REVIEWS
Trending

CARRION

Carrion my wayward son, there 'll be pieces when you are done

Το να χειριζόμαστε ένα τέρας σε ένα παιχνίδι δεν είναι κάτι καινούργιο. Το είχαμε ξαναδεί σε κάποιους τίτλους όπως το Tales from Space: Mutant Blobs Attack και το The Ooze (1995). Το Carrion της Phobia Game Studio έχει όμως όλα τα σωστά συστατικά για μια ιδανικά αποτρόπαια εμπειρία «αντίστροφου τρόμου» όπου αναλαμβάνουμε το ρόλο του κυνηγού και μακελεύουμε με δημιουργικούς τρόπους τα θύματα μας. Αναμφίβολα παραμένει μια σχετικά φρέσκια ιδέα που δεν έχουμε δει να υλοποιείται συχνά στο αγαπημένο μας χόμπι.

Ο ομότιτλος πρωταγωνιστής είναι μια άμορφη μάζα από σάρκα, στόματα, μάτια και (αρκετά) πλοκάμια και μοιάζει σαν μια μίξη της χλαπάτσας του The Blob (original ή remake) και του εξωγήινου οργανισμού από το The Thing (της εκδοχής του John Carpenter, φυσικά). Η αρχή του παιχνιδιού τον βρίσκει κλεισμένο σε μια δεξαμενή, σε ένα υπόγειο κέντρο ερευνών (πάντα έτσι δεν ξεκινάνε;). Από εκεί θα δραπετεύσει και τσακίζοντας ότι είναι στο διάβα του θα προσπαθήσει να βγει στον έξω κόσμο. Η ιστορία είναι διαποτισμένη από τις ταινίες τρόμου των 80’s (ακόμα και το φινάλε) και τις αναφορές στην ποπ κουλτούρα, ενώ είναι αρκετά λιτή. Δεν υπάρχει γραπτό κείμενο ή διάλογοι. Μόνο μέσα από κάποιες αναλαμπές θα δούμε γεγονότα του παρελθόντος και κυρίως το πως βρέθηκε το Βδέλυγμα στα χέρια των ανθρώπων. Αν και θα ήθελα περισσότερα στοιχεία για το lore, μπορώ να πω ότι η απέριττη προσέγγιση δε με ενόχλησε μιας και τη βρήκα ταιριαστή στην οπτική του ασυνήθιστου πρωταγωνιστή.

Στην αρχή είμαστε μικροί κι όχι ιδιαίτερα φρικαλέοι, αλλά τα πράγματα σύντομα θα αλλάξουν…

Το gameplay από την άλλη μεριά είναι πληθωρικό. Το Πράγμα ξεκινάει σχετικά μικρό κι ευάλωτο αλλά στην πορεία αποκτάει νέες ικανότητες που το κάνουν πιο επικίνδυνο για τους άμοιρους ανθρώπους που θα τολμήσουν να το σταματήσουν. Υπάρχουν 3 μορφές που ξεκλειδώνουν σταδιακά, η καθεμιά με τα δικά της μειονεκτήματα και πλεονεκτήματα. Η μικρότερη μπορεί να περάσει απαρατήρητη για λίγο από εχθρούς και lasers ασφαλείας και να εκτοξεύσει μια κολλώδη ουσία σαν ιστό για να αλληλεπιδράσει με αντικείμενα εκτός εμβέλειας. Η ενδιάμεση μπορεί να σπάσει περισσότερα εμπόδια που φράζουν περάσματα κλπ. και να αναπτύξει ακανθωτές προεξοχές για να χρησιμοποιήσει το σώμα της ως όπλο. Η μεγάλη είναι η πιο ανθεκτική στη ζημιά με την ασπίδα κερατίνης που διαθέτει ενώ μπορεί με τα πλοκάμια της να καταστρέψει ολόκληρα δωμάτια σε δευτερόλεπτα. Όπως και οι μορφές, έτσι και οι ξεχωριστές τους ιδιότητες δεν είναι διαθέσιμες από την αρχή αλλά αποκτούνται στην πορεία.

Όταν δεχόμαστε ζημιά, κομμάτια αποσπώνται και μικραίνει η μάζα μας μέχρι να επιστρέψουμε στην πρώτη μορφή… ή να μείνει τίποτα. Αν θέλουμε να αναπληρώσουμε την υγεία μας (και να ξαναμεγαλώσουμε), θα πρέπει να τραφούμε από τα θύματά μας, ζωντανά ή όχι δεν έχει σημασία. Τον παραπάνω μηχανισμό μπορούμε να τον χρησιμοποιήσουμε και σκοπίμως για να περάσουμε ένα σημείο όπου απαιτείται μια συγκεκριμένη ικανότητα του τέρατος, αλλά σε γενικές γραμμές δε θα χρειαστεί αυτό αφού υπάρχουν διάσπαρτες κοιλότητες με υγρό όπου μπορούμε να αποθέσουμε μέρος της μάζας μας (και να το ανακτήσουμε αργότερα αν θέλουμε). Κατά αντιστοιχία, στα σημεία που σώζουμε την πρόοδο μας, αναπληρώνεται η ζωή μας και γινόμαστε ξανά ένα φοβερό και τρομερό Shoggoth.

Τρία ξεχωριστά χρώματα στις κυψελίδες ζωής μας για κάθε μορφή που έχουμε, μία ενιαία μπάρα για όλες.

Οι περιοχές του Carrion διέπονται από έναν ελαφρύ Metroidvania τόνο. Αν και συνδέονται μεταξύ τους, το backtracking είναι λιγοστό και τις περισσότερες φορές το παιχνίδι μας κατευθύνει έμμεσα στο επόμενο μέρος που είναι διαθέσιμο. Το μόνο κίνητρο για εξερεύνηση είναι κάποιες αναβαθμίσεις του τέρατος (από μία σε κάθε περιοχή) που του δίνουν μεγαλύτερη ενέργεια για να να χρησιμοποιήσει κάποιες ισχυρές ικανότητες, περισσότερη αντοχή στη φωτιά κ.α. αλλά δεν είναι απαραίτητες για να ολοκληρώσουμε το παιχνίδι. Η δυσκολία του παιχνιδιού έχει άψογη κλιμάκωση. Αρχικά οι αντίπαλοι μας είναι λίγοι και πυροβολούν με πιστόλια. Αργότερα είναι περισσότεροι σε αριθμό και κάνουν την εμφάνιση τους κάποιοι με βαρύτερο εξοπλισμό όπως φλογοβόλα.

Δε λείπουν και οι μηχανικής φύσεως εχθροί, όπως drones και turrets, ενώ από τους πιο επικίνδυνους γενικά είναι τα mechs που μπορούν να μας κάνουν κομφετί σε ελάχιστο χρόνο. Στις περισσότερες περιπτώσεις το Carrion μας δίνει τη δυνατότητα να επιλέξουμε τον τρόπο δράσης μας, χωρίς αυστηρά να αποκλείεται κάποια προσέγγιση. Συνήθως ευνοείται η τακτική του «χτυπάω κι εξαφανίζομαι», ειδικά σε καλά φρουρούμενες περιοχές, αφού μια κατά μέτωπο επίθεση μπορεί να αποδειχθεί αυτοκτονία.

Χρησιμοποιώντας τούνελ και αεραγωγούς, περιμένουμε την κατάλληλη στιγμή για να χτυπήσουμε.

Η τεχνητή νοημοσύνη των αντιπάλων μας χωρίς να εντυπωσιάζει, επιτελεί καλά το έργο της για το βασικό stealth μηχανισμό του παιχνιδιού. Η αντίληψη τους βασίζεται τόσο στην όραση όσο και στην ακοή. Αν για παράδειγμα τραβήξουμε απαλά μια σχάρα σε έναν αγωγό δε θα αντιληφθούν κάτι, αλλά αν την τραβήξουμε απότομα και την πετάξουμε θα είναι σε επιφυλακή για κάποιο χρόνο, μέχρι να επιστρέψουν και πάλι στη ρουτίνα τους. Αν κατά την περιπολία τους δουν μέρος του σώματος μας, ακόμα κι αν είναι έστω ένα πλοκάμι αμέσως θα μας επιτεθούν. Αν χάσουν οπτική επαφή, αναμενόμενα χάνουν την εχθρική τους διάθεση και σταδιακά μας ξεχνάνε.

Στην αρχή δεν είναι ξεκάθαρο μέσα από ποιες επιφάνειες μπορούν να μας δουν ή όχι, αλλά μετά τις πρώτες ώρες γίνεται αρκετά σαφές. Μία από τις σημαντικότερες abilities που βρίσκουμε είναι το να μπορούμε να ελέγχουμε ανθρώπους (αρκεί να μην είναι διαμελισμένοι) σαν μαριονέτες. Είναι πολύ ικανοποιητικό να κρύβεσαι στις σκιές ενώ βάζεις τους εχθρούς σου να σφάζονται μεταξύ τους, να χρησιμοποιούν διακόπτες για να σου ανοίξουν το δρόμο κλπ. Οι περισσότερες ικανότητες που αναφέρθηκαν πιο πάνω χρησιμεύουν και στα περιβαλλοντικά puzzles που συναντάμε στο Carrion κι εδώ υπολογίζεται και η εκάστοτε μορφή που έχουμε καθώς π.χ. κάποια από αυτές μπορεί να είναι αδύνατο να αλληλεπιδράσει με συγκεκριμένα υλικά. Τα puzzles αυτά δίνουν την απαραίτητη ποικιλία στο gameplay και συνεισφέρουν ώστε να μην υπάρχει στασιμότητα.

Αναλαμβάνοντας τον έλεγχο ενός από τους αντιπάλους μας.

Ο βασικός τρόπος αλληλεπίδρασης με οτιδήποτε γύρω μας είναι τα συλληπτικά πλοκάμια του πλάσματος. Με αυτά μπορεί να αρπάξει τη λεία του, με αυτά επίσης και αντικείμενα στο περιβάλλον, είτε για να ανοίξει δρόμο ή να τα εκσφενδονίσει με μανία στα ανυποψίαστα θύματα του. Το αριστερό πλήκτρο του ποντικού είναι η κίνηση και το δεξί το άρπαγμα με τα πλοκάμια. Αυτό αφήνει ελεύθερο το σύρσιμο του mouse να ελέγχει την κίνηση τους. Δεν μπόρεσα να το συνηθίσω κι έτσι χρησιμοποίησα gamepad όπου η κίνηση της τερατόμορφης μάζας γίνεται απλά με τον αριστερό μοχλό, η κίνηση των πλοκαμιών με τον δεξιό και με το RT οι διάφορες βασικές ενέργειες.

Εδώ θεωρώ απαραίτητη την αναφορά στα animations που έχουν φτιάξει οι δημιουργοί. Έχω δει αμέτρητα pixel art παιχνίδια αλλά το Carrion με κατέβαλε εξαπίνης. Το πως κινείται ο σιχαμερός πρωταγωνιστής του είναι κάτι που δύσκολα περιγράφεται με λέξεις. Πλοκάμια και μέρος της μάζας του πάλλονται και εκτείνονται αυτόματα δεξιά κι αριστερά προκειμένου να βρουν επιφάνεια να προσκολληθούν. Όσο πιο προχωρημένη μορφή έχει το πλάσμα τόσο περισσότερο βάρος έχει η κίνηση του (φοβερή προσοχή στη λεπτομέρεια) και τόσα περισσότερα μέρη κινούνται σπασμωδικά κι ανεξάρτητα μεταξύ τους αλλά σε αρμονία με την ορμή του. Θα περίμενε κανείς ότι ο έλεγχος μιας οντότητας με τόσο στρεβλή ανατομία θα ήταν πονοκέφαλος αλλά οι μανούβρες στο περιβάλλον γίνονται με αφύσικη σβελτάδα και ακρίβεια.

Το έρπον Μακαρονοτέρας έρχεται για όλους μας! Πρέπει να τρε-ΑΑΑΑΓΓΚΚΚΧ

Τα sprites του τέρατος και των αντιπάλων μας έχουν αρκετή λεπτομέρεια, το ίδιο και τα περιβάλλοντα. Σε αντίθεση με τη χιουμοριστική προσέγγιση του Mutant Blobs Attack, το Carrion είναι βίαιο, αμετανόητο, κάφρικο και αποκρουστικό. Η αλήθεια είναι πως με τη Devolver Digital στο ρόλο του εκδότη, θα απογοητευόμουν για την επιλογή της αν το παιχνίδι δεν είχε αυτές τις… αρετές. Πάντως δε λείπουν εκείνες οι στιγμές που προκαλούν αβίαστα γέλιο όπως οι πρώτες φορές που εκτοξεύουμε βαριά αντικείμενα στους κακομοίρηδες που συναντάμε και βλέπουμε τα ragdoll physics ή τα διάφορα κομμένα μέλη και αντικείμενα που προσκολλούνται περιστασιακά πάνω μας. Μικρές αλλά όμορφες λεπτομέρειες υπάρχουν πολλές στο Carrion: λάμπες κινούνται στο πέρασμα μας, οθόνες και γραφεία διαλύονται αν περάσουμε με ταχύτητα, φυτά κυματίζουν όταν περνάνε από κοντά τους, το αίμα που αφήνει πίσω του σε κάθε επιφάνεια το πλάσμα κ.α. Η μουσική είναι κι αυτή ιδανική για το παιχνίδι. Οι πομπώδεις και μεγαλοπρεπείς συνθέσεις που κυριαρχούν στους χώρους-hubs μεταξύ των περιοχών εναλλάσσονται με ηλεκτρονικές Καρπεντερικές (sic) νότες που προμηνύουν το παιχνίδι μεταξύ γάτας και ποντικών.

Πήρα και κάτι ενθύμια για το σπίτι.

Κλείνοντας, θα πρέπει να επισημάνω ότι το παιχνίδι δε διαθέτει κάποιο χάρτη, κάτι που προσμετράται στα αρνητικά του παιχνιδιού. Αν και το Carrion είναι σχετικά σύντομο, με διάρκεια που φτάνει τις 6-7 ώρες δεν αποκλείεται να υπάρξει κάποια στιγμή που αποφασίσατε να τσεκάρετε αν είναι προσβάσιμη μια προηγούμενη περιοχή και να χαθείτε στο πήγαινε-έλα. Το σημαντικό πρόβλημα προκύπτει αν δεν παίξετε το παιχνίδι σε κοντινά διαστήματα και σε αυτή την περίπτωση ούτε η καλή μνήμη θα σας βοηθήσει. Η διάρκεια του παιχνιδιού ίσως να μπορούσε να είναι λίγο μεγαλύτερη και αυτό μπορεί να θεωρηθεί αρνητικό, αλλά για κάποιον με περιορισμένο χρόνο για gaming, η αφαίρεση του περιττού λίπους είναι ευλογία. Αυτή τη στιγμή το παιχνίδι βρίσκεται στο Xbox Game Pass για PC, οπότε υπάρχει μια καλή εναλλακτική αν η τιμή του σας φαίνεται ακριβή. Όπως και να ‘χει, δείτε το και δε θα χάσετε.

Πόση σάλτσα θέλετε στο Spaghetti Monster σας:

Human casualties - 85%

85%

Πολλή!

Ανατριχιαστικό, γκροτέσκο αλλά πάνω από όλα διασκεδαστικό, το Carrion είναι ένα από τα πιο ευφάνταστα παιχνίδια που είδαμε τον τελευταίο καιρό και δείχνει για ακόμη μία φορά το ανήσυχο πνεύμα και την δημιουργικότητα των ανεξάρτητων δημιουργών.

Παναγιώτης Μητράκης

Τέκνο των 80's, ξεκίνησε τη gaming πορεία του με coin-ops και το κλασικό Game Boy. Ξαπόστασε στο αγαπημένο του SNES και ήρθε σε επαφή με το PC gaming το 1998, με παιχνίδια-σταθμούς όπως Half-Life και Baldur's Gate. Δε λέει όχι σε (σχεδόν) κανένα είδος αλλά έχει μια προτίμηση σε RPG και survival horror και προσπαθεί να μυήσει κι άλλους στα Silent Hill, τα S.T.A.L.K.E.R. και τις δημιουργίες της Looking Glass και της Obsidian.

9 Comments

  1. Καλά, βασικά τρολάρω με το not sure if serious. Αλλά έχει γυρίσει κορυφαίες ταινίες ο κερατάς, The Thing (που κρατιέται άριστα και 100%, είδες τι κάνουν τα practical effects; Αν ήταν CGI, σήμερα δεν θα βλεπόταν), Halloween, The Fog, They Live, και το ακόμα πιο υπερκάλτ In the Mouth of Madness, δεν μπορώ να ξεχωρίσω.

  2. Το οποίο The Thing μάλιστα το λες και υπερπαραγωγή σε σχέση με τα περισσότερα έργα του που δεν ξεπερνούσαν τις 500 χιλιάδες με 1 εκ. budget, που είναι αστεία χαμηλό ποσό για ταινία ακόμα και για τότε…

    [MEDIA=youtube]btAkCnnkLIc[/MEDIA]

  3. Διαβάζοντας αυτά τα posts σας, έβαλα κι εγώ το The Thing του 1982 μέσα στο Σ/Κ. Είδα ήδη δει αυτό του 2011 παλιότερα και δεν ήξερα καν την ύπαρξη της ταινίας του ’82. Πράγματι πολύ καλά τα γραφικά της ταινίας για εκείνη την εποχή. Και πολύ μ’ άρεσε που ουσιαστικά η ταινία του ’11 τελειώνει ακριβώς όπως άρχιζε η ταινία του ’82, με το κυνήγι του σκυλιού. Αν υπάρχει ένα πράγμα που με χάλασε στην ταινία του ’82 ήταν το να βλέπω τον πρωταγωνιστή στη μέση της Ανταρκτικής να φοράει καουμπόϊκο καπέλο, και να έχει περίστροφο και σφαίρες στη ζώνη. Εντάξει, καρα-καλτ. Αυτά δεν γίνονται στην εποχή μας!

Αφήστε μια απάντηση

Related Articles

Back to top button
elEL