THE JOURNEY DOWN CHAPTER 2
Προτού ξεκινήσω το review, έχω κάτι ευχάριστο και κάτι δυσάρεστο να σας μεταφέρω: Το πρώτο είναι ότι όσοι αποφασίσατε ν’ ακολουθήσετε την προτροπή μας κατά την παρουσίαση του πρώτου μέρους και ν’ αγοράσετε τα δύο επεισόδια του “The Journey Down” από το επίσημο site στην pre-order τιμή των $ 5.99, πράξατε πάρα πολύ καλά και ολοκληρώνοντας το δεύτερο αυτό κεφάλαιο θα νιώσετε απόλυτα δικαιωμένοι με την επιλογή σας. Το δεύτερο έχει να κάνει με τη μείωση των επεισοδίων του παιχνιδιού, από τα τέσσερα που προέβλεπε ο αρχικός σχεδιασμός σε τρία.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι το διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ των δύο επεισοδίων του παιχνιδιού ξεπέρασε τα δύο χρόνια (που εκτοξεύονται στα τέσσερα, αν συνυπολογίσουμε και την πρώτη, AGS version, του Chapter 1) κατά τη διάρκεια των οποίων μάλιστα δυστυχώς κανένας μεγάλος publisher δεν αποφάσισε να στηρίξει οικονομικά το εγχείρημα της Skygoblin, δε προξενεί ιδιαίτερη εντύπωση η παραπάνω απόφαση. Θα μπορούσε μάλιστα κάποιος να ισχυριστεί ότι σε κάθε episodic game είναι εφικτό τα εναπομείναντα προγραμματισμένα μέρη να λιγοστέψουν σε αριθμό, αλλά να μεγαλώσουν σε περιεχόμενο, χωρίς έτσι η συνολική διάρκεια του τίτλου να μειωθεί κατά πολύ. Συμβαίνει όμως κάτι τέτοιο στην προκειμένη περίπτωση, ή το… τσεκούρωμα ήταν ένα αναγκαίο κακό, ώστε αφ’ ενός το παιχνίδι να καταφέρει τελικά να ολοκληρωθεί, αφ’ ετέρου να μη χρειαστεί να περάσουν αρκετά επιπλέον χρόνια μέχρι να συμβεί αυτό; Την απάντηση θα τη λάβετε στη συνέχεια.
ΣΑΝ ΝΑ ΜΗ ΠΕΡΑΣΕ ΜΙΑ ΜΕΡΑ
Όσα είχα αναφέρει προ ολίγων ημερών στο review του πρώτου επεισοδίου αναφορικά με τον τεχνικό τομέα, δε χρειάζεται να τα επαναλάβω. Αυτό διότι το Chapter 2 όχι μόνο διατηρεί ψηλά τον πήχη που είχε θέσει με το εξαιρετικό voice acting, την υπέροχη μουσική και τα όμορφα γραφικά του, αλλά ειδικά στα τελευταία καταφέρνει να είναι ακόμη καλύτερο. Η Gobby engine, που αξίζει να τονιστεί ότι αποτελεί δημιουργία του μικρού studio από το μηδέν και, κατά τη δική μου άποψη, θα μπορούσε άνετα να χρησιμοποιηθεί και σ’ άλλα παιχνίδια της κατηγορίας, μας δίνει ανώτερο αποτέλεσμα σε σχέση μ’ εκείνο του πρώτου μέρους, τόσο στις διάφορες in-game τοποθεσίες, όσο και στα cut scenes που παρακολουθούμε.
Καταφέρνει μάλιστα μ’ έναν σχεδόν μοναδικό τρόπο να συνδυάζει την απλότητα που χαρακτηρίζει τον σχεδιασμό των απανταχού χώρων, με την παρουσία eye-candy στοιχείων που ξεχωρίζουν μονομιάς, όπως τους ιδιαίτερους φωτισμούς, την παρουσία βροχής, αλλά και την κίνηση του θαλασσινού νερού. Τα δε cut scenes είναι εμφανώς πιο φροντισμένα και σε συνδυασμό με τον κινηματογραφικού τύπου τρόπο εμφάνισης των opening credits προσδίδουν έναν πολύ πιο “επαγγελματικό” αέρα στο δεύτερο αυτό επεισόδιο.
Φυσικά το ατού του γραφικού τομέα και σήμα κατατεθέν του “The Journey Down” είναι ο τρόπος απόδοσης των χαρακτήρων, που ασφαλώς δεν είχε τον παραμικρό λόγο ν’ αλλάξει. Αντιθέτως, πάει ένα βήμα παραπέρα, ακολουθώντας πιστά την πετυχημένη συνταγή. Ο Waern και η παρέα του, αντιλαμβανόμενοι την επιτυχία της έμπνευσής τους, επενδύουν σ’ αυτή και συνεχίζουν να μας προσφέρουν παρουσίες που φέρουν τη χαρακτηριστική σφραγίδα της Skygoblin και έχουν τα φόντα να μνημονεύονται στο μέλλον ως κάτι το τελείως διαφορετικό και ξεχωριστό.
Όσον αφορά στη μουσική και στα voice overs, μπορείτε να είστε ήσυχοι ότι τ’ αυτιά σας θα νιώσουν εξαιρετικά οικεία μ’ όσα θ’ ακούσουν αφότου ξεκινήσετε το παιχνίδι. Νέες ενορχηστρώσεις, στο ύφος εκείνων που μας γοητεύσανε κατά την πρώτη μας γνωριμία με το “The Journey Down” ντύνουν ηχητικά την περιπέτεια. Το εν λόγω γνώρισμα μάλιστα έχει έναν παραπάνω λόγο που το κάνει ν’ αποκτά ιδιαίτερη αξία. Κατά τη διάρκεια δημιουργίας του δεύτερου αυτού μέρους, έφυγε δυστυχώς από τη ζωή, λόγω ασθένειας, ο αρχικά υπεύθυνος για τη μουσική, Simon D’Souza. Προτού καταλήξει, είχε ο ίδιος υποδείξει στην ομάδα ανάπτυξης ως ιδανικό συνεχιστή του έργου του τον φίλο του, Jamie Salisbury. Ο τελευταίος όχι μόνο δεν είχε λόγο να προβεί σ’ αλλαγές, αλλά επένδυσε πάνω σ’ όσα βρήκε, συνδυάζοντας εξαιρετικά την ορχηστρική μουσική του με τις jazz δημιουργίες του D’Souza.
Αφήνοντας πίσω τη δυσάρεστη αυτή είδηση κι επιστρέφοντας σ’ όσα ευχάριστα έχει το παιχνίδι να μας προσφέρει, εννοείται ότι Dixon και Sardinha δίνουν εκ νέου το παρόν, με τον πρώτο να είναι εκείνος που έχει αναλάβει αυτή τη φορά να δανείσει τη φωνή του, πέραν του Kito, σε δύο ακόμη παρουσίες. Δίπλα σ’ αυτούς όμως, έρχονται να προστεθούν ο Martin Billany που υποδύεται καταπληκτικά έναν εκ των πρωτοεμφανιζόμενων και ταυτόχρονα πιο συμπαθή χαρακτήρα του εν λόγω επεισοδίου, τον φαροφύλακα του Port Artue, Morten και ο Joshua Tomar, ως ο ταξιτζής Reynolds του λιμανιού. Αμφότεροι είναι απολαυστικοί και δεν είναι διόλου περίεργο που υποδύονται, μ’ επίσης μεγάλη επιτυχία, έναν και δύο επιπλέον χαρακτήρες αντίστοιχα.
Από τον χειρισμό και το interface, τα δύο στοιχεία που θα επιθυμούσαμε ελαφρώς να έχουν αλλάξει, ήτοι η ύπαρξη hotpot indicator και τα περισσότερα των τριών save slots, τελικά δε μας έκαναν τη χάρη (σ.σ.: το δεύτερο, εδώ που τα λέμε, εκτός των άλλων, καθιστά και λίγο δυσκολότερη τη συγγραφή ενός review). Δεν είναι τόσο σημαντικά όμως ώστε να μας κάνουν να γκρινιάξουμε, πόσω μάλλον από τη στιγμή που το υπόλοιπο αποτέλεσμα μας αποζημιώνει με το παραπάνω.
ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ
Όπως θα θυμάστε, όσοι είχατε ασχοληθεί μαζί του, το πρώτο μέρος έκλεινε με τους τρεις πρωταγωνιστές, Bwana, Kito και Lina, ν’ αφήνουν τον κόλπο του Kingsport, έχοντας βάλει πλώρη για την Underland, αφού πρώτα απέφυγαν τα πυρά των μπράβων του μεγάλου αφεντικού της εταιρείας Armando. Επειδή όμως η περιπέτειά τους μέλλει να είναι μεγάλη και δύσκολη, μόνο εκεί δε καταφέρνουν να φτάσουν, αφού προσγειώνονται στη θάλασσα, λόγω έλλειψης καυσίμων στο υδροπλάνο.
Στην αρχή του δεύτερου αυτού επεισοδίου γνωριζόμαστε με το πλήρωμα του πλοίου M.S Biko, που ψαρεύει στα δίχτυα του το μονταρισμένο υδροπλάνο, σώζοντας έτσι τους ήρωές μας. Το εν λόγω πλοίο βρίσκεται ακινητοποιημένο εντός της πυκνής ομίχλης που σκεπάζει ολόκληρη την περιοχή, εξαιτίας της παύσης λειτουργίας του φάρου του λιμανιού Artue και της ταυτόχρονης έλλειψης του κατάλληλου εξοπλισμού προσανατολισμού, ώστε να κατευθυνθεί προς τα ‘κει. Πρώτο μέλημά μας λοιπόν είναι να καταφέρουμε να πατήσουμε εκ νέου ξηρά και να συνεχίσουμε την προσπάθεια προσέγγισης της Underland. Τα σχέδιά μας όμως δε φαίνεται να συμφωνούν μ’ εκείνα του Barlow, αρχηγού της τοπικής αστυνομίας του Artue. Με την άφιξή μας στο λιμάνι συλλαμβάνει και κλείνει στη φυλακή τους Bwana και Kito, παίρνοντας μαζί του τη Lina σε ένα περίεργο VIP club, ονόματι Temba. Σκοπός του είναι αφ’ ενός ν’ αποσπάσει το βιβλίο του Kaonandodo, αφ’ ετέρου να εμποδίσει τη συνέχεια της δράσης μας.
To Chapter 2 λοιπόν λαμβάνει χώρα σχεδόν εξ’ ολοκλήρου στην περιοχή του Artue, με τελείως νέες τοποθεσίες, ολόφρεσκους χαρακτήρες και πολλή ίντριγκα και παρασκήνιο. Tο κλίμα διαφθοράς που αντιληφθήκαμε να υφίσταται από το πρώτο κιόλας επεισόδιο ενισχύεται στο έπακρο, αφού τόσο ο δήμαρχος όσο κι ο αρχηγός της αστυνομίας του Artue δείχνουν να έχουν σκύψει το κεφάλι και να υπηρετούν τα συμφέροντα της εταιρείας Armando. Κάτι όμως που δεν είναι πρόθυμοι να κάνουν οι ατρόμητοι πειρατές Sisulus, οι οποίοι επίσης επιθυμούν, για τους δικούς τους λόγους, να βάλουν χέρι στο βιβλίο του Kaonandodo. Μ’ αυτά και μ’ αυτά δεν αργεί να στηθεί ένα τρελό γαϊτανάκι γύρω απ’ το περίφημο βιβλίο, με τελείως απρόβλεπτη κατάληξη. Την ίδια στιγμή, έχει έρθει η ώρα να λάβουμε περισσότερες πληροφορίες για την τύχη του Kaonandodo, που εξακολουθεί ν’ αποτελεί ένα μεγάλο μυστήριο.
ΑΝΕΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑ
Ήδη από την περιγραφή του σεναρίου σας έχω αποκαλύψει ορισμένα από τα μεγάλα πλεονεκτήματα του δεύτερου μέρους του παιχνιδιού. Οι τελείως νέοι χώροι όπου κινούμαστε, το πλήθος των χαρακτήρων με τους οποίους ερχόμαστε σ’ επαφή για πρώτη φορά και η μπόλικη δράση που εκτυλίσσεται στο λιμάνι Artue συνθέτουν μία ιδανική συνέχεια του πρώτου κεφαλαίου.
Το λιμάνι του Artue είναι μία εξαιρετικά σχεδιασμένη τοποθεσία, δίχως άδειους, διακοσμητικούς, χώρους. Αντιθέτως, κάθε σημείο και κτίριο που περιλαμβάνει έχει τον λόγο του που θα μας κάνει να το επισκεφτούμε και να αλληλεπιδράσουμε με τους χαρακτήρες που θα συναντήσουμε. Και τι χαρακτήρες αλήθεια! Από τον γερο-Morten, που έχει ζήσει σχεδόν ολόκληρη τη ζωή του στον φάρο του Artue και θυμάται όλους όσους έχουν περάσει από την περιοχή, μέχρι τον θεότρελο ταξιτζή Reynolds και την ιδιαιτέρα του δημάρχου, Andiswa, που αναζητά εκείνο το κάτι που θ’ αλλάξει τη βαρετή καθημερινότητά της, είναι όλοι τους ένας κι ένας! Οι δε μικροαπατεώνες Moe και Vince, που κατοικοεδρεύουν στην προβλήτα, περιμένοντας να πουλήσουν την πραμάτια τους σ’ οποιονδήποτε καταφθάνει στο λιμάνι, είναι οι κλασσικές παρουσίες που εντοπίζονται σε τέτοια μέρη.
Προφανώς παρατηρήσατε ότι παραπάνω έκανα λόγο για «μπόλικη δράση», δίνοντας έτσι απάντηση και στο ερώτημα που έθεσα στην εισαγωγή του παρόντος review. Ευτυχώς τα στελέχη της Skygoblin δε μας απογοητεύουν και μας προσφέρουν μία 7ωρης περίπου διάρκειας εμπειρία, σχεδόν διπλάσια εκείνης του Chapter 1, που μετριάζει σημαντικά την απογοήτευσή μας για την απώλεια του τέταρτου επεισοδίου.
Εκτός της αύξησης όσων καλούμαστε να πράξουμε, οι δημιουργοί, εισακούοντας τις παραινέσεις από πλευράς των παικτών και λαμβάνοντας υπόψη τις κριτικές που έλαβε το εισαγωγικό μέρος του παιχνιδιού τους, ευτυχώς ανεβάσανε και το επίπεδο δυσκολίας των γρίφων. Χωρίς επ’ ουδενί να φτάνουν σε σημείο να μας δυσκολέψουν ιδιαίτερα, ή να πέφτουν στην παγίδα να μας ταλαιπωρήσουν, λόγω αδυναμίας από πλευράς μας ν’ αντιληφθούμε τι πρέπει να πράξουμε στη συνέχεια, καταφέρνουν να μας δώσουν ένα αναμφισβήτητα καλύτερο και πιο “έξυπνο” κεφάλαιο, που θα δοκιμάσει σε δύο-τρία σημεία την αντίληψή μας.
Ο έμπειρος παίκτης του είδους θεωρώ ότι δε θα κολλήσει για πολλή ώρα σε κάποιο σημείο, σίγουρα όμως οι λιγότερο πεπειραμένοι θα συναντήσουν γρίφους που θα ζητήσουν το κάτι παραπάνω από μεριάς τους. Θα χρειαστεί να αποκαταστήσουμε τη λειτουργία του φάρου, να βρούμε τρόπο πρόσβασης στον υπολογιστή του δημαρχείου, να φτιάξουμε το ταξί του Reynolds, ν’ απαλλαγούμε από τους μπράβους της εταιρείας Armando και πολλά άλλα. Πέραν των inventory-based γρίφων, δε λείπουν και κάποια puzzles, που συνίστανται στην πληκτρολόγηση των απαραίτητων κωδικών για την παραβίαση ενός χρηματοκιβωτίου και μίας πόρτας στη συνέχεια, αλλά και στην εύρεση του σωστού συνδυασμού συμβόλων που θα σημάνει την είσοδό μας στην Underland, ακριβώς πριν το φινάλε.
Επιπλέον θετικό γνώρισμα, είναι η προσοχή που έχει δοθεί στη λεπτομέρεια, από μέρους των developers. Ενδεικτικά θα αναφέρω το navigation book που αποκτούμε σε κάποια στιγμή της περιπέτειας. Εκτός της αναλυτικής αναφοράς του σ’ οτιδήποτε αφορά τη περιοχή όπου κινούμαστε και τις παρουσίες που ενδεχομένως θα συναντήσουμε, στις 18 σελίδες του περιλαμβάνει χάρτες και σύμβολα που, τουλάχιστον στο δεύτερο αυτό επεισόδιο, δε μας χρησιμεύουν σε κάτι. Οι διάλογοί μας με τους διάφορους κατοίκους του λιμανιού θα μας δώσουν αναλυτική πληροφόρηση για το background του τόπου όπου κατοικούν, αλλά και για πρόσωπα που τελικώς δε συναντάμε, για παράδειγμα τον πρώην δήμαρχο. Μπορεί σε κάποιους να περάσουν απαρατήρητα, αλλά προσωπικά εκτιμώ ιδιαίτερα τη φροντίδα που δείχνει ένας δημιουργός στην όσο το δυνατόν πιο πλούσια και φροντισμένη εικόνα του παιχνιδιού του.
Τέλος, επειδή καμιά φορά ξεχνάμε να σταθούμε στον κρίσιμο τομέα του beta testing και της σωστής κατάστασης ενός τίτλου από την πρώτη κιόλας ημέρα κυκλοφορίας του, δε πρέπει να παραβλέψω ν’ αναφέρω ότι με την έλευση του Chapter 2 στο Steam και πριν τη σημερινή, επίσημη, διάθεσή του στο κοινό, δύο “γεμάτα” updates, μεγέθους περίπου 200 και 100MB αντίστοιχα, ανέλαβαν να εξαλείψουν το παραμικρό εκείνο στοιχείο που θα μπορούσε ν’ αμαυρώσει τη συνολικά άριστη εντύπωση που αφήνει. Κοινώς, ούτε bugs, ούτε glitches, ούτε οτιδήποτε άλλο συναφές κάνει την εμφάνισή του. Πέραν του desktop μηχανήματος, το παιχνίδι έτρεξε άψογα και στο Fujitsu-Siemens laptop μου, που φέρει 2GB RAM και Intel 945 chipset γραφικών. Η Gobby engine πραγματικά αποδεικνύεται πανάλαφρη!
4 + 7 + ?
Με την έλευση και του δεύτερου κεφαλαίου, το “The Journey Down” αισίως ακουμπάει τις 11 ώρες συνολικής διάρκειας, εμπλουτίζοντας μ’ απόλυτη επιτυχία τον κόσμο του, την ίδια ώρα που τροφοδοτεί άριστα την ιστορία που μας αφηγείται. Όλα αυτά μέσα απ’ τη δουλειά ενός μικρού, ανεξάρτητου, studio, δίχως την οικονομική στήριξη κανενός publisher, αλλά με ατελείωτο μεράκι από πλευράς των developers. Οι οποίοι μάλιστα, στο ομολογουμένως τεράστιο μεσοδιάστημα των δύο ετών, όχι μόνο δεν έσπευσαν να καταφύγουν σε Kickstarter ή παρόμοιου τύπου καμπάνια, αλλά βάζοντας το κεφάλι κάτω και δουλεύοντας μ’ όρεξη και πίστη στο όραμά τους, φτάσανε να παραδίδουν σήμερα μαθήματα σ’ άλλα, μεγάλα, ονόματα του χώρου, αναφορικά με το πώς είναι εφικτό να δημιουργήσεις κάτι ιδιαίτερα ποιοτικό έχοντας πολύ μικρό budget στη διάθεσή σου, αντί να σκορπάς τα εκατομμύρια που έχεις λάβει από το κοινό.
Πραγματικά χαίρομαι που το ξεχωριστό αυτό παιχνίδι βαδίζει ολοταχώς προς την καθιέρωσή του ως ένας από τους σύγχρονους τίτλους που θα μνημονεύονται ως κλασσικοί και σημαντικοί εκπρόσωποι των point ‘n’ click adventure games, στα χρόνια που θα έρθουν. Διότι, σε περίπτωση που ακόμη δε το καταλάβατε, αν δεν πάει κάτι τελείως στραβά με το τρίτο και τελευταίο μέρος του, αυτό ακριβώς θα επιτύχει!
Pros
- Γραφικά, μουσική και voice overs στα υψηλά επίπεδα του προκατόχου του
- Διαδραματίζεται σε τελείως νέες τοποθεσίες
- Καινούργιοι, φοβεροί, χαρακτήρες
- Ικανοποιητικότατη διάρκεια
- Γρίφοι που το καθιστούν εμφανώς μεγαλύτερη πρόκληση εν συγκρίσει με το πρώτο κεφάλαιο
- Έμφαση και προσοχή στη λεπτομέρεια
- Συνεχίζει να ξεχωρίζει, διαθέτοντας ταυτότητα
Cons
- Πόσο θα χρειαστεί να περιμένουμε άραγε μέχρι να δούμε το τέλος της περιπέτειας;
Ενα από τα καλύτερα adventure για εμένα και επιτέλους μας ήρθε και το δεύτερο μέρος. Γίνετε install asap 🙂 Πολύ καλό το review για άλλη μια φορά!
Ωραίο review Μάνο. Επειδή με ενδιαφέρει πάρα πολύ το παιχνίδι και θεωρώ πως η συνολική τιμή των επεισοδίων είναι οτι πρέπει, θέλω να ξέρω αν υπάρχει κάποια ολοκλήρωση στο τέλος του δεύτερου. Δεν εννοώ βέβαια αν ολοκληρώνεται η περιπέτεια, απλά να μη σε αφήνει με κάνα cliffhanger που θα σε κάνει να σκέφτεσαι πως ξόδεψες άδικα την ώρα σου.
Η συνολική, pre-order, τιμή εννοείς; Αυτή ήταν στα $ 5.99. Τώρα κοστίζουν € 0.69 στο Steam το πρώτο επεισόδιο (σε -90% προσφορά) και $ 8.99 το δεύτερο στο επίσημο site του παιχνιδιού. Εννοείται ότι και πάλι οι τιμές είναι εξαιρετικές!
Ουσιαστικά ανέφερα στο review ότι υπάρχει ολοκλήρωση, υπό την έννοια ότι φτάνουμε στην Underland. Αλλά μέχρι εκεί. Για τη συνέχεια και το φινάλε θα πρέπει να περιμένουμε την έλευση του Chapter 3.
Εννοούσα ότι το κόστος για την αγορά και τον δύο επεισοδίων όπως και να το δεις είναι μικρό και αξίζει να τα πάρει κάποιος τώρα. Ως προς την ολοκλήρωση εννοούσα αν τα επεισόδια – και κυρίως το δεύτερο – είναι κατά κάποιο τρόπο αυτοτελή. Γιατί αν σε αφήνει με ΤΕΡΑΣΤΙΑ ερωτηματικά (κάποια ερωτηματικά φυσικά θα υπάρχουν, αλλιώς το τρίτο επεισόδιο δεν θα είχε νόημα) και με ένα απότομο τέλος, τότε καλύτερα να περιμένω και το τρίτο και μετά να τα παίξω. Μου απάντησες όμως 🙂
Φοβερό ρηβιού, είναι το επόμενο παιχνίδι που θα ξεκινήσω. Αδημονώ να ξαναβρω Bwana και Kito για περισσότερες αγριάδες 🙂
xD xD
Το shit site εκανε ριβιου στο δευτερο τσαπτερ χωρις να εχει παιξει (και χωρις να εχει κανει ριβιου) για το πρωτο μερος :p:p:p
Εντάξει, είναι δικαίωμα του καθενός να κάνει ό,τι εκείνος θέλει κι ασφαλώς κρίνεται μέσα απ’ αυτό.
Προσωπικά δε θα έκανα ποτέ κάτι τέτοιο, εξ’ ου κι έγραψα reviews για τα πρώτα επεισόδια τριών adventure games (“Shadows on the Vatican”, “The Journey Down”, “AR-K”), μόνο και μόνο επειδή δεν υπήρχαν στο site μας, τη στιγμή μάλιστα που για τα δύο εξ’ αυτών είχα ξαναγράψει reviews επί PCM εποχής.
Αλλά, το έχουμε ξαναπεί, δεν είναι όλα τα sites Ragequit….
Τελικά σήμερα αποφάσισα να το ξεκινήσω και τερμάτισα σε περίπου ένα τετράωρο. Δεν δυσκολεύτηκα ιδιαίτερα (σε κανά δυο σημεία μόνο που δεν ήμουν αρκετά παρατηρητικός), αλλά η εμπειρία ήταν το ίδιο (και παραπάνω) απολαυστική με το πρώτο κεφάλαιο.
Πραγματικά ελπίζω να μη τους πάρει πολύ για να φτιάξουν το επόμενο και τελευταίο επεισόδιο.
Μόνο 4 ώρες ;!;!;
Τι διάολο, speedrun έκανες; Καλά λέω ότι τα advs μου παίρνουν εμένα πάντα πολύ περισσότερο.
Δυστυχώς το τρίτο και τελευταίο επεισόδιο δε προβλέπεται να μας έρθει γρήγορα.
Καθόλου speedrun, απλά για κάποιο λόγο (είχα έμπνευση σήμερα μάλλον) δεν κόλλησα σχεδόν πουθενά.
Μόλις αξιώθηκα να τελειώσω το δεύτερο επεισόδιο και πλέον δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία πως έχουμε να κάνουμε με τον απευθείας διάδοχο του Grim Fandango. Τόσο καλό, δυνατό και ατμοσφαιρικό. Απαραίτητο.
Οι jazz πινελιές που έχει στο soundtrack είναι απλώς μαγευτικές.