WOLFENSTEIN 2: THE NEW COLOSSUS
Ω, θεοί. Από που να ξεκινήσει κανείς να γράφει και πού να τελειώσει; Ένας πάρα πολύ δυνατός τίτλος (Wolfenstein: The New Order), ένας διασκεδαστικός, αλλά όχι απαραίτητος (Wolfenstein: The Old Blood) και η σουηδική MachineGames έχει εδραιωθεί στη συνείδησή μου ως εταιρεία που ό,τι βγάζει θα πρέπει να μπαίνει στη wishlist. Η αλήθεια είναι ότι οι developers από τη MachineGames δεν είναι χθεσινοί, αφού είχαν ήδη δουλέψει ως μέλη της Starbreeze Studios στο διαμαντάκι The Chronicles of Riddick: Escape from Butcher Bay. Δυστυχώς δεν αποτυπώθηκε ως τέτοιο στο ευρύ κοινό κυρίως διότι το 2004 είχε να αντιμετωπίσει με το καλημέρα το hype για τα μεγαθήρια DOOM 3 και Half-Life 2 τα οποία θα έσκαγαν λίγο καιρό αργότερα.
Φτάνουμε στο 2014 όπου βγάζουν το Wolfenstein: The New Order με τις ευλογίες της Bethesda. Αρκετά μαγκωμένοι οι οπαδοί, αφού δεν ήξεραν τι να περιμένουν έπειτα από το όλες τις απόπειρες που είχε αναφέρει ο Γιώργος Δεμπεγιώτης τότε στο review του. Το The New Order (TNO) όμως κατέκτησε τις δάφνες του επάξια, ως ένας αμιγώς single-player τίτλος που δεν ήταν απλώς ένα FPS αλλά παρέδιδε μία εξαιρετική κινηματογραφική χροιά. Το The Old Blood ήταν απλώς ένα σφηνάκι μέχρι να βγάλουν φέτος το Wolfenstein II: The New Colossus (TNC). Είναι όμως τόσο καλό όσο ο προκάτοχός του;
Θα ξεκινήσω ολίγον τι παράτυπα την παρουσίαση, αναφέροντας ότι λίγα πράγματα έχουν αλλάξει από πλευράς gameplay στον τίτλο. Υπάρχουν 3 βασικοί τρόποι προσέγγισης του παιχνιδιού (Stealth, Tactical, ΓΚΑΝ-ΧΟ ΓΙΟΛΑΡΟΥΜΕ ΣΤΑ ΜΟΥΤΡΑ) με τα αντίστοιχα perks σε κάθε κατηγορία. Επειδή τα στοιχεία gameplay που διαχωρίζουν τo The New Colossus από το The New Order είναι κυριολεκτικά λεπτομέρειες, σας παραπέμπω στην αναλυτικότατη παρουσίαση του Sephir. Στόχος αυτής της κριτικής είναι να παρουσιάσει και να μελετήσει το, πλέον πλούσιο, σενάριο του παιχνιδιού, να δώσει έμφαση στις διαφορές-βελτιώσεις και να εξετάσει κάποια τεχνικά χαρακτηριστικά/ζητήματα του τίτλου.
LEFT TO DIE…
… έτσι κάπως τελειώνει το TNO και ξεκινάει το TNC. Η εισβολή μας στο κάστρο του General “Deathshead” Strasse στέφθηκε με επιτυχία και ο Στρατηγός κείτεται νεκρός. Έχουμε ήδη δώσει εντολή στους συμμαχητές-αντάρτες να ρίξουν την πυρηνική βόμβα στο κάστρο ενώ ήδη είμαστε μέσα. Είμαστε ο William “B.J” Blazkowicz και πολύ σύντομα θα βρούμε ειρήνη. Ή μάλλον όχι, αφού την τελευταία στιγμή πριν ρίξουν τη βόμβα τα συντρόφια μας μας ανασύρουν κακήν-κακώς πίσω στο υποβρύχιο Evas Hammer.
Στους πέντε μήνες που κάνουμε να ανανήψουμε από όλες τις επεμβάσεις που μας έκαναν για να μας κρατήσουν ζωντανούς, οι αναμνήσεις μας έρχονται σιγά-σιγά στην επιφάνεια ως αποτέλεσμα του συνεχούς μετατραυματικού στρες. Αναμνήσεις από το πρόσφατο παρελθόν αλλά και από το πολύ μακρινό όταν δεν ήμαστε τίποτα άλλο παρά ένας προεφηβικός νεανίας. Μία επιδρομή στο υποβρύχιο είναι αρκετή για να μας κάνει να κάτσουμε στο αναπηρικό καροτσάκι και να αρχίσουμε να θερίζουμε ναζίδια πάνω στους δύο τροχούς με ένα ημιαυτόματο στο χέρι. Ο κύριος ανταγωνιστής μας αυτήν τη φορά είναι η επιζήσασα Frau Engel την οποία είχαμε αφήσει εμφανώς σημαδεμένη στο προηγούμενο μέρος.
Αφού καταφέρουμε επιτυχώς να απωθήσουμε την επίθεση, ο στόχος μας θα είναι να οργανώσουμε το κίνημα αντίστασης στις πρώην ΗΠΑ που πλέον τελούν υπό τον Γερμανικό/ναζιστικό ζυγό. Χρησιμοποιώντας το Evas Hammer ως κινητή βάση θα κάνουμε επιδρομές στο ολοσχερώς ισοπεδωμένο Manhattan, τη βυθισμένη Νέα Ορλεάνη, ενώ θα περάσουμε και από το Νέο Μεξικό για να δούμε τι παίζει στην… Area 52. Στη διαδρομή μας θα επιδιώξουμε να βρούμε πληροφορίες αλλά και να έρθουμε σε επαφή με τους ζωντανούς πυρήνες της αντίστασης μέχρι να καταφέρουμε να απλώσουμε το δίκτυ μας παντού για μία λεύτερη Μούρικα.
Παρότι το σενάριο ακούγεται παιδαριώδες από τη στιγμή που θα πατήσετε “Start” το TNC δείχνει ότι δεν αστειεύεται. Η εναλλακτική πραγματικότητα χρησιμοποιείται ως σεναριακή κιβωτός για να εξετάσει πολύ βαθύτερα ζητήματα που ξεπερνούν τα στενά όρια της μυθοπλασίας του Wolfenstein 2. Η οικογενειακή βία που εκφράζεται ως φυσική αλλά και ψυχολογική κακοποίηση από τους γονείς προς τα παιδιά τους είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα που απεικονίζει το παιχνίδι. Τα δικαιώματα των πολιτών και ο ρατσισμός έχουν φυσικά πρωταγωνιστικό ρόλο επίσης.
Το κύριο στοιχείο που ανυψώνει το Wolfenstein 2 από ένα απλό first-person shooter σε τίτλο με εξαιρετικά στοιχεία σεναρίου δεν είναι μόνο τα θέματα που αντιμετωπίζει. Όλη η αφήγησή του από την αρχή ως το τέλος ισορροπεί μεταξύ της κωμωδίας και της απόλυτης σοβαρότητας. Καταστάσεις που είναι αρκετά κωμικοτραγικές κάνουν την εμφάνισή τους περιστασιακά, ενώ δεν λείπουν οι over-the-top χαρακτήρες. Δεν θα προβούμε σε spoilers, αλλά υπήρξαν πολλές στιγμές που συνόδευσαν plot twists τα οποία αφήνουν τον παίκτη με το στόμα ανοικτό και ταυτόχρονα μας δίνουν την εντύπωση ότι είμαστε πραγματική μηχανή του κιμά. Όλα αυτά συνθέτουν ένα blockbusterικό κράμα όπου τη μία στιγμή μπορεί να σου περιγράφει τη φρίκη του πολέμου και την επόμενη να πετάει αναπάντεχα τη μία καφρίλα μετά την άλλη.
Εξαιρετική δουλειά έχει γίνει και στη δόμηση των χαρακτήρων και ειδικότερα τι περνάει από το μυαλό του BJ Blazkowicz. Ενώ ο Sephir ανέφερε ότι τον απωθούσε το «Ben Affleck» βλέμμα της αγελάδας που φέρει ο πρωταγωνιστής ως κριτική στα μοντέλα στο TNO, στο TNC ο παίκτης αποκτάει μεγαλύτερο δέσιμο με τον πρωταγωνιστή, μπαίνει στην ψυχοσύνθεσή του, καταλαβαίνει γιατί έχει μονίμως το thousand-yard stare. Ακόμη και το συνοδευτικό cast πλαισιώνει εξαιρετικά την ιστορία, ενώ οι υπερβολικοί χαρακτήρες και κατ’ επέκταση η συναναστροφή τους χαρίζουν στιγμές άφθονου γέλιου από εκεί που δεν το περιμένουμε. Αφροαμερικάνα αντιστασιακή με στόμα νταλικιέρη; Check. Λευκός πάστορας γέννημα-θρέμμα του αμερικάνικου νότου που παράλληλα είναι ιδιαίτερα φιλικός με τον… Marx; Check. Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει και στη δόμηση του χαρακτήρα της General – πλέον- Engel. Αυτός ο μόνο κατ’ όνομα άγγελος ήταν κατά την προσωπική μου εκτίμηση ήδη ένας από τους πιο καλοδουλεμένους χαρακτήρες ήδη από το ΤΝΟ. Η σκηνή με την πρώτη μας συναναστροφή στο τραίνο ήταν μία αριστοτεχνικά σκηνοθετημένη σκηνή γεμάτη ένταση. Στο The New Colossus πτυχές και λεπτομέρειες του χαρακτήρα της ξεδιπλώνονται ακόμη περισσότερο και την καθιστούν μία πολύ πιο προσωπική υπόθεση ακόμη και από τον ίδιο τον Deathshead Strasse.
Δεν μπορούμε φυσικά να κλείσουμε αυτήν την ενότητα χωρίς να κάνουμε αναφορά στο ίδιο το setting του παιχνιδιού. Το Wolfenstein 2 είναι μία γλυκόπικρή μελέτη της κοινωνίας της Αμερικής παρότι το προκάλυμμα είναι η μεταπολεμική δεκαετία του ’60 υπό το ζυγό της ναζιστικής μηχανής. Όλα τα επίπεδα βρίθουν λεπτομέρειας, με εφημερίδες και e-tapes να δίνουν ορισμένες πινελιές αληθοφάνειας στην εναλλακτική πραγματικότητα που βιώνουμε. Ο τρόπος προσέγγισης της γραφής του κόσμου θυμίζει αυτήν του αείμνηστου Kurt Vonnegut Jr., μία σαρδόνια μελέτη της μικρότητας των ανθρώπων που έχουν επιλέγουν να είναι οσφυοκάμπτες παρά να υψώσουν ανάστημα, μία μετα-ειρωνική ματιά σε καταστάσεις.
Παράλληλα με το σαρκαστικό χιούμορ του Wolfenstein 2 που συναντάμε ακόμη και στους διαλόγους μεταξύ απλών στρατιωτών, γινόμαστε θεατές μία ψυχολογικής δυστοπίας στην Αμερική όπου πρώτο λόγω έχουν τα προγκρόμ, τα γκέτο και οι δοσίλογοι «πατριώτες» (ΚΚΚ) που θεωρούν ότι η εθνική κάθαρση θα έρθει μέσω της διατήρησης συγκεκριμένων ιδεωδών. Διαβάζεται πάρα πολύ χύμα η παρακάτω πρόταση αλλά αντικατοπτρίζει πλήρως το πνεύμα του παιχνιδιού: το Wolfenstein 2 δεν κωλώνει πουθενά και δείχνει τα πράγματα με έναν εντελώς ωμό τρόπο. Καταδεικνύει με απόλυτο τρόπο ότι παρά το κάλυμμα της δημοκρατίας, σε επίπεδο κοινωνίας λίγα πράγματα χώριζαν τις ΗΠΑ από τη Γερμανία με το ρατσισμό να έχει το πρώτο λόγο τις δεκαετίες 50-60. Υπό αυτό το πρίσμα δεν είναι τυχαίο ότι προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από συγκεκριμένες μερίδες του σκληρού Νότου της Αμερικής, αφού μέμφεται κάθε έκφραση ρατσισμού.
IMPROVEMENTS EVERYWHERE
Από την αρχή του παιχνιδιού βρεθήκαμε πάλι στο ίδιο δίλημμα που καθόρισε και το ΤΝΟ: να επιλέξουμε ποιον συμμαχητή μας να σώσουμε μεταξύ των Fergus και Wyatt. Κάθε timeline έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες σε υποστηρικτικό cast και σε διαθέσιμα όπλα (Laserkraftwerk στο Fergus timeline, Dieselkraftwerk στο Wyatt). Για τις ανάγκες αυτού του review το playthrough έγινε στο Fergus timeline, ενώ είδαμε και τα πρώτα επίπεδα από το timeline του Wyatt. Παρά τις απόψεις που ακούγονται στα internetz για τη σύντομη διάρκεια του παιχνιδιού, διαπιστώσαμε το αντίθετο. Το playthrough έγινε στην «Do or Die!» δυσκολία η οποία βρίσκεται στη μέση. Με κυριότερη έφεση στην Stealth προσέγγιση με λίγη δόση από Tactical σε σημεία που θέλαμε να περάσουμε «αέρα» το πρώτο playthrough έφτασε περίπου στις 25 ώρες για να δούμε τους τίτλους τέλος. Σε αυτές τις 25 ώρες μαζέψαμε αρκετά από τα collectibles, αλλά σε καμία περίπτωση το 100%, δοκιμάσαμε να επισκεφτούμε ξανά 2 περιοχές στα πλαίσια των side-missions και ακούσαμε κάθε προαιρετική συνδιαλλαγή μεταξύ του πληρώματος του Evas Hammer. Φυσικά για το εναλλακτικό timeline δεν είδαμε παρά μόνο την αρχή. Ενδεικτικά αναφέρω ότι για τις ίδιες ακριβώς ώρες έχω μαζέψει 100% completion στο Wolfenstein: The New Order (δύο φορές τερματισμός στο ανώτατο επίπεδο δυσκολίας με όλα τα achievements ξεκλειδωμένα).
Όπως ήδη είπαμε λίγα πράγματα έχουν αλλάξει από πλευράς gameplay, ο πυρήνας έχει παραμείνει ο ίδιος, παρόλα αυτά έχουν υπάρξει σαφέστατες βελτιώσεις. Τα όπλα πλέον δεν βελτιώνονται όταν αριστεύσουμε σε κάποιο perk, αλλά όταν βρούμε ένα kit αναβάθμισης, τα οποία βρίσκονται διάσπαρτα στα επίπεδα. Σημαντική επίσης διαφορά υπάρχει στο πώς λειτουργούν πλέον τα Enigma codes, τα οποία δεν είναι hidden collectible αλλά μπορούν να «σηκωθούν» από τα πτώματα των ατυχών Commanders που ξεφορτωνόμαστε. Από ένα σημείο στο Evas Hammer ξεκλειδώνεται το Enigma Machine που επιτρέπει μέσω ενός mini-puzzle game να βρούμε νέους ubercommanders που έχουν τοποθετηθεί σε πόστα περιοχών που έχουμε ήδη εξερευνήσει. Πρακτικά το παιχνίδι παραδίνει ένα επιπλέον κίνητρο στον παίκτη για να εξερευνήσει παλαιότερες εποχές, οι οποίες συνήθως έχουν αλλάξει σημαντικά μετά το πρώτο πέρασμά μας.
Το ίδιο το Evas Hammer είναι ένα τεράστιο hub το οποίο βρίθει από ζωή σε σχέση με αυτό που είχαμε στο ΤΝΟ. Εκτός από το Enigma Machine, μπορούμε να γίνουμε θεατές σε αλληλεπιδράσεις μικρών χαρακτήρων, να επισκεφτούμε το σκοπευτήριο ή την Killzone. Παράλληλα υπάρχουν μερικά sidequests, τα οποία είναι ολοκληρώσιμα με το πέρας της κεντρικής πλοκής. Η κυριότερη βελτίωση του παιχνιδιού εντοπίζεται στην προσθήκη των λεγόμενων contraptions. Έπειτα από ένα κομβικό σημείο στην εξέλιξη της πλοκής (περίπου στη μέση για να είμαστε ακριβείς) το παιχνίδι μας δίνει την επιλογή μεταξύ τριών διαφορετικών μηχανισμών που έρχονται να συμπληρώσουν τον τρόπο παιχνιδιού μας και έρχονται να ολοκληρώσουν την έννοια του “Terror-Billy super-soldier Nazi killing machine”.
Η μόνη παρασπονδία του παιχνιδιού εντοπίστηκε παραδόξως στον τεχνικό τομέα και μόνο ως παράπτωμα μπορεί να κριθεί. Το TNC τρέχει αποκλειστικά σε Vulkan API ως υλοποίηση της τελευταίας έκδοσης της idTech Engine (6) όπως και το DOOM. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υπάρξουν τις πρώτες μέρες κυκλοφορίες μικροπροβλήματα στη συμβατότητα με το Steam Overlay, τα οποία πλέον έχουν λυθεί. Σε γενικές γραμμές πάντως το παιχνίδι τρέχει αψεγάδιαστα ακόμη και σε ένα σύστημα τριετίας σε 1440p με μέσο όρο τα 50fps σε ρυθμίσεις που ακροβατούν μεταξύ High και Ultra. Στον τομέα του ήχου το παιχνίδι είναι αρτιότατον. Ακόμη και ο μικρότερος διάλογος μεταξύ στρατιωτών βρίθει αληθοφάνειας, ενώ η μουσική επένδυση ακροβατεί μεταξύ επικών post-rock μελωδιών και εξαιρετικών νεομεταλλοριφακίων που θυμίζουν τα αντίστοιχα του DOOM για να δώσει το απαραίτητο tempo. Το εξαιρετικό voice acting προσδίδει άλλο ένα επίπεδο χρώματος στους χαρακτήρες του παιχνιδιού.
Είναι αλήθεια ότι υπάρχει έντονος σκεπτικισμός όταν κάποιος βλέπει μεγάλες βαθμολογίες σε τίτλους που είναι από εταιρείες με μεγάλό όνομα διανομής από πίσω, και όχι αδικαιολόγητα. Τα πολλαπλά σκάνδαλα που έχουν έρθει στην επιφάνεια με τους πληρωμένους δημοσιογράφους, τους διαχειριστές ιστοσελίδων που κάνουν review ενώ ταυτόχρονα επιτελούν και σημαντικό ρόλο στους τίτλους που κλήνονται να κρίνουν, παραβιάζοντας οποιοδήποτε κώδικα δεοντολογίας για το λεγόμενο conflict of interest. Στην περίπτωση του TNC θα ήταν τουλάχιστον άδικο να υπάρξει έστω η παραμικρή τέτοια υπόνοια.
Φτάνοντας, λοιπόν, στην τελική ώρα της κρίσης όπου πρέπει να μπει (και τυπικά) η βαθμολογία συζήτησα λίγο με τον Γιώργο “Sephir” Δεμπεγιώτη για τη δική του οπτική σχετικά με τις βαθμολογίες που έβαλε στο The New Order και στο DOOM. Αυτό συνέβη διότι μετά τη δική μου ενασχόληση με τα παραπάνω παιχνίδια παρότι με βρήκε καθόλα σύμφωνο με τα σημεία που εξέτασε ο Γιώργος στα αντίστοιχα review, θα απέδιδα πιο γενναιόδωρο βαθμό ειδικότερα στο ΤΝΟ. Ο Sephir επιβεβαίωσε ότι ίσως τελικά ήταν αρκετά μαζεμένος και ενδεχομένως να «αδίκησε» το πρώτο μέρος του reboot καθότι δεν έβαλε ένα 90+. Το The New Colossus είναι σαφέστατα η μεγαλύτερη, καλύτερη, πιο φιλόδοξη, κάφρικη, «blockbusterική» εκδοχή που θα μπορούσε να απολαύσει κάποιος σε ένα sequel. Αναμφισβήτητα τοποθετείται στο Top-3 των καλύτερων κυκλοφοριών του 2017 (έχουμε φυσικά το Divinity: Original Sin 2 και το Prey από ΑΑΑ τίτλους), και αξίζει κάθε λεπτό άμυαλης δράσης που θα σας προσφέρει.
Αν το Half-Life (2) ήταν σημείο καμπής για την κινηματογραφική αφήγηση στο είδος των FPS, το Wolfenstein 2 δείχνει πώς μπορείς να στήσεις ένα action-movie στα 80s, που περιέχει πολύ βαθύτερα μηνύματα για όσους θέλουν να τα εξετάσουν. Η πολυεπίπεδη αφηγηματική του, η σκηνοθετική του άποψη που «φλυαρεί» με μέτρο για να αποδώσει το αίσθημα της blockbusterικής υπερβολής θέτουν νέα πρότυπα αναφοράς για το είδος. Η επιλογή ή καλύτερα εμμονή της MachineGames για έναν αμιγώς single-player τίτλο δείχνει ότι η επένδυση πόρων για να γίνει ένας τομέας όσο καλύτερος γίνεται ανυψώνει τον τίτλο, σε σύγκριση με τίτλους και εταιρείες που θεωρούν πλέον το single-player κομμάτι κολαούζο/απαραίτητο κακό του “games as service” δόγματος με τα lootboxes στο multiplayer να είναι πλέον οι πρωταγωνιστές. Μάγκες οι Σουηδοί.
Pros
- Απαράμιλλη κινηματογραφική αφήγηση σε First-Person Shooter, κρατάει τον παίκτη συνέχεια σε εγρήγορση.
- Καφρίλα, υπερβολή, χυμαδιό. Old-school νοοτροπία στα 2010s. Μας αρέσει.
- Ενδεικτικό παράδειγμα του όταν βαράνε όλα τα σφυριά σε έναν μόνο τομέα (single-player) αυτός γίνεται σωστά.
- Χορταστική διάρκεια.
- Gameplay μηχανισμοί για όλα τα γούστα.
- Γραφικάρες. Τέτοιοι τίτλοι είναι διαφήμιση για το Vulkan API…
Cons
- … παρά τους μικρούς λόξυγγες που μπορεί να προκαλεί με συμβατότητα στο Steam.
Το περίμενα πως θα είναι ενθουσιώδες το review, μετά και από όσα έχω πιάσει ως τώρα για το παιχνίδι. Σφαγή Ναζηδίων, τι μπορεί να πάει στραβά; Καλή χρονιά φέτος, χρόνο να δω πότε θα βρω για όλα…
Το παιχνίδι είναι υπερπλήρες και αξίζει από κάθε άποψη. Σήμερα άνοιξε και το πρώτο update, όπου έχουμε δυνατότητα να τρέξουμε τα “Combat simulations” – ουσιαστικά τα reruns για κάθε επίπεδο όπως τα είδαμε κατά τη διάρκεια της κεντρικής πλοκής (με διαθέσιμα leaderboards), και το Episode 0 από το DLC.
Εξαιρετικό κείμενο, μόλις τελειώσω το σπαρταριστό Fractured But Whole, το χτυπάω και το ξεκκοκαλίζω μέχρι τελευταίας κουρελιασμένης σβάστικας!
Ughh!!!
Tετοια μπλοκμπαστεριά και τόσο λίγος χρόνος!
Στέκει ψηλά στη Wishlist μαζί με το AC:Origins, και ναί… ο Murphy λέει πως έπρεπε να βγούν την ίδια περίοδο.
Υπέροχο ρηβιού btw!
Edit: Αγοράστηκε 3 ώρες μετά… 🙂
Δεν το έχω προχωρήσει πολύ, άλλωστε σου δείχνει από νωρίς τα δόντια του, αλλά το πρώτο πράγμα που προσέχει κανείς είναι τα γραφικά. Γραφικάρες πραγματικά και τρέχει άψογα αν έχεις ένα αξιοπρεπές σύστημα. Γενικά αν εξαιρέσουμε μια προειδοποίηση που μου πέταξε στην αρχή για να βάλω νέους nvidia drivers, δεν έχω αντιμετωπίσει κανένα πρόβλημα τεχνικής φύσης.
Δυστυχώς βέβαια έχει απομακρυνθεί από την ουσία της σειράς, που είναι να σφάζεις ναζί… :-/
(πλάκα κάνω βέβαια, απλά είδα το σχόλιο κάπου και έπρεπε να το πω. Σε κάνει να αναρωτιέσαι τι σκέφτονται μερικά παιδιά..)
Εξαιρετικός τίτλος φαίνεται και το ενθουσιώδες κείμενο μ’ έψησε να το αγοράσω με την πρώτη ευκαιρία. Λίγο παραπάνω χρόνο θα ήθελα και όλα θα ήταν καλύτερα.