Κατά καιρούς έχουμε δει πολλές και διαφορετικές αναμίξεις στοιχείων από διάφορες κατηγορίες. Αυτή την φορά, ήρθε η στιγμή όπου ένας τίτλος χρησιμοποιεί την ισομετρική προβολή που τόσο αγαπήσαμε από τα RPGs, να την παντρέψει με το αυτονόητο, την ανάπτυξη του χαρακτήρα μας, Teriel και την stealth προσέγγιση των στόχων μας, αφού ο Teriel είναι ίσως ο καλύτερος μεταξύ των μελών του Thieve’s Guild και σε αυτό το μονοπάτι οφείλουμε να βαδίσουμε κι εμείς.
Η ιστορία μας τοποθετείται στο πολύ μακρινό μέλλον και σε μία δυστοπική κοινωνία, ηγέτης της οποίας είναι ο πλέον θεοποιημένος Drugun. Η μοίρα μας στέλνει στην νήσο Peh, ένα μέρος το οποίο είναι μία είδους φυλακή-κάτεργο, με στόχο η αυτοκρατορία να εντοπίσει αρχαία απομεινάρια πολιτισμού, τα οποία σύμφωνα με τον θρύλο έχουν μαγικές ιδιότητες. Αυτό που χαρακτηρίζει το νησί, είναι ο χωρισμός του σε περιοχές, πρόσβαση στις οποίες αποκτά κανείς μόνο μέσω της εκάστοτε visa, καθώς και η απομόνωση των αστικών κέντρων από το φυσικό περιβάλλον, το οποίο χαρακτηρίζεται από παραμορφωμένα ζώα κάθε είδους, ληστές και πολλά κρυμμένα μυστικά. Αυτό που έρχεται όμως να ανατρέψει τα όσα ήξερε ο Teriel, είναι η ψυχική σύνδεσή του, για όσο θα βρίσκεται εκεί, με τον δαίμονα Artanak, ο οποίος συνδέεται και με τον Drugun και ο οποίος έχει σκοπό τόσο να τον οδηγήσει στον τελικό του στόχο, όσο και μέσω των διαλόγων μαζί του, να ανακαλύψουμε περισσότερα για την ιστορία αυτού του παράλληλου σύμπαντος.
Το δυστοπικό μέλλον το οποίο πραγματεύεται το Seven: The Days Long Gone, (από εδώ και πέρα θα το αποκαλούμε Seven) είναι μία κλασσική συνταγή, την οποία έχουμε δει στο παρελθόν σε πολλές παρόμοιες κυκλοφορίες. Εν προκειμένω, η κεντρική ιστορία, αν και σύντομη, λειτουργεί και ως τροχοπέδη για να εξερευνήσουμε τον κόσμου του παιχνιδιού, ο οποίος με την σειρά του είναι αρκετά μικρός για open world RPG. Την παράσταση βέβαια, όπως και σε κάθε παιχνίδι που σέβεται τον εαυτό του, κλέβουν οι δευτερεύουσες αποστολές, οι οποίες και ξεδιπλώνουν το ψηφιδωτό ενός καλοσχεδιασμένου και σφιχτού κόσμου. Εκεί όμως που το πολωνικό στούντιο πρωτοτυπεί, είναι στον τρόπο με τον οποίο αναπτύσσεται ο χαρακτήρας σε συνδυασμό με το σύστημα ανταμοιβής που προκύπτει από το πάντρεμα των δευτερευουσών αποστολών και της εξερεύνησης του χάρτη. Αναζητώντας λοιπόν το ζητούμενο της κάθε αποστολής, ερχόμαστε αντιμέτωποι με άντρα τεράτων και ληστών, τα οποία κρύβουν πλούσιους θησαυρούς. Παράλληλα στον πηγαιμό για την Ιθάκη όμως, συναντάμε και κάποιους πυλώνες οι οποίοι εμπεριέχουν τις πολυπόθητες αναβαθμίσεις των στατιστικών του Teriel καθώς και συνταγές, οι οποίες αναβαθμίζουν τον εξοπλισμό του. Δυστυχώς όμως, αυτό είναι και το μόνο στοιχείο που έχει να επιδείξει ο τίτλος, όσον αφορά το RPG κομμάτι του. Το δεύτερο, το οποίο και τον κάνει σχεδόν εθιστικό, είναι το stealth στοιχείο και αν μπορούσα να τα διαχωρίσω με κάποιο τρόπο, θα έλεγα πως καταλαμβάνει το 75% του χρόνου μας.
Οπότε τι είναι το Seven; Είναι RPG ή δεν είναι; Αν πρέπει να τοποθετηθεί μετά βίας κάποια φωτεινή επιγραφή, τότε αυτή που του ταιριάζει είναι μία. Isometric stealth game και τέλος. Αυτό πηγάζει από το σκεπτικό ότι τα στοιχεία ανάπτυξης του χαρακτήρα μας είναι τα πλέον βασικά, ενώ και οι διάλογοι, δεν αφήνουν ελευθερία έτσι ώστε να διαμορφώσουμε την εκάστοτε κατάσταση κατά το δοκούν. Επιπλέον, οι όποιες αναβαθμίσεις είναι καλοδεχούμενες, εν τέλει όμως δεν αλλάζουν και πολύ την προσέγγιση μας μιας και οι μάχες του επηρεάζονται αποκλειστικά από τα αντανακλαστικά μας. Τέλος, το παιχνίδι συνήθως επιβραβεύει τις αθόρυβες και αναίμακτες προσεγγίσεις, μέσα από τα διάφορα μυστικά που αποκαλύπτονται μπροστά μας, οπότε η βελτίωση των στατιστικών μας και η αξιοποίηση του crafting system καταλήγουν προαιρετικές. Εξάλλου όπως είχε πει και ο συνάδελφος Garrett, “Είμεθα κλέφτες και ουχί δολοφόνοι”. Εν συγκρίσει με παρόμοιους τίτλους όπως τα Assassin’s Creed και τα Dishonored, οι οποίοι συγκαταλέγονται στον ίδιο κατάλογο, το Seven όσο χάνει από την δράση του, άλλο τόσο κερδίζει στην σχεδίαση του κόσμου του, εγκλωβίζοντας τον παίκτη σε αυτόν. Σε αυτό βέβαια βοηθά και η εξαιρετική μουσική υπόκρουση, η οποία φέρει την υπογραφή του Marcin Przybyłowicz, ο οποίος έντυσε και τις δύο τελευταίες πράξεις των The Witcher.
Δυστυχώς όμως η τελειότητα είναι κάτι το ανέφικτο, οπότε κι εδώ υπάρχουν ορισμένα ψεγάδια, τα οποία εναπόκεινται στον καθέναν ξεχωριστά για το αν θα τον επηρεάσουν. Το πρώτο και βασικότερο είναι η μικρή διάρκεια της κεντρικής ιστορίας, η οποία δεν διαρκεί περισσότερο από δέκα ώρες, με το πρώτο μισό να μοιάζει ως χαμένος χρόνος, αφού εκ των πραγμάτων, ο νέος αυτός κόσμος ξεδιπλώνεται αρκετά αργά και οι χαρακτήρες πολλές φορές θεωρούν δεδομένο ότι γνωρίζουμε γεγονότα και πρόσωπα που σχετίζονται με τον Drugun. Το δε δεύτερο μέρος, μοιάζει κάπως βεβιασμένο και καταλήγει να περιχαρακώνεται από τις εμφανώς πιο ευφάνταστες δευτερεύουσες αποστολές. Η δεύτερη πληγή εντοπίζεται στην μικρή έκταση του χάρτη, η οποία υπεκερνάται από τεχνηέντως τοποθετημένα απροσπέλαστα εμπόδια στα μέρη εκτός των πόλεων, αναγκάζοντάς μας να κάνουμε ολόκληρους κύκλους για να καταλήξουμε στην πολυπόθητη περιοχή όπου μας οδηγεί μία αποστολή. Τέλος, θα ήθελα αυτός ο σκοτεινός κόσμος, να είχε ντυθεί από πιο ευφάνταστους διαλόγους. Εν προκειμένω, η πλειοψηφία των διαλόγων στο παιχνίδι είναι κατά κύριο λόγο διεκπεραιωτικοί με εξαίρεση ορισμένα σημεία κυνικότητας του Teriel απέναντι στον Artanak, ο οποίος εν τέλει αποκτά περισσότερο διακοσμητικό χαρακτήρα, παρά προσπαθεί να μας νουθετήσει. Αν μπορούσα να το τοποθετήσω, με κριτήρια γραφής, ανάμεσα σε άλλους παρόμοιους κόσμους, θα έλεγα ότι είναι δύο σκαλοπάτια καλύτερο από το Fallout 3.
Κλείνοντας, ψάχνω να βρω λέξεις για να περιγράψω την εμπειρία που αποκομίζει κανείς από το Seven, αλλά διαπιστώνω ότι καμία δεν μπορεί να περιγράψει πλήρως αυτό το ταξίδι. Το να περιδιαβαίνεις σε έναν κατεστραμμένο κόσμο, να έρχεσαι αντιμέτωπος με κοινωνικά προβλήματα, τα οποία μεταφέρθηκαν ατόφια από το παρόν στο μέλλον και να πρέπει να ακολουθήσεις έναν μίτο σε ένα μπερδεμένο πολιτικό σκηνικό, είναι αν μη τι άλλο ανατριχιαστικό. Δεν είναι μία εμπειρία για τους βαμμένους του είδους των RPG, αλλά ένα ταξίδι, το οποίο μπορεί να ζήσει ο οποιοσδήποτε. Μπορεί να έχασε κάπου την ταυτότητα του, προσπαθώντας να αναμίξει πολλά στοιχεία στο ίδιο τσουκάλι, παρόλα αυτά όμως, η εμπειρία που αφήνει στο τέλος της ημέρας είναι πλήρης και συμπαγής.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 80%
80%
Ισομετρικό Assassin's Creed
Καταντήσαμε θρησκεία, ένα θρησκευτικό σύστημα, μέρος του καταρρέοντος κρατικού συστήματος. Η λύτρωση θα έρθει μέσα από τις σκιές.
Ακούγεται ενδιαφέρον και η αγάπη μου για το ισομετρικό στέλθ καλά κρατεί. Ίσως το τσιμπήσω σε προσεχή έκπτωση για το μεράκι του πράγματος!
Για να δεις όλες τις διαθέσιμες αποστολές και γενικά να ξεψαχνίσεις τα πάντα, αν και δεν έχουν όλα νόημα ύπαρξης, θες χοντρικά 60 ωρες. Σε bundle ή σε έκτπωση 50%, τώρα πωλείται στα 30€, το παίρνεις με κλειστά μάτια.
To είχα παίξει κοντά όταν βγήκε και εκτός από τα bugs που είχε τότε ορθώς μου θύμισες και τις γύρες που έπρεπε να κάνεις μέχρι να βρεις που πρέπει να πας, απίστευτα κουραστικό πράγμα, ίσως το χειρότερο του Seven. Κατά τ’άλλα τίμιο παιχνίδι όμως.
Πάντως, επειδή μου μπάγκαραν δύο αποστολές, μετά της κριτικής κι αφού πάλευα για το 100%, διαβάζω στα φόρουμς του Steam ότι στην νέα έκδοση έχουν βελτιωθεί αρκετά τα πράγματα. Επίσης κουραστικό ήταν το να ξεχωρίσω τα επίπεδα και τους όροφος στα κτίρια, μέχρι να συνηθίσει το μάτι. Συνεχώς βούταγα στο κενό.