REVIEWS

KUNAI

Kunai και δέρνει

Είναι μερικές φορές που καταλήγεις στο συμπέρασμα ότι έχεις ξαναδεί το έργο. Σε ένα Metroidavnia σίγουρα υπάρχουν κάποιες σταθερές, κάποια αναμενόμενα στοιχεία που δίνουν την ταυτότητα του στο συγκεκριμένο είδος. Δύσκολα θα εντοπίσεις ριζικές αλλαγές ή διαφορές από το ένα παιχνίδι στο άλλο. Κι όμως, το πως έχουν υλοποιηθεί οι διάφορες παράμετροι (μάχη, εξερεύνηση, αφήγηση κλπ.) είναι που ακριβώς κάνουν κάποιο τίτλο να ξεχωρίζει και να μνημονεύεται μέσα στον κυκεώνα κυκλοφοριών. Στην παραπάνω θέση που περιέγραψα βρίσκεται το Kunai, ένα νέο action-platform με metroidvania στοιχεία που δεν παρεκκλίνει από τα standard του είδους. Είναι διασκεδαστικό, επαρκεί όμως αυτό;

Η ιστορία ξεκινά με ένα πόλεμο μεταξύ των ρομπότ που προκλήθηκε από την έπαρση των ανθρώπων να τελειοποιήσουν τις μηχανές που θα τους εξασφάλιζαν την τελεία ποιότητα ζωής. Έτσι, έφτασαν σε ένα σημείο που οι δημιουργοί κυνηγήθηκαν από τις δημιουργίες τους, υποκινούμενες από την A.I. Lemonkus. Κάποια ρομπότ όμως δεν μπορούσαν να ανεχθούν την τυραννία του Lemonkus και σχημάτισαν μια ομάδα αντίστασης για να το σταματήσουν. Αναλαμβάνουμε το ρόλο του Tabby, που είναι μια… ταμπλέτα προσαρτημένη σε ένα μηχανικό σώμα και συνεργάζεται με τα αντιφρονούντα ανδροειδή για να βάλει ένα τέλος στα σχέδια της rogue A.I. Το σενάριο, όπως αναμενόταν είναι ανάλαφρο στο μεγαλύτερο μέρος και δεν παίρνει τον εαυτό του πολύ στα σοβαρά.

Από την αρχή της περιπέτειας

Το πρώτο πράγμα που κερδίζει την προσοχή είναι το εικαστικό του παιχνιδιού. Η περιορισμένη παλέτα χρωμάτων και μάλιστα οι διαφορετικοί συνδυασμοί ανά περιοχή, είναι κάτι που φέρνει στο νου φορητές παιχνιδομηχανές όπως τα Game Boy και Game Boy Color (ή και το Super Game Boy), αν και το Kunai φυσικά διαθέτει περισσότερα χρώματα από όσο επέτρεπαν αυτά τα συστήματα και γενικά μεγαλύτερη λεπτομέρεια στα sprites που απαρτίζουν τους χαρακτήρες και το περιβάλλον από την πλειοψηφία των παιχνιδιών τους. Αν και υπάρχει parallax scrolling που δίνει κάποιο βάθος στο background, τα περιβάλλοντα δεν χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερη ζωντάνια, παρόλα αυτά δεν απουσιάζουν διάφορα εφέ στη μάχη που γεμίζουν εντυπωσιακά την οθόνη. Η μουσική από την άλλη έχει μερικά πιασάρικα και αξιομνημόνευτα κομμάτια που ταιριάζουν με τις περιοχές (παράδειγμα, αυτό που παίζει στην Artifical Desert) αλλά υπάρχουν και μερικά που πριν το παιχνίδι τελειώσει θα έχετε ήδη ξεχάσει.

Κάθε περιοχή χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένη χρωματική κωδικοποίηση. Τα μισοσβησμένα αντικείμενα στο παρασκήνιο είναι ένας ωραίος τρόπος να αποδοθεί το σκοτάδι στα ορυχεία.

Οι χάρτες που εξερευνούμε είναι σχετικά εκτενείς με εξαίρεση 2-3 περιοχές στις οποίες είναι κάπως συμμαζεμένοι. Πέρα από μερικούς ψεύτικους τοίχους με τα αντίστοιχα κρυφά δωμάτια πίσω τους, ο κόσμος του Kunai μου φάνηκε σχετικά άδειος, τουλάχιστον από ενδιαφέροντα στιγμιότυπα και πράγματα προς ανακάλυψη. Ίσως είναι άδικη η σύγκριση για το παιχνίδι, αλλά εν ολίγοις έλειπε αυτό το “sense of wonder”, εκείνη η αίσθηση μυστηρίου που χαρακτήριζε τίτλους όπως τα Hollow Knight ή La-Mulana. Παράπονο από την ποικιλία των περιοχών πάντως δε θα έχετε. Εκείνο όμως που αναμενόμενα θα προκαλέσει μια δυσφορία είναι η απουσία fast travel/portals που επιβαρύνει το backtracking και μεγαλώνει τεχνητά τη διάρκεια του παιχνιδιού.

Levels, στατιστικά και ενδυνάμωση του Tabby μέσω επικράτησης στους αντιπάλους δεν υφίστανται. Οι εχθροί πετάνε μόνο χρήματα τα οποία χρησιμοποιούμε σε WiFi routers για να αναβαθμίσουμε διάφορες ικανότητες που αφορούν στα όπλα μας, 3 sub-weabons (τα οποία αποκτούμε σταδιακά) και ένα βασικό που είναι το katana. Από εκεί και πέρα μπορούμε να αναβαθμίσουμε στον blacksmith τη ζημιά που κάνει το σπαθί, ενώ μέσα σε διάφορα σεντούκια – που βρίσκονται συνήθως στα προαναφερθέντα κρυφά δωμάτια – βρίσκουμε αναβαθμίσεις για τη ζωή του ήρωα μας. Σε αυτά μπορούμε να βρούμε επίσης χρήματα ή και διάφορα καπέλα, τα οποία έχουν καθαρά διακοσμητική ύπαρξη και για να βγάζετε γούστα με τις στυλιστικές σας επιλογές.

Φορούσα μαύρα κι είχα κουκούλα, και τα σπαθιά μου τα κρατούσα σε μπαούλα

Δε θα μπορούσε να μην αναφερθεί και το ζεύγος kunai (τα αντίστοιχα γιαπωνέζικα βελάκια) που είναι βασικό στο ρεπερτόριο κινήσεων μας. Αυτά έχουν δεμένα σχοινιά στις άκρες τους και έτσι λειτουργούν ως grappling hooks που αγκιστρώνονται (σχεδόν) σε κάθε επιφάνεια και ταβάνι. Το μεγαλύτερο μέρος του platforming gameplay είναι στηριγμένο πάνω τους, με τη γρήγορη, ακροβατική αναρρίχηση και αιώρηση να βοηθούν στην προσπέλαση εμποδίων και spikes και στην πρόσβαση δύσβατων περιοχών. Το επίπεδο δυσκολίας του τίτλου κυμαίνεται κάπου μεταξύ εύκολου και μετρίου, με 2-3 περιπτώσεις (από τις οποίες μία είναι το τελικό boss) να υπερβαίνουν το επίπεδο αυτό.

Το animation του χαρακτήρα είναι ομαλό και διευκολύνει τις απαιτητικές μανούβρες.

Το Kunai δεν είναι σε καμία περίπτωση άσχημο παιχνίδι. Είναι ευχάριστο, με διάρκεια που φτάνει τις 7 με 8 ώρες, ανάλαφρη διάθεση και αρκετή ξέφρενη δράση. Αν είχε κυκλοφορήσει κατά τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας θεωρώ θα είχε κάνει μεγαλύτερη εντύπωση. Ως έχει, δίνει την αίσθηση déjà vu και ότι τα επιμέρους στοιχεία του τα έχουμε ξαναδεί με καλύτερη υλοποίηση σε άλλους τίτλους.

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 72%

72%

Το Kunai δεν κάνει κάτι κραυγαλέα λάθος αλλά ήρθε αργοπορημένο στο party και αυτά που είχε να μας δείξει, τα έχουμε ήδη δει με περισσότερη ουσία και βάθος σε προγενέστερα metroidvania παιχνίδια.

Παναγιώτης Μητράκης

Τέκνο των 80's, ξεκίνησε τη gaming πορεία του με coin-ops και το κλασικό Game Boy. Ξαπόστασε στο αγαπημένο του SNES και ήρθε σε επαφή με το PC gaming το 1998, με παιχνίδια-σταθμούς όπως Half-Life και Baldur's Gate. Δε λέει όχι σε (σχεδόν) κανένα είδος αλλά έχει μια προτίμηση σε RPG και survival horror και προσπαθεί να μυήσει κι άλλους στα Silent Hill, τα S.T.A.L.K.E.R. και τις δημιουργίες της Looking Glass και της Obsidian.

Αφήστε μια απάντηση

Related Articles

Back to top button
elEL