DRAGON AGE: INQUISITION
Είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο και κατά περιστάσεις διασκεδαστικό το ότι ΚΑΘΕ τίτλος που ανακοινώνει και κυκλοφορεί η Bioware/ΕΑ τα τελευταία χρόνια, από το Mass Effect του 2007 μέχρι και σήμερα, καταφέρνει να δημιουργεί ντόρο και έντονες αντιδράσεις σε όλη τη διάρκεια της ιστορικής του ύπαρξης, πριν, κατά τη διάρκεια, αλλά και μετά την κυκλοφορία του. Μπορεί αυτό να γίνεται ακούσια και συμπτωματικά (το να θυμώνει δίκαια ή άδικα το gaming κοινό για τον Α ή Β λόγο δεν είναι και πρωτόγνωρη εξέλιξη στα χρονικά, άλλωστε), ίσως και να γίνεται στοχευμένα ως η απόλυτη εφαρμογή του ρητού “δεν υπάρχει κακή δημοσιότητα”, αλλά παραμένει ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός που αποδεικνύεται πολλάκις και συνεχώς όσο περνάνε τα χρόνια.
Το Dragon Age: Origins μπήκε στο στόχαστρο πολλών για το προμόσιον του (ας μην ξεχνάμε πως το συγκεκριμένο λανσαρίστηκε αρχικά ως “το επόμενο μεγάλο fantasy RPG μετά τα Baldur’s Gate, από τους δημιουργούς των Baldur’s Gate” αλλά στην πορεία απέκτησε υπότιτλους “AN EPIC TALE OF BLOOD, LUST AND BETRAYAL” και τα τρέηλερς του ήταν τίγκα στο αίμα και ντύθηκαν μουσικά από τον συμπαθή κατά τα άλλα Marilyn Manson) όσο και για διάφορους… ας τους πούμε “αμφιβόλου ποιότητος” πειραματισμούς με την σεξουαλικότητα πολλών χαρακτήρων. Tα Mass Effect 2 και 3 προοδευτικά κατακεραυνώνονταν τόσο για την σαφή στροφή προς το Action στοιχείο σε βάρος του RPG στοιχείου όσο και για τα ελλειπή φινάλε τους. Tο Dragon Age 2 θάφτηκε τόσο για την πλήρη στροφή στο Action στοιχείο και για λοιπές άλλες ατυχείς σχεδιαστικές επιλογές (διαρκής ανακύκλωση τοποθεσιών, εχθροί που κάνανε spawn από τις ταράτσες, και άλλα συμπαθή μαργαριτάρια, προϊόντα μιας γενικότερα βεβιασμένης κυκλοφορίας) όσο και για το ότι πήρε τους “αμφιβόλου ποιότητος πειραματισμούς” του Origins και τους ανέβασε σε άλλα, δυσθεώρητα ύψη… Σύμπτωση που επαναλαμβάνεται παύει να είναι σύμπτωση, και στην περίπτωση της Bioware/ΕΑ δημιουργείται λιγάκι η εντύπωση πως είτε πραγματικά έχουν θέμα με το σχεδιαστικό τους team ή απλά τα ζητάει όντως ο οργανισμός τους στην τελική.
Μέσα σε αυτό το κλίμα δεν είναι να απορεί κανείς που όταν το μακρινό 2011, λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του Dragon Age 2, η Bioware δήλωνε ανεπίσημα πως ξεκινούσε την δημιουργία του τρίτου Dragon Age (δήλωση που επιβεβαιώθηκε και από πιο επίσημα κεφάλια στην εταιρία το 2012), σχεδόν άμεσα άρχισαν να συνοδεύουν την δημιουργία του τίτλου φήμες, αντιδράσεις και χαρακτηρισμοί όλων των ειδών, οι οποίοι συνεχίστηκαν σταθερά μέχρι και την κυκλοφορία του τίτλου πριν λίγο καιρό. Και τί δεν ακούσαμε μέσα σε αυτά τα χρόνια: ότι το game προορίζεται για ΜΜΟ, πως θα καθυστερήσει επίτηδες για να προμοταριστεί καλύτερα το Star Wars MMO της ίδιας εταιρίας, πως θα ΒΙΑΣΤΕΙ ΝΑ ΒΓΕΙ ΠΙΟ ΣΥΝΤΟΜΑ για να καλυφθεί η χασούρα από το Star Wars MMO της ίδιας εταιρίας, πως θα είναι το open-world RPG που θα “τελειώσει” όλα τα υπόλοιπα open-world RPG (κάπου εδώ ακούγεται ένα Γουιτσερικό γέλιο από μακριά), πως θα αντλήσει έμπνευση από το Skyrim, πως θα είναι μια fantasy τζενερίλα, πως θα είναι στο σύνολό του απλά ένας “αμφιβόλου ποιότητας σεξουαλικός πειραματισμός” μπροστά στον οποίο τα πρώτα γκεημς της σειράς δεν θα πιάνουν μία. Ενίοτε άδικα, ενίοτε δίκαια, το game είναι αλήθεια πως άκουσε πολλά.
Αν λάβουμε εξ αρχής υπ’όψιν όλον αυτό τον πρόλογο στην προσπάθεια να κρίνουμε το Dragon Age: Inquisition υπάρχει ο κίνδυνος να χαθεί πλήρως η όποια αντικειμενικότητα (“τότε γιατί μας πρήζεις εδώ και 3 παραγράφους με άσχετες σάλτσες ρε παπατζή;”), οπότε σε πρώτη φάση τουλάχιστον ας πιάσουμε τα απολύτως βασικά και ας επικεντρωθούμε κυρίως στις 2 παράμετρους: το πώς στέκεται το Inquisition ως μέλος της σειράς Dragon Age, αλλά και ως απλό RPG της “εποχής” του.
Σεναριακά, το Inquisition ξεκινάει ως συνέπεια των γεγονότων που είδαμε στο φινάλε του Dragon Age 2. Λίγα χρόνια μετά τις πράξεις του ανεκδιήγητου Anders στο Kirkwall, ο πόλεμος μεταξύ Μάγων και Templars μαίνεται ανοιχτά πλέον, με ακρότητες να πραγματοποιούνται και από τις 2 πλευρές. Σε μια προσπάθεια να τερματίσει τις εχθροπραξίες, η Divine Justinia (επικεφαλής της κραταιάς θρησκείας της Andraste – του Chantry με άλλα λόγια), συγκαλεί μια σύνοδο κορυφής που θα λάβει χώρα στο Temple of Sacred Ashes (το οποίο είχαμε επισκεφθεί στη διάρκεια του Dragon Age: Origins) στην οποία οι ηγέτες των 2 παρατάξεων θα κληθούν να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για να βρεθεί κοινό έδαφος και να εκτονωθεί η ένταση. Όλα καλά κι όλα ωραία ως εδώ. Ξαφνικά όμως, μια τρομακτική έκρηξη εξαφανίζει κυριολεκτικά το ναό, αφήνοντας στη θέση του ένα τεράστιο σχίσμα στο Veil (το “φράγμα” που διαχωρίζει τον φυσικό κόσμο από το Fade, τον κόσμο των ονείρων και των πνευμάτων) από το οποίο εισέρχονται στον κόσμο διαφόρων ειδών Demons. Παράλληλα, ως αποτέλεσμα της δημιουργίας του σχίσματος αυτού (το οποίο αναφέρεται πλέον απλά ως “The Breach“) ανοίγουν και άλλα μικρότερης έντασης σχίσματα σε όλες τις νότιες επαρχίες του κόσμου.
Στρατιώτες που καταφθάνουν για να ερευνήσουν τα ερείπια του ναού στον κρατήρα που σχηματίστηκε από την έκρηξη, εντοπίζουν μόνο έναν επιζήσαντα (ΕΜΑΣ προφανώς), ο οποίος, σύμφωνα με αυτόπτεις μάρτυρες, εμφανίστηκε στον κρατήρα μέσα από μια πύλη προς το Fade, στο πλευρό της ίδιας της θεάς Andraste. Αυτή η θεϊκή παρέμβαση, παράλληλα με το γεγονός πως ο επιζήσαντας φέρεται να έχει αποκτήσει ένα περίεργο μαγικό σημάδι στο χέρι του το οποίο έχει την ικανότητα να αλληλεπιδρά με τα σχίσματα στο Veil, ωθούν πολλούς στο να τον αποκαλούν ως τον “Αγγελιοφόρο της Andraste”, τον εκλεκτό που θα σταματήσει τον πόλεμο και θα σώσει τον κόσμο… Ο εκλεκτός μας ήρωας λοιπόν, ο οποίος (ΕΝΤΕΛΩΣ ΒΟΛΙΚΑ) πάσχει από αμνησία οπότε δεν θυμάται ούτε πώς βρέθηκε στον κρατήρα, ούτε τι έκανε στο Fade, ούτε πώς απέκτησε το σημάδι στο χέρι του, καταλήγει να συναθροίζεται με λοιπούς αγνώστους και γνωστούς από τα προηγούμενα games της σειράς χαρακτήρες, και να λαμβάνει μέρος στον σχηματισμό του INQUISITION: μιας ανεξάρτητης αρχής η οποία θα δρα αυτόνομα και χωρίς να λογοδοτεί σε κανέναν, με σκοπό να διερευνήσει τα αίτια της καταστροφής του Temple of Sacred Ashes και της δημιουργίας του Breach, να εντοπίσει τους πράκτορες που τροφοδοτούν το χάος στα βασίλεια του νότου, και να επαναφέρει την τάξη στον κόσμο, με κάθε κόστος.
Το σενάριο δεν διεκδικεί και δάφνες ποιότητας ή πρωτοτυπίας σαν σύλληψη, αλλά έχει τις στιγμές του, τις ανατροπές του και τις σημαντικές επιλογές του (με τις αντίστοιχες, εξίσου σημαντικές επιπτώσεις στην πορεία του γκεημ), κυρίως μετά το πρώτο Act – υπάρχει ένα θέμα βέβαια αν πρέπει να παίξεις πρώτα 10-15 ώρες πριν “πάρει μπρος” το παιχνίδι, αλλά ευτυχώς εν προκειμένω η αναμονή δικαιώνει τον επίμονο παίκτη και με το παραπάνω. Άλλη ενδιαφέρουσα παράμετρος που προσθέτει τόσο στην σεναριακή εξέλιξη όσο και στο replayability είναι οι επιλογές του παίκτη στο Dragon Age Keep, ένα “μωσαϊκό” επιλογών που αντικαθιστά την δυνατότητα να γίνουν Import τα παλαιότερα saves μας από τα Origins και DA2. Στο Keep ο παίκτης μπορεί να ρυθμίσει ΑΠΕΙΡΕΣ πραγματικά λεπτομέριες ως προς την εξέλιξη διαφόρων γεγονότων στη σειρά ως τώρα (από το τι χαρακτήρας ήταν το Warden στο Origins, ποιος companion ζει ή πεθάινει και ποιος είναι βασιλιάς, μέχρι το αν αφήσατε να ζήσει ή να πεθάνει ένας ράντομ NPC σε μια δευτεροτρίτη ξεχασμένη αποστολή στα Deep Roads!) και να δημιουργήσει ένα Custom World State, προσαρμόζοντας ουσιαστικά τον κόσμο του Inquisition στις επιθυμίες/επιλογές του παίκτη. Άλλες επιλογές αλλάζουν πολύ μικρές λεπτομέρειες, υπάρχουν όμως και άλλες που επηρεάζουν σε αρκετά έντονο βαθμό την σεναριακή εξέλιξη του Inquisition.
Μπορεί παραπάνω να αναφέραμε πως το παιχνίδι “ξανοίγεται” σεναριακά μετά το Act 1, αλλά το τί να περιμένετε από το gameplay του τίτλου ξεκαθαρίζει αρκετά νωρίτερα. Mετά τις πρώτες λίγες ώρες περιήγησης στον κόσμο του Inquisition καθίσταται σαφές πως ΔΕΝ μιλάμε για έναν “open-world” τίτλο per se, αλλά περισσότερο για μια γιγάντωση του συστήματος του “επιλέγω τοποθεσία στον χάρτη και ταξιδεύω” που συναντήσαμε και στο Origins – και μιλάμε για γιγάντωση γιατί πραγματικά οι χάρτες των διαφόρων τοποθεσιών στο παιχνίδι είναι ΤΕΡΑΣΤΙΟΙ, με άπειρο περιεχόμενο και quests, όχι πάντα υψηλής ποίτοτητας βέβαια (για παράδειγμα, ειδικά στο μετριότατο πρώτο Act του game, αφθονούν τα quests του στυλ “μάζεψε 10 κέρατα τράγου” ή “σφάξε 5 αρκούδες”, λες και παίζουμε κάποιο ράντομ κορεάτικο ΜΜΟ grinder). Αυτή η γιγάντωση αντικατοπτρίζεται και στην χρονική διάρκεια του τίτλου σε “εργατοώρες”: το πρώτο μου playthrough, παραλείποντας μερικές περιοχές και χωρίς να κάνω ούτε κατά διάνοια όλα τα quests που μου παρουσιάστηκαν, ξεπέρασε τις 60 ώρες (!) προκειμένου να ολοκληρωθεί.
Οι επισκέψιμες τοποθεσίες του παιχνιδιού χωρίζονται ουσιαστικά σε 2 regions, τα βασίλεια Ferelden και Orlais, ενώ επιλέγουμε τους ταξιδιωτικούς μας προορισμούς μπαίνοντας στο War Room του αρχηγείου της Inquisition, οπότε και ξανοίγονται μπροστά μας οι χάρτες με τους πιθανούς προορισμούς. Εδώ αξίζει να σημειωθούν 2 πράγματα. Αφενός ότι υπάρχουν στον χάρτη και αρκετές μη-plot-critical περιοχές, τις οποίες μπορούμε να εξερευνήσουμε καθαρά για να κάνουμε side-quests, να levelάρουμε, να εξερευνήσουμε ή απλά να χαριεντιστούμε με το Lore βρε αδερφέ, γεγονός που αυξάνει ακόμα περισσότερο την χρονική διάρκεια του Inquisition για κάποιον που θέλει να ξεζουμίσει πλήρως τον τίτλο. Αφετέρου, ανάλογα με το τι κάνουμε στο playthrough μας, ξεπετάγονται στον χάρτη και διάφορα optional Missions τα οποία ΔΕΝ πραγματοποιούμε εμείς αλλά τα αναθέτουμε σε κάποιον από τους 3 Advisors μας (οι οποίοι ουσιαστικά αντιπροσωπεύουν και μια διαφορετική προσέγγιση – Διπλωματία, Κατασκοπία ή Ωμή Στρατιωτική Ισχύ) και τα οποία μας παρέχουν διάφορες αμοιβές, είτε χρήματα, είτε items, είτε αύξηση της επιρροής μας.
Η αμφιλεγόμενη παράμετρος με αυτά τα Missions είναι ότι για να ολοκληρωθούν απαιτούν ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΧΡΟΝΟ, ο οποίος φτάνει από τα 5-10 λεπτά μέχρι τις… 20-24 ώρες στις πιο ακραίες περιπτώσεις. Ω ναι. Επιλέγεις όλο χαρά το mission “Contact Hero of Ferelden”, διαλέγεις ποιον να στείλεις για να το κάνει, και βλέπεις το counter να γραφει “18 ΩΡΕΣ” και να μειώνεται δευτερόλεπτο-δευτερόλεπτο. Κάποιοι μπορεί να μην ενοχληθούν ιδιαίτερα από αυτό. Προσωπικά ένιωσα λες και το game αντιμετωπίζει τον εαυτό του σαν κάποιο κλώνο του Farmville, όπου πρέπει να περιμένεις 12 ώρες για να φυτρώσουν τα μαρούλια σου ξέρω’γω. Η χρονική διάρκεια του game είναι ήδη τεράστια, και το ότι επιχειρούν να αυξήσουν κι άλλο τον χρόνο με φθηνά κόλπα όπως αυτό πραγματικά με αφήνει άφωνο. Πάλι καλά να λέμε που δεν προσέθεσαν και κάνα κουμπάκι “SPEED UP YOUR MISSIONS BY PURCHASING DRAGON AGE COINS – ONLY 4.99$”.
Άλλος σταθερά αμφιλεγόμενος τομέας των Dragon Age είναι το σύστημα μάχης, ειδικά μετά το 2 όπου, από την real-time-with-pause, isometric και αρκετά tactical προσέγγιση του Origins, ξαφνικά μεταπηδήσαμε σε ένα πλήρως Action περιβάλλον με αστραπιαίες κινήσεις και τα νούμερα του damage indicator να κατακλίζουν την οθόνη. Στο Inquisition η αλήθεια είναι πως έγιναν κάποιες προσπάθειες να μετριαστεί η αλγεινή εντύπωση του hackfest που φάγαμε στη μάπα στο 2, με τις κινήσεις των χαρακτήρων να είναι εμφανώς πιο “βαριές”, οπότε οπτικά τουλάχιστον η δράση φαίνεται να είναι σαφώς πιο αργή και μελετημένη. Σαν περιεχόμενο και mechanics βέβαια εξακολουθεί να είναι πιο κοντά στο στυλ του 2 παρά του Origins. Στα κατώτερα επίπεδα δυσκολίας ίσως δεν χρειάζεται καν να εναλλάσσεστε ανάμεσα στα party members σας κατά τη διάρκεια των μαχών – απλά αφήνετε το party να επιτήθεται στον αυτόματο πιλότο, ελέγχετε τον κύριο χαρακτήρα σας, βαράτε και spammάρετε τα skills σας μόλις ολοκληρωθούν τα cooldowns, πίνετε το εκάστοτε potion αν χρειαστεί, περιμένετε να πέσουν οι εχθροί, και επαναλαμβάνετε το παραπάνω για όλες τις υπόλοιπες μάχες.
Παρά τα αμφιλεγόμενα στοιχεία βέβαια, αν ειδωθεί με μάτια νηφάλια και χωρίς τις προσδοκίες πως θα είναι ένα ρηξικέλευθο βήμα μπροστά στην εξέλιξη των RPG, είναι γεγονός πως το Inquisition παραμένει ένα άκρως διασκεδαστικό παιχνίδι. Τόσο ως προς την εξερεύνηση των τεράστιων περιοχών και το questing, όσο και με την αλληλεπίδραση με τους υπόλοιπους χαρακτήρες. Και ειδικά σε αυτό το τελευταίο σκέλος οφείλει να τονισθεί το πόσο αδικείται προκαταβολικά το Inquisition λόγω του αίσχους που βιώσαμε στο 2, το οποίο αίσχος προδιάθεσε αρνητικά σχεδόν τους πάντες και για το Inquisition.
Ένα χαρακτηριστικό παραδειγμα του τι θέλω να πω εμπεριέχει τον Iron Bull, τον πρωταγωνιστή του ΤΡΑΓΙΚΟΥ βίντεο που λίνκαρα παραπάνω. Σε έναν από τους διαλόγους του (τυπικά, ανάμεσα στις αποστολές του Main Quest, έχουμε την δυνατότητα να μιλήσουμε με τους companion NPCs μας για διάφορα θέματα), προτείνει στον παίκτη να υποκριθούν πως είναι απλοί στρατιώτες του Inquisition, προκειμένου να αναμειχθούν με τους υπόλοιπους απλούς στρατιώτες και να αφουγκραστούν τις διαθέσεις και το ηθικό του απλού λαού μετά τα τελευταία γεγονότα στο σενάριο. Εκεί ο παίκτης έχει την επιλογή είτε να “υποκριθεί” μέχρις εσχάτων ή να σπάσει το roleplay του λόγω αυτών που ακούει. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα διασκεδαστικό και καλογραμμένο Instance, ένα από τα πολλά που θα συναντήσουμε στις συναναστροφές του παίκτη με τους NPCs του. Ουδείς όμως μίλησε για αυτά – όλοι επικεντρώνονται στο “You want to ride the Bull” του παραπάνω βίντεο, και δεν γίνεται να τους αδικήσουμε και ιδιαίτερα για αυτό.
Για αυτήν την κατάσταση βέβαια φταίει η εμπειρία του 2, φταίει και το κακοπροαίρετο κοινό, αλλά δεν είναι άμοιρη ευθυνών και η ίδια η εταιρία. Όταν πχ σου παρέχεται by default ΠΑΝΤΑ η επιλογή στους διαλόγους του Inquisition να φλερτάρεις ΜΕ ΟΛΟΥΣ τους NPCs, άντρες ή γυναίκες, άσχετα με τον χαρακτήρα σου, νιώθεις πως υπάρχει μια αναταραχή στη Δύναμη ρε παιδί μου. Δηλαδή, τί επιδιώκουν ακριβώς; Να το παίξουν “απελευθερωμένοι” και χωρίς ταμπού; Να προσδώσουν στον κόσμο του παιχνιδιού αέρα πλήρους σεξουαλικής απελευθέρωσης; Απλά να προκαλέσουν; Και, ότι και αν ισχύει, δεν γνωρίζουν πως μια σεβαστή και ηχηρή μερίδα του gaming κοινού θα αρπαχτεί από αυτό το κλίμα και θα επικεντρωθεί σε αυτές τις λεπτομέριες, αγνοώντας πλήρως το υπόλοιπο game;
Παραβλέποντας όμως τα όποια (αναμενόμενα, με βάση το ιστορικό της εταιρίας) σκαλώματα, όπως αναφέραμε και παραπάνω το γεγονός παραμένει πως το Inquisition είναι εν τέλει ένας πλήρως αξιόλογος τίτλος. Σίγουρα δεν είναι το απόλυτο RPG της γενεάς μας που θα επαναπροσδιορίσει το είδος (φήμες λένε πως αυτό παίζει να βγει τον Μάιο του ’15), αν και με βάση το σκέλος του η αλήθεια είναι πως προσπαθεί να πλασαριστεί ως τέτοιο. Και αυτό το γιγαντιαίο σκέλος είναι ένα από τα πράγματα που σου μένουν στο τέλος – τόσο σεναριακά, με βάση τα κοσμογονικά γεγονότα που λαμβάνουν χώρα στον κόσμο, όσο και σε έκταση περιεχομένου και σε απλούς αριθμούς ωρών που μπορεί να αφιερώσει κάποιος σε αυτό. Το Inquisition έχει κάτι για τον καθένα: άπειρα quests, πολλές και αχανείς τοποθεσίες με ποικιλία πανέμορφων περιβάλλοντων για να χαζεύει όποιος την βρίσκει με κάτι τέτοια, πάμπολλα Codex Entries για τους λάτρεις του Lore, πολυάριθμή συλλογή από Mounts για τους ψυχαναγκαστικούς, δυνατότητα να διακοσμήσεις το προσωπικό σου Keep με διάφορες αποχρώσεις για τις μικρές μας φίλες, υποτυπώδες Multiplayer (παρόμοιας φύσεως με αυτό που είδαμε στο Mass Effect 3, αλλά επαρκώς πιο άχρηστο) και μάλιστα με παροχή microtransactions για όσους δεν έχουν τι να κάνουν τον χρόνο τους και τα λεφτά τους, ξεχωριστές επιλογές στο σενάριο με εξίσου ξεχωριστές επιπτώσεις στον κόσμο για όσους ανώμαλους επιθυμούν τα RPG τους να είναι όντως RPG (απαπα, διαστροφή), εμφάνιση αρκετών χαρακτήρων από τα πρώτα games της σειράς για όσους επιθυμούν να νιώσουν πως πάνω απ’όλα παίζουν το τρίτο Dragon Age.
Σε τελική ανάλυση, αυτό το τελευταίο ίσως να είναι και το γεγονός που ικανοποίησε περισσότερο εμένα προσωπικά: πως το Inquisition, σε αντίθεση με το feeling που μου έβγαζε το 2, έστω και μετά το μέτριο και βαρετό πρώτο Act και παρά τις αρχικές χαμηλές προσδοκίες λόγω του κλίματος που ανέλυσα στον εκτενή πρόλογο του review, μόλις ετερματίσθη και άρχισαν να ρολάρουν στην οθόνη τα credits, με έκανε να ΝΙΩΣΩ πως έπαιξα όντως ένα Dragon Age game. Και αυτό από μόνο του είναι ικανό να με κάνει να μπορώ να παραβλέψω και να συγχωρέσω αρκετά από τα ψεγάδια του.
Το Dragon Age: Inquisition μας το διέθεσε η CD Media, η οποία διανέμει το παιχνίδι στην Ελλάδα.
Pros
- Τεράστιο πραγματικά μέγεθος
- Πολλές και σημαντικές επιλογές, στο κυρίως σενάριο αλλά και δευτερευούσης σημασίας
- Επανένωση με αρκετούς γνωστούς χαρακτήρες της σειράς
- Αρκετά διασκεδαστική συναναστροφή με τους companion NPCs
- Μεγάλος βαθμός παραμετροποίησης του κόσμου μέσω του Dragon Age Keep
- Πανέμορφες τοποθεσίες
- Morrigan <3
- Η πολύ ενδιαφέρουσα κατάσταση του κόσμου στο φινάλε αφήνει ορθάνοιχτες τις πόρτες και για άλλο μελλοντικό game
Cons
- Αρκετά “πεζές” μάχες
- Το βαρετό Act 1 κουράζει αρκετά μέχρι να μπει στο ψητό
- Optional Missions που απαιτούν ΩΡΕΣ πραγματικού χρόνου για να ολοκληρωθούν, α-λα Farmville
- Ανούσιο Multiplayer, και μάλιστα με microtransactions
- Λίγα (ευτυχώς) bugs που δεν έχουν διορθωθεί ούτε με τα τελευταία patches
- Τυπικά romances που προσπαθούν με το ζόρι να προκαλέσουν χωρίς λόγο
- Overpowered αρκούδες (ε, έπρεπε να το γράψω κάπου και αυτό)