THE BLACKWELL EPIPHANY
Όσο απίστευτο και αν φαίνεται, οι περιπέτειες της Rosangela Blackwell και του εκτοπλασματικού συναδέλφου της, Joey Mallone, μας συνοδεύουν από το 2006, με την σειρά Blackwell να έχει εκτοξευτεί από «Δες κι αυτό το περίεργο, cult, AGS adventur-άκι» σε μια ιδιαίτερα στιβαρή και αξιόλογη πρόταση για τους φίλους των παιχνιδιών περιπέτειας. Μπορεί η σειρά να ξεκίνησε όντως σαν μια χαμηλού budget, εναλλακτική πρόταση, σε μια ομολογουμένως δύσκολη χρονική περίοδο για τα adventure games, ωστόσο, η ποιότητα των γρίφων και των διαλόγων του The Blackwell Legacy, ξεχώρισαν τον τίτλο από τον ανταγωνισμό.
Μπορεί τα σχετικά «παιδικά» γραφικά και το πιο-κλισέ-πεθαίνεις, βασικό κόνσεπτ να κράτησαν πολλούς παίκτες μακριά από τις περιπέτειες της Rosangela, αλλά η υπομονή και η επιμονή του Dave Gilbert, οδήγησαν τη σειρά από ένα μικρό πείραμα στην ωριμότατη και στιβαρή κορύφωση του φετινού The Blackwell Epiphany. Πρόκειται για την περιπέτεια που ουσιαστικά κλείνει τις αφηγηματικές τροχιές των δυο πρωταγωνιστών, με τον Gilbert να έχει πλήρη επίγνωση πως ο τίτλος σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής design για τον ίδιο και ταυτόχρονα, μια πρώτη ματιά στο μέλλον της Wadjet Eye Games.
Ο εξαιρετικός σχεδιασμός των γρίφων που χαρακτηρίζει την σειρά από την αρχή της σχεδόν, εδώ πραγματικά απογειώνεται. Σε αυτό βοηθά και το γεγονός ότι πλέον χειριζόμαστε μια «ώριμη» Rosangela, η οποία έχει αποδεχθεί πλήρως τον ρόλο της ως Bestower και έχει περάσει από τον μετεφηβικό τρόμο/ενθουσιασμό των πρώτων παιχνιδιών σε μια πιο κυνική αντιμετώπιση του υπερφυσικού, χωρίς όμως ποτέ να χάνει την συμπόνια ή την ενσυναίσθησή της για το μαρτύριο των χαμένων ψυχών στους δρόμους της πόλης. Η συνεργασία της με τον Joey έχει επίσης περάσει στο επόμενο επίπεδο, με την Rosa να αναγνωρίζει και να «χρησιμοποιεί» πλήρως τα ιδιαίτερα ταλέντα του. Καθώς έχουμε τον έλεγχο και των δυο χαρακτήρων από την αρχή της περιπέτειας (μπορούμε να αλλάζουμε μεταξύ τους με την χρήση του πλήκτρου TAB ή την σχετική επιλογή μέσα από το inventory μας), “ξεκλειδώνει” μια πολύ ενδιαφέρουσα δυναμική, με τους περισσότερους γρίφους του παιχνιδιού να απαιτούν ένα συνδυασμό δράσεων της Rosangela στον πραγματικό κόσμο, έρευνα στο διαδίκτυο (στην εκδοχή του που περιλαμβάνεται στο παιχνίδι εν πάση περιπτώσει) και χρήση των ιδιαιτεροτήτων του Joey ώστε να επιλυθούν επιτυχώς.
Μου έκανε ιδιαίτερα θετική εντύπωση πόσο έξυπνα γραμμένοι και δομημένοι είναι οι γρίφοι του παιχνιδιού, θυμίζοντας μια αυθεντική έρευνα και απαιτώντας «ρεαλιστικές» ενέργειες εκ μέρους μας προκειμένου να προχωρήσουμε. Παρά δηλαδή την έντονη μεταφυσική χροιά του παιχνιδιού, ο τρόπος δράσης μας μέσα στον κόσμο του, θυμίζει πάρα πολύ την πορεία μιας αληθινής αστυνομικής έρευνας, ένα χαρακτηριστικό που ξεχώρισε την σειρά Blackwell από την αρχή. Δεν έχουμε δηλαδή περιπτώσεις φοβερής, παραδοσιακής αντβεντσουρολογικής, «Χρησιμοποίησε την πάπια στον αστερία για να φτιάξεις πίτα αστροβυθόσκονης και να σε συμπαθήσει η οικογένεια του Μπόμπ Σφουγγαράκη».
Αν και ο Gilbert είχε υποσχεθεί «τον μεγαλύτερο σε διάρκεια τίτλο της σειράς» για το Blackwell Epiphany, δεν θα χρειαστείτε πάνω από 4-5 ώρες για να το ολοκληρώσετε. Περιλαμβάνει όντως τις περισσότερες τοποθεσίες, γρίφους και διαλόγους απ’ οποιοδήποτε άλλο παιχνίδι της σειράς και προσωπικά, η σύντομη διάρκεια δεν με ενόχλησε, καθώς ο ρυθμός και η κορύφωση της ιστορίας, είναι ακριβώς εκείνος που πρέπει και δεν νομίζω πως κανείς οπαδός της σειράς θα μείνει παραπονεμένος από το εξαιρετικό φινάλε, το οποίο δένει μαεστρικά όλα τα αφηγηματικά νήματα της σειράς. Αν και σίγουρα μπορεί κάποιος να χαρεί το παιχνίδι εάν δεν έχει ασχοληθεί με τους προηγούμενους Blackwell τίτλους, η προσέγγιση αυτή θα του στερήσει το μεγαλύτερο κομμάτι της ικανοποίησης που φέρνει το φινάλε και θα τον αφήσει σίγουρα να αναρωτιέται για πολλά από τα πράγματα που είδε και άκουσε στην διάρκεια της περιπέτειας.
Τα voice–overs και το artwork κινούνται στα υψηλά standards που έθεσαν οι τελευταίοι τίτλοι της σειράς, με τους Rebecca Whittaker και Abe Goldfarb να φέρνουν ασυνήθιστη ζεστασιά και ευαισθησία σε χαρακτήρες που θα μπορούσαν πολύ εύκολα να γίνουν κακόγουστα 90’ς τηλεοπτικά κλισέ. Διαβάζω αρκετούς συναδέλφους οι οποίοι καταλήγουν πως εάν «η σειρά είχε κυκλοφορήσει το διάστημα 90-94, θα θεωρείτο ένα από τα χρυσά κλασσικά των adventure games». Από την μια, είναι δύσκολο να διαφωνήσω, ειδικά δεδομένης της ποιότητας των puzzles και των μεγατόνων μερακίου που φαίνεται πως έχουν επενδυθεί σε κάθε γωνιά του σύμπαντος της Rosangela και του Joey. Από την άλλη, η σχετική αφέλεια των πρώτων επεισοδίων, σε συνδυασμό με το πραγματικά κλισαρισμένο κόνσεπτ (άσχετο με το πόσο όμορφα επεκτάθηκε και «κεντήθηκε» στα τελευταία παιχνίδια της σειράς) στερούν από την Rosangela μια θέση στο πάνθεο των αληθινά αιώνιων.
Τίποτε απ’ όλα αυτά όμως δεν αναιρεί μια βασική και αναντίρρητη αλήθεια : το Blackwell Epiphany είναι ίσως το αρτιότερα υλοποιημένο AGS παιχνίδι που έχει εμφανιστεί ποτέ, με ατμόσφαιρα, πλοκή και γρίφους που θα στείλουν κάθε βέρο αντβεντσουρά σε ένα μικρό, χιονισμένο Νέο-Υορκέζικο παράδεισο για τις πέντε ώρες που διαρκεί. Και εκεί, στην άκρη του εντυπωσιακά γλυκόπικρου φινάλε του, αρχίζει να αχνοφαίνεται το μέλλον της Wadjet Eye Games, ενός εκ των καλύτερων εκπλήξεων του game design για τον 21ο αιώνα.
Αγόρασέ το τώρα στο GoG.com κάνοντας κλικ εδώ και στήριξε την αγαπημένη σου ημιθανή, ψευδοχαρντκοροποιημένη κοινότητα!
Pros
- Εξαιρετικά voice-overs και artwork
- Πάρα πολύ προσεγμένοι γρίφοι
- Ιδιαίτερα ικανοποιητική εξήγηση/κορύφωση της ιστορίας
Cons
- Σχετικά σύντομη διάρκεια
- Παραμένει δέσμιο κάποιων κλισέ που ενδεχομένως δεν θα απηχήσουν σε όλους τους παίκτες
Έχω και τα προηγούμενα αλλά ακόμα δεν έχω παίξει κανένα τους.
Ιδανικά για βροχερό απόγευμα που θέλεις κάτι να σε προκαλέσει, αλλά δεν είσαι έτοιμος και να προσευχηθείς μπροστά στον Ολοκαμμένο Θεό Του Γκέημινγκ. Ειδικά όσο προχωράνε, βελτιώνονται εκθετικά!
Είχα παίξει τα πρώτα 3 (αυτό είναι το 5ο σωστά;) και μου άρεσαν πολύ. Αρκετά ενδιαφέρουσα σεναριακή ιδέα και ωραίο στήσιμο με συνοδεία Jazz μουσικούλας. Θα τα τσιμπήσω όλα μαζί κάποια στιγμή, τα αξίζει ο Gilbert!
Ε, όχι και cult… Aπο που κι ως που cult; Μην ισοπεδώνουμε τους όρους indie με το cult. 🙂
Δίκιο τεράστιο! I stand corrected!