MARS: WAR LOGS
Αυτό κι αν ήταν τζογάρισμα! Σχεδόν από το πουθενά και με ελάχιστο hype, η Spiders παραδίδει το δεύτερο RPG της, με τον πιο-αντιεμπορικό-πεθαίνεις τίτλο, Mars: War Logs. Το πρώτο trailer έδειχνε ευχάριστα διαφορετικό, αλλά όχι τόσο εντυπωσιακό ώστε να σκούξουν οι ορδές των πιστών και να σπεύσουν να το προμηθευτούν. Το Ragequit λοιπόν, βάζει την παραλλαγή ερήμου του, αδράζει τον κοντινότερο σιδερολοστό και βγαίνει παγανιά στις αφιλόξενες ερημιές του Άρη.
GERALT OF MYRTANA, HERO, RENEGADE, SAVIOR
Μόνο ένας τρόπος υπάρχει να το γράψω. Οι Spiders έπαιξαν Gothic και Witcher μέχρι θανάτου, κατανόησαν πλήρως τί έκανε τις δυο αυτές σειρές τόσο σπουδαίες και εικονικές ανάμεσα στους φάνς των RPG’s και ξεκίνησαν με τις ίδιες φιλοδοξίες να ετοιμάσουν το Mars. Σκόνταψαν προφανώς στην ελάχιστη χρηματοδότηση. Κρίνοντας από τα όσα βίωσα στις δέκα ώρες που διαρκεί το παιχνίδι (κάνοντας και βλέποντας τα πάντα, περισσότερο αν αποφασίσετε να το ξαναπαίξετε για να ακολουθήσετε την άλλη πλευρά), έδωσαν ένα εκπληκτικό design document και ζήτησαν Ψ χρήματα, η διοίκηση τους συνεχάρη και κατόπιν τους έδωσε δυο τσίχλες και κάποια ψιλά και τους είπε να φτιάξουν ό,τι μπορούσαν με αυτά.
Το ότι το Mars βγήκε τελικά ένα τόσο ευχάριστο hardcore RPG, παρά ή μάλλον εξαιτίας των περιορισμών στο budget του, είναι πραγματικά προς τιμήν των developers και μακάρι κάθε ομάδα με τόσο λίγα χρήματα στη διάθεσή της να κατάφερνε να παρουσιάσει τέτοιες δουλειές. Το Mars: War Logs, ξεκινά με τον νεαρό Innocence (η μια εκ των αντιμαχόμενων παρατάξεων του παιχνιδιού, δίνει ονόματα βασισμένα σε αρετές) να βρίσκεται στο μεταγωγικό μαζί με άλλους αιχμάλωτους της μονάδας του, καθ’οδόν για το Camp 19, το πλησιέστερο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Παρά τα ό,τι-νάναι voiceovers και κάποια θέματα με τη μετάφραση του κειμένου στα Αγγλικά, ο μονόλογός του όχι μόνο δημιουργεί ατμόσφαιρα, αλλά σε κάνει και να συμπαθήσεις αυτό τον άβγαλτο πιτσιρικά που βρέθηκε με τ’όπλο στο χέρι προτού καλά καλά καθαρίσουν τα σπυράκια από τη μούρη του.
Το ίδιο το Camp 19 θυμίζει αρκετά μια budget εκδοχή της “φυλακής” από το πρώτο Gothic. Δεν είναι κάποια ομπσκούρ κόλαση γεμάτη κάκιστους φρουρούς και ακριβοδίκαιους κρατούμενους, αλλά όπως και στην πραγματικότητα, λειτουργεί περισσότερο ως μια κολασμένη φανταρομονάδα, με συμφέροντα, κλίκες, power-plays και άφθονες ευκαιρίες για τους ανοιχτομάτηδες και τους παράτολμους. Ο χαρακτήρας μας, ο αινιγματικός Roy Temperance, σώζει τον Innocence από ένα εφιαλτικό καλωσόρισμα στο νέο του σπίτι και κάπου εκεί ξεκινά η περιπέτειά μας. Η παραμονή στη φυλακή είναι αδύνατη και το πρώτο πράγμα στο νου μας, είναι ένα καλό σχέδιο απόδρασης.
Το σενάριο του παιχνιδιού, χωρίς να είναι κάτι εκπληκτικά πρωτότυπο, στέκει αξιοπρεπέστατα και το σημαντικότερο, δημιουργεί τη σωστή ατμόσφαιρα. Ο Άρης είναι κόκκινος, ξερός, ανελέητος. Οι φράξιες που αντιμάχονται για τη λίγη εξουσία πάνω στα καταραμένα χώματά του, αδίστακτες. Η δράση του παιχνιδιού χωρίζεται σε τρία κεφάλαια, με το τελευταίο να διαφοροποιείται ουσιαστικά, ανάλογα με το ποιά πλευρά διαλέξαμε στο τέλος του δεύτερου, σαν μια υπέρ-budget εκδοχή της αντίστοιχης επιλογής στο δεύτερο Witcher.
SOMETHING FOR THE PAIN
Γι’αρχή, να βγάλουμε τα στραβά του τίτλου από τη μέση. Έχοντας να διαλέξουν μεταξύ gameplay και περιτυλίγματος, οι Spiders έκαναν την Ragequit Επιλογή™ και σοφά έριξαν το βάρος στο πρώτο. Τα γραφικά του τίτλου, χωρίς να είναι τραγικά, σίγουρα δεν εντυπωσιάζουν. Κάποια μοντέλα χαρακτήρων είναι λίγο πιο προσεγμένα από τα υπόλοιπα και ορισμένα ανοιχτά πλάνα είναι ατμοσφαιρικότατα, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του παιχνιδιού θα το περάσετε σε στενούς, σκουριασμένους διαδρόμους. Αρκετά NPC character models ανακυκλώνονται, αλλά δεν γίνονται ποτέ ιδιαίτερα ενοχλητικά. Ο ηχητικός τομέας είναι απλά λειτουργικός, με τα αναμενόμενα ηχητικά εφέ, κάποια ταριαστά αλλά όχι αξιομνημόνευτα ambient tracks μουσικής και τις περισσότερες φορές, μετριότατα voice-overs.
Ολ’αυτά όμως, πραγματικά καθόλου δεν μ’ενόχλησαν στην διάρκεια της ενασχόλησής μου με τον τίτλο. Όσο μου θυμίζαν πως έχω να κάνω με ένα budget τίτλο, άλλο τόσο με έκαναν να θαυμάζω το εξαιρετικό combat και progression system, την πραγματική καρδιά του Mars. Ξεσηκωμένο σχεδόν αυτούσιο από το τιτάνιο Witcher 2, το σύστημα μάχης εξαρτάται απόλυτα από δυο πράγματα : τα skills που έχουμε διαλέξει να καλλιεργήσουμε (Υπάρχουν διαθέσιμα τρία trees, ένα καθαρά melee, ένα stealth/rogue και η πανίσχυρη Τεχνομαντία) και τα αντανακλαστικά μας. Εάν απλώς καθίσετε και χτυπάτε διαρκώς το “Attack”, δεν θα βγάλετε ούτε την πρώτη μάχη. Ακριβώς όπως και στο Witcher 2, θα ρολάρετε διαρκώς στο πεδίο της μάχης, θα χρησιμοποιείτε τις Τεχνομαντικές σας δυνάμεις σαν τρελοί (ακόμη κι αν δεν είναι το skill tree που έχετε καλλιεργήσει περισσότερο) και θα κάνετε χρήση παγίδων και χειροβομβίδων εάν θέλετε να τη βγάλετε καθαρή.
Η ποικιλία των αντικειμένων είναι περιορισμένη, όπως και το απλό μα στιβαρό crafting system. Το αβαντάζ αυτής της επιλογής είναι πως πραγματικά θα καταλήξετε να χρησιμποιείτε τα πάντα, καθώς δεν υπάρχει περίπτωση να επιβιώσετε διαφορετικά, ειδικά σε μεγαλύτερα επίπεδα δυσκολίας. Πάντοτε ξέρω ότι ένα παιχνίδι έχει πετύχει στα υποσυστήματά του, όταν με βγάζει από το comfort zone του “Έχω ντούκι fighter και θα δείρω τα πάντα” και με υποχρεώνει να εξερευνήσω όλες τις πτυχές του και το κάνει με τρόπο οργανικό όσο και απολαυστικό. Υπάρχει και δυνατότητα για counters στο στύλ του Arkham City/Sleeping Dogs ,αλλά γίνονται μόνο υπό προϋποθέσεις και σε καμία περίπτωση δεν λειτουργούν σαν στρατηγικός μονόδρομος όπως γινόταν σ’εκείνα τα παιχνίδια.
Όσοι αρέσκεστε στον τακτικό σχεδιασμό των μαχών και αφιερώσατε Ν ώρες να καίγεστε στο Witcher για να βρείτε τις αποτελεσματικότερες μεθόδους εξόντωσης των εχθρών σας, εδώ θα βρεθείτε πραγματικά στο στοιχείο σας. Πραγματικά, ούτε μια στιγμή δεν ένιωσα να με κουράζουν οι μάχες του War Logs, ακόμη κι αν δεν συναντάμε ποτέ πάνω από 5-6 διαφορετικούς τύπους εχθρών. Ένα εκπληκτικά δομημένο και λειτουργικό combat system που πραγματικά θα έλαμπε αν χωνόταν σε έναν ΑΑΑ τίτλο.
THEY CALL ME THE SPACE COWBOY
Φυσικά RPG δίχως επιλογές, δεν γίνεται. Χωρίς να εντυπωσιάζει σε αυτό τον τομέα (και πολύ πιθανώς, ξανά, εξαιτίας του χαμηλού του budget) προσφέρει σχεδόν πάντα μια εναλλακτική, “έξυπνη” μέθοδο επίλυσης των περισσότερων quests και περιλαμβάνονται ακόμη και στοιχειώδη romances που θα σας θυμίσουν τα πρώτα δειλά βήματα της Bioware στον τομέα. Μια πληθώρα side quests φροντίζει ώστε να μάθετε κάθε περιοχή απ’έξω και ανακατωτά και σας δένει ακόμη περισσότερο με τον ιδιαίτερο κόσμο του παιχνιδιού.
Ένα πραγματικό cult διαμάντι, το Mars: War Logs πετυχαίνει το ακατόρθωτο : επενδύει το ελάχιστο budget του εκεί που μετράει και μέσα από μερικές πολύ έξυπνες επιλογές από τη μεριά των designers, γίνεται ένα εξαιρετικά διασκεδαστικό RPG με εντελώς δική του ατμόσφαιρα. Πραγματικά εύχομαι να πουλήσει καλά, ώστε να δούμε κάποια στιγμή ένα sequel, που θα ντύνει τις εξαιρετικές ιδέες του πυρήνα του με ένα κόσμο αντίστοιχου βάθους και έκτασης.
Pros
- Εκπληκτικό combat system, ξεσηκωμένο απευθείας από το Witcher 2 και το Arkham City
- Ατμόσφαιρα και χαρακτήρες που υπερβαίνουν το φτωχό budget της παραγωγής
- Ολντσκουλιά, αίσθηση πρώτου Gothic σχεδόν στα πάντα
- Εξαιρετικά skill trees και crafting system που θα αναγκαστείτε να μάθετε πραγματικά απ’έξω.
Cons
- Φτωχά production values σημαίνουν ανακυκλωμένους NPC’s, μέτριο εικαστικό τομέα.
- Η μετάφραση ορισμένες φορές δεν είναι η καλύτερη δυνατή, πάντως νόημα βγαίνει ακόμη και στα “δύσκολα”
- Πολύ περιορισμένος αριθμός αντικειμένων και μόνο λοστάρια ως όπλα.
- Hardcore και old-school, ενδέχεται να ξενερώσει κάποιους πιο “καλομαθημένους” gamers.
Και στην αρχη ανησυχησα. Γκορντον Φρημαν και Μπορατσος στην ιδια προταση? Τα φαγαμε τα λεφτα μας λεω… Αλλα ενταξει μας βγηκε καλτιλα.
Αλλα 10 μολις ωρες? Λιγο να παρει…
Ναι η διάρκεια είναι μικρή ακόμα και για expansion rpg, μου έχει τραβήξει όμως το ενδιαφέρον για να το πάρω σε έκπτωση.
Σε site του εξωτερικού κάνουν λόγο πάντως για ψιλοαδιάφορη ιστορία και “περιέργους” διαλόγους (το οποίο και αναφέρθηκε στο κείμενο)…
Κάτι μου λέει ότι με τη συνοδεία μπύρας και Kyuss, θα είναι απ’ τις τοπ εφετινές καλοκαιρινές ασχολίες μου.
Το μόνο καλό του βούπα Φρήμαν ήταν η αδιάκριτη χρήση του λοσταριού και το Mars το κράτησε ευλαβικά 🙂
Oι 10 ώρες του δεν φαίνονται λίγες για την κλίμακα budget στην οποία λειτουργεί (όποιος το παίξει, θα καταλάβει τί εννοώ) και με αγορά σε έκπτωση, είναι επενδυσάρα. Για full price, πρέπει να είσαι αρκετά αφοσιωμένος για να πεις ότι πήρες *ακριβώς* αυτό που πλήρωσες.
Οι διάλογοι μπορεί να ξενίζουν κάποιο Δυτικό καριερίστα γκίκουλα, αλλά όταν έχεις μεγαλώσει με Γαρδέλλη και Απαράδεκτους, μια χαρά βγαίνουν, καταλαβαίνεις πάντοτε τί ήθελε να πει ο ποιητής.
Και ναι, Kyuss και μπύρες, σφραγίδα ποιότητος 🙂