή του παιχνιδιού, οι μάχες έχουν περισσότερο συμπληρωματικό χαρακτήρα, κυρίως για να συλλέγετε και κανένα έξτρα νόμισμα για να βελτιώσετε το υποβρύχιο σας (τα νομίσματα εξαργυρώνονται σε συγκεκριμένους κάβουρες/πωλητές – oh the irony!), προς το τέλος όμως γίνονται πιο απαιτητικές και σε σημεία θυμίζουν αρένες. Κατά τη γνώμη μου, η απόφαση να συμπεριληφθούν μάχες τύπου αρένας, όσο και αν στη τελική δεν είναι και τόσο ζόρικες για έναν έμπειρο παίκτη, δεν συμβαδίζουν με τη φιλοσοφία του παιχνιδιού, κουράζουν και θα ήταν προτιμότερο να έλειπαν τελείως. Αντίθετα, οι μάχες με τα (λιγοστά) bosses είναι πιο προσεγμένες, δεν πρωτοτυπούν καθώς τηρούν το πρωτόκολλο της απομνημόνευσης συγκεκριμένου μοτίβου κινήσεων, αλλά περιλαμβάνουν ένα αξιοπρεπές στοιχείο πρόκλησης χωρίς να διεγείρουν το νευρικό σύστημα του παίκτη.
Σε γενικές γραμμές όμως, το Song of the Deep δεν αστοχεί σε αυτό που προσπαθεί να κάνει. Είναι ένα παιχνίδι χτισμένο πάνω σε γερές βάσεις, εθιστικό και προσεγμένο, με αρκετό υλικό για εξερεύνηση, άρτια εφαρμογή των κανόνων του “εγχειριδίου του καλού Metroidvania”, ενώ τα προαναφερθέντα μειονεκτήματα έχουν να κάνουν περισσότερο με την έλλειψη εμπειρίας της Insomniac Games, που είναι “πρωτάρα” στο είδος, καθώς σε τυχόν μελλοντικό sequel ή παρεμφερές παιχνίδι, κατά μεγάλη πιθανότητα θα έχουν εξαλειφθεί.
Εφόσον λοιπόν, το σκηνικό που διαδραματίζεται το παιχνίδι σάς τραβάει το ενδιαφέρον και διψάτε για ένα καλό Metroidvania παιχνίδι, το Song of the Deep είναι μια πολύ καλή επιλογή για να περάσετε ευχάριστα μαζί του για τουλάχιστον επτά με οκτώ ώρες. Δεν ανήκει στην “ελίτ” της κατηγορίας, αλλά πρόκειται για μια τίμια πρόταση που αναμφισβήτητα αξίζει το αντίτιμο που ζητά.
Pros
- Πανέμορφα γραφικά και ήχος
- Αρκετά επιτυχημένη η ατμόσφαιρα του “φανταστικού βυθού”
- Τσεκάρει τα σωστά checkboxes των Metroidvania παιχνιδιών
- Μερικοί αρκετά έξυπνοι γρίφοι…
Cons
- … που η υλοποίηση τους ίσως εκνευρίσει τους μη υπομονετικούς
- Οι μάχες/αρένες προς το τέλος της περιπέτειας
- Κακός χειρισμός με το συνδυασμό mouse/keyboard
Ντάμμιτ. Μου είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον αυτό, αλλά σταμάτησα να διαβάζω στο..
Ευτυχώς το είπες νωρίς. 😉
Η αρχική review κόπια δεν αναγνώριζε το gamepad και έτσι αναγκάστηκα να παίξω με mouse. Εφιαλτική κατάσταση σε σημείο να ήμουν έτοιμος να το παρατήσω, αφού δεν μπορούσα να κάνω μια μανούβρα της προκοπής και έτρωγα τα μούτρα μου. Ευτυχώς μπήκε το patch γρήγορα και με το gamepad κύλησε σαν νεράκι…
Πάρε ένα gamepad να κάνεις τη δουλειά σου ρε άνθρωπε! Δισδιάστατο παιχνίδι δράσης είναι όχι CRPG.
ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ! Ιδρώνουν τα πατουσάκια μου όταν το κρατάω. Μου την σπάει λέμε.. 🙁
Το συγκεκριμένο μου θυμίζει αρκετά το Insanely Twisted Shadow Planet. 😀
https://www.youtube.com/watch?v=K2eNQvHRmC8
Χεχ, το είχα ξεχάσει ότι υπήρχε αυτός στο καμμενοΜπομπ. Λες να επηρεάστηκαν από εκεί; :p