RESIDENT EVIL VILLAGE
Even a man who is pure in heart and says his prayers by night...
Το Resident Evil 7: Biohazard ήταν από τις κλασικές περιπτώσεις του να μην κρίνεις ένα βιβλίο από το εξώφυλλο. Οι επιρροές από Outlast, τα σκηνικά στα βαλτοτόπια του Αμερικάνικου Νότου και η προοπτική πρώτου προσώπου, με πρόχειρη ανάγνωση έδειχναν κάτι μακριά από τα γνώριμα χωράφια της σειράς. Αυτό δε θα μπορούσε να είναι περισσότερο λάθος, καθώς το έβδομο μέλος της μακρόβιας σειράς της Capcom ήταν (πιθανόν μαζί με το Resident Evil 0) ό,τι κοντινότερο στην κλειστοφοβική ατμόσφαιρα του πρώτου παιχνιδιού. Δεν ήταν τυχαίες άλλωστε οι ομοιότητες σε αρκετά στοιχεία του gameplay και τον ρυθμό που ενάλλασσε τις στιγμές πανικού με την εξερεύνηση για αντικείμενα που θα μας επέτρεπαν να συνεχίσουμε να ζούμε λίγο ακόμη. Από εκεί και πέρα το 7 έφερνε τον πολυπόθητο αέρα ανανέωσης σε μια σειρά που βρισκόταν σε τέλμα. Με επιστροφή στις survival horror ρίζες, νέους χαρακτήρες και πιο μεστή εξιστόρηση. Η έπαυλη των Bakers ήταν η κυρίως σκηνή που θα παιζόταν ένα grindhouse, cult διαμάντι. Χωρίς φιοριτούρες και λίστα που τσέκαρε υποχρεωτικά κουτάκια από σχεδιασμό ΑΑΑ game. Umbrella, Wesker, Spencer και οργανώσεις που επωφθαλμιούσαν διάφορους ιούς για παραγωγή στρατιωτών τερατουργημάτων είχαν κάνει λίγο-πολύ τον κύκλο τους. Η υπέρμετρη δράση, οι ποζεριές, η πανδαισία εκρήξεων και το ξυλίκι που θα μπορούσε να είναι highlights από τη WrestleMania, όσο και σαν συμπαθητικό τζέρτζελο να τα βλέπαμε, είχαν αρχίσει να γίνονται μονότονα. Και κυρίως είχαν αποδυναμώσει σημαντικά το βασικότερο συστατικό της σειράς: τον τρόμο.
Τέσσερα χρόνια αργότερα καταφτάνει το Resident Evil Village, το 8ο μέρος της βασικής σειράς. Από νωρίς στην προώθηση του φάνηκε μια στροφή σε μονοπάτια γοτθικού τρόμου. Λυκάνθρωποι, βρικόλακες, ομίχλη, κάστρα κ.α. έδιναν το στίγμα του Village. Η εντύπωση που είχε δοθεί είναι πως θα έχουμε να κάνουμε με κάτι που θα βρίσκεται μακριά από το ύφος των προηγούμενων παιχνιδιών (όπου ύφος= horror που βασίζεται σε ψευδο-επιστήμη). Όσοι παρακολουθούν τη σειρά όμως ξέρουν ότι οι Ιάπωνες δημιουργοί σε gameplay μπορεί να πειραματίζονται, στο lore όμως όχι. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή…
Το Resident Evil Village συνεχίζει την ιστορία του Ethan Winters, πρωταγωνιστή του προηγούμενου επεισοδίου. Έχοντας επιβιώσει από την φρικιαστική εμπειρία του στη Louisiana, πλέον ζει με τη γυναίκα του Mia και την κόρη του Rose σε μια άγνωστη περιοχή της Ευρώπης, μετά από προτροπή της οργάνωσης BSAA και του Chris Redield. Μια αναπάντεχη εισβολή στο σπίτι τους θα διαταράξει την οικογενειακή γαλήνη. Κάποιο χρονικό διάστημα αργότερα, ο Ethan θα συνέλθει μόνος, χωρίς ζώσα ψυχή γύρω, στο διαλυμένο όχημα που τον μετέφεραν οι απαγωγείς του. Σφίγγοντας τα δόντια θα συρθεί μέχρι το κοντινότερο χωριό, όπου γρήγορα θα διαπιστώσει πως κάτι δεν πάει καλά. Τα σπίτια είναι παρατημένα και οι λιγοστοί κάτοικοι κρύβονται φοβούμενοι για τη ζωή τους. Φρικτά λυκόμορφα πλάσματα ενεδρεύουν στα στενά. Η τροφική αλυσίδα έχει νέα κορυφή.
Μετά από μία αγχωτική προσπάθεια επιβίωσης που θυμίζει έντομα την εισαγωγή του Resident Evil 4, ο Ethan θα μάθει πως η αινιγματική Mother Miranda, καθώς και 4 άλλοι τοπικοί άρχοντες, λατρεύονται με θρησκευτική ευλάβεια στο συγκεκριμένο χωριό. Έτσι θα ξεκινήσει την αναζήτηση της μικρής του κόρης, η οποία επίσης απήχθη κατά την επίθεση στο σπίτι του. Δυστυχώς δεν μπορώ να δώσω περισσότερες λεπτομέρειες, διότι δε θέλω να αλλοιωθεί η εμπειρία σας. Πρόκειται για μια ιστορία που κρατάει το ενδιαφέρον μέχρι το φινάλε και αξίζει να παρακολουθήσετε. Και μιλώντας για φινάλε, έχουμε χωρίς υπερβολή ένα από τα πιο γεμάτα και ικανοποιητικά κλεισίματα σε παιχνίδι της σειράς, με κάποιες δυνατές ανατροπές να οδηγούν σε αυτό. Και εδώ υπάρχει σύνδεση με τα παλιότερα παιχνίδια (ξεπερνώντας την αντίστοιχη του 7) αλλά αυτό που είναι άξιο θαυμασμού είναι το πόσο άρτια εμπλέκεται με τα γεγονότα του προηγούμενου. Μάλιστα κάποιες σκηνές τόσο στο Village όσο και στο 7, θα τις δείτε με διαφορετικό μάτι σε επόμενο πέρασμα, εφόσον γνωρίζετε πλέον τι έχει συμβεί.
Όσον αφορά τους χαρακτήρες, ο Ethan είναι πιο ολοκληρωμένος και ενδιαφέρων χαρακτήρας απ’ όσο τον γνωρίσαμε στο προηγούμενο μέρος. Αρκετά πιο ομιλητικός, εκφράζει την απόγνωση και την φόρτιση του και γενικά φαίνεται να το «ζει» πιο έντονα αυτή τη φορά. Σε αυτό συνεισφέρει και η αγωνία ανάκτησης του παιδιού του που τον τοποθετεί σε ένα πιο «προσγειωμένο» πλαίσιο σε σχέση με άλλους πρωταγωνιστές της σειράς και διευκολύνει την ταύτιση μαζί του. Οι δε κακοί θα έλεγα πως αν και έχουν ενδιαφέρον, δυστυχώς δε φτάνουν το επίπεδο των Bakers. Από τη μία ευθύνεται το γεγονός πως ο Jack και η φαμίλια του είχαν θέσει ήδη τον πήχη ψηλά (το τονίζω πως μιλάω για γράψιμο και παρουσία τους στο παιχνίδι, όχι για gameplay μηχανισμούς), από την άλλη πιστεύω αυτό οφείλεται στο ότι δεν τους δίνεται σημαντικός χρόνος για να επιτευχθεί σε ικανοποητικό επίπεδο το χτίσιμο του χαρακτήρα τους. Με πιθανή εξαίρεση την γνωστή μας από τα πρόμο του τίτλου, Lady Dimitrescu, και τον τελικό κακό, που έχουν σημαντικά περισσότερες γραμμές διαλόγου από τους υπόλοιπους χαρακτήρες.
Το Resident Evil Village έχει αρκετές επιρροές από το 4ο μέρος, ίσως και αναμενόμενα καθώς πρόκειται για ακόμη ένα κομβικό σημείο για την εξέλιξη της σειράς. Οι επιρροές αυτές εντοπίζονται τόσο σε σημαντικά στοιχεία του gameplay όπως την αναβάθμιση του εξοπλισμού και τις συναλλαγές με τον Duke (ο έμπορος του παιχνιδιού) όσο και σε μικρότερες ή μη «παιχνιδένιες» λεπτομέρειες όπως η προέλευση των Lycans. Ακόμα και κάποια set pieces μας φέρνουν στο νου εκείνο το παιχνίδι. Η δράση υπάρχει σε μεγαλύτερη αναλογία από τον προηγούμενο τίτλο, κυρίως λόγω μεγαλύτερου αριθμού εχθρών, αλλά σε καμία περίπτωση στο βαθμό της τριλογίας των 4-5-6. Τόσο από το περιβάλλον όσο και από τους ηττημένους αντιπάλους βρίσκουμε διάφορα υλικά που μας επιτρέπουν να κατασκευάζουμε αντικείμενα θεραπείας και πυρομαχικά, για τα περισσότερα από τα οποία θα χρειαστούμε τα κατάλληλα σχέδια που διαθέτει ο Duke. Το crafting είναι απλό και λειτουργικό και ουσιαστικά πατάει πάνω στο αντίστοιχο σύστημα που υπήρχε στο 7. Στην πραμάτεια του εμπόρου θα βρούμε ποικιλία αντικειμένων και όπλων, ενώ θα συμβούλευα να μην ξοδεύετε αλόγιστα τα πυρομαχικά σας βασιζόμενοι στο ότι μπορείτε να τα αναπληρώσετε αγοράζοντας τα, διότι το stock του είναι περιορισμένο. Επιπλέον, κάποια στιγμή γίνονται διαθέσιμες και συνταγές για φαγητά που μπορούν να σας δώσουν ευεργετικές ιδιότητες όπως μεγαλύτερο health και πιο αποτελεσματικό block (δεύτερη συμβουλή: μην πουλάτε το κρέας από τα ζώα που κυνηγάτε).
Το Village αν και περιέχει εξερεύνηση και backtracking για μυστικά και θησαυρούς, είναι σχετικά γραμμικό. Το μεγαλύτερο μέρος της εξερεύνησης εντοπίζεται στο χωριό, με δρομάκια και σπίτια να ξεκλειδώνουν αργότερα και να δίνουν πρόσβαση σε νέα μέρη, αρκετά από τα οποία είναι προαιρετικά στην πρόοδο ολοκλήρωσης. Το χωριό λειτουργεί ως κόμβος που ενώνει τις 4 ζώνες κυριαρχίας του κάθε άρχοντα, τις οποίες επισκεπτόμαστε με συγκεκριμένη σειρά. Κάθε μια είναι ξεχωριστή, με δική της θεματική, πλάσματα, περιβάλλοντα και ρυθμό. Mάλιστα μία από αυτές επικεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά σε πιο σουρεάλ τρόμο και την επίλυση puzzles. Μετά την πολύ ισχνή παρουσία τους στο τελευταίο remake, αυτά επιστρέφουν. Αν και είναι σε αφθονία, στην συντριπτική τους πλειοψηφία έχουν χαμηλή πρόκληση και δεν θα προβληματίσουν ιδιαίτερα ακόμα κι όσους έχουν μικρή επαφή με τη σειρά.
Η αίσθηση του χειρισμού – συνιστάται ποντίκι και πληκτρολόγιο – και η ανάδραση των όπλων είναι εξαίσια, όπως θα περίμενε κανείς από άλλο ένα παιχνίδι στην RE engine, πολύ κοντά στην ποιότητα των τελευταίων remakes. Αν κάτι έχει υποβαθμιστεί, αυτό θα έλεγα πως είναι το locational damage. Ίσως θυμάστε πως στα προαναφερθέντα παιχνίδια, τα πυρά είχαν διαφορετικό αποτέλεσμα αναλόγως του μέρους του σώματος που χτυπούσαμε στους αντιπάλους μας. Εδώ έχει περιοριστεί σε headshots (που επιφέρουν περισσότερη ζημιά φυσικά) και πλήγματα στο υπόλοιπο σώμα. Διαμελισμοί δεν υπάρχουν, συνεπώς και το gore για το οποίο φημίζεται η σειρά έχει περιοριστεί (τουλάχιστον εκείνο που παρατηρείται ενώ παίζουμε). Ευτυχώς τα διαθέσιμα εργαλεία εξολόθρευσης των βδελυγμάτων είναι αρκετά, οπότε δεν θα μείνει κανείς παραπονεμένος εδώ. Αυτό που επίσης έχει βελτιωθεί είναι το ρόστερ των τεράτων. Η ποικιλία των εχθρών είναι ικανοποιητική και σαφέστερα μεγαλύτερη από του 7. Άξια αναφοράς είναι και τα εντυπωσιακά bosses, συμπεριλαμβανομένων προαιρετικών και μη, mini-bosses. Αν και είναι απολαυστικά στην αντιμετώπιση τους, κινούνται περισσότερο προς τα γνώριμα μονοπάτια της σειράς και δε διαθέτουν εκείνη την μοναδική αίσθηση των αντίστοιχων αναμετρήσεων του 7 (ειδικά με τον Jack).
Από τη στιγμή που θα τελειώσετε το παιχνίδι ξεκλειδώνει το mode The Mercenaries, το οποίο επιστρέφει μετά το Resident Evil 6. Εδώ καλείστε να περάσετε μέσα από μία σειρά από ομαδοποιημένα επίπεδα που βασίζονται σε assets από τις βασικές περιοχές του παιχνιδιού (3 επίπεδα με περιβάλλοντα από το χωριό, 4 από το κάστρο κλπ.) και να πετύχετε το μεγαλύτερο δυνατό σκορ. Ο βασικός στόχος είναι να εξολοθρεύσετε συγκεκριμένο αριθμό αντιπάλων ενώ ο χρόνος μετράει αντίστροφα, ώστε να ανοίξει η έξοδος για την επόμενη πίστα. Αναλόγως πόσους πόντους μαζεύετε στο τέλος, παίρνετε διάφορες αμοιβές. Το combo εξόντωσης αντιπάλων διαδοχικά και ο χρόνος που απομένει καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό το πόσο καλά θα τα πάτε. Μέσα στα επίπεδα υπάρχουν πυρομαχικά και 2 ειδών power ups: ένα που δίνει επιπλέον χρόνο και ένα που δίνει μόνιμα κάποια ισχυρή passive ιδιότητα όπως, γρηγορότερη κίνηση, μεγαλύτερη ζημιά σε headshots κ.α. Πρόκειται για ένα διασκεδαστικό mini-game που θα προσθέσει μερικές ώρες ακόμα στην ενασχόληση σας με το Village.
Αν ένας τομέας δεν έκρυβε εκπλήξεις στο Resident Evil Village, αυτός δεν είναι άλλος από το εικαστικό. Αν και ενίοτε μπορεί να παρατηρήσετε χαμηλής ανάλυσης υφές, γενικά η δουλειά που έχει γίνει στον οπτικό τομέα είναι φοβερή. Από την παρακμή των σπιτιών του χωριού που έχει έντονο άρωμα Κεντροανατολικής Ευρώπης και την αίγλη του κάστρου, μέχρι τα ανηλίαγα υπόγεια και τις γύρω περιοχές, το παιχνίδι υφαίνει μια ατμόσφαιρα που σε μαγνητίζει. Στην ατμόσφαιρα αυτή συντελούν και οι πολύ όμορφες φωτοσκιάσεις. Αν και δεν υπήρχε FOV (Field of View) slider όπως στο 7 και στο Village είναι ρυθμισμένο περίπου στο 80, παραδόξως δε με ενόχλησε και ήταν κάτι που συνήθισα μέσα στις πρώτες δυο ώρες. Ίσως βοήθησε σε αυτό η γενικότερη κινηματογραφική αίσθηση και το γεγονός ότι δεν υπήρχαν στιγμές που στοίχισαν επειδή έκρυβε κάποια απειλή.
Σε υψηλά επίπεδα ποιότητας είναι και ο ήχος. Η μουσική ακολουθεί την ίδια μινιμαλιστική προσέγγιση των RE Engine παιχνιδιών όπου αυτή ακούγεται σε καίρια σημεία της δράσης. Στη μεγαλύτερη διάρκεια του Village, στο προσκήνιο βρίσκονται τα ηχητικά εφέ, τα οποία είναι σημαντικό μέρος της ατμόσφαιρας του τίτλου. Τριξίματα του ξύλου, κάποιος βρυχηθμός από ένα κοντινό σπίτι, το θρόισμα των φύλλων κ.α. αυξάνουν κατακόρυφα την εμβάπτιση μας στα σκηνικά που με μεράκι έστησε η Capcom. Εξυπακούεται πως πρέπει να παίξετε με ακουστικά, διαφορετικά θα χάσετε μέρος της εμπειρίας.
Αν και το Village αποτελεί ένα μικρό optimization θαύμα για το σύστημα μου (45-50 frames, ενίοτε 60, σε 1080p ανάλυση με τις περισσότερες ρυθμίσεις στο μεσαίο και χαμηλό επίπεδο), δεν έλειψαν οι φορές που τα καρέ έπεσαν πολύ με αποτέλεσμα η κατάσταση να γίνεται ανυπόφορη. Δεν διαρκούσαν πολύ αλλά και πάλι όταν συνέβαινε ήταν πολύ ενοχλητικό. Ένα ακόμα θέμα, λιγότερο ενοχλητικό, ήταν πως όταν κάποιος εχθρός πέθαινε, συνήθως υπήρχε ένα πάγωμα μισού δευτερολέπτου. Επιπροσθέτως, παρατήρησα έντονο pop-in σε textures εξωτερικών περιοχών. Όχι game breaking αλλά σίγουρα κάτι που δεν γινόταν να αγνοηθεί. Συνειδητοποιώ απόλυτα σε κάποιες περιπτώσεις τα θέματα αυτά μπορεί να οφείλονται στο απαρχαιωμένο πλέον σύστημα μου και δεν ψέγω το παιχνίδι. Δεν ήταν όμως λίγες οι αναφορές εμφάνισης τους (ειδικά στην περίπτωση της βουτιάς των frames) σε χρήστες με σύγχρονα setups στα fora του Steam. Ευελπιστώ πως οι δημιουργοί γνωρίζουν για αυτά και θα επιληφθούν αναλόγως με κάποιο performance patch. Τέλος, αν και η ιστορία μου άρεσε, δυο-τρία εξωφρενικά στιγμιότυπα (ένα θα μπορούσε κάλλιστα να βρίσκεται σε μια άλλη διάσημη Ιαπωνική σειρά) θα μπορούσαν να λείπουν. Αυτά δεν είναι κάτι άγνωστο για αρκετά Resident Evil games, αλλά θεωρούσα πως με τον πιο σοβαρό και σκοτεινό τόνο που είχε υιοθετήσει η Capcom από το 7 και μετά, δε θα τα ξαναβλέπαμε, έστω για κάποιο διάστημα.
Εν κατακλείδει, το Resident Evil Village είναι μια ιδανική συνέχεια στο 7, τόσο από άποψη gameplay όσο και ιστορία. Αν και η πλάστιγγα γέρνει περισσότερο προς τη δράση συγκριτικά με τον προκάτοχο του (κάποιες γνώμες που διάβασα πέρι μετατροπής του τίτλου σε RΕ 6 και… Call of Duty στο τελευταίο δίωρο, απλά δεν ευσταθούν), το Village είναι στο σύνολο του μια συμπαγής survival horror εμπειρία. Οι εξελίξεις του σεναρίου προσφέρουν αφηγηματικές δυνατότητες για περαιτέρω ξεδίπλωση του σε dlc, 9ο μέρος ακόμα και Revelations 3 και ανυπομονώ για το τι επιφυλάσσει το μέλλον για τη σειρά, σε όποια μορφή κι αν έρθει.
Το Resident Evil Village κυκλοφορεί στην αγορά από την εταιρία CD Media την οποία ευχαριστούμε για την παροχή του review code.
Πόσο ακόνιτο να βάλω στο μείγμα;
RATING - 87%
87%
Πολύ
Χρησιμοποιώντας ως βάση tropes του γοτθικού τρόμου, η Capcom παίζει με τις προσδοκίες μας. Όσοι πιστοί των ποιοτικών horror games προσέλθετε.
Είναι πραγματικά χάρμα ιδέσθαι το παιχνίδι. Μου αρέσει που είναι έτσι λίγο αλλοπρόσαλο. Από τη μια φλερτάρει με τη φαρσοκωμωδία τρόμου (οι…ιδιαίτερες αναρρωτικές δυνάμεις του Ethan και μην ακούσω βλακείες τύπου ‘Ναι αλλά στο lore…και γι’αυτο…’. -την πρώτη φορά που βλέπεις τη φεσάρα, σου βγαίνει το Μπουνάβεν από τη μύτη) και από την άλλη προσφέρει απίστευτα σκληρές και ‘πειραγμένες’ σεκάνς (η έπαυλη της Beneviento θα μου μείνει αξέχαστη) αγνού τρόμου.
Ποτέ δεν ένιωσα ανυπεράσπιστος, τη διμούτσουνη στη δίνει με το καλημέρα, εκεί το 7 υπερτερούσε. Μ’αρέσει πολύ πόσο ‘παιχνιδένιο’ είναι με τα Metroidvania χαρακτηριστικά του, τα άπειρα μυστικά και τους μικρούς θησαυρούς που απολαμβάνεις να κυνηγάς.
Πάω για τον ψάρακα Μορώ με ρυθμούς νεκρής χελώνας και το απολαμβάνω όσο δεν περίμενα!
Ούτε μια φωτογραφία, ούτε ένα αστείο, μια αναφορά έστω ρε αδερφέ για τη μυγοσκοτώστρα και τη Lady Dimitrescu. DISAPPOINTED
:trollface:
Το demo μου άρεσε αρκετά και ήδη έχει μπει στη λίστα για να παιχτεί μελλοντικά.
Συνεχίζει το σερί η Capcom. 🙂
Πάνο με έκανες να θέλω να πιάσω τη σειρά από την αρχή. Έπαιξα μόνο το 4ο όταν είχε πρωτοβγεί και ήταν επιεικώς απαράδεκτο (απουσία υποστήριξης mouse στο PC…), νομίζω τα remasters είναι καλή ευκαιρία να ξεκινήσω τη σειρά!
Θα μελετήσω το αντίστοιχο thread με τα Ρεσιντέντ Ήβωλς για το απαραίτητο homework.
[QUOTE=”Nobody, post: 570260, member: 104509″]
οι…ιδιαίτερες αναρρωτικές δυνάμεις του Ethan και μην ακούσω βλακείες τύπου ‘Ναι αλλά στο lore…και γι’αυτο…’.
[/QUOTE]
Κοίτα, στο 7 με βάση μόνο ό,τι μαθαίνεις εκεί, στέκει παρόλο που φαίνεται υπερβολικό. Θεωρώ ότι έκαναν τίμια προσπάθεια να εξηγήσουν το healing, σε σχέση με το εντελώς game-y των παλιών παιχνιδιών “ματζούνια με θεραπευτικές ιδιότητες από τα Arklay mountains” που θεράπευαν τα πάντα, στιγμιαία που απλά δεχόμασταν χωρίς πολλά-πολλά. Προτρέχω όμως, έχεις ένα παιχνίδι σε εξέλιξη…
[QUOTE=”Sephir, post: 570272, member: 102595″]
Το demo μου άρεσε αρκετά
[/QUOTE]
Γιώργο έχε υπόψη πάντως πως στην παρούσα φάση το game είναι πιο βαρύ από το demo, το οποίο δεν ξέρω πως κατάφεραν. Θέλω να πιστεύω ότι θα υπάρξει update(s) καθώς το 7 το στήριξαν.
Το raytracing εντωμεταξύ έχει ακόμη memory leak, αν το ανοίξεις, αρχίζεις να αναρωτιέσαι γιατί μετά από πέντε λεπτά το παιχνίδι παίρνει να ρετάρει φρικτά.
Πάνο θυμάμαι την εξήγηση που δίνουν και ΟΚ, στα πλαίσια της όποιας μυθολογίας, στέκει. Αλλά για έναν παίκτη-τουρίστα που απλώς ήλθε βόλτα για [S]να φέρει εδώ κάτι κρασάκια στην κυρά-Δημητρέσκου [/S]να χαρεί το γοτθικό τρόμο και όλο το ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ ΘΑ ΜΕ ΦΑΝΕ ΖΩΝΤΑΝΟ βαϊμπ, το να βλέπεις τη φασάρα Αστυνόμου Σαϊνη (ηρωϊκή σποϊλεροντρίμπλα) εκεί που σου έχει κάνει να τρέχεις χουχουτίζοντας ημίτρελος από τον τρόμο, είναι ξενερωτικό όσο να πεις.
[QUOTE=”Nobody, post: 570282, member: 104509″]
παίκτη-τουρίστα
[/QUOTE]
Σε αυτά τα μέρη, κάτι τέτοιους καζουαλάδες τους δίνουμε ένα παγούρι νερό και τρία λεπτά προβάδισμα, πριν ζωστούμε την καραμπίνα.
To τελείωσα σήμερα, λίαν ευχάριστο και πράγματι, στα πλαίσια της όλης Resident Evil [S]φιλολογίας [/S]μπαλαφάρας, έδενε μέχρι και το σενάριο και οι τερατώδεις Τιραμόλικες φάσεις του Ethan. Ποιοτικότατο ‘σπιτάκι του τρόμου’, δεν απειλεί σε καμία περίπτωση το βάιμπ του 7, αλλά δεν πρόκειται να αφήσει φίλο του είδους ή της σειράς δυσαρεστημένο.
Σκληρά γαμιόλικο, τo ξεκίνησα χθες παίρνοντας μία σύντομη τζούρα από την αρχή και λίγο μετά στο χωριό που ήταν και στο ντέμο η φάση. Βγήκα όμως για να τελειώνω τις υποχρεώσεις στο Παλιόσπιτο, τα ντηελσί έμειναν. Και μετά θα το ματώσω αγρίως. Ατμοσφαιρικές γραφικάρες πάντως.
Tι εφιαλτικό κομμάτι εκεί που πας για την κυρία Ντόνα ρε; Με αναστάτωσε χθες βραδιάτικα. Ανατριχίλα, σοκαριστικό, [S]συμβαίνει τώρα[/S] συνέβη χθες μιλάμε. Είμαι στον Ψάρη τώρα, αλλά οκ δε πιστεύω να με αγγίξει όπως με άγγιξε η Ντόνα.
[URL unfurl=”true”]https://www.dsogaming.com/news/resident-evil-village-crack-completely-fixes-its-stuttering-issues/[/URL]
👀
[QUOTE=”Hellion, post: 575484, member: 102589″]
[URL unfurl=”true”]https://www.dsogaming.com/news/resident-evil-village-crack-completely-fixes-its-stuttering-issues/[/URL]
👀
[/QUOTE]
Τι να πεις τώρα.
Άσχημα νέα για όσους αγοράσανε τη μλκ το Βίλατζ μόνο για να παίξουν το επικό Ρηβέρς που θα το συνόδευε.
[MEDIA=twitter]1415642321157230592[/MEDIA]
Σε άλλα νέα, αν συγκαείς και βγάλεις όλες τις μερσέναρις πίστες με διπλό Σ ρανκ και πάνω, σου ξεκλειδώνει.. φωτόσπαθο. Μάιντ μπλόουν.