“Η βίλα δείχνει έρημη. Σύμφωνα με τον εργοδότη μου, πρόκειται για μια καλή ευκαιρία να ψάξω με την ησυχία μου για περισσότερες πληροφορίες γύρω από την μυστήρια αυτή οργάνωση, η οποία έχει απλώσει τα γλοιώδη πλοκάμια της ανά την υφήλιο. Αν και η έννοια «συναίσθημα» δεν συναντάται πουθενά στο λεξιλόγιο μου, η παραθαλάσσια βίλα, που όσο πλησιάζω, γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη στα μάτια μου, είναι δίχως άλλο εντυπωσιακή. Και επικίνδυνη, θα προσέθετα, καθώς φυλάσσεται περιμετρικά από τέσσερις κάμερες, δείγμα του ότι ο ιδιοκτήτης δεν επιθυμεί κανέναν απρόσκλητο επισκέπτη.
Το πρόβλημα όμως είναι ήσσονος σημασίας, καθώς μία βολή από το πιστόλι μου είναι αρκετή για να τις θέσει εκτός λειτουργίας. Ευτυχώς, συναγερμός δεν υφίσταται. Πολύ βολικό και ευγενικό εκ μέρους του. Όμως, οι πόρτες είναι όλες κλειδωμένες και, ως συνήθως, δεν πήρα μαζί μου το αντικλείδι. Κάθε φορά τα ίδια. Δεν πειράζει όμως, θα την βρω την άκρη. Χμ… μα φυσικά, η είσοδος του γκαράζ λειτουργεί με ηλεκτρονική κλειδαριά. Ένα μικρό βραχυκύκλωμα και η γκαραζόπορτα είναι ορθάνοιχτη.
Τι είναι αυτά; Πτώματα; Θα πρέπει να βασανίστηκαν πολύ μέχρι να αφήσουν την τελευταία τους πνοή. Δεν υπάρχουν ταυτότητες πάνω τους για να εξακριβώσω αν εξυπηρετούν το σκοπό μου, οπότε συνεχίζω την αποστολή μου. Άλλωστε δεν πρέπει ν’ αφήσω το παραμικρό ίχνος της παρουσίας μου εκεί, διαφορετικά η αξιολόγηση από τον εργοδότη μου θα είναι αμείλικτη.
Μια μικρή έρευνα στα ράφια του γκαράζ, μου προσέφερε μόνο μία ληγμένη κονσέρβα και ένα κουτί ποντικοφάρμακο. Τα πήρα, γιατί ποτέ δεν ξέρεις αν θα χρειαστούν. Ούτως ή άλλως το κοστούμι μου έχει μεγάλες τσέπες. Η πρώτη βόλτα στη τραπεζαρία απεδείχθη άκαρπη. Μερικά ποτήρια και κούπες χρησιμοποιημένες και μία εφημερίδα με άχρηστες πληροφορίες – γνωστή η μανία των δημοσιογράφων να παραφουσκώνουν τις ειδήσεις τους για να γεμίσουν σελίδες. Στη κουζίνα, η κατάσταση δεν διέφερε και πολύ: μια φρουτιέρα, ένα βαθύ πιατάκι γεμάτο ζάχαρη και τσάι. Προφανώς, θα πρέπει να κοιτάξω στον επάνω όροφο, συνήθως οι πλούσιοι και εκκεντρικοί τύποι εκεί φυλούν τα μυστικά τους.
Και είναι όπως ακριβώς το φαντάστηκα: ένα laptop αναμμένο, χωρίς καν screen saver, να περιμένει να του εισάγω ένα USB flash. Παράξενο να μου ζητάει κάτι τέτοιο, αλλά θα το βρω, έχω όλο το χρόνο να ψάξω. Ο εργοδότης μου όμως είναι διαβασμένος: μέσω της ενδοεπικοινωνίας μας, μου αναφέρει ότι στο σπίτι αυτό υπάρχουν κρυφά δωμάτια. Και μάλιστα πολύ κοντά από το σημείο που βρίσκομαι. Πραγματικά, η τεχνολογία των δορυφόρων έχει φτάσει σε απελπιστικά ανεπτυγμένο επίπεδο ακριβείας.
Ένα γύρισμα στο τεράστιο κάδρο του τοίχου και το κρυφό δωμάτιο ξεδίπλωσε τις αρετές του. Εκεί υπήρχε ένα οπλοστάσιο με όπλα διαφόρων ειδών, ενώ ένα γυαλιστερό φλασάκι με περίμενε στο ράφι. Με σταθερές κινήσεις, το παίρνω και το εισάγω στον υπολογιστή, όπου όλα είναι καταγεγραμμένα εκεί, με videos, παρουσιάσεις και με αναλυτικές πληροφορίες για τους πλησιέστερους συνεργάτες του ιδιοκτήτη της βίλας…
Να πάρει, κάποιος έρχεται. Η’ μάλλον, κάποιοι έρχονται, καθώς τέσσερα οχήματα, γεμάτα με αρματωμένους μέχρι τα δόντια τύπους, συνοδευόμενα από τον ιδιοκτήτη, ο οποίος είναι θηλυκού γένους, παρκάρουν έξω από τη βίλα. Ξαφνικά, η ηρεμία του παφλασμού των κυμάτων διαταράσσεται από μια ντουζίνα φωνακλάδες και μια κομψή γυναίκα, γύρω στα σαράντα, η οποία δεν έχει πρόβλημα να μιλάει στο κινητό της δυνατά για τις επόμενες κινήσεις της. Άλλωστε, όλοι μια παρέα είμαστε, τι έχουμε να κρύψουμε;
Η γυναίκα, η οποία αυτομάτως έγινε ο επόμενος στόχος μου κατόπιν εντολής του εργοδότη μου, μπήκε στη κουζίνα μαζί με δύο ακόμα τύπους, που δείχνουν αρκετά επικίνδυνοι. Ο ένας μάλιστα θα πρέπει να είναι το αμόρε της, καθώς της μιλάει με διαφορετικό τρόπο απ’ ότι οι υπόλοιποι. Αυτό είναι κάτι που μπορώ να χρησιμοποιήσω υπέρ μου.
Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να αποφύγω την οπτική επαφή μαζί τους. Ευτυχώς που όταν ήρθαν ήμουν στον πάνω όροφο, οπότε έχω λίγο χρόνο να σχεδιάσω την επόμενή μου κίνηση. Οπωσδήποτε, θα πρέπει να αλλάξω ρούχα για να κυκλοφορώ πιο άνετα, σιγά μη θυμούνται όλοι αυτοί ότι δεν είχαν ποτέ μαζί τους έναν δίμετρο καραφλό τύπο στο πίσω κάθισμα. Για καλή μου τύχη, το κρυφό δωμάτιο διαθέτει ένα μονοπάτι που το συνδέει με το γκαράζ. Το ακολουθώ, φτάνω στο πίσω μέρος του γκαράζ και εντοπίζω έναν τύπο να έχει γυρισμένη τη πλάτη, να φρουρεί την είσοδο. Τι βλάκας, θα μπορούσε απλώς να κλείσει τη γκαραζόπορτα και να έχει το κεφάλι του ήσυχο. Δεν θα κάτσω όμως να αναρωτηθώ για την ηλιθιότητα που κουβαλάει ο καθένας στα μυαλά του, εγώ χρειάζομαι μόνο τα ρούχα του.
Τα γυμναστήρια έχουν αποδώσει καρπούς, οπότε ο φρουρός δεν είχε καμία ελπίδα απέναντι στα ατσάλινα μπράτσα μου. Έχασε τις αισθήσεις του σε δευτερόλεπτα. Δεν θα τον σκοτώσω όμως, γιατί ένας καλός δολοφόνος, αποφεύγει τις παράπλευρες απώλειες. Θα τον κρύψω στο van με το οποίο ήρθε αυτός και οι φίλοι του, ούτως ή άλλως δεν θα ξυπνήσει μέχρι το πρωί.
Ωραία, παρ’ όλο που τον περνάω ένα κεφάλι στο ύψος, τα ρούχα του μου ταιριάζουν γάντι. Ας πάω τώρα να σκοτώσω τη τύπισσα, η οποία συνεχίζει να βρίσκεται στη κουζίνα. Μπαίνω στο χώρο σαν κύριος και αναρωτιέμαι μήπως υπάρχει κανένας εύκολος τρόπος να την εξοντώσω αθόρυβα. Τζίφος. Όχι μόνον αυτό, αλλά όλη η παρέα της κουζίνας πίνει τσάι. Αν είχα σκεφθεί νωρίτερα να δηλητηριάσω τη ζάχαρη με το ποντικοφάρμακο, θα έφευγα ήδη στο ηλιοβασίλεμα, καβάλα στο άλογό μου. Ίσως να δοκιμάσω την επόμενη φορά. Προς το παρόν, δεν μπορώ να τη σφάξω χωρίς να με αντιληφθούν, οπότε την παρακολουθώ από μακριά, γιατί αν πλησιάσω στα δύο μέτρα, υπάρχει κίνδυνος να καταλάβει ότι κάτι δεν πάει καλά.
Η ώρα είναι περασμένη, οπότε ο στόχος μου, μαζί με το αμόρε του, αποφάσισαν να αποσυρθούν στο υπνοδωμάτιο τους. Όντας πλέον η μακρινή σκιά τους, τους ακολουθώ, αποφεύγοντας τις στενές επαφές με τους πιο κοντινούς τους σωματοφύλακες, γιατί αυτοί δείχνουν πιο έξυπνοι από τους άλλους – έχουν και ένα παράξενο κύκλο πάνω από το κεφάλι τους. Το ζευγάρι, αφού δεν έχει βγάλει γλώσσα μέσα του, αποφασίζει να επισκεφθεί το μπάνιο, πριν τους αγκαλιάσει ο Μορφέας. Ευτυχώς (ή δυστυχώς) η κούραση δεν τους επιτρέπει να πράξουν κάτι άλλο, κατάλληλο μόνο για ηλικίες 18+. Το θέμα είναι ότι βρίσκονται μονίμως μαζί και δεν θέλω να σκοτώσω τον φίλο της. Είπαμε, παράπλευρες απώλειες γιοκ.
Κάνω συνεχώς βόλτες στο δωμάτιο, μακριά από τα βλέμματά τους, περιμένοντας να αδράξω την ευκαιρία. Τελικά η λύση είναι πολύ πιο απλή απ’ ότι φανταζόμουν. Θα περιμένω να ξαπλώσουν και, αφού κοιμηθούν, θα πνίξω το στόχο μου με το μαξιλάρι. Και έτσι πράγματι έκανα. Φρικτός θάνατος. Ο φίλος της κοιμόταν πολύ βαριά για να αντιληφθεί το οτιδήποτε.
Επόμενο βήμα, να φύγω από τη βίλα γρήγορα. Το μονοπάτι από το κρυφό δωμάτιο προς το γκαράζ είναι ο προτιμότερος δρόμος για να αποφύγω τους αδιάκριτους φρουρούς και να φτάσω στο σκάφος μου. Έλα όμως που αγκυροβόλησα μακριά και η παραλία είναι γεμάτη από μισθοφόρους; Πού βρέθηκαν όλοι αυτοί άραγε; Δεν έχει σημασία, με σύμμαχο το σκοτάδι της νύχτας και τη πυκνή βλάστηση της περιοχής, μπορώ να φτάσω ανενόχλητος στο σκάφος… ή μήπως όχι;
Όχι, γιατί το σκάφος μου τράβηξε τη προσοχή τους και πλέον ελέγχεται από τρεις-τέσσερις πάνοπλους τύπους. Θα πρέπει να δημιουργήσω αντιπερισπασμό, αν θέλω να τελειώσω την αποστολή. Τι πιο απλό από το να προκαλέσω ανάφλεξη στα φορτωμένα, με καύσιμα, μπιτόνια του κοντινότερου ημιφορτηγού της παραλίας; Ένα πυρ από το όπλο μου, που πάντα συνοδεύεται από σιγαστήρα και κατά συνέπεια δεν ακούει ποτέ κανείς τίποτα, και τα πυροτεχνήματα ξεκίνησαν.
Οι φρουροί έτρεξαν πανικόβλητοι να δουν τι συμβαίνει και, πάνω στη φούρια τους, δεν έδωσαν σημασία ότι ένας τεράστιος τύπος, ντυμένος σαν και αυτούς, κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ο δρόμος είναι πια ελεύθερος, λίγο τροχάδην και η αποστολή θεωρείται λήξασα…”
Ομολογώ ότι η παραπάνω ιστορία δεν αποτελεί ακριβώς συγγραφικό προϊόν της φαντασίας μου, αλλά μια γλαφυρή, ας πούμε, περιγραφή της πρώτης (εκπαιδευτικής θα λέγαμε), αποστολής του HITMAN 2. Στη περίπτωση που είχατε παίξει κάποιο επεισόδιο του reboot του HITMAN (στο παρελθόν, είχαν δοθεί τρία επεισόδια δωρεάν στο Steam), θα αναγνωρίσατε παραπάνω τους μηχανισμούς που έκτιζαν το οικοδόμημα εκείνου του, σχετικά αμφιλεγόμενου, παιχνιδιού. Έτσι λοιπόν, το HITMAN 2 είναι αυτό που θα ονομάζαμε “η δεύτερη σεζόν του”, αν επιλέγαμε να το χαρακτηρίσουμε με τηλεοπτικούς όρους. Πρόκειται για την εξέλιξη της ίδιας ιστορίας, υλοποιώντας παρόμοιους μηχανισμούς gameplay και χρησιμοποιώντας την ίδια μηχανή γραφικών – ως και δυνατότητα import ολόκληρου του πρώτου παιχνιδιού στο δεύτερο υφίσταται (αν το έχετε ήδη στη βιβλιοθήκη σας), προκειμένου να εκμεταλλεύεται πλήρως τις όποιες βελτιώσεις έχει η νέα προσπάθεια της IO Interactive.
Επί της ουσίας όμως, πρόκειται για το ίδιο παιχνίδι που παίξαμε το 2016, το οποίο προσφέρει ακόμα έξι, αρκετά ενδιαφέρουσες αποστολές στο Campaign mode του. Οι νέες αποστολές αναμφισβήτητα είναι πολύ όμορφα σχεδιασμένες, με τους πολλαπλούς scripted τρόπους προσέγγισης των στόχων να είναι πολύ ευφάνταστοι, με μεγάλη δόση ειρωνείας και μαύρου χιούμορ, ενώ δίνονται εξίσου πολλές δυνατότητες παρέκκλισης από αυτό που είχαν στο μυαλό τους οι άνθρωποι της IO Interactive. Κοινώς, το παιχνίδι δεν στοχεύει αυστηρά στο να ολοκληρώσει την (λίγο αδιάφορη) ιστορία που ξεκίνησε δύο χρόνια πριν, αλλά να προτρέψει το παίκτη να παίξει ξανά και ξανά όλους τους χάρτες και πειραματιστεί με τις δυνατότητες που του δίνονται, με ανώτερο στόχο την επίτευξη ενός καλύτερου σκορ, aka ενός ολοκληρωμένου Silent Assassin. Εξ’ ου και η μηδαμινή σημασία που δίνεται στη συνοχή μεταξύ των εκάστοτε δολοφονιών: παρ’ όλο που σε κάθε “πίστα” θα χρειαστεί να κάνετε τουλάχιστον δύο, επί της ουσίας η κάθε μία είναι εντελώς ανεξάρτητη από την άλλη – κάτι τέτοιο γίνεται ιδιαίτερα εμφανές στην αποστολή της Κολομβίας, μόλις την παίξετε, θα καταλάβετε τι εννοώ.
Συν τοις άλλοις, τα modes που προσφέρονται εντείνουν την εν λόγω προσέγγιση: αφενός υπάρχουν τα γνωστά Contract και Elusive Target (το πρώτο Elusive που «τρέχει» είναι με τον “Undying One”, Sean Bean!) modes για εκείνους που κυνηγούν τα scores, αφετέρου προστίθενται το Sniper Assassin Mode, που λίγο-πολύ αποτελεί μια μεταφορά το αντίστοιχου “shoot-to-kill” παιχνιδιού για κινητά, και του multiplayer Ghost mode, που είναι με διαφορά το πιο φιλόδοξο mode του παιχνιδιού.
Το Ghost τοποθετεί δύο παίκτες-ανταγωνιστές δολοφόνους, στον ίδιο χώρο, με σκοπό να εξοντώσουν έναν τυχαίο στόχο. Ο πρώτος που θα το πετύχει, χωρίς να γίνει αντιληπτός, είναι ο νικητής. Το mode δεν είναι καθόλου άσχημο σαν ιδέα και σαν υλοποίηση, αν και όπως συμβαίνει πολλές φορές σε stealth παιχνίδια που υλοποιούν παιχνίδι πολλαπλών παικτών, συχνά η όλη υπόθεση θυμίζει speedrun παρά παιχνίδι μυαλού, οπότε οι περισσότερες τακτικές που εφαρμόζετε στο κανονικό παιχνίδι, στο Ghost mode πάνε περίπατο. Δε γνωρίζω αν στο μέλλον η IO Interactive καταφέρει να το εμπλουτίσει (πχ με δύο εναντίον δύο) ή βρει τρόπους να το κάνει πιο ενδιαφέρον, στη παρούσα φάση κρίνεται απλώς ως υποσχόμενο.
Αυτό είναι λοιπόν το HITMAN 2. Ένα αξιόλογο παιχνίδι και ένα sequel που απευθύνεται κυρίως σε εκείνους που έπαιξαν και αγάπησαν το πρώτο παιχνίδι. Αντίθετα, όσοι δεν έσκισαν τα ιμάτια τους από τη προηγούμενη περιπέτεια του φαλακρού πράκτορα, δεν θα το πράξουν ούτε τώρα. Mission Status, Active.
Ευχαριστούμε θερμά τη Zegetron για τη παροχή του review code.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 80%
80%
HITMAN: Season Two
Μία αξιόλογη προσπάθεια της IO Interactive, χωρίς όμως να υιοθετεί την εξέλιξη που οφείλει να έχει ένα sequel.
Πόση ώρα χρειάζεται περίπου για τερματισμό; Μου φαίνονται λίγες οι 6 αποστολές . Και βλέπω και season pass με 40 ευρώ.
Ανάλογα το επίπεδο δυσκολίας και τις “βοήθειες” που θα έχεις. Χονδρικά είναι 1 ώρα ανά επεισόδιο, αλλά σαφώς ο αριθμός αυτός αυξάνεται αν δοκιμάζεις εναλλακτικές μεθόδους δολοφονιών χωρίς κάποιου είδους καθοδήγηση.
Γενικά το παιχνίδι ποντάρει πολύ στην επανάληψη των αποστολών.
https://www.youtube.com/watch?v=EkYBA6MEwXI