Μα δεν είναι τωρινή ιστορία οι παράνομες επαναπροωθήσεις και τα αίσχη που διαπράττονται από ένστολους φίλε μου.
Αντιγράφω από το pontiki.gr
Στην έκθεση - κόλαφο για την Ελλάδα, που έδωσε πριν από λίγες ημέρες στη δημοσιότητα η Διεθνής Οργάνωση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα Pro Asyl, παρουσιάζονται μέσα από τις μαρτυρίες συνολικά 90 θυμάτων (ανάμεσά τους 12 γυναίκες, τρεις σε προχωρημένη εγκυμοσύνη, τρεις μόνες μητέρες με τα παιδιά τους, καθώς και τρεις ανήλικοι που ταξίδευαν ασυνόδευτοι) οι συστηματικοί βασανισμοί στους οποίους υπόκεινται πολλοί από τους πρόσφυγες που πέφτουν στα χέρια των ελληνικών αρχών, καθώς και οι συστηματικές παράνομες επαναπροωθήσεις στα χερσαία και υδάτινα ελληνοτουρκικά σύνορα.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι από τον Αύγουστο του 2012 έχουν επαναπροωθηθεί παράνομα στην Τουρκία τουλάχιστον 2.000 πρόσφυγες από τη Συρία, το Αφγανιστάν και την Ερυθραία, πολλοί από τους οποίους επιχειρούν ξανά να περάσουν στην Ελλάδα. Στην πολυσέλιδη αναφορά γίνεται λόγος για συστηματική καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τους Έλληνες συνοροφύλακες και λιμενικούς, με βασανισμούς, κακοποιήσεις, ταπεινωτικές συμπεριφορές, ακόμη και ληστείες εις βάρος των προσφύγων!
Οι μαρτυρίες πολλών από τα θύματα που μίλησαν στους ερευνητές της Pro Asyl είναι συγκλονιστικές και καταγράφουν με τον πιο γλαφυρό τρόπο την κτηνωδία ορισμένων στελεχών της ελληνικής ακτοφυλακής.
Μαρτυρία 1
«Κόλλησαν τα αυτόματα στο μέτωπο γυναικών και παιδιών και μας λήστεψαν». Εξηνταπεντάχρονος Σύρος πρόσφυγας με μεταστατικό καρκίνο. Στις 19 Αυγούστου εντοπίστηκε μαζί με δεκάδες άλλους πρόσφυγες σε ακυβέρνητο φουσκωτό (είχε «σπάσει» η μηχανή) σε ελληνικά ύδατα, ανοικτά της Σάμου.
«Ήταν επτά το απόγευμα, όταν μας εντόπισε το σκάφος του λιμενικού. Πίστευα πως θα μας βοηθούσαν, αλλά αποδείχθηκε το χειρότερο απόγευμα της ζωής μου. Κάποιος από τους λιμενικούς πήδησε στο σκάφος μας και άρχισε να ψάχνει τις γυναίκες. Τους έπιανε το στήθος... Άρχισε να ουρλιάζει και κόλλησε το όπλο στο μέτωπό μας. Ακόμα και σε γυναίκες και παιδιά!
Οι γυναίκες και τα παιδιά άρχισαν να κλαίνε, αλλά οι λιμενικοί μας φώναζαν να σωπάσουμε, αλλιώς θα μας σκότωναν όλους. Μια ηλικιωμένη γυναίκα είχε κρύψει λίγα δολάρια στον στηθόδεσμό της. Τα άρπαξαν. Μας πήραν τα κινητά, τα ρούχα, τα διαβατήρια, τις ταυτότητες και τα πέταξαν στη θάλασσα.
Αφού τέλειωσαν, έδεσαν με μεταλλικούς γάντζους τα φουσκωτά στο σκάφος τους και μας ρυμούλκησαν έως τα τουρκικά παράλια, όπου μας παράτησαν έως ότου μας εντοπίσει η τουρκική ακτοφυλακή».
Μαρτυρία 2
«Μας ξεγύμνωσαν και πέταξαν τα κινητά στη θάλασσα». Ο Y.H. (35 χρόνων) από τη Συρία, μαζί με άλλους 50 πρόσφυγες από τη Συρία και την Ερυθραία, στοιβαγμένοι σ’ ένα φουσκωτό, εντοπίστηκαν από σκάφος της ελληνικής ακτοφυλακής λίγα ναυτικά μίλια ανοικτά της Σάμου στις 22 του περασμένου Αυγούστου.
«Ήταν 10 το πρωί όταν μας εντόπισε το σκάφος της ελληνικής ακτοφυλακής.
Διέκρινα τουλάχιστον 10 λιμενικούς. Δύο από αυτούς είχαν καλυμμένα τα πρόσωπά τους με κουκούλες full face. Μας είπαν να σταματήσουμε, να σηκώσουμε ψηλά τα χέρια και να μην κουνηθούμε. Στη συνέχεια μας προσέγγισε και ένα δεύτερο σκάφος, όπου οι λιμενικοί είχαν όλοι τα πρόσωπά τους καλυμμένα και κρατούσαν στα χέρια αυτόματα. Σημαδεύοντάς μας, μας είπαν να επιβιβαστούμε στο σκάφος ένας - ένας με τα χέρια ψηλά. Όποιος έμπαινε τον χτυπούσαν στο κεφάλι με τις λαβές των όπλων. Δεν χτύπησαν μόνο τις γυναίκες και τα παιδιά.
Μας πήραν τα ρούχα και τα κινητά και τα πέταξαν στη θάλασσα. Αφαίρεσαν τη μηχανή και τα κουπιά της βάρκας μας και αφού μας διέταξαν να γυρίσουμε πίσω, μας παράτησαν εκεί γυμνούς. Λίγη ώρα αργότερα μας εντόπισε ένα σκάφος της τουρκικής ακτοφυλακής».
Μαρτυρία 3
Φαρμακονήσι. Το Φαρμακονήσι θεωρείται στρατιωτική ζώνη και στη βραχονησίδα υπάρχει φυλάκιο του Πολεμικού Ναυτικού. Στις 8 του περασμένου Αυγούστου δύο φουσκωτά δουλεμπορικά με συνολικά 42 Σύρους πρόσφυγες, ανάμεσά τους παιδιά, μια έγκυος γυναίκα και ένα βρέφος λίγων μηνών, προσέγγισαν το μικρό νησί προερχόμενα από τα τουρκικά παράλια.
«Μόλις φτάσαμε στην ελληνική ακτή, μας περίμενε ένα σκάφος της ακτοφυλακής, όπου όλοι οι επιβαίνοντες σε αυτό φορούσαν μαύρα ρούχα, κουκούλες και ήταν οπλισμένοι. Ένας απ’ αυτούς κρατούσε ένα ξύλινο ρόπαλο. Μας διέταξαν να βγούμε στη στεριά. Μας έδεσαν τα χέρια πισώπλατα και μας διέταξαν να καθίσουμε οκλαδόν. Φώναζαν και μας έβριζαν και αυτός με το ρόπαλο άρχισε να χτυπά και να κλοτσά έναν από εμάς. Του έσπασαν το πόδι... Είπαν πως ήταν ο δουλέμπορος. Προσπαθούσαμε να τους πούμε πως είμαστε όλοι Σύροι πρόσφυγες και οι δουλέμποροι μας είχαν εγκαταλείψει, αλλά δεν μας πίστευαν».