SUNDAY GOLD
Είναι γεγονός ότι είναι λίγες πλέον οι νέες ιδέες που εφαρμόζονται στο gaming. Ο βασικότερος λόγος είναι ότι οι περισσότερες εταιρίες δε θέλουν να ρισκάρουν με μεγάλες καινοτομίες, φοβούμενες τυχόν οικονομικές αποτυχίες, οπότε προτιμούν να περιπλανιούνται σε ασφαλή και δοκιμασμένα μονοπάτια. Φυσικά, αναφερόμαστε κυρίως στις ΑΑΑ παραγωγές, καθώς η indie σκηνή εξακολουθεί να δοκιμάζει νέα πράγματα ή συνηθέστερα, να υλοποιεί ένα αμάλγαμα ήδη γνωστών ιδεών προκειμένου να δημιουργηθεί μια καινούρια και ενδιαφέρουσα πρόταση. Στην τελευταία κατηγορία ανήκει το Sunday Gold της BKOM Studios, το οποίο ανακατεύει την τράπουλα διαφορετικών, όχι και τόσο ετερόκλητων ειδών και τα ενώνει κάτω από μια κοινή στέγη, παρουσιάζοντας ένα ιδιόμορφο υβρίδιο adventure, tactical και… JRPG.
Ίσως ακούγεται πολύ φιλόδοξο σαν ιδέα, εντούτοις, το εν λόγω mashup δεν είναι τόσο…αχταρμάς όσο πιθανόν να πίστευε κάποιος. Εξάλλου, το παρουσιαστικό του αρκεί για να τραβήξει πολλά βλέμματα πάνω του. Με μια ιδιαίτερη στυλιστική προσέγγιση, που θυμίζει comic-book και την επιλογή μιας δυστοπικής έκδοσης του Λονδίνου του 2070 ως βασικό setting, αν μη τι άλλο, δημιουργεί μεγάλες προσδοκίες. Πόσο μάλλον όταν οι πρωταγωνιστές της ιστορίας είναι τρεις «επαγγελματίες» παράνομοι, που εύκολα θα μπορούσαν να συμμετέχουν σε μια ταινία του Guy Ritchie, όπως το «Lock, Stock and Two Smoking Barrels». Πρακτικά, η ιστορία ξεκινάει από τη στιγμή που ο Frank Barber, ένας τύπος που δεν έχει δουλέψει τίμια ούτε μια μέρα στη ζωή του, συναντά στην τοπική pub τη φίλη του Sally, μια σκληροτράχηλη πυγμάχο. Η Sally, η οποία είναι και το μυαλό της ομάδας, παρά το άγριο παρουσιαστικό της, ενημερώνει τον Frank ότι έχει μία συμφέρουσα πρόταση από έναν πρώην εργαζόμενο του Kenny Hogan, το διάσημο δισεκατομμυριούχο, που στην ουσία έχει υπό τον έλεγχό του ολόκληρο το Λονδίνο.
Ο εν λόγω πρώην εργαζόμενος είναι ο Gavin, ένας ξερακιανός IT τύπος, γεμάτος φοβίες και κόμπλεξ, ο οποίος ισχυρίζεται ότι μπορεί να βρει στοιχεία, τα οποία θα «κάψουν» την «αδαμάντινη» εικόνα του Kenny Hogan προς την κοινή γνώμη. Αρχικά, ο Frank είχε ενδοιασμούς για το πόσο θα επωφεληθεί η τσέπη του από αυτή την ιστορία, όμως ο Gavin διαβεβαιώνει ότι πολύς κόσμος στο dark web θα πλήρωνε δεκάδες χιλιάδες λίρες προκειμένου να πάρει στα χέρια του αυτές τις πληροφορίες. Μουσική στα αυτιά λοιπόν τόσο για το Frank όσο και για τη Sally, μόνο που υπάρχει ένα μικρό πρόβλημα: ο Gavin δεν έχει πια πρόσβαση στις εγκαταστάσεις της εταιρίας του Hogan, όντας άρτι απολυθείς και τα δεδομένα που χρειάζονται είναι σφραγισμένα στους servers της. Συνεπώς, θα πρέπει να εισβάλλουν τη νύχτα στο κτήριο και να τα κατεβάσουν, ελπίζοντας να μη γίνουν αντιληπτοί από την ασφάλεια.
Όπως είναι αναμενόμενο, τα πράγματα ΔΕΝ θα πάνε καλά, ενώ τα συγκλονιστικά στοιχεία που ανακαλύπτουν για το ποιον των «κρυφών» δραστηριοτήτων του Kenny Hogan, ούτε καν θα τους περνούσαν από το μυαλό. Συνοπτικά, αυτή είναι η υπόθεση του παιχνιδιού, το “adventure” κομμάτι αν θέλετε, το οποίο αναπτύσσεται άρτια, οπτικοποιείται με τη μορφή comic-book (όπως προαναφέραμε) αλλά και αρκετών γραμμών διαλόγου, που διαθέτουν ένα άκρως φλεγματικό και σε στιγμές έντονο μαύρο χιούμορ. Ενίοτε θα κληθούμε να επικοινωνήσουμε με διάφορους χαρακτήρες, επιλέγοντας τις απαντήσεις μας μέσω ενός dialogue-tree, αλλά αυτές οι περιπτώσεις είναι λίγες. Το μεγαλύτερο κομμάτι του παιχνιδιού κατέχουν τα tactical/RPG στοιχεία, τα οποία είναι και αρκετά ενδιαφέροντα.
Κατ’ αρχήν, το Sunday Gold είναι ένα καθαρόαιμο turn-based παιχνίδι. Τόσο στο κομμάτι του adventuring/εξερεύνησης όσο και σε εκείνο το μαχών (περισσότερα για αυτές, παρακάτω), τα πάντα εξελίσσονται σε γύρους και εξαρτώνται από τους Action Points (AP). Κάθε ήρωας διαθέτει 7 πόντους, οι οποίοι ξοδεύονται κάθε φορά που εκτελούν μια ενέργεια, πλην των πολύ βασικών (movement, examine, enter door, access computer κλπ). Παραδείγματος χάρη, αν έχουμε ανοίξει ένα κουτί και θέλουμε να ψάξουμε το περιεχόμενο του, τότε η ενέργεια αυτή κοστίζει κάποιους AP (από 1 μέχρι 3). Το ίδιο συμβαίνει αν θελήσουμε να πάρουμε κάποιο αντικείμενο, το οποίο τοποθετείται αντίστοιχα στο inventory μας, αναλόγως με το τι εκπροσωπεί (εξοπλισμός, αναλώσιμα ή key items). Οι AP ανανεώνονται με τη λήξη κάθε γύρου, τον οποίο επιλέγουμε εμείς πότε θα τελειώσει και εφόσον το αποφασίσουμε, στη συνέχεια μεσολαβούν οι κινήσεις των εχθρών, οι οποίες πραγματοποιούνται στο background και δε γινόμαστε μάρτυρες αυτών. Ως συνέπεια αυτών είναι να επηρεαστεί το επίπεδο συναγερμού, είτε με θετικό είτε με αρνητικό πρόσημο, ανάλογα με το αποτέλεσμα των κινήσεων τους, το οποίο όσο υψηλότερο είναι, τόσο πιο πιθανό είναι να μας την «πέσουν», οπότε και θα χρειαστεί να πολεμήσουμε.
Έτσι λοιπόν, συχνά θα αμφιταλαντευόμαστε στο κατά πόσο θα ξοδέψουμε AP για να δούμε τι έχει μέσα εκείνο το ντουλάπι, με κίνδυνο να αυξήσουμε το Alert level μετά το πέρας του γύρου ή αν θα το αγνοήσουμε, ώστε να έχουμε αρκετούς AP για αργότερα, αλλά πιθανόν χάνοντας χρήσιμα αντικείμενα όπως painkillers, αλεξίσφαιρα, special ammos κλπ. Η αλήθεια είναι ότι στην αρχή δεν υπάρχει ιδιαίτερο πρόβλημα με αυτό το ζήτημα, καθώς συχνά λαμβάνουμε το θετικό μήνυμα από τους ασυρμάτους ότι «όλα βαίνουν καλώς», εξέλιξη που μειώνει το επίπεδο συναγερμού, οπότε μπορούμε άνετα να μην αφήσουμε σπιθαμή ανεξερεύνητη. Ωστόσο, όσο προοδεύουμε στο παιχνίδι, και ιδιαίτερα στο τελευταίο κεφάλαιο, ο συναγερμός αποτελεί έναν επιπλέον πονοκέφαλο.
Μια σημαντική παράμετρος είναι ότι κάθε ήρωας εξειδικεύεται σε κάποιον τομέα και είναι ο μοναδικός που μπορεί να εκτελέσει τη συγκεκριμένη ενέργεια. Ως εκ τούτου, οφείλουμε να είμαστε λίγο προσεκτικοί ποιον χαρακτήρα θα χρησιμοποιούμε κάθε φορά για τις απλές και συνηθισμένες ενέργειες (όπως το search). Ο Gavin είναι ειδικός στο hacking και στο χειρισμό κάθε είδους αυτοματοποιημένης μηχανής, ο Frank είναι σπεσιαλίστας στη διάρρηξη κλειδαριών και χρηματοκιβωτίων, ενώ η Sally διαθέτει μεγάλη μυϊκή δύναμη, οπότε αν κάτι βαρύ χρειάζεται μετακίνηση ή καταστροφή, τότε είναι ο άνθρωπος μας. Η επιτυχής εκτέλεση μιας τέτοιας ειδικής ενέργειας εξαρτάται από την ολοκλήρωση ενός mini-game, διαφορετικό για τον καθένα. Ο Frank και η Sally διαθέτουν ένα (εύκολο, μην ανησυχείτε) παιχνίδι ανακλαστικών, ενώ ο Gavin είναι πιο ζόρικος και θα πρέπει να ολοκληρώσουμε μια παρτίδα mastermind. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο βαθμός δυσκολίας ενός mini-game εξαρτάται και από το επίπεδο του κάθε ήρωα και αν έχουμε τοποθετήσει πόντους στο ανάλογο skill. Εμ τι, RPG παίζουμε, δεν θα υπάρχουν πόντοι εμπειρίας και skill trees;
Οι πόντοι εμπειρίας αυξάνονται κάθε φορά που ολοκληρώνουμε κάποιο objective, main ή secondary (υπάρχουν μερικά, μη φανταστείτε όμως κανένα κόλαφο) και με τις νικηφόρες μάχες, φυσικά. Κάθε πρωταγωνιστής διαθέτει τα δικά του μαχητικά προτερήματα, αλλά και μειονεκτήματα, τα οποία αποτελούν κομβικά στοιχεία κατά τη διάρκεια των μαχών. Ο Gavin, είναι με διαφορά ο πιο αδύναμος, αλλά τα καταφέρνει περίφημα ενάντια σε μηχανικούς εχθρούς με τα tech προσόντα του, η Sally είναι μαστόρισσα στις μάχες σώμα με σώμα, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και μια εξαιρετική healer, ενώ ο Frank, είναι τεχνίτης τόσο στα μαχαίρια όσο και στα πυροβόλα και ως αρχηγός, εμπνέει τους υπόλοιπους και είναι ο πιο ψύχραιμος απ’ όλους. Το τελευταίο χαρακτηριστικό δεν αναφέρθηκε τυχαία, καθώς μια παράμετρος που επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό το παιχνίδι, είναι ο μετρητής Composure.
Όλοι οι άνθρωποι έχουν από μια φοβία. Έτσι συμβαίνει και εδώ, όπου το κάθε μέλος της ομάδας έχει μια συγκεκριμένη φοβία σε κάτι (π.χ. ο Frank στα σκυλιά) που επηρεάζει το μετρητή ψυχραιμίας του καθενός, ο οποίος αν πέσει κάτω από το 80%, τότε αρχίζει να συμπεριφέρεται αλλοπρόσαλλα. Ο Gavin είναι με διαφορά ο πιο «ευαίσθητος» από τους τρεις, καθώς έχει πρόβλημα στη θέα του αίματος – γενικά έχει αυτοπεποίθηση μηδέν και φοβάται και τη σκιά του, οπότε θα πρέπει να προσέχουμε ιδιαίτερα να μην αναλαμβάνει τις πιο… αιματηρές δουλειές (όπως π.χ. έρευνα ενός ακρωτηριασμένου πτώματος). Παρ’ όλα αυτά, ο συσχετισμός Composure και Alert Level είναι άμεσος, οπότε αν μετά το τερματισμό κάποιου γύρου έχουμε άσχημα μαντάτα από τους ασυρμάτους, τότε η πτώση του Composure (κυρίως στον Gavin) είναι αναπόφευκτη. Ευτυχώς, υπάρχουν αρκετοί τρόποι αναπλήρωσης του, αλλά συνήθως κοστίζουν σε AP ή σε αντικείμενα.
Βέβαια το Composure επηρεάζει και τις μάχες, οι οποίες κινούνται στα πρότυπα ενός turn-based JRPG και είναι απόλυτα λειτουργικές. Οι Action Points που διαθέτουμε μέχρι εκείνη τη στιγμή αποτελούν έναν από τους πρώτους ρυθμιστές των μαχών, οπότε αν π.χ. o Frank είχε 2 AP πριν ξεκινήσει η μάχη, τότε τόσους θα έχει και στην έναρξή της. Κάθε φορά που έρχεται η σειρά ενός μέλους της ομάδας μας, μπορούμε να κάνουμε απλή επίθεση με ένα από τα δύο (συνήθως) όπλα που κραδαίνουμε, να χρησιμοποιήσουμε κάποιο ειδικό skill (το οποίο όμως μπορεί να χρειαστεί παραπάνω από έναν γύρο για να εκτελεστεί), να καταναλώσουμε κάποιο αντικείμενο (για ανανέωση υγείας, composure ή να ρίξουμε κάποια χειροβομβίδα) ή να αμυνθούμε, γεγονός που ανεβάζει κατά ένα ποσοστό τους AP για τον επόμενο γύρο. Αν όμως κάποιο μέλος της ομάδας είναι πανικοβλημένο λόγω χαμηλού composure, τότε έχουμε περιορισμένο χρόνο να δράσουμε (από 15 δευτερόλεπτα μέχρι 5, αν κοντεύει να πεθάνει από το άγχος του) και αν αργήσουμε να αποφασίσουμε, τότε χάνουμε τον έλεγχο του χαρακτήρα μας, οπότε αυτός αρχίζει να κάνει του κεφαλιού του.
Φυσικά, το σύστημα μάχης εμπλουτίζεται τακτικά με ακόμα περισσότερα «καλούδια», όπως διαφόρων ειδών όπλα και enchantments, buffs/debuffs που επηρεάζουν την απόδοση και το ποσοστό επιτυχίας τόσο των εχθρών όσο και της ομάδας μας (το RNG είναι πανταχού παρόν), αλλά και πιο εξειδικευμένα skills που κάνουν θραύση κατά τη διάρκεια των boss-fights. Γενικότερα, το σύστημα έχει πάρει πάρα πολλά στοιχεία από τους Ιάπωνες φίλους μας, γεγονός που το κάνει αρκετά οικείο και αναμφίβολα αποτελεσματικό, αφού πρόκειται για κάτι απόλυτα δοκιμασμένο.
Το θέμα που αντιμετωπίζουν οι μάχες είναι η μάλλον άνιση κατανομή στο επίπεδο δυσκολίας τους. Στην αρχή τα πράγματα είναι αρκετά δύσκολα και ιδίως το πρώτο boss, παίρνει κάμποση ώρα για να ηττηθεί, ενώ καλό θα είναι να είμαστε γεμάτοι με αναλώσιμα για να τη βγάλουμε καθαρή. Στη συνέχεια που οι ήρωες αποκτούν δυνατότερα skills και ανεβαίνουν σημαντικά σε HP, οι περισσότερες μάχες είναι βατές και σε σημεία αρκετά εύκολες. Ο περιορισμός του μέγιστου δυνατού level στο 10, βοηθά στο να μη γίνει το παιχνίδι περίπατος, εντούτοις θα θέλαμε λίγο μεγαλύτερη προσοχή στην εξέλιξη των μαχών.
Εκτός αυτού, αν θέλαμε κάτι να υφίσταται στο Sunday Gold είναι μια ελαφρύτερη αίσθηση «παιχνιδιού». Τι εννοώ; Υπάρχουν τρία κεφάλαια μεν, πλούσια σε προκλήσεις και γρίφους (μερικοί αρκετά ευφάνταστοι και άκρως adventureίστικοι), τα οποία μπορεί να χρειάζεται περίπου 15 ώρες για να τα ολοκληρώσει κανείς, αλλά όλα στριμώχνονται σε μικρούς χώρους και καταστάσεις. Δεν αποτυπώνεται πειστικά ότι ζούμε και κινούμαστε σε μια αχανή και τεράστια πόλη, όπως (θα) είναι το Λονδίνο εν έτει 2070, αντίθετα ότι απλώς συμμετέχουμε σε τρεις διαφορετικές πίστες ενός παιχνιδιού. Πιθανόν αυτό να αποτελεί επιλογή των δημιουργών τους για τις ανάγκες της αφήγησης, παρ’ όλα αυτά το Sunday Gold δείχνει να «φωνάζει» για πλουσιότερο περιεχόμενο. Είτε με τη μορφή περισσότερων προαιρετικών αποστολών που θα προσέφεραν το ανάλογο loot (risk & reward) είτε με εντονότερο το στοιχείο του randomness όσον αφορά το adventure στοιχείο.
Προκύπτει δηλαδή ότι τα αντικείμενα που δύναται να συλλέξουμε σε κάθε αποστολή είναι fixed, όπως και οι καταστάσεις που θα αντιμετωπίσουμε. Υπάρχουν δυο-τρεις περιπτώσεις εναλλακτικών μονοπατιών, αλλά καταλήγουν όμως στο ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα. Κατά τη γνώμη μου, το Sunday Gold, είχε τις δυνατότητες να μετατραπεί σε ένα μεγάλης κλίμακας RPG επιπέδου Disco Elysium και να σαρώσει τα πάντα στο πέρασμά του. Εξάλλου οι ιδέες υπάρχουν, η γραφή είναι προσεγμένη και το υβρίδιο adventure/RPG που λειτουργεί πολύ καλά, εκτός ίσως από την κουραστική επανάληψη των ίδιων mini-games προς τα τελειώματα της ιστορίας.
Προφανώς όμως, το budget είναι ο γνωστός βραχνάς στις μικρές παραγωγές, όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τέτοιες ωραίες ιδέες και υλοποιήσεις. Αυτό φαίνεται και από το λιγοστό animation που περιλαμβάνει το παιχνίδι ή καλύτερα στην έλλειψη αυτού, κυρίως στα λιτά σχεδιασμένα μοντέλα των χαρακτήρων που καλούνται να εκτελέσουν μια ενέργεια. Απλώς… «τηλεμεταφέρονται» στο σημείο που τους υποδεικνύουμε, με την επικάλυψη του εν λόγω γεγονότος να υλοποιείται με ένα συμπαθητικό εφφέ που θα έκανε μια προβληματική security κάμερα. Άποψη; Ίσως. Επί της ουσίας όμως, δεν πρόκειται για κάποιο σοβαρό ελάττωμα του παιχνιδιού, άλλωστε το Sunday Gold δε σκοπεύει να εντυπωσιάσει κανέναν με τον τεχνικό τομέα του, όσο και αν διαθέτει ένα τόσο έντονο καλλιτεχνικό στυλ και ένα εξίσου αξιέπαινο ατμοσφαιρικό soundtrack.
Σκοπός του είναι να προσφέρει ένα διασκεδαστικό turn-based παιχνίδι, που διηγείται ταυτόχρονα μια καλογραμμένη ιστορία (αν και όχι ιδιαίτερα πρωτότυπη), θα προσφέρει ένα άρτιο σύστημα μάχης και θα προκαλεί τα εγκεφαλικά κύτταρα του παίκτη τόσο με τους γρίφους του όσο και με το συνεχές ζύγισμα των αποφάσεών του. Το Sunday Gold κατορθώνει και ικανοποιεί στις διψήφιες ώρες που μπορεί να απασχολήσει τον παίκτη και μακάρι να αποτελέσει το εφαλτήριο για ένα sequel μεγαλύτερης κλίμακας. Άλλωστε ο Frank, η Sally και ο Gavin το αξίζουν.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 78%
78%
Dystopian Style
Στυλιζαρισμένο, με αρκετές δόσεις τακτικής και δοκιμασμένο σύστημα μάχης, το Sunday Gold είναι ένα ενδιαφέρον πείραμα που θα μπορούσε να πετύχει περισσότερα.
Να’σαι καλά ρε Ζώρζ, μου γλίτωσες λεφτά! Το ντέμο μου είχε φανεί συμπαθές αλλά ‘λίγο’ και τα γραφόμενά σου επιβεβαιώνουν την υποψία μου.
Ίσως για νεότερους που ακόμη έχουν ανοχές για ποιοτικές μετριότητες.
Εν τω μεταξύ, σήμερα έφαγε αναβολή η κυκλοφορία του για ένα (!) μήνα. Άγνωστο γιατί (δεν ξέρω αν έχει σχέση με το θάνατο της Λιζ), αλλά δύσκολα θα αλλάξουν πολλά πράγματα.