ROBOCOP: ROGUE CITY
Οι Πολωνοί δημιουργοί της Teyon είναι αναμφίβολα μύστες των ταινιών δράσης των 80s τις οποίες λάτρεψε κάθε σοβαρός άνθρωπος στη ζωή του, και έχουν επιχειρήσει συνειδητά να μεταφέρουν τη δράση των ταινιών αυτών στο format ενός PC game. Κάνοντας την αρχή πίσω στο 2014 με το Rail Shooter RAMBO: THE VIDEO GAME (το οποίο παίζει να άρεσε μόνο σε εμάς βασικά, αλλά δυστυχώς τότε δεν ήμασταν στο Metacritic ακόμα μπας και ανεβάσουμε λίγο τον μέσο όρο του), ασχολήθηκαν έπειτα το 2019 με το Terminator: Resistance, ένα FPS με RPG στοιχεία το οποίο θεωρείται ευρέως ως το καλύτερο Terminator game που κυκλοφόρησε ως τώρα. Στο ίδιο πνεύμα περίπου κινείται και η τελευταία τους ενασχόληση με ένα άλλο αγαπημένο 80s action franchise, το πολυαναμενόμενο RoboCop: Rogue City, το οποίο κυκλοφορεί επισήμως στις 2 του Νοέμβρη.
Σεναριακά, το Rogue City λαμβάνει χώρα ακριβώς μετά τα γεγονότα του RoboCop 2. Ο Cain και η “Nuke Cult” του έχουν εξαφανιστεί από το Detroit, και διάφοροι παίκτες του υποκόσμου κινούνται για να καλύψουν το κενό. Ο ισχυρότερος εξ αυτών είναι ένας μυστήριος τύπος ονόματι… “The New Guy in Town” (η πλήρης ταυτότητά του αποκαλύπτεται στην πορεία, βέβαια), και όλες οι συμμορίες της πόλης κάνουν το παν για να κερδίσουν την προσοχή και την εύνοιά του. Μέσα σε αυτό το χαοτικό κλίμα, ο RoboCop, το ισχυρότερο όπλο της αστυνομίας του Detroit, είναι περισσότερο από ποτέ απαραίτητος ώστε να εφαρμόσει τις κύριες εντολές του: Serve the public trust. Protect the innocent. Uphold the law.
Παράλληλα με το παραπάνω βέβαια έχουμε και τους συνήθεις σεναριακούς άξονες των ταινιών RoboCop: η διαφθορά, τα μυστικά projects και τα επιχειρηματικά πισώπλατα μαχαιρώματα μέσα στην megacorporation Omni Consumer Products – OCP – αλλά και η σύγκρουση της τελευταίας με την αστυνομική δύναμη του Detroit, την οποία επιχειρεί σταθερά να υπονομεύσει προκειμένου να βρει την αφορμή ώστε να την αντικαταστήσει πλήρως με ρομποτικές δυνάμεις. Έπειτα έχουμε και τη σύγκρουση μέσα στην ίδια την ιδιοσυγκρασία του Alex Murphy, με την “νεκρή” ανθρώπινη φύση του να αγωνίζεται για να βρει τη θέση της μέσα στο cybernetic προϊόν που είναι ο RoboCop. Όλα με φόντο τον σταθερό, διακαή πόθο της OCP: την κατασκευή της ουτοπικής Delta City στη θέση του Old Detroit.
Τα “chapters” της ιστορίας διαδραματίζονται σε μια αλληλουχία από hubs και ξεχωριστές τοποθεσίες του Detroit, κάποια εξ αυτών γνώριμα από τις ταινίες, όπως το γνωστό αστυνομικό τμήμα, τα κεντρικά γραφεία της OCP, ή ένα περιβόητο Steel Mill όπου συνέβησαν… πράγματα, κατά τα γεγονότα της πρώτης ταινίας. Σε αυτά προχωράμε γραμμικά χωρίς δυνατότητα επιστροφής μετά την περαίωσή τους, όμως αρκετά εξ αυτών, όπως το αστυνομικό τμήμα, τα επισκεπτόμαστε επανειλημμένα ανάμεσα στις αποστολές μας, συναντώντας εκεί διαφορετικές καταστάσεις σε κάθε επίσκεψη. Τα hubs κατά κανόνα περιέχουν NPCs με τους οποίους μπορούμε να συνομιλήσουμε, εχθρούς προς βίαιη εξολόθρευση, διάσπαρτα “Crime Evidence” αντικείμενα προς περισυλλογή τα οποία αυξάνουν το XP του Robo, αλλά και αρκετά προαιρετικά sidequests. Αυτά αφορούν το να διεκπεραιώσουμε την έρευνα πάνω σε κάποιο έγκλημα (με το δεξί κλικ ενεργοποιείται η “scanning” λειτουργία του Robo, οπότε μπορείτε να φανταστείτε το τι εμπεριέχει η συλλογή στοιχείων στους τόπους των εγκλημάτων) ή να βοηθήσουμε κάποιον NPC, και αρκετές φορές προσφέρουν κάποια επιλογή στο φινάλε τους, με τις επιλογές αυτές να επηρεάζουν την κατάληξη πολλών δευτερευόντων χαρακτήρων στο τέλος του game (όπως συνέβαινε και στο Terminator: Resistance λίγο-πολύ).
Για κάθε 1000 XP που συλλέγουμε από αποστολές ή αντικείμενα, κερδίζουμε ένα Skill Point το οποίο μπορούμε να ξοδέψουμε στα διαθέσιμα Skill Trees. Αυτά είναι ουσιαστικά 8 Skills που αντιστοιχούν σε κάποια πτυχή του gameplay, όπως Combat, Vitality, Engineering, Scanning κτλ, και η αφιέρωση πόντων σε αυτά προσφέρει διάφορα bonuses αλλά και ξεκλειδώνει ξεχωριστές ικανότητες για τον Robo (πχ bonus στο damage ή το health, αυξημένη εμβέλεια της λειτουργίας scanning, δυνατότητα για ricochet των σφαιρών ώστε να πλήξουμε εχθρούς που είναι υπό κάλυψη, δυνατότητα να χακάρουμε turrets, και πολλά άλλα). Αξίζει να σημειωθεί πως, με δεδομένο το περιεχόμενο που προσφέρει το game, δεν είναι δυνατόν να μαξαριστούν και τα 8 skills στο ίδιο playthrough, οπότε οι παίκτες θα πρέπει να επιλέξουν τι θα ανεβάσουν και ποιες ικανότητες θα ξεκλειδώσουν ανάλογα με τον τρόπο παιχνιδιού που προτιμούν.
Έτερος τομέας παραμετροποίησης που ξεκλειδώνεται μετά από τα πρώτα στάδια του παιχνιδιού είναι και η δυνατότητα για Modification του θρυλικού πιστολιού Auto-9 του Robo. Συλλέγοντας στον κόσμο του παιχνιδιού motherboards και mods, μπορούμε να διαλέξουμε ποια θα είναι η ενεργή μας motherboard ανά πάσα στιγμή, με την καθεμιά να προσφέρει διαφορετικά πιθανά abilities στο πιστόλι (όπως πχ άρση της ανάγκης για reload, αυξημένο armor piercing damage, ή, το αγαπημένο μου, “INCREASED GORE” για να γεμίζει ο τόπος με τα μυαλά των εγκληματιών) αλλά και διάφορα bonuses στο damage, στο reload speed κτλ ανάλογα με τα mods που τοποθετούμε σε αυτήν. Τα bonuses αυτά ισχύουν αποκλειστικά για το Auto-9, οπότε αν σηκώσετε κάποιο από τα πολλά άλλα διαθέσιμα όπλα που βρίσκονται στον κόσμο (πιστόλια, καραμπίνες, υποπολυβόλα, τυφέκια εφόδου, sniper rifles, ή το πανίσχυρο Cobra Assault Cannon) η εμπειρία είναι πάντα πιο “ωμή”.
Οφείλει να επισημανθεί πως η ατμόσφαιρα του Rogue City είναι 100% πιστή στο πνεύμα των ταινιών RoboCop. Των δύο πρώτων κυρίως, και όχι της σαφώς πιο “παιδικής” 3ης, οπότε μπορείτε να περιμένετε πως “ενήλικα” θέματα όπως ναρκωτικά, πορνεία, βία, αιματηρά εγκλήματα και ανθρώπινα πειράματα, διέπουν κάθε σκέλος του κόσμου και της πλοκής. Από τη σκοπιά ενός μεγάλου φαν του RoboCop, αυτό που καταφέρνουν οι Πολωνοί devs είναι σχεδόν εξωπραγματικό, καθώς το Rogue City καταφέρνει να συλλέξει από τις ταινίες όλα τα δομικά στοιχεία που αποτελούν την πεμπτουσία του franchise, και να τα μετουσιώσει σε ένα FPS/RPG.
Όλα είναι όπως πρέπει να είναι: το μαύρο, σαρκαστικό χιούμορ που σατιρίζει την megacorpo δυστοπία που είναι ο κόσμος, οι διάλογοι και οι ατάκες του ίδιου του Robo (τη φωνή του οποίου στο game δίνει ο τιτανοτεράστιος Peter Weller των 2 πρώτων ταινιών), η υπερβολική υπερβία που καταλήγει κωμική, η 80s αισθητική στην τεχνολογία του κόσμου, η σχεδίαση των κτιρίων και των τοποθεσιών ώστε η in-game απόδοσή τους να είναι 100% πιστή σε ό,τι είδαμε στις ταινίες, η επιστροφή γνωστών χαρακτήρων, κύριων ή τελείως δευτερευόντων. Πέρα, προφανώς, από τα άπειρα easter eggs και callbacks σε πρόσωπα, γεγονότα και καταστάσεις των ταινιών. Αν προσπεράσουμε το στάτους του ως game, το Rogue City μοιάζει κυριολεκτικά σαν μια χαμένη ταινία RoboCop που κυκλοφόρησε μετά το 2. Και αυτό νομίζω είναι το μεγαλύτερο ατού του τίτλου.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε βέβαια πως πρόκειται ουσιαστικά για έναν σχετικά low-budget τίτλο και όχι για ΑΑΑ υπερπαραγωγή, οπότε αναμενόμενα κάποιες πτυχές του ευρύτερου τεχνικού τομέα είναι ελαφρώς “janky” για τα δεδομένα του 2023. Αυτό ισχύει κυρίως για τα μοντέλα και το animation των χαρακτήρων, τα οποία θυμίζουν game εποχής late 2000s (παραδόξως βέβαια το περιβάλλον των Levels αλλά και το voice acting είναι ως επί το πλείστον αρκετά υψηλής ποιότητας, κάτι που μου θύμισε αρκετά την κατάσταση που επικρατούσε στο Vampire: the Masquerade – Swansong, και τα δύο Unreal Engine games γαρ), αλλά και για την αρκετά απλοϊκή combat AI που εφαρμόζει η πλειοψηφία των εχθρών.
Για να είμαι ειλικρινής, προσωπικά αυτά τα στοιχεία δεν με ενόχλησαν ιδιαίτερα κατά την (20ωρη περίπου, στο 2ο από τα 4 διαθέσιμα επίπεδα δυσκολίας) ενασχόλησή μου με τον τίτλο – αντιθέτως, η απλοϊκή AI θα έλεγα πως ταιριάζει με την ιδιοσυγκρασία των εχθρών στις ταινίες, οι οποίοι κατά 90% απλώς πυροβολούσαν ομαδικά στον Robo και περίμεναν καρτερικά τη στιγμή τους να δεχθούν ένα θανάσιμο πλήγμα από το Auto-9 πιστόλι του. Αλλά όσοι εισέρχονται στον τίτλο περιμένοντας μια υπεργυαλισμένη AAA παραγωγή και μια tactical combat εμπειρία ισάξια διαφόρων λαοπρόβλητων FPS games, οφείλουν να έχουν στο νου τους πως θα πρέπει να χαμηλώσουν τις προσδοκίες τους.
Ας αναφέρω επίσης και πως το game είναι σχεδόν πλήρως bug-free. Πέρα από διάφορα μικρά glitches (του στυλ εχθροί να πέφτουν στο “κενό” κάτω από τις πίστες), συνάντησα επακριβώς ένα μόνο bug κατά την ενασχόλησή μου, το οποίο αφορούσε το animation ενός NPC (συγκεκριμένα είχε σκαλώσει σε ένα σημείο και δε μπορούσε να προχωρήσει, σκαλώνοντας παράλληλα και το sidequest που έκανα εκείνη τη στιγμή), αλλά παραδόξως αυτό το πρόβλημα επιλύθηκε κάνοντας restart το συγκεκριμένο sidequest.
Σε τελική ανάλυση όμως θεωρώ πως το Rogue City είναι ένα game που στοχεύει σχεδόν αποκλειστικά στους φανς του RoboCop, αλλά και σε όσους έπαιξαν και λάτρεψαν το Terminator game της Teyon, παρά στο ευρύτερο αγοραστικό κοινό που ξεπετάει τον έναν ΑΑΑ τίτλο μετά τον άλλο. Και, από αυτή τη σκοπιά, θεωρώ πως δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση στο εκατομμύριο να μην καταφέρει το Rogue City να ικανοποιήσει τις προσδοκίες των 2 παραπάνω αγοραστικών γκρουπ. Ανήκοντας στην υπερήφανη γενεά που είδε το RoboCop σε αρκετά τρυφερή ηλικία (και τραυματίστηκε ανεπανόρθωτα από τη βίαιη σκηνή της εκτέλεσης του Murphy), νομίζω πως το Rogue City είναι ίσως το τελειότερο RoboCop game που θα μπορούσαμε να λάβουμε ποτέ. Κατά μία έννοια η κατάστασή του απηχεί τις θρυλικές ταινίες στις οποίες βασίζεται: μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα περίπλοκο συγγραφικά, μπορεί να είναι ελαφρώς έως πολύ αγυάλιστο σε σημεία, αλλά κανείς δε μπορεί να αρνηθεί πως είναι γεμάτο ψυχή. Και, τη σήμερον ημέρα, προτιμώ πλήρως κάτι τέτοιο απ’ότι ακόμη μια άχρωμη, άοσμη και πλήρως forgettable AAA υπερπαραγωγή της σειράς.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 88%
88%
Το καλύτερο ίσως RoboCop game που θα μπορούσαμε να λάβουμε ποτέ, και μια υπερήφανη ωδή στο πνεύμα των θρυλικών ταινιών δράσης των 80s-90s.
17 comments