BETRAYER
Πριν από μερικούς μήνες, η Blackpowder Games, μια νεοσύστατη ομάδα προγραμματιστών, με πρότερη εμπειρία στους κορυφαίους τίτλους της Monolith (μιλάμε για το πρώτο FEAR και τα NOLF φυσικά) είχε κυκλοφορήσει μια πρώιμη έκδοση ενός νέου horror FPS ονόματι Betrayer, μέσω του Early Access προγράμματος του Steam, το οποίο τράβηξε τη προσοχή σε αρκετό κόσμο, χάρη στο πρωτότυπο εικαστικό τομέα του.
Κατόπιν απόλυτης σιωπής αρκετών μηνών, σε σημείο να πιστεύει κανείς ότι το project είχε εγκαταλειφθεί, η Blackpowder ανακοίνωσε μέσα από τη σελίδα της την ολοκλήρωση του παιχνιδιού, γεγονός που μας χαροποίησε ιδιαίτερα, καθώς το παιχνίδι, ακόμα και σε εκείνο πρώιμο στάδιο, έδειχνε πολλά υποσχόμενο και ενδιαφέρον. Εν τέλει όμως, καταφέρνει να ανταποκριθεί στις προσδοκίες που δημιούργησε;
CONQUISTADORES, HUNGRY FOR GOLD…
Για όσους δεν είχαν διαβάσει το Early Access Preview που είχαμε κάνει τον περασμένο Οκτώβριο, ακολουθεί μια σύνοψη του περί τίνος πρόκειται: βρισκόμαστε σε μια αποικία της Virginia του 17ου αιώνα, όπου ο ανώνυμος πρωταγωνιστής μας ξυπνά σε μία από τις ακτές της, μη ενθυμούμενος τι έχει προηγηθεί και για ποιο λόγο ναυάγησε το πλοίο στο οποίο βρισκόταν. Σύντομα ανακαλύπτετε ότι το συμβάν με το πλοίο είναι το μικρότερο από τα προβλήματα που θα σας απασχολήσουν, καθώς η περιοχή, αντί για χαρούμενους αποίκους και ιθαγενείς, είναι γεμάτη με καταχθόνιους undead conquistadores, που πρώτα πυροβολούν και μετά κάνουν ερωτήσεις. Μια μυστηριώδης γυναίκα με κόκκινο μανδύα αποτελεί, όπως φαίνεται, το μοναδικό άνθρωπο (;) που έχει διάθεση να επικοινωνήσει μαζί σας, έστω και με τον ολίγον τι ανόρθοδοξο τρόπο της αποστολής μηνυμάτων δεμένων πάνω σε βέλη. Σύντομα, μόλις επισκεφθείτε το πρώτο ερημωμένο οχυρό, θα είστε σε θέση να πείτε μια-δυο κουβέντες μαζί της, οι οποίες όμως δεν βγάζουν ιδιαίτερο νόημα, όπως και τα περισσότερα πράγματα που συμβαίνουν στη περιοχή.
Απο’δω και στο εξής, το Betrayer δε πρόκειται να σας κάνει καμία άλλη υπόδειξη: η έρευνα για να ανακαλύψετε τι συμβαίνει στη περιοχή, ποιος είναι ο ρόλος της γυναίκας αυτής και γιατί σας κυνηγούν νεκροζώντανοι, προκύπτει αποκλειστικά από την προσεκτική εξερεύνηση του χώρου και τη συλλογή ευρημάτων και πληροφοριών. Ξεχάστε λοιπόν τυχόν objectives/quests ή οποιαδήποτε άλλη “ευκολία”: κάθε note ή clue που εντοπίζετε θα πρέπει να το αποκρυπτογραφήσετε μόνοι σας για να βγάλετε άκρη τόσο με τα τεκταινόμενα όσο και με το τι πρέπει να κάνετε στη συνέχεια.
Ακούγεται ενδιαφέρον; Σίγουρα, και ως ένα σημείο το παιχνίδι κατορθώνει να κινήσει έντονα τη περιέργεια του παίκτη με το πέπλο μυστηρίου που το καλύπτει, αλλά δυστυχώς η προσπάθεια της Blackpowder σκοντάφτει σε καίριους τομείς του gameplay, εμποδίζοντας το να λάμψει πραγματικά.
THE LISTENER
Το Betrayer είναι ένα (ημί) open-world FPS/adventure με πολλά στοιχεία horror, όπου περιπλανιέστε ελεύθερα στο χώρο, συλλέγοντας στοιχεία και πολεμώντας τους αρκετά επικίνδυνους conquistadores που κατακλύζουν τη περιοχή. Οσο εξερευνάτε τη περιοχή, ανακαλύπτετε waypoints που λειτουργούν, συνήθως, ως ορμητήρια και εκεί μπορείτε να μεταφερθείτε άμεσα μέσω του χάρτη (εφόσον δεν υπάρχουν εχθροί τριγύρω) και να ανανεώσετε τον εξοπλισμό σας από τον ανάλογο έμπορο/φάντασμα ή να αναπληρώσετε την υγεία σας.
Η συλλογή πληροφοριών πραγματοποιείται βρίσκοντας πεταμένες σημειώσεις ή ευρήματα σε διάφορα σημεία του χάρτη, τα οποία καταγράφονται στο journal σας και μέσω αυτού συνθέτετε τα κομμάτια του παζλ της ιστορίας. Η αλήθεια όμως ότι τα περισσότερα στοιχεία που εντοπίζετε δίνουν μικρές εώς πολύ αόριστες εξηγήσεις και θα χρειαστούν να περάσουν μερικές ώρες παιχνιδιού εώς ότου μπορέσετε να βγάλετε κάποιο νόημα. Τα πράγματα περιπλέκονται ακόμα περισσότερο όταν ανακαλύψετε ότι έχετε τη δυνατότητα να μεταφέρεστε στο ζοφερό κόσμο των πνευμάτων, χτυπώντας την εκάστοτε καμπάνα στα οχυρά που επισκέπτεστε. Στη περίπτωση αυτή, εκτός από το σκοτάδι που συνοδεύει κάθε σας βήμα και τους διαφορετικούς τύπους εχθρών που σας περιμένουν (κυρίως σκελετοί), νέα στοιχεία βγαίνουν στην επιφάνεια, ενώ έχετε πλέον τη δυνατότητα να επικοινωνήσετε με μερικά πνεύματα, τα οποία συνήθως έχουν μια ιστορία να πουν και ένα θέλημα τους να ολοκληρώσετε.
Επειδή έως τώρα, χωρίς κάποια βοήθεια, θα ήταν βέβαιο ότι θα χάνατε τα αυγά και τα πασχάλια, αν μάλιστα συνυπολογίσετε ότι οι χάρτες του παιχνιδιού είναι λίγο μεγάλοι και μοιάζουν αρκετά μεταξύ τους, οι άνθρωποι της Blackpowder αποφάσισαν να ενσωματώσουν ένα λίγο ανατριχιαστικό τρόπο καθοδήγησης που, ναι μεν δε σας βαστάει από το χεράκι, αλλά δε σας προσφέρει και τη λύση στο πιάτο. Ο ήρωας λοιπόν έχει τη δυνατότητα να αφουγκράζεται τα πνεύματα, οπότε αν πατήσετε το ανάλογο κουμπί, ακούτε από τα ηχεία σας κάποιες απόκοσμες φωνές. Οσο πιο κοντά ακούγονται, τόσο πλησιέστερα βρίσκεστε σε κάποιο point of interest όπου μπορείτε να δράσετε, είτε αυτό λέγεται αντικείμενο είτε κάποιο ανήσυχο πνεύμα που θέλει να βρει γαλήνη. Η λεγόμενη “Listen” δυνατότητα έχει τεράστια χρησιμότητα όταν έχετε χτυπήσει τη καμπάνα και βρίσκεστε στο κόσμο των πνευμάτων, καθώς τότε θα μπορέσετε πολύ πιο εύκολα να εντοπίσετε τη πηγή του κακού σε κάθε χάρτη και να την εξουδετερώσετε. Δε θέλω να δώσω άλλα spoilers για το πως θα το κάνετε αυτό, σας αφήνω να το ανακαλύψετε μόνοι σας.
Σε θέματα λοιπόν ατμόσφαιρας και μυστηρίου, το Betrayer παίρνει σχεδόν άριστα, καθώς, σε συνδυασμό με το ιδιαίτερο ασπρόμαυρο στυλ γραφικών του, χτίζει επιτυχημένα ένα αργό, σκοτεινό και απόκοσμο προφίλ, μακριά από τυχόν χαζά «scary jumps» και έντονη βία στιγμιαίου εντυπωσιασμού. Σε θέματα gameplay όμως, το Betrayer αρχίζει να χωλαίνει και να χαλάει τις αρχικές πολύ καλές εντυπώσεις που αφήνει.
Κατ’αρχήν οι μάχες είναι ελαφρώς απογοητευτικές. Στηρίζονται υπερβολικά στο stealth στοιχείο, του οποίου δυστυχώς η υλοποίηση δεν πείθει. Η καλύτερη τακτική είναι να είστε συνεχώς σκυφτός, να κινείστε, κατά προτίμηση, όταν φυσάει ο άνεμος και να χτυπάτε πισώπλατα με το μαχαίρι σας ή από μακριά με το τόξο σας τους ανυποψίαστους conquistadores, οι οποίοι αντιδρούν μάλλον αλλοπρόσαλλα στη παρουσία σας. Μπορεί τη μία στιγμή να βρίσκεστε σχεδόν δίπλα τους και να μη σας παίρνουν πρέφα, ενώ την αμέσως επόμενη να σας εντοπίζουν από μέτρα μακριά. Το χειρότερο συμβαίνει όταν ένας από αυτούς καταφέρει να σας αντιληφθεί, καθώς τότε αυτομάτως όλοι όσοι βρίσκονται στη περιοχή γνωρίζουν τη θέση σας και σας χτυπούν με εκνευριστική ευστοχία. Στη περίπτωση αυτή, το καλύτερο που έχετε να κάνετε είναι να τρέξετε μακριά, με την ελπίδα να μη σας ακολουθήσουν όλοι μαζί, γιατί διαφορετικά ο θάνατος είναι σχεδόν βέβαιος.
Εξάλλου, ο εξοπλισμός που διαθέτετε δεν σας επιτρέπει να προχωρήσετε σε face-to-face συμπεριφορές, καθώς το τόξο είναι σχετικά αδύναμο και προτείνεται μόνο για αθόρυβη χρήση, το crossbow δυνατό αλλά αργό, το tomahawk είναι μιας χρήσης, ενώ τα μουσκέτα και τα πιστόλια επαναγεμίζουν τόσο αργά που μπορείτε να πεταχτείτε άνετα για καφέ και να ξαναγυρίσετε. Αν και θα βρείτε καλύτερο εξοπλισμό και κάποια φυλαχτά που βελτιώνουν ελαφρά τις επιδόσεις σας, ποτέ δε θα νιώσετε ασφαλείς ενάντια στους conquistadores, οπότε θα χρειαστεί να είστε διπλά προσεκτικοί και να ελπίζετε ότι η ΑΙ θα αντιδράσει “σωστά” στις κινήσεις που έχετε σχεδιάσει. Αλλωστε ο θάνατος κοστίζει αρκετά στο παιχνίδι, καθώς μόλις χάσετε και ξαναζωντανέψετε στο πλησιέστερο waypoint, θα χρειαστεί να επιστρέψετε στο σημείο θανάτου σας για να πάρετε πίσω τα χρήματά σας, διαφορετικά χάνονται δια παντός. Κατά τη γνώμη μου, το α λά “Dark Souls” σύστημα θανάτου δεν ταιριάζει καθόλου στο παιχνίδι και το μόνο που πετυχαίνει είναι να σας καθυστερεί, καθώς εννιά στις δέκα φορές θα επιστρέψετε στο σημείο που ήσασταν σαν κύριος, μιας και κατά πάσα πιθανότητα οι εχθροί σας δε θα σας αντιληφθούν καθόλου, αν πάτε ως εκεί σκυφτός.
Το δεύτερο σημείο που απογοητεύει το Betrayer είναι στο σχεδιασμό της δράσης. Μετά τις δύο πρώτες αναγνωριστικές ώρες, θα διαπιστώσετε ότι η δράση ακολουθεί συνεχώς το ίδιο μοτίβο σε κάθε χάρτη που επισκέπτεστε, το οποίο σχετίζεται με κάποια κακόβουλα totem και την ασταμάτητη χρήση του κουμπιού “Listen”. Αυτή η συνεχής επανάληψη στους μηχανισμούς του πολύ πιθανόν να σας κουράσει, η οποία εντείνεται εξαιτίας των απελπιστικά όμοιων και “άδειων” περιβάλλοντων, καθώς ενδέχεται να περπατάτε για αρκετή ώρα χωρίς να συμβαίνει απολύτως τίποτα, και των μετρημένων στα δάχτυλα τύπων εχθρών (στο “κανονικό” κόσμο και μη), δείγμα του μάλλον περιορισμένου budget που είχαν στη διάθεσή τους οι άνθρωποι της Blackpowder Games.
Αυτό λοιπόν που θα αναλάβει να κρατήσει ισχυρό το ενδιαφέρον σας μέχρι τέλους (γύρω στις επτά με οκτώ ώρες διάρκεια) είναι η υπέροχη ατμόσφαιρά του και το μυστήριο του να μάθετε τι συμβαίνει επιτέλους στην αποικία αυτή, έστω και αν κάποιες φορές τα πράγματα δεν είναι τόσο ξεκάθαρα…
MISLEADER, YOU TWISTED THINGS TO SATISFY
Τεχνικά το Betrayer είναι αρκετά αξιόλογο. Αν εξαιρέσει κανείς τη προαναφερθείσα μικρή ποικιλία στα περιβάλλοντα, οπτικά σε κερδίζει αμέσως με την εικαστική του άποψη και τους απόκοσμους χαρακτήρες του, ενώ ιδιαίτερη μνεία αξίζει στο εφφέ του ανέμου, που είναι πανέμορφο και γεμίζει με ζωή έναν σχεδόν νεκρό κόσμο. Αν για κάποιο λόγο δεν σας ενθουσιάζει ο ασπρόμαυρος (με μερικές πινελιές από πορφυρό) κόσμος του παιχνιδιού, μπορείτε να προσθέσετε κανονικά χρώμα μέσω της σχετικής επιλογής, αλλά τότε χάνετε τη μισή ατμόσφαιρα και πιστέψτε με, δεν το θέλετε. Σχετικά με τον ήχο, το Betrayer περιλαμβάνει μεν ελάχιστα μουσικά κομμάτια, αλλά στηρίζεται κυρίως στους θορύβους της φύσης και τις κραυγές/μουγκριτά των εχθρών, που αν δοκιμάσετε να τα ακούσετε βράδυ με ακουστικά, τότε ετοιμαστείτε για αλλαγή εσωρούχων.
Συνοψίζοντας, το Betrayer σε καμία περίπτωση δεν είναι κακό παιχνίδι, αλλά ούτε και αυτό που θα περίμενε κανείς από δημιουργούς με τέτοιο παρελθόν. Αν ενδιαφέρεστε για ένα αξιόλογο horror/adventure/FPS (όλο αυτό μαζί) με μεγάλες δόσεις εξερεύνησης και μυστηρίου, τότε αξίζει τη προσοχή σας, διαφορετικά δείτε το κάπου πριν επενδύσετε.
Pros
- Η εξαιρετική, από κάθε άποψη, ατμόσφαιρά του
- Η “δε-σε-παίρνω-από-το-χεράκι” δομή της δράσης του
- Καλός τεχνικός τομέας, ιδίως το ηχητικό κομμάτι
Cons
- Επαναλαμβανόμενος σχεδιασμός δράσης
- Ομοια, “άδεια” περιβάλλοντα και μικρή ποικιλία εχθρών
- Κάτω του αναμενομένου μάχες
Nice.
Ωραίο review!Επιτέλους, παιχνίδι που σε αφήνει-προκαλεί να το ανακαλύψεις.
Η μικρή ποικιλία εχθρών δεν νομίζω πως είναι κάτι κακό για το συγκεκριμένο setting, και από την στιγμή που η ΑΙ λειτουργεί τόσο αλλοπρόσαλλα, μάλλον είναι θετικό πως έχεις λίγους αντιπάλους, και μεγάλο χώρο για να την κάνεις με ελαφρά όταν ζορίσει η κατάσταση.
Το εικαστικό πρέπει να είναι πολύ προσεγμένο από ότι βλέπω, ιδιαίτερο, και όπως πρέπει.
Αν με χαλάει κάτι, είναι αυτό που λές για το “κόστος θανάτου”. Κατά τα άλλα, μάλλον επίτηδες έχεις αδύναμα όπλα, η ανασφάλεια είναι βασικό στοιχείο του σωστού Horror, no;
Το κακό με τη μικρή ποικιλία εχθρών είναι ότι όλες οι μάχες καταλήγουν στο ίδιο μοτίβο. Στο spirit world υπάρχει μια μικρή διαφοροποίηση (το stealth είναι λιγότερο χρήσιμο και λιγότερο αποτελεσματικό), αλλά και πάλι, η εμπειρία συνολικά δεν διαφέρει ιδιαίτερα από το “real”.
Όσον αφορά τα αδύναμα όπλα, συμφωνώ ότι έγινε επίτηδες και δεν με ενόχλησε ιδιαίτερα, πλην ελαχίστων περιπτώσεων που καλούμαστε να πολεμήσουμε “ανοιχτά” τους conquistadores. Εκεί να δεις γέλια.:)
Η Τactical προσέγγιση “του φευγάτου η μάνα” εννοείς,έ; 🙂
Μέθοδος αλάνθαστη εις τους αιώνας των αιώνων.:)
πολλα απντεητς και μερικα εχπανσιον θελει για να παρει 90αρι :p [το γκεημ ειναι βασισμενο στο Roanoke Lost Colony που ειχε ”γινει”]
Βασικά ναι, μερικά updates τα ήθελε ακόμα. Αν είχε επίσης και κάποιο μεγάλο publisher από πίσω να ρίχνει ζεστό “χρήμα”, τότε θα μιλούσαμε για άλλο επίπεδο.
Για όσους το “ψήνουν”, το νέο patch αλλάζει/προσθέτει μερικά πραγματάκια. Υπάρχει επιλογή για ακόμα ευκολότερους (ή δυσκολότερους :p) εχθρούς, να μη πέφτει το loot μετά από κάθε θάνατο, οι αντίπαλοι πλέον δε σε εντοπίζουν από χιλιόμετρα κλπ. Περισσότερες πληροφορίες εδώ (”http://steamcommunity.com/app/243120/discussions/1/558751813430454292/”).
εγω παντως πιστευω οτι σχετικα νωρις βγαλανε το γκεημ
Quite interesting!