ASSASSIN’S CREED: SYNDICATE
Η όλη ιστορία με την ανεπανάληπτη αποτυχία του Unity είναι λίγο-πολύ γνωστή. Το παιχνίδι που σχεδόν χαντάκωσε τη σειρά και προκάλεσε εντονότατη δυσφορία ακόμα και στους πιο πιστούς οπαδούς της, απόρροια της υπερβολικής φιλοδοξίας του και των αδικαιολόγητα πολλών τεχνικών προβλημάτων του (κυρίως στην έκδοση για PC) έδωσε εκκωφαντικά το στίγμα ότι κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας. Είναι πασιφανές ότι η υπόθεση, όχι απλώς φωνάζει, αλλά έχει “ξελαρυγγιαστεί” για ένα διάλειμμα. Φευ, η Ubisoft συνεχίζει απτόητη να ξεζουμίζει τη κότα με τα χρυσά αυγά, κυκλοφορώντας κατά ριπάς Assassin’s Creed τίτλους που ομολογουμένως η συχνότητά τους έχει κουράσει άσχημα. Το Assassin’s Creed: Syndicate (πρώην Victory) δεν είχε περιθώρια για λάθη: το παιχνίδι όφειλε να ήταν καλύτερο από το Unity, σε πλοκή και gameplay μηχανισμούς και προπάντων αψεγάδιαστο όσον αφορά τη σταθερότητα και την απόδοσή του, καθώς η εμπιστοσύνη του PC κοινού προς την Ubisoft είχε πλέον κλονιστεί σοβαρά. Δύσκολο εγχείρημα, ακόμα και για έναν τέτοιο κολοσσό της βιομηχανίας, αλλά όχι ακατόρθωτο. Το αποτέλεσμα; Συνεχίστε την ανάγνωση και θα μάθετε.
Αν δεν είχατε καμία επαφή με το αντικείμενο εδώ και κάποιους μήνες, οφείλουμε να σας ενημερώσουμε ότι το Assassin’s Creed: Syndicate διαδραματίζεται στην ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα εποχή του Βικτωριανού Λονδίνου, γύρω στο 1868 μ.Χ. Ηρωες της ιστορίας είναι δύο δίδυμα αδέρφια, οι Jacob και Evie Frye, που παρ’ όλο που μοιράζονται το ίδιο αίμα και παρόμοιες ικανότητες, δεν ταιριάζουν σχεδόν σε τίποτα. Ο Jacob είναι ένας αγέρωχος τύπος, καυγατζής, που δεν σκέφτεται τις συνέπειες των πράξεων του και προτιμά πάντα την πιο “θορυβώδη” οδό για την επίλυση των προβλημάτων του. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που στην πρώτη του επίσκεψη στο Λονδίνο αποφασίζει να σχηματίσει μια συμμορία με το όνομα “The Rooks”, η οποία ως στόχο έχει να απελευθερώσει τη πόλη από την “κακιά” συμμορία των “The Blighters” που φυσικά χρηματοδοτούνται από τους Templars.
Η Evie από την άλλη, είναι περισσότερο πιστή στο πνεύμα των πραγματικών Assassins και δεν συμμερίζεται και τόσο τη πρωτοβουλία του αδελφού της, καθώς στόχος της είναι να εντοπίσει το Shroud of Eden, ένα artifact ανυπολόγιστης δύναμης, φροντίζοντας παράλληλα να κινείται περισσότερο στις σκιές και να αναλογίζεται δύο φορές τις συνέπειες μιας απόφασης πριν τελικά την πάρει. Οι ιστορίες των δύο αδερφών έχουν το ίδιο σημείο εκκίνησης, στη συνέχεια οι γραμμές τους ανοίγουν σταδιακά και κινούνται παράλληλα, μιας και καθ’ όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού διαφωνούν σχεδόν για τα πάντα και ο καθένας δείχνει να παίρνει το δρόμο του, εν τέλει όμως ενώνονται ξανά προς το τέλος της αρκετά μακροσκελούς περιπέτειας (ίσως από τις μεγαλύτερες που έχουμε δει στη σειρά), προκειμένου να αντιμετωπίσουν από κοινού τον υπαίτιο για όλα τα δεινά της πόλης, τον Crawford Starrick (που θυμίζει κάπως τον χαρακτήρα του Butcher από το Gangs of New York, που ενσάρκωσε ο υπέροχος Daniel Day-Lewis).
Φυσικά, όπως έχει καθιερωθεί στα παιχνίδια της σειράς, δεν λείπουν και οι ιστορικές προσωπικότητες που δίνουν δυναμικά το παρόν, όπως ο Charles Dickens, ο Charles Darwin και ο Graham Bell, που εξυπακούεται ότι θα συνεργαστούν μαζί σας και θα σας αναθέσουν ορισμένες απίθανες αποστολές, με το παρουσιαστικό τους όμως να τους απομυθοποιεί πλήρως και να τους περιορίζει στα στενά όρια μιας “sidekick” Χολυγουντιανής περσόνας. Θα μας έκανε εντύπωση αν η Ubisoft τους προσέγγιζε κάπως διαφορετικά, άλλωστε “ο κόσμος θέλει να δει αυτούς τους θρύλους ζωντανούς στην οθόνη του και ποιοι είμαστε εμείς που θα τους το αρνηθούμε“. Fair enough, αλλά το “αστείο” αυτό έχει παλιώσει από το τότε που ο DaVinci έφτιαχνε τα gadgets του Ezio στο Assassin’s Creed II. Αν λοιπόν αναρωτιέστε αν το Assassin’s Creed: Syndicate προσφέρει κάτι αξιόλογο στο τομέα του σεναρίου, η απάντηση είναι ένα ξερό “όχι”. Ο μυστικισμός έχει πάει περίπατο, η σύγχρονη εποχή περιορίζεται σε μερικά ολιγόλεπτα cut-scenes μετά το πέρας κάποιον Sequences όπου υποτίθεται ότι θα πρέπει να συμπάσχουμε με το δράμα των σύγχρονων Assassins, αλλά το αυτί μας δεν ιδρώνει ούτε στο ελάχιστο, ενώ η πλοκή κυμαίνεται σε χαμηλές θερμοκρασίες, χωρίς εξάρσεις και αξιοσημείωτο “γαργάλημα” της περιέργειας του παίκτη. Κρίμα, γιατί σε μερικά πράγματα, το AC: Syndicate τα καταφέρνει εξαιρετικά.
Ενα από αυτά είναι η αναπαράσταση του Βικτωριανού Λονδίνου. Οσο εντυπωσιακό ήταν το Παρίσι στο περσινό Unity (μετά τα patches βέβαια) άλλο τόσο ατμοσφαιρική και πανέμορφη είναι η πρωτεύουσα της Αγγλίας. Πρόκειται για μια τεράστια πόλη, γεμάτη ζωή και αντιθέσεις, από τις ομιχλώδεις φτωχογειτονιές του Whitechapel (σας θυμίζει κάτι;) μέχρι τα χλιδάτα ανάκτορα του Buckingham, από τη “δυσωδία” του ποταμού Τάμεση μέχρι το πελώριο Big Ben, το θεσπέσιο τρόπο που ζωντανεύει η πόλη μπροστά στα μάτια σας, με το κόσμο να συζητάει, να εργάζεται, να τσακώνεται και να κυκλοφορεί στους δρόμους με τις άμαξες του. Γενικά αξίζουν πολλά συγχαρητήρια στην ομάδα που ασχολήθηκε με το σχεδιασμό της πόλης και κατόρθωσε να απεικονίσει με τόσο πειστικό τρόπο μια τόσο ενδιαφέρουσα εποχή.
Κατά πόδας, σε υψηλά επίπεδα κυμαίνεται και ο σχεδιασμός των κύριων αποστολών, οι οποίες ίσως για πρώτη φορά παρουσιάζουν τόσο αξιοσημείωτη ποικιλία και ευρηματικότητα. Σχεδόν καμία αποστολή δεν μοιάζει με τη προηγούμενη και η πολύ όμορφη προσθήκη της χρήσης των αμαξών προσφέρουν μερικές από τις πιο δυνατές σεκάνς της σειράς που έχουμε δει (με τη προϋπόθεση να κάνετε τα στραβά μάτια στο γεγονός ότι η συμπεριφορά των αμαξών θυμίζουν περισσότερο αυτοκίνητα παρά πραγματικές άμαξες). Μάλιστα, το Syndicate οριοθετεί τον κάθε πρωταγωνιστή με τη δική του, αποκλειστική λίστα αποστολών που θα πρέπει να φέρει εις πέρας σε κάθε Sequence, όπου η δομή τους είναι τάλε-κουάλε με την ιδιοσυγκρασία τους (ξύλο και δολοφονίες για τον Jacob, έρευνα, απαγωγές… ε και καμιά κρυφή δολοφονιούλα για την Evie). Ομως, δυστυχώς η προσπάθεια αυτή της “διαφορετικότητας” δεν ολοκληρώνεται στο επίπεδο που θα περίμενε κανείς, καθώς το Syndicate πέφτει στο ολέθριο σφάλμα να μην τολμήσει να κάνει ιδιαίτερα πολύπλοκα τα πράγματα για τον παίκτη και πρακτικά να υπάρχουν απειροελάχιστες διαφορές μεταξύ του Jacob και της Evie. Αυτό είναι ηλίου φαεινότερο από το γεγονός ότι το skill tree που διαθέτουν, το οποίο ως είθισται αναβαθμίζεται με XP που κερδίζετε από αποστολές και παράλληλες δραστηριότητες, περιέχει τις ίδιες ικανότητες με μόνο τρεις-τέσσερις να είναι μοναδικές για τον καθένα (οι οποίες μάλιστα ξεκλειδώνουν πολύ αργά στο παιχνίδι), ενώ πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, ο εξοπλισμός που χρησιμοποιούν είναι κοινός. Με λίγα λόγια, ο όλος ντόρος περί δύο διαφορετικών πρωταγωνιστών δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια φούσκα, προφανώς για marketing λόγους, αφού είτε επιλέξετε τον Jacob είτε την Evie, είναι λίγο-πολύ το ίδιο και το αυτό. Αν μάλιστα το παιχνίδι δεν σας επέβαλλε να χρησιμοποιείτε και τους δύο ήρωες, το πιθανότερο σενάριο θα ήταν να παίζατε μονάχα με τον έναν μέχρι το τέλος της περιπέτειας.
Από την άλλη, οι δευτερεύουσες αποστολές δεν έχουν περιορισμούς στο πρωταγωνιστή που θα τις αναλάβει και εκπλήσσουν θετικά με την υλοποίησή τους. Οι περισσότερες προέρχονται από τις προαναφερθέντες προσωπικότητες της εποχής και σχετίζονται με αρκετά έξυπνο τρόπο τόσο με τη πλοκή του παιχνιδιού όσο και με το αντικείμενο που ασχολούνται (π.χ. ο Bell με τις τηλεπικοινωνίες, ενώ ο Δαρβίνος με τις θεωρίες του) και, εκτός από το όποιο ιστορικό ενδιαφέρον περιέχουν (έστω και τόσο επιδερμικής προσέγγισης), προσφέρουν μπόλικες απολαβές σε XP και αντικείμενα για τη γρηγορότερη ανάπτυξη των ικανοτήτων των Fryes. Εννοείται ότι παράλληλα με τις αποστολές αυτές δεν λείπουν και οι πιο “αθλητικές” όπως τα Lap Races και τα Fight Clubs, ενώ η εξέλιξη της συμμορίας των Rooks, για την “απελευθέρωση του Λονδίνου από τη μάστιγα των Blighters” είναι ικανή να κλέψει σημαντικό μερίδιο από το χρόνο σας. Σε αντίθεση με τα προηγούμενα Assassin’s Creed, το ορμητήριό σας δεν είναι κάποια οικία/κρυσφήγετο, αλλά ένα κινούμενο τρένο που δεν επιδέχεται βελτιώσεων (καρβουνιάρης ήταν, είναι και θα παραμείνει), αλλά μέσω αυτού (ή πιο άμεσα από το menu του παιχνιδιού) μπορείτε να ισχυροποιήσετε τη συμμορία σας για καλύτερη απόδοση στις ουκ ολίγες μάχες που θα δώσετε παρέα. Αλλωστε, η απελευθέρωση του Λονδίνου δεν είναι απλή υπόθεση: σε κάθε συνοικία, απαιτείται η επιτυχής ολοκλήρωση ενός μοτίβου αποστολών (child liberation, bounty hunting, κλπ) προκειμένου να αποδυναμωθούν οι Blighters και να προκληθεί έτσι ένας αδυσώπητος Gang war, όπου σε περίπτωση που νικήσετε (σχεδόν πάντα δηλαδή) τον αρχηγό της, τότε η περιοχή περνά στα χέρια σας, δίνοντας έτσι πρόσβαση σε περισσότερα χρήματα ανά τακτά χρονικά διαστήματα, συχνότερες βοήθειες από τα μέλη της συμμορίας σας στις δύσκολες στιγμές κλπ.
Ευτυχώς που η ενασχόληση με τους “The Rooks” είναι περισσότερο προαιρετική απ’ ό,τι ακούγεται, καθώς το προαναφερθέν μοτίβο αποστολών γίνεται πολύ γρήγορα επαναλαμβανόμενο (πόσους Templars θα απαγάγουμε πια;), ενώ οι ήρωές μας τα καταφέρνουν μια χαρά και μόνοι τους ενάντια στους πολυπληθείς Blighters/Templars εξαιτίας της πιο… ηλίθιας ΑΙ που έχει περάσει από τη σειρά μέχρι τώρα. Ο χαρακτηρισμός αυτός δεν είναι καθόλου υπερβολικός. Ξεκινώντας από τις μάχες, ξεχάστε τα, έστω και ελαφριά για κάποιους, ζόρια του Unity, καθώς τόσο ο Jacob όσο και η Evie είναι απίστευτα αποτελεσματικοί στη μάχη ακόμα και στα πρώτα levels (το μαγικό κουμπάκι counter κάνει όλη τη βρώμικη δουλειά) ενώ οι αντίπαλοι, πιστοί στη Βρετανική τυπολατρία, περιμένουν τη σειρά τους για να σφαχτούν και δεν πέφτουν όλοι μαζί σαν τα πρόβατα πάνω τους. Πάνω απ’ όλα gentlemen.
Η αστειότητα του ΑΙ φτάνει σε ξεκαρδιστικά επίπεδα όταν αποφασίζει να λειτουργήσει σε stealth καταστάσεις. Το ρήμα “λειτουργήσει” είναι ολίγον τι ατυχές όμως, καθώς η Τεχνητή Νοημοσύνη μόνο αυτό δεν κάνει. Το σφύριγμα του πρωταγωνιστή είναι ικανό να ξεκληρίσει ολόκληρη διμοιρία (cover assassination και άγιος ο θεός), ενώ η αντίδραση των φρουρών σε οπτική επαφή προς εσάς θυμίζει περιπτώσεις Αλτσχάιμερ στο τελικό στάδιο. Λίγα δευτερόλεπτα μακριά από το πεδίο δράσης τους είναι αρκετά για να σας ξεχάσουν εντελώς, ενώ το πτώμα του καλύτερου φίλου τους ή κάποια έκρηξη σε κάποιο γειτονικό χώρο, τους αφήνει παγερά αδιάφορους. Σε συνδυασμό μάλιστα με κάμποσες άλλες ευκολίες που παρέχονται “στο χέρι”, όπως η κοινοποίηση των εναλλακτικών οδών/opportunities για να εκτελέσετε μια δολοφονία (ο αντίστοιχος μηχανισμός του Unity, ακόμα πιο απλουστευμένος) και η ενσωμάτωση του α-λα Batman γάντζου στο gameplay που σχεδόν εκμηδενίζει το parkour και την αναρρίχηση (τα Viewpoints ξεκλειδώνουν πιο άνετα από ποτέ), συνηγορούν στο γεγονός ότι το Assassin’s Creed: Syndicate είναι το εκνευριστικά πιο εύκολο παιχνίδι της σειράς. Είναι άξιο απορίας γιατί η Ubisoft επέλεξε το συγκεκριμένο casual μονοπάτι, λες και η σειρά δεν είχε ήδη αρκετά χαμηλό δείκτη δυσκολίας, που ναι μεν δεν προβληματίζει ιδιαίτερα το παίκτη και τον αφήνει ελεύθερο να απολαύσει τη λούνα παρκ βόλτα του στο Βικτωριανό Λονδίνο, από την άλλη η ελάχιστη πρόκληση που παρέχεται σε συνάρτηση με το σχεδόν πλήρως αδιάφορο σενάριο, κάνουν την εμπειρία πιο διεκπεραιωτική από ποτέ.
Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, το Assassin’s Creed: Syndicate δεν αποτυγχάνει στο να διασκεδάσει το παίκτη. Το καταφέρνει και με το παραπάνω, καθώς το περιεχόμενο του είναι πραγματικά πλουσιότατο, με τόνους από υλικό που ο παίκτης καλείται να ανακαλύψει (crafting αντικειμένων, κρυφά σεντούκια, κυνήγι helix glitches), ώρες ατελείωτες πάνω στις παράπλευρες δραστηριότητες, αλλά κάπου μέσα σε όλο αυτό το τιτάνιο τίτλο, δεν υπάρχει η ανάλογη “ψυχή” που υπήρχε στη σειρά μέχρι και το Revelations (μην πω Brotherhood και φανώ κακός). Οσο καλοστημένο και αν δείχνει το παιχνίδι, όσο διασκεδαστικές και αν είναι οι αποστολές του και όσο υπέροχα ψυχαναγκαστικά και αν μοιάζουν όλα αυτά τα εικονίδια που ο ογκώδης χάρτης του σας προκαλεί να “καθαρίσετε”, σαν συνολική εμπειρία το Syndicate είναι μάλλον πεζό που ίσως συναρπάσει κάποιον νεοφερμένο στη σειρά και τους αθεράπευτα λάτρεις των open-world games, αλλά όχι κάποιον που έχει αφιερώσει εκατοντάδες ώρες στα προηγούμενα της σειράς.
Τουλάχιστον, αυτή τη φορά ο τεχνικός τομέας δεν υποφέρει στα ημιτελή επίπεδα του προκατόχου του. To AC: Syndicate είναι, με μία λέξη, χάρμα οφθαλμών, προσφέροντας μια αξιοπρεπέστατη αναλογία ποιότητας γραφικών/frame rate, χωρίς να απαιτεί τα μαλλιοκέφαλά του σε υποσυστήματα hardware. Εννοείται ότι τα προβλήματα δεν λείπουν, με τους χρόνους φορτώματος να είναι αρκετά μεγάλοι, περιστασιακά crashes να κάνουν την εμφάνισή τους και κάποια ανόητα bugs σε μια-δυο αποστολές, αλλά σε καμία περίπτωση δεν καθιστούν το τίτλο unplayable. Πάντως στο σύστημα της δοκιμής, με τις περισσότερες ρυθμίσεις στο μέγιστο, τα frames κυμαίνονταν ως επί το πλείστον κοντά στα 60fps, με λιγοστά slow-downs σε πολύ συνωστισμένες περιοχές μόνο. Εξαιρετικό είναι επίσης το ηχητικό ντύσιμο του παιχνιδιού, με το soundtrack να είναι μαγευτικό και απόλυτα ταιριαστό με την ατμόσφαιρα του παιχνιδιού, ενώ εννοείται ότι και το voice-over είναι υψηλών “Βρετανικών” προδιαγραφών, όπως αναμενόταν από ένα ΑΑΑ τίτλο της κλάσης του.
Συνοψίζοντας, το Assassin’s Creed: Syndicate δεν είναι κακό παιχνίδι. Προσωπικά πέρασα πολύ καλά στις περισσότερες από 20 ώρες που αφιέρωσα πάνω του, αλλά είναι φύσει αδύνατον να αγνοήσει κανείς τους λανθασμένους χειρισμούς με τους οποίους η Ubisoft προσπαθεί να βελτιώσει το προϊόν της και να κρύβει τα αιώνια κακώς κείμενά του, πίσω από φανταχτερά γραφικά και εντυπωσιακές αναπαραστάσεις ιστορικών εποχών, αντί να καθίσει να δουλέψει σοβαρά πάνω στα προβλήματά του. Οσο όμως το franchise Assassin’s Creed συνεχίζει να πουλάει εκατομμύρια, όπου σταθεί και όπου βρεθεί, δυστυχώς η εικόνα αυτή δύσκολα θ’ αλλάξει. O tempora, o mores…
We warmly thank CD Media για τη παροχή του review code.
Pros
- Υπέροχη αναπαράσταση του Βικτωριανού Λονδίνου
- Τεράστιο σε μέγεθος, από τα μεγαλύτερα “επεισόδια” της σειράς
- Ποικιλία δραστηριοτήτων, με ξεχωριστές αποστολές για τους δύο πρωταγωνιστές
- Υψηλού επιπέδου τεχνικός τομέας, με σαφώς καλύτερο optimization από εκείνο του Unity…
Cons
- … χωρίς βέβαια να λείπουν εντελώς τα slow-downs, τα αργόσυρτα loading times και ενίοτε τα crashes
- Απλά γελοίο ΑΙ τόσο στις μάχες όσο και στο stealth κομμάτι
- Ελάχιστες διαφορές μεταξύ Jacob και Evie
- Δεν καινοτομεί ουσιαστικά πουθενά
Μανιέρα πλέον τα Creed…επιστρέφω στο παραδοσιακό μου μοτίβο : απόκτηση στα 5Ε σε sales και λιώσιμο κάποτε, όποτε. Τουλάχιστον υποπτεύομαι πως το Rogue θα με διασκεδάσει, αφού αρρώστησα τόσο με το Black Flag!
Κρίμα γιατί σαν κόσμος φαίνεται και αυτό απίστευτο, θα μπορούσε να είναι εξαιρετικό παιχνίδι αν είχε προσεχθεί παραπάνω. Προσωπικά έχω μείνει ακόμα στο πρώτο το οποίο αν και ξεκίνησα πριν χρόνια δεν το ολοκλήρωσα ποτέ γιατί ήταν τόσο επαναλαμβανόμενο που θύμιζε περισσότερο tech demo (εντυπωσιακότατο για την εποχή του) και λιγότερο ολοκληρωμένο παιχνίδι. Κάποια στιγμή θα επιχειρήσω να το ξαναπιάσω αφού έχουν αγοραστεί ήδη όλα μέχρι και το ΙΙΙ και θέλω να τα πάρω με τη σειρά.:)
Κοίτα, το παιχνίδι είναι πολύ καλό, αλλά όπως ανέφερε και ο Στεφ παραπάνω, έχει γίνει προ πολλού “μανιέρα” και δεν προσφέρει κάτι ουσιαστικό πια. Αν δοκιμάσεις ν’ ασχοληθείς μαζί του, μιας και έχεις μείνει στο πρώτο, θα πάθεις πλάκα, αλλά αν τα πάρεις με τη σειρά, μάλλον όχι…
Τώρα που το αναφέρεις Ζώρζ, ισχύει χοντρά. Λογικά πλέον ποντάρουν όχι στον κόσμο που παρακολουθεί τη σειρά από το πρώτο, αλλά που ενδεχομένως “χώθηκε” στο ΙΙΙ ή και το IV. Εκεί ούτε τόση κούραση θα υπάρχει, ούτε καλές μνήμες από τα παλιά. Ενδέχεται να είμαστε η τρελή μειοψηφία των παικτών του AC πλέον.
Αχ μαν, γιναμε κι εμεις r/patientgamers 😉
Ευπειθώς αναφέρω πως ήρθα η ώρα που το ολοκλήρωσα και δαύτο.
Αν εξαιρέσουμε την πραγματικά *υπέροχη* απεικόνιση του Λονδίνου -στο οποίο δεν έχω και καμιά ιδιαίτερη συμπάθεια- το σενάριο ήταν αληθινά εφηβικό. Μετά το πρώτο πεντάωρο, έκοβες φλέβα και κρατούσε 25. Ξεκίνησα τώρα το Jack The Ripper DLC campaign, το οποίο πραγματικά, στα δέκα πρώτα λεπτά του, είναι πιο καλογραμμένο από ολόκληρο το Syndicate.
Στέφανε, εγώ πραγματικά δεν την παλεύω άλλο, ακόμα και για τον ψηφιακό τουρισμό. Νιώθω αυτό το ένοχο συναίσθημα, του στουμπώματος του χρόνου σε μια μηχανή του κιμά. Ακούω τα δευτερόλεπτα να φεύγουν ανεπιστρεπτί και να με κατηγορούν.
ΜΙΑ τελευταία ευκαιρία στο Αιγυπτιακό, να δω αν άλλαξαν τροπάρι στους μηχανισμούς πυρήνα gameplay.
Δίκιο. Και στόρι, λείπει παντελώς το στόρι. Δηλαδή δεν σε κάνει να ενδιαφερθείς ούτε για χαρακτήρες, ούτε για κατάστασεις. Όλη η φάση είναι “κοιτάξτε τί ωραίο βέρτσουαλ Λονδίνο στήσαμε!” αλλά γιατί είσαι εκεί και αν σε νοιάζει καθόλου, δείχνει να είναι η τελευταία σκέψη στο μυαλό της Ubisoft.
Αν και το Empire είναι μια από τα ίδια, απλά στις…Πυραμίδες, η σειρά μπαίνει στο ίδιο μαύρο ντουλάπι μαζί με το Call of Duty και τα σχετικά “Κάψε ώρες να ‘χεις” παιχνίδια που απλώς, δεν μας απασχολούν.