REVIEWS

AMNESIA: A MACHINE FOR PIGS

To πρώτο Amnesia ήταν μια αποκάλυψη. Θυμάμαι όταν είχε πρωτοβγεί δεν του είχα δώσει την παραμικρή σημασία. Κάτι τα κλειστοφοβικά “μεσαιωνίζοντα” screenshots, κάτι το φλου μάρκετινγκ που θύμιζε adventure πρώτου προσώπου (έτερη ενστικτώδης αντιπάθεια, εντελώς παράλογη και αβάσιμη, αλλά έτσι πάνε αυτά τα πράγματα), το είχα βγάλει εντελώς από το μυαλό μου. Όσο συγκέντρωνε βραβεία και αποθεωτικές κριτικές, τόσο με τσίγκλαγε ο διάολος να το δοκιμάσω. Περίμενα λοιπόν ωσάν την καρτερική μουχρίτσα και το χτύπησα στις πρώτες Στημικές εκπτώσεις. Ξεκινούσε σχετικά αργά, με αρκετούς από τους λόγους που με κάνουν να αποστρέφομαι τα first person adventures να δίνουν το ηχηρό παρόν. Είχε όμως κάτι απροσδιόριστο που μ’έσπρωχνε να συνεχίσω. Πριν το καταλάβω, είχαν περάσει τέσσερις ώρες, ήμουν σκυμμένος πίσω από κάτι παλιόκουτα, δίπλα σε σάπια κουρέλια, στο απόλυτο σκοτάδι, ακούγοντας μονάχα τα φρικτά, αλλόκοσμα μουγκρητά ενός ζωντανού εκτρώματος που δεν είχα καν τολμήσει να κοιτάξω. Δεν μπορούσα να το κοιτάξω. Ακόμα και να έστρεφα την κάμερα επάνω του, ολόκληρο το πεδίο της όρασής μου αλλοιωνόταν, κατσαρίδες και σκαθάρια εμφανίζονταν παντού και έσερναν στις ανήλιαγες τρύπες τους τα τελευταία κομμάτια του λογικού μου.

Pigs1
Ave Machine

Όταν χάθηκα στη Μεγάλη Κόκκινη Σάλα, ένιωθα πως το σπίτι μου είχε μικρύνει ασφυκτικά, πως δεν υπήρχε τίποτε άλλο εκτός από την ψυχή μου, εγκλωβισμένη στα άδυτα του κάστρου Brenneburg. Έπρεπε να μείνω ζωντανός, να αποδράσω. Δεν ήταν πια παιχνίδι. Έπρεπε. Κάθε βασανισμένο, αλλόκοσμο μουγκρητό που αντηχούσε στο σπίτι μου πάγωνε το αίμα και έδινε φτερά στα πόδια μου. Όταν κάποιες ώρες αργότερα έτρεχα μισότρελος προς την -επιτέλους- ανοιχτή εξώπορτα του κάστρου, η ανακούφιση ήταν τεράστια. Ένιωθα λες και έπαιρνα τις πρώτες μου ανάσες μετά από δυο λεπτά κάτω από τη θάλασσα. Ο εφιάλτης είχε λάβει τέλος.

Αν ταυτιστήκατε με οποιοδήποτε κομμάτι της παραπάνω αφήγησης, ετοιμαστείτε για ένα μεγάλο σοκ : η Μηχανή για τα Γουρούνια, το πολυαναμενόμενο sequel του απόλυτου video-game εφιάλτη, δεν μοιάζει σχεδόν σε τίποτα με το Dark Descent. Δεν πρόκειται για παιχνίδι τρόμου (όπως εσφαλμένα διαφημίζεται) αλλά για μια διαβολεμένα έξυπνη αλληγορία επάνω στην ανθρώπινη απληστία, στημένη ως Βικτωριανό μυστήριο, από ‘κείνα που θα έκαναν τον Edgar Allan Poe υπερήφανο.

Pigs2
For she loved her children dearly and that love was so terrible that they were sealed in stone and we never speak their names now…

Τρόμο, αληθινό πρωτόγονο τρόμο, δεν ένιωσα ποτέ κατά τη διάρκεια της ενασχόλησής μου με τον τίτλο. Αηδία, ναι. Εγκεφαλική ανατριχίλα για το concept που εξερευνούν επιτυχώς τα ταλαντούχα παιδιά της Chinese Room, σαφώς. Αλλά ούτε μια στιγμή δεν βρέθηκα να κρύβομαι μέσα σε ντουλάπα ενώ κάποιο ακατονόμαστο κτήνος διέλυε το δωμάτιο τριγύρω μου, μουγκρίζοντας κατάρες σε γλώσσες που ποτέ δεν έπρεπε ν’ακουστούν από θνητά αυτιά.

Για την ακρίβεια, το Machine For Pigs, έχει απεκδυθεί σχεδόν όλους τους μηχανισμούς του Dark Descent. Δεν υπάρχει πια sanity meter και μπορείτε να χαζεύετε τους Φρικτούς Γουρουνάνθρωπους όσο τραβάει η ψυχή σας. Έχει εκλείψει πλέον και η χρήση του λαβδάνου για την αναπλήρωση της ενέργειάς σας, αν και το συγκεκριμένο δεν πρόκειται να σας λείψει, καθώς ελάχιστες φορές θα χτυπηθείτε και αν όντως συμβεί κάτι τέτοιο, μάλλον κάποιο χοντρό λάθος κάνατε. Ακόμη χειρότερα, η λάμπα που κουβαλάτε είναι πλέον ηλεκτρική και δεν σβήνει παρά μόνο σε αυστηρά προγραμματισμένες σεναριακά στιγμές. Περισσότερο λειτουργεί ως ο Φωτεινός σας Φιλαράκος κατά τη διάρκεια της καθόδου σας στα άδυτα της Μηχανής, παρά ως τελευταία σανίδα σωτηρίας της κουρελιασμένης σας ψυχής.

Pigs3
Πανσετούλα κανείς;

Οι γρίφοι του παιχνιδιού έχουν επίσης απλοποιηθεί σχεδόν σε βαθμό first person shooter. Ξεχάστε τα περίπλοκα γρανάζια, τα μηχανικά puzzles και τους ανελέητους λαβυρίνθους του Schloss Brenneburg. H πορεία σας μέσα στον βιομηχανικό εφιάλτη του Mandus Oswald είναι καθαρά γραμμική, με ελάχιστα περιθώρια “χασίματος” ή ξεστρατίσματος από την προκαθορισμένη οδό. Προσθέστε εδώ πως το παιχνίδι ολοκληρώνεται μέσα σε σκάρτες τέσσερις ώρες (διαβάζοντας και ανακαλύπτοντας τα πάντα και γενικότερα “ζώντας το”) και ενδεχομένως θα αναρωτηθείτε γιατί δεν του έχω βάλει κάποιον απαράδεκτο βαθμό από την κόλαση.

Η απάντηση είναι διττή : ατμόσφαιρα και η εκπληκτική πρόζα της Chinese Room, σε συνδυασμό με ένα εξαιρετικό στόρι, το οποίο σε προκαλεί εγκεφαλικά και κάνει το Dark Descent να μοιάζει εν συγκρίσει, υπερβολικά άτολμο και φορμουλαϊκό. Αναλαμβάνουμε το ρόλο του Mandus Oswald, Λονδρέζου βιομήχανου, ο οποίος έχει μόλις επιστρέψει από το Μεξικό, βαριά άρρωστος, σχεδόν ανήμπορος να ξεχωρίσει την πραγματικότητα από τα ντελίριά του. Ξυπνά στο άδειο μέγαρό του δίχως να θυμάται τίποτε, βασανιζόμενος από φρικτές τύψεις και έχοντας την βεβαιότητα πως τα παιδιά του διατρέχουν θανάσιμο κίνδυνο και πως μόνο εκείνος μπορεί να τα γλιτώσει. Η σκοτεινή του Οδύσσεια θα τον πάρει από το Βικτωριανό του μέγαρο, θα τον βολτάρει στους βρώμικους δρόμους του Λονδίνου για να καταλήξει βαθιά στα ανίερα σπλάχνα της Γης, μπροστά σ’ένα Κτήνος πιο τρομακτικό από κάθε σκιά, πιο απελπιστικό από κάθε εφιάλτη.

Pigs6
We Are All The Pig.

Μπορεί λοιπόν οι μηχανισμοί του παιχνιδιού να έχουν υπερ-απλουστευθεί, αλλά η Chinese Room φρόντισε μέσα από την εξαιρετική της γραφή (οι μονόλογοι του Mandus, τα τηλεφωνήματα που δέχεται κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού καθώς και η τσακισμένη, απεγνωσμένη ποίηση που συνδέει τα κεφάλαια του παιχνιδιού, είναι πραγματικά εκπληκτικά) και την φοβερά ζοφερή απόδοση του κόσμου να δημιουργήσει μια εμπειρία που θ’αγγίξει κάθε σκεπτόμενο gamer.

Δεν πρόκειται για “θρίλερ”, για “horror game” που θα συστήσεις στο φίλο σου το Μπάμπη που ψάχνεται να ξεχαρμανιάσει μέχρι να βγει το The Evil Within. Είναι ένα σκοτεινό, ενήλικο ταξίδι στην Καρδιά του Κτήνους. Κατ’εμέ, δεν θα έπρεπε καν να κυκλοφορεί υπό τον τίτλο “Amnesia” (παρά το γεγονός ότι σε επίπεδο lore τουλάχιστον, συνδέεται με το πρώτο παιχνίδι), αλλά καταλαβαίνω πως το franchising στο χώρο μας είναι μεγάλη υπόθεση και δεν παραβλέπεται εύκολα.

Pigs7
Και αυτό λατρεμένο κοινό, ονομάζεται υγιές τρολάρισμα του παίκτη.

Διεστραμμένα λυρικό, αυτοκριτικό και κατάμαυρο, το A Machine For Pigs ανταλλάζει τον τρόμο για ένα μεγάλο καθρέφτη. Σε στήνει μπροστά και ρωτάει τί πραγματικά φοβάσαι. Και όπως σκύβεις το κεφάλι να ψευδίσεις δικαιολογίες, σου βάζει το όπλο στο χέρι.

Welcome To The Machine

Pros

  • Εξαιρετική ατμόσφαιρα
  • Πολύ καλογραμμένο σενάριο που θα σας αφήσει να το σκέφτεστε αρκετό καιρό μετά την ολοκλήρωση του παιχνιδιού
  • Ατμοσφαιρικότατος ηχητικός τομέας, με ένα απίστευτο soundtrack από την Jessica Curry και πολύ εύστοχες επιλογές ηθοποιών για το speech.
  • Άμεσα προσβάσιμο ακόμα και σε άπειρους gamers…

Cons

  • …λόγω πολλών απλοποιήσεων που ενδεχομένως θα ξενερώσουν τους hardcore οπαδούς της σειράς και θα τους απομακρύνουν από τον τίτλο.
  • Ελάχιστη διάρκεια σε σχετικά υψηλή τιμή
  • Υπερβολικά εύκολοι γρίφοι σε σχέση με εκείνους του προκατόχου του
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 82%

82%

Στέφανος Κουτσούκος

Ο Στέφανος Κουτσούκος ή αλλιώς "The Artist Formerly Known As Borracho", διέπραξε ποικίλα εγκλήματα τα οποία τον οδήγησαν σε μια ριζική επανεκτίμηση των προτεραιοτήτων και αξιών του. Υπηρέτησε περήφανα στην πειρατική αρμάδα του Ragequit.gr από την ίδρυση του ιστοτόπου το 2012 ως το Μάη του '19.

18 Comments

  1. RC ναι, η μηχανή γραφικών είναι αρκετά παλιά και στηρίζεται κυρίως σε ατμοσφαιρικούς φωτισμούς για να βγάζει το αποτέλεσμα που θέλει. Αν έχεις ένα ημι-αξιοπρεπές σύστημα, θα παίζεις άρχοντας με τα πάντα στο φούλ!

  2. LOL, πέστα ρε Τζον. 🙂
    Οκ, εγώ το μόνο που παρατήρησα είναι ότι έχει ελαφρώς μεγαλύτερα loading times από το Dark Descent, κατά τ’ άλλα το τρέχω απροβλημάτιστα.
    Μάνο, οι γρίφοι είναι μεν απλοϊκοί (τουλάχιστον μέχρι εκεί που το έχω φτάσει) αλλά η ιστορία είναι πολύ ωραία.
    Στέφανε ωραίο και spoiler-free (όπως οφείλε να είναι) το review, θα διαφωνήσω μόνο ως προς τον τρόμο, ναι μεν οι στιγμές πανικού είναι λιγότερες αλλά εδώ ο φόβος είναι πολύ πιο υποχθόνιος, μόνο και μόνο αν σκεφτείς ότι στο πρώτο άκουγες βρυχηθμό και καταλάβαινες στο 90% των περιπτώσεων από που έρχεται το βδέλυγμα ενώ στο AMfP σε προειδοποιεί το φανάρι καταλαβαίνεις. Δίκοπο μαχαίρι, προχωράς με ανοιχτό το φανάρι για να λάβεις την προειδοποίηση (δεν θα σε βοηθάνε πάντα οι λάμπες στο περιβάλλον γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν παντού) και με κίνδυνο να σε δει ο Μπίμποπ, ή το έχεις σβησμένο και χάνεις το hint ότι σουλατσάρει εκεί κοντά? Α, και επειδή ακριβώς η ένδειξη εδώ είναι αθόρυβη, δεν μπορείς να είσαι σίγουρος που ακριβώς έχει spawnάρει… 😉 🙂

  3. Σωστός, αλλά ως αιρετικός διαφωνώ κάθετα με τον παραλληλισμό του Όργουελ. Τι του φταίνε τα γουρουνάκια και τα παρομοιάζει με ανθρώπους;
    Στα του παιχνιδιού τώρα. Ωραίο Review. Και σούπερ ωραίο παιχνίδι από ότι φαίνεται.

  4. Ωραίο το review αν και διαφωνούμε σε πολλά σημεία. Με πιο σημαντικό ότι δε θα έπρεπε να έχει τον τίτλο Amnesia, γιατί θεωρώ ότι συνεχίζει ακριβώς στο πνεύμα του πρώτου Amnesia.

    Επίσης έχει μια από τις καλύτερες ιστορίες που έχω συναντήσει φέτος.

  5. Το στόρι είναι πραγματικά εξαιρετικό. Έχει πολλά στοιχεία από το πρώτο Amnesia, αλλά για μένα έλειπε αυτός ο απόλυτος, καλωδιωμένος-στο-DNA φόβος, υποκειμενικό καθαρά θα μου πεις!

    Συμφωνούμε πάντως ότι είναι ένα πραγματικά πάρα πολύ αξιόλογο παιχνίδι, με υποβλητική ατμόσφαιρα και τις δαγκάνες του εφιάλτη να κλείνουν παντού τριγύρω.

Αφήστε μια απάντηση

Related Articles

Back to top button
elEL