Ο George Squiggins, PI, δεν θα ξεχάσει ποτέ εκείνη την νύχτα.<br><br>Ο Squiggins ήταν ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ όπως και κάθε άλλος σε αυτήν την καταραμένη πόλη. Εκείνη την στιγμή βρισκόταν σε ένα μέρος που δεν γνώριζε στην Κυψέλη. Δίπλα του βρισκόταν οι 2 μπράβοι που τον είχαν φέρει εκεί, ένας τύπος με χαίτη και ξυρισμένο κεφάλι ονόματι Κρονομάν Τσι και ένας άλλος τύπος που είχε αγκαλιάσει πλήρως την ιδέα ‘ξυρισμένο κεφάλι’ αλλα όχι-τόσο-εκείνη-την ημέρα-για-να-μοιάζει-περισσότερο-με-το-άβαταρ-του, που λεγόταν Γκεράν Νίο. <br><br>“Σε φέραμε εδώ για να γνωρίσεις το αφεντικό” του είπαν. <br><br>Αυτήν δεν ήταν η πιο παράξενη στιγμή της ημέρας του, προτού τον οδηγήσουν εκεί τον είχαν πάει για μία βόλτα στο Αρχαιολογικό Μουσείο ενώ είχε γνωρίσει κάποιον που ισχυριζόταν ότι ήταν η θρυλική μορφή Μπος Τάιμ.<br>Όταν ‘το αφεντικό’ μπήκε μέσα ο Squiggins το κατάλαβε αμέσως. Μία δίμετρη μορφή που γέμιζε τον χώρο αναφώνησε:<br><br>“Γεια σας παιδία, εγώ είμαι ο Shredder.”<br><br>Κάθισε απέναντι του και άρχισε να συνομιλεί με μία άλλη δίμετρη μορφή που στον Squiggins θύμιζε αρκετά τον Φραγκίσκο Αλβέρτη. Ο Squiggins δεν άκουσε πολλά από την συζήτηση τους, συζητούσαν περί κάποιας αναβάθμισης και κάτι φωτογραφιών που χάθηκαν. <br>Στην συνέχεια στράφηκε προς το μέρος του.<br><br>-Γειά, Squiggins, πως λέγεσαι;<br>-Shredder Οροκουσάκι.<br>-Όχι ρε παιδί μου, πως σε φωνάζει η μάνα σου;<br>-Shredder Οροκουσάκι.<br><br>Κάποιος ο οποίος καθόταν δίπλα του, που ο Squiggins δεν τον είχε συνειδητοποιήσει μέχρι τότε, ονόματι Πάθο Ρι τον έπιασε σφιχτά από το χέρι και του είπε<br>“Στο αφεντικό δεν του αρέσει να του κάνουν αυτήν την ερώτηση, δεν έχει πει σε κανέναν μέχρι τώρα το κανονικό του όνομα.”<br>Δεν πίεσε το θέμα παραπάνω. Στην δουλειά που βρισκόταν είχε γνωρίσει πολλούς που δεν ήθελαν να γίνουν γνωστοί.<br><br>-Ξέρεις γιατί βρίσκεσαι εδώ; <br>-Ναι, χρειάζεσαι κάποιον για να βρεις τον Ντονατέλλο.<br><br>Κούνησε το κεφάλι του καταφατικά και γύρισε προς τον Γκεράν. Άρχισαν πάλι να μιλούν ψιθυριστά και ο Squiggins διέκρινε την φράση “…πρέπει να μπανάρεις τον Ντονατέλλο από το φόρουμ , δεν γίνεται αλλιώς…”.<br><br>Μετά από αυτό κοίταξε γύρω του, στο ίδιο δωμάτιο βρισκόταν γύρω στα 20 άτομα + σερβιτόρες, δεν θα ήταν εύκολο. Το να βρεις τον Ντονατέλλο σε αυτό το πλήθος θα ήταν σαν να ψάχνεις μία πράσινη βελόνα σε ένα σωρό από γκίκουλες-άχυρα. Θα αναλάμβανε την δουλειά. Εξάλλου δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς, κάποιος ονόματι Πορά Τσο δεν άφηνε κανένα να φύγει από το μαγαζί τόσο εύκολα.<br><br>“Που πας; Φεύγεις; Πλήρωσες;”<br><br>Έπιασε αμέσως δουλειά και άρχισε να συνομιλεί με όσους βρισκόταν γύρω του σε μία προσπάθεια να ψαρέψει πληροφορίες. Ο Ντονατέλλο δεν άργησε να χτυπήσει.<br>Όταν ο Shredder έκανε να πιάσει μία χαρτοπετσέτα από το δοχείο βρήκε, σαν άλλο πιράνχα που περίμενε κάποιον να βάλει το χέρι του στο νερό, να τον περιμένει μία μπάλα με το πρόσωπο του Ντονατέλλο.<br><br>Είναι αρκετά καλός, σκέφτηκε o Squiggins. Έπιασε τον Shredder από το μπράτσο και του είπε:<br>“Δεν πρέπει να το αφήσουμε να περάσει έτσι, αυτό είναι μία προειδοποίηση , είναι το αντίστοιχο του να βρίσκεις ένα κεφάλι από άλογο στο κρεβάτι σου όταν ξυπνάς.”<br>Η προειδοποίηση αυτή ήταν άχρηστη, ο Shredder είχε γίνει ήδη παρανοϊκός. Οποιοσδήποτε έμπαινε στο κατάστημα βρισκόταν αντιμέτωπος με την ερώτηση.<br><br>-Εσύ είσαι ο Ντονατέλλο;<br>-Τι; Όχι ρε παιδιά, εγώ είμαι ο Tommas.<br><br>Ήξερε ότι έπρεπε να διπλασιάσει τις προσπάθειες του. Άρχισε να συζητά με ένα ναύτη που λεγόταν Γκρότενφ Ροντ, έναν άλλο τύπο, με αρκετά μαλλιά για τον ίδιο, τον Γκεράν και τον Φραπέ μαζί ονόματι Τεονίρ Βάνα, κάποιον που ακούει Ροτινγκ Κράιστ αλλά χρησιμοποιεί τον Παντελίδη για τις ύπουλες δουλειές του ονόματι Τομγ Αιγάλεω. Οι υπόλοιποι καθόταν αρκετά μακριά του και δεν είχε την ευκαιρία.<br><br>Όταν ο Τεονίρ έκανε να φύγει ο Γκεράν δεν τον άφηνε τόσο έυκολα, ποτίζοντας τον αλκοόλ και κάνοντας του διάλεξη για τα Highlands προσπάθησε να βρει όποια πληροφορία μπορούσε για τον Ντονατέλλο αλλά μάταια.<br><br>Το μοιραίο δεν άργησε να γίνει, όταν ο Shredder γύρισε να πάρει ένα σουβλάκι πάνω στην κανάτα με το μεταλλαξογόνο υγρό βρισκόταν η ίδια χαζοχαρούμενη φάτσα του Ντονατέλλο. Η οργή του Shredder ήταν ασταμάτητη, με μία γροθιά που θα ξάπλωνε και μία μεγάλη μύγα, από αυτές τις πράσινες, έστειλε την μπάλα με την φάτσα του Ντονατέλλο σε τροχιά. Ωστόσο πάνω στην οργή του δεν ήταν προσεκτικός. Η κανάτα με το μεταλλαξογόνο έπεσε πάνω στον Squiggins.<br><br>Την ίδια νύχτα ο Squiggins ένιωθε το μεταλλαξογόνο να του καίει τα σωθικά. Αφού πέρασε την τουαλέτα του Λέλου μία διακόσμηση από Duthac, χοιρινά συκωτάκια και τα δικά του συκωτάκια έπεσε να κοιμηθεί.<br><br>Το επόμενο πρωί τον βρήκε φρικτά παραμορφωμένο, τα χέρια του είχαν αντικατασταθεί από πλοκάμια, στο πρόσωπο του βρισκόταν πάλι πλοκάμια αλλά μικρότερα, ενώ δεν μπορούσε να μιλήσει παρά να αρθρώσει κραυγές όπως “ftaghn”,”R’lyeh” ή “Ρε μαλάκα Κρόνο σταμάτα να παίρνεις όλη την κουβέρτα”. Από τότε ο Shredder τον δέχτηκε στην συμμορία του και τον ονόμασε Καλαμάρη. Μία φονική μηχανή με μόνο μία σκέψη στο μυαλό της: “ΠΡΕΠΕΙ. ΝΑ. ΒΡΩ. ΤΟΝ. ΝΤΟΝΑΤΕΛΛΟ!” <br><span class="bbcode_spoiler">Και “Δεν πρέπει να χάσω το επόμενο μήτινγκ.” Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.</span><br>