DYING LIGHT
«Ακόμα ένα zombie game». Αυτή ήταν η πρώτη σκέψη που μου πέρασε από το μυαλό όταν διάβασα για την επικείμενη κυκλοφορία του Dying Light. Όταν μάλιστα έμαθα ότι πρόκειται για το άτυπο sequel του απλά καλού Dead Island, του οποίου τα δικαιώματα του ονόματος διατηρεί η Deep Silver (και θα υπάρξει Dead Island 2 από άλλη ομάδα ανάπτυξης), σκέφθηκα τι παραπάνω θα μπορούσε να προσφέρει η Techland σε ένα ήδη κορεσμένο είδος, πέρα από «μία από τα ίδια» σε πιο σύγχρονο περιτύλιγμα. Απ’ ότι φαίνεται, οι Πολωνοί είχαν κάποιους καλά κρυμμένους άσσους στο μανίκι τους.
Στο Dying Light λοιπόν η ιστορία διαδραματίζεται στη γειτονική Τουρκία και στη πόλη Harran, η οποία βρίσκεται σε καραντίνα εξαιτίας μιας ιδιόμορφης επιδημίας που ξέσπασε εκεί, που μετατρέπει τους ανθρώπους σε αδηφάγα zombies. Προς το παρόν κάποια θεραπεία δεν υπάρχει, παρ’ όλα αυτά μέσω ενέσιμης χορήγησης της ουσίας Antizin στον έχοντας σώας τα φρένας πάσχοντα είναι εφικτό να καθυστερήσει η αναπόφευκτη μετάλλαξη του πανίσχυρου ιού, εξ’ ου και η τακτική, μέσω αέρος, παροχή κιβωτίων γεμάτα με προμήθειες και Antizin στους λιγοστούς εναπομείναντες επιζώντες της Harran από τη κυβέρνηση.
Εμείς παίρνουμε το ρόλο του πράκτορα Kyle Crane, ο οποίος εργάζεται για την ανθρωπιστική (;) οργάνωση GRE. Σκοπός του σκληροτράχηλου πράκτορα είναι να συλλέξει ένα πολύ σημαντικό αρχείο που βρίσκεται στα χέρια ενός εξίσου πρώην πράκτορα της GRE και επιζώντα της επιδημίας του Harran. Η αποστολή αποδεικνύεται πολύ πιο δύσκολη από αυτή που φαινόταν αρχικά, καθώς τα πράγματα στραβώνουν από το πρώτο λεπτό που ο Crane πατάει το πόδι του στην πόλη. Τόσο γιατί δέχεται δάγκωμα από ένα zombie, γεγονός που αυτομάτως τον κάνει φορέα του ιού και να χρειάζεται πλέον και ο ίδιος Antizin όσο γιατί κάποιοι οπλισμένοι «φανταχτεροί» επιζώντες που τον εντοπίζουν τραυματισμένο, αντί να τον βοηθήσουν να μη γίνει τροφή για τα zombies, προτίθενται να του σπάσουν τα πόδια και να τον κουβαλήσουν σηκωτό στον αρχηγό τους! Ευτυχώς κάποιοι άλλοι επιζώντες αποδεικνύονται πιο φιλεύσπλαχνοι και σαν από μηχανής θεοί εμφανίζονται ξαφνικά και σώζουν τον Crane, μεταφέροντας τον στο λημέρι τους. Εκεί ο Crane ξαναβρίσκει τις δυνάμεις του (περίπου) και αναλαμβάνει να κερδίσει την εμπιστοσύνη των καινούριων του φίλων, δουλεύοντας όμως παράλληλα κρυφά για τον απώτερο στόχο του, που είναι ο εντοπισμός του εν λόγω αρχείου της GRE. Φυσικά τα πράγματα περιπλέκονται, καθώς κατά τη διάρκεια της περιπέτειας διαπιστώνουμε ότι στην ήδη ταλαιπωρημένη από τους νεκροζώντανους Harran λυμαίνεται μια διαμάχη μεταξύ των «καλών» επιζώντων και της συμμορίας του Rais, ενός βίαιου και αδίστακτου τύπου, ο οποίος δείχνει να εκμεταλλεύεται τη σοβαρότητα της κατάστασης προς όφελός του, ενώ σύντομα και τα κίνητρα της GRE αρχίζουν να μη γίνονται και τόσο πειστικά.
Σε γενικές γραμμές η σκληρή και αιματηρή ιστορία που διηγείται το Dying Light δεν προσφέρει ιδιαίτερες εκπλήξεις ή συγκινήσεις και θα τη χαρακτήριζα ως τετριμμένη. Παρ’ όλο που συγκριτικά με τη προηγούμενη σχετική προσπάθεια της Techland, το Dead Island, είναι εμφανής η βελτίωση στο storytelling και στην απόπειρα δημιουργίας μιας αξιόλογης πλοκής, δυστυχώς το ενδιαφέρον ξεφουσκώνει πριν ακόμα φθάσουμε στα μέσα του παιχνιδιού, καθώς η εταιρία προτίμησε να ακολουθήσει το μονοπάτι των κλισέ παρά να δώσει μια νέα πνοή στις «ιστορίες με ζόμπι». Ας είναι, τουλάχιστον η Techland έδωσε μεγαλύτερο βάρος στο να στήσει μια γερή βάση για ένα δυνατό open-world παιχνίδι και ως επί το πλείστον, τα κατάφερε.
Εκ πρώτης όψεως, το Dying Light θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα Dead Island με parkour, ευτυχώς όμως τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Ο βασικός κορμός του παιχνιδιού παραμένει το open-world/sandbox gameplay με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Κοινώς έχετε σχεδόν πλήρη ελευθερία κινήσεων στο χώρο και στο τρόπο που προσεγγίζετε τις εκάστοτε καταστάσεις, με το σύστημα parkour να λειτουργεί απρόσμενα καλά για παιχνίδι πρώτου προσώπου – αν και θέλει λίγη εξάσκηση μέχρι να το συνηθίσετε. Η κίνηση του Crane είναι ικανοποιητικά γρήγορη και σβέλτη, έχει τη δυνατότητα να σκαρφαλώνει σχεδόν παντού, ενώ είναι εφικτή η βελτίωση των ικανοτήτων του μέσω ενός απλού συστήματος ανάπτυξης χαρακτήρα. Το συγκεκριμένο σύστημα ανάπτυξης χωρίζεται σε τρία skill trees: το Survival, το Agility και το Power. Το Survival αφορά το γενικότερο level του χαρακτήρα μας και τα skills που συμπεριλαμβάνονται σχετίζονται με τη επιβίωση του: πόσα όπλα μπορεί να κρατάει ταυτόχρονα στο σακίδιο του, στο crafting των αντικειμένων, των βοτάνων κοκ. Όσο ολοκληρώνετε αποστολές ή/και άλλες δραστηριότητες στο χάρτη, τόσο αυξάνονται οι πόντοι του συγκεκριμένου skill tree. Δώστε μεγάλη προσοχή όμως γιατί κάθε φορά που χάνετε (και αυτό θα συμβεί ουκ ολίγες φορές), σας αφαιρείται μια γενναία ποσότητα από Survival Points, γεγονός που θα πρέπει να σας κάνει διπλά προσεκτικούς για τη τύχη του ήρωα και να μην λαμβάνετε τον θάνατο αψήφιστα.
Αντίθετα τα άλλα δυο skill trees, Agility και Power, σχετίζονται με τις parkour και μαχητικές ικανότητες του Crane και αυξάνονται με μια ολίγον τι “Oblivion” λογική. Όσο δηλαδή σκαρφαλώνετε στις σκεπές των σπιτιών της Harran και ακροβατείτε στους δρόμους της τόσο αυξάνετε τους Agility Points, ενώ ανάλογοι Power Points προστίθενται στο παλμαρέ σας όσο πλακώνεστε στο ξύλο με τους νεκροζώντανους. Το «πλακώνεστε στο ξύλο» βέβαια είναι τρόπος του λέγειν, καθώς σε αντίθεση με άλλα zombie games (βλέπε Dead Rising 3), οι μάχες του Dying Light αποτελούν περισσότερο μια λύση ανάγκης παρά αυτοσκοπό. Ιδίως στα αρχικά στάδια, μια μάχη ακόμα και με ένα zombie μπορεί να σας δυσκολέψει (ειδικά σε κλειστό χώρο), καθώς αποδεικνύονται ιδιαίτερα ανθεκτικά (μπορεί να χρειαστούν έως πέντε με έξι χτυπήματα για να τους κοπεί η όρεξη) και τα πρώτα melee όπλα που μαζεύετε έχουν την αντοχή ενός κλαδιού. Οπως πιθανόν αντιληφθήκατε, στο Dying Light οι μάχες εκ του συστάδην έχουν τη μερίδα του λέοντος και σε αυτό το κομμάτι η Techland έχει κάνει πολύ καλή δουλειά – σε αντίθεση με τα ελάχιστα πυροβόλα όπλα, με τα ακόμα λιγότερα πυρομαχικά, που είναι απλώς λειτουργικά. Η ένταση των χτυπημάτων είναι ιδιαίτερα πειστική, αρκετά ρεαλιστική θα έλεγα, με το κάθε melee όπλο να έχει τη δική του συμπεριφορά και ευχρηστία, ενώ δεν μπορείτε να τα “σπαμάρετε” ασύστολα καθώς ο ήρωας έχει περιορισμένη μπάρα αντοχής, η οποία εξαντλείται ανάλογα με το πόσο βαρύ είναι το αντικείμενο που βαστάει. Αυτή η εν δυνάμει ρεαλιστική προσέγγιση είναι αυτή που δυσκολεύει τις μάχες στο παιχνίδι, γι’ αυτό άλλωστε είτε θα προτιμήσετε την ασφαλή οδό της «τρεχάλας» όταν δείτε μια ομάδα από zombies μπροστά σας είτε θα βάλετε λιγουλάκι το μυαλό σας να δουλέψει, εκμεταλλευόμενοι το περιβάλλον (υπάρχουν ουκ ολίγες θανατηφόρες παγίδες διάσπαρτες στο χάρτη – πχ καρφιά, φωτιές, ηλεκτροφόρα σύρματα) και τα αντικείμενα που διαθέτετε για να βγείτε νικητές.
Υπάρχει μια πληθώρα αντικειμένων που μπορείτε να χρησιμοποιήσετε εναντίον των νεκροζώνταντων, όπως για παράδειγμα πυροτεχνήματα για να τους τραβήξετε τη προσοχή ή βόμβες μολότωφ, τα οποία μπορείτε είτε να αγοράσετε από τους διάφορους ζωντανούς μικροπωλητές που έχουν απομείνει είτε να τα φτιάξετε μόνοι σας με τη μέθοδο του crafting, εφόσον έχετε στην κατοχή σας τις σχετικές πρώτες ύλες. Γενικά το crafting παίζει μεγάλο ρόλο στο Dying Light, καθώς με αυτό εκτός του ότι φτιάχνετε εν ριπή οφθαλμού απολύτως απαραίτητα πραγματάκια (π.χ. medikits, lockpicks για άνοιγμα σεντουκιών/πορτών), μπορείτε να επιδιορθώσετε τα όπλα σας ή/και να τους προσθέσετε χαρακτηριστικά στο είδος της ζημιάς που προκαλούν όπως φωτιά, ηλεκτρισμό κοκ. Στο χέρι σας είναι τι θα πράξετε και αξιοσημείωτο είναι ότι το Dying Light προσφέρει μια αρκετά μεγάλη ελευθερία στο παίκτη, ακόμα και όταν βρίσκεται εν μέσω αποστολών – πέρα από λίγες εξαιρέσεις βέβαια που υιοθετεί το σενάριο.
Στον τομέα των αποστολών, ως συνήθως αυτές χωρίζονται σε κύριες και προαιρετικές, με τις πρώτες να είναι φυσικά πιο προσεγμένες, μακροσκελείς και ατμοσφαιρικές μέσα στο πνεύμα της ιστορίας, ενώ δυστυχώς στις προαιρετικές τα πράγματα διαφέρουν, με τις περισσότερες να είναι απλές “fetch” (τύπου φέρε μου 10 καφέδες), αρκετές αδιάφορες και με ελάχιστες πραγματικά ενδιαφέρουσες. Θετικό αποτελεί το γεγονός ότι οι δύο χάρτες του παιχνιδιού, Slums and Old City, είναι καλοσχεδιασμένοι και με προσωπικότητα (ιδίως η Old City με το ανατολίτικο στυλ και τα ψηλά κτίρια είναι καταπληκτική), κάνοντας τη περιπλάνηση σε αυτούς ευχάριστη τόσο σε σημείο που να μην ενοχλεί σχεδόν καθόλου η έλλειψη fast travel. Προσωπικά, όταν ξεκίνησα την ενασχόληση μου με το Dying Light, υπέθετα ότι θα με κούραζε η μη ύπαρξη fast travel, κακομαθημένος από διάφορα παρόμοια παιχνίδια, εντούτοις θεωρώ ότι η Techland πέτυχε διάνα με τη συγκεκριμένη, λίγο τολμηρή για την εποχή, απόφαση. Οι λόγοι είναι δύο: αφενός υπάρχουν κάμποσα safe houses στο χάρτη, τα οποία μπορείτε να ενεργοποιήσετε σκοτώνοντας τους νεκροζώντανους που βρίσκονται μέσα, όπου εκεί είστε απολύτως ασφαλείς και λειτουργούν εν μέρει και ως save points (πολλές αποστολές βρίσκονται κοντά σε safe houses), αφετέρου ενισχύεται σημαντικά ο survival horror χαρακτήρας του παιχνιδιού με την ύπαρξη της εναλλαγής μέρας και νύχτας.
Η εναλλαγή ημέρας/νύχτας λοιπόν είναι ένας εξίσου σημαντικός παράγοντας που κάνει το Dying Light να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα παιχνίδια του είδους. Μία ώρα πραγματικού παιχνιδιού αντιστοιχεί σε 24 ώρες ingame, γεγονός που σημαίνει ότι ανά μισή ώρα περίπου στο Dying Light νυχτώνει. Σε αυτή τη περίπτωση, το παιχνίδι σας προειδοποιεί ότι θα πρέπει να βρείτε κάποιο safe house για να περάσετε τη νύχτα. Αν δεν το πράξετε, τότε ετοιμαστείτε για μια εφιαλτική εμπειρία που όμοιά της δεν έχετε ξαναζήσει. Πέρα από το ανησυχητικά πυκνό σκοτάδι και τους συνηθισμένους νεκροζώντανους που κυκλοφορούν με αργό βήμα, υπάρχουν και κάποιοι άλλοι, σχεδόν άφθαρτοι, οι επονομαζόμενοι Volatiles, οι οποίοι εμφανίζονται και στο minimap με μια ένδειξη τύπου ραντάρ στο οπτικό τους πεδίο. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να έχετε κατά νου είναι το πως θα τους αποφύγετε, κινούμενοι σιωπηλά και χωρίς νευρικές κινήσεις. Στη περίπτωση όμως που σας αντιληφθούν, τότε αρχίζει μια άνευ προηγουμένου καταδίωξη, καθώς οι Volatiles είναι άκρως επιθετικοί, ταχύτατοι και είναι ικανοί να σας ακολουθήσουν οπουδήποτε και αν πάτε. Ο μόνος τρόπος σωτηρίας είναι να τρυπώσετε γρήγορα σε κάποιο safe house, τα οποία είναι όλα εξοπλισμένα με υπεριώδη φωτισμό, γεγονός που απωθεί τους Volatiles (γιατί…έτσι!). Οι καταδιώξεις με τους Volatiles είναι απίστευτα αγχωτικές και ακατάλληλες για καρδιοπαθείς, καθώς νιώθετε μέχρι το πετσί σας ότι αποτελείτε ένα απροστάτευτο θήραμα που το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να τρέχει, ενώ υπάρχει και η δυνατότητα με το πάτημα ενός κουμπιού να δείτε πίσω από τη πλάτη σας, με το θέαμα να σας αγχώνει ακόμα περισσότερο! Αν αναρωτιέστε ποιος ο λόγος να μπείτε στο κόπο να κινείστε το βράδυ και να μην κοιμάστε ήσυχα σε κάποιο safe house μέχρι το πρωί, είναι ότι η ανταμοιβή σε Agility και Power points διπλασιάζεται σε σχέση με την ημέρα, οπότε αν θέλετε να ανεβάσετε γρηγορότερα τις ικανότητες του Crane, είναι ένα ρίσκο που οφείλετε να πάρετε.
Το «πάντρεμα» λοιπόν action, stealth και survival horror στοιχείων αποδεικνύεται ιδιαίτερα πετυχημένο, κάτι που ενισχύεται με την ύπαρξη drop-in/drop-out co-op mode, το οποίο αποτελεί την ιδανική περίπτωση για να ασχοληθείτε με τις (συνήθως βαρετές) προαιρετικές αποστολές. Χωρίς να λείπουν τα προβλήματα (υπάρχουν ενίοτε κάποιες αποσυνδέσεις), σε γενικές γραμμές λειτουργεί σωστά και επιτρέπει σε άλλους τρεις παίκτες να παίζουν ταυτόχρονα στο δικό σας storyline ή εσείς σε κάποιου άλλου. Σε co-op το παιχνίδι χάνει κάπως τον survival χαρακτήρα του, καθώς η επιβίωση γίνεται σαφώς ευκολότερη με τον έναν παίκτη να φυλάει τα νώτα του άλλου, ενώ κατά κύριο λόγο αποτελεί το καλύτερο τρόπο για να ισχυροποιήσετε το χαρακτήρα σας και να βρείτε καλύτερο εξοπλισμό. Είναι εμφανές ότι οι περισσότερες προαιρετικές αποστολές έχουν χτιστεί με τέτοιο τρόπο για να τις ολοκληρώσετε παρέα με άλλους παίκτες παρά να τις παίξετε solo. Σε κάθε περίπτωση το co-op συμπεριλαμβάνεται στα θετικά του τίτλου, ενώ μέτριες εντυπώσεις αφήνει το multiplayer “Be the Zombie”, το οποίο διαθέτει μια “Evolve” αύρα, όπου ο ένας παίκτης ελέγχει ένα πανίσχυρο zombie και πολεμά ενάντια στους υπόλοιπους παίκτες/επιζώντες. Αν και υπάρχει η δυνατότητα να «εισβάλλετε» στο παιχνίδι άλλων παικτών με τη μορφή ενός τέτοιου zombie (μέσα στη νύχτα πάντα), εντούτοις η πολύ έξυπνη αυτή ιδέα χάνει την αξία της στο γεγονός ότι υπάρχει μια έντονη ανισορροπία ανάλογα με το πόσους παίκτες αντιμετωπίζετε: αν είστε ενάντια σε ένα-δυο παίκτες, τότε το έργο σας σαν zombie είναι σχετικά εύκολο, ενώ αντίθετα αν είστε ενάντια σε μια πλήρη ομάδα, τα πράγματα γίνονται πολύ ζόρικα για το υποτιθέμενο «πανίσχυρο» zombie. Αφήστε δε που τα προβλήματα σύνδεσης είναι ακόμα χειρότερα, η μάστιγα των leavers είναι παρούσα, οπότε απλά ελπίζουμε το “Be the Zombie” να βελτιωθεί μελλοντικά με ένα γερό patch ή να πέσει οριστικά στη λήθη…
Στον τεχνικό τομέα, το Dying Light θα το χαρακτήριζα εξαίσιο. Βέβαια το συνολικό αποτέλεσμα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τι σύστημα διαθέτετε, η αλήθεια όμως είναι ότι ακόμα και στο μεσαίο επίπεδο ρυθμίσεων (νομίζω ότι η 760 μου έχει αρχίσει να ζορίζεται…), το παιχνίδι είναι χάρμα οφθαλμών. Ιδίως στους ποικίλους και έντονους χρωματισμούς, στις ρεαλιστικές σκιές και στο απίστευτο draw distance δύσκολα θα του βρείτε αντίπαλο, ενώ δεν πάει καθόλου πίσω στη ποιότητα των υφών πάνω στους χαρακτήρες και στα περιβάλλοντα, που είναι εξαιρετική για open-world τίτλο. Η Techland έχει κάνει αρκετά καλή δουλειά στον τομέα του optimization και παρ’ όλο που απαιτείται ένα πραγματικά δυνατό μηχάνημα για να το απολαύσετε στις μέγιστες ρυθμίσεις, η εμπειρία δεν καταστρέφεται ακόμα και σε μικρότερης ισχύος συστήματα, διατηρώντας ικανοποιητικά και αποδεκτά frame rates καθ’ όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού. Στο ηχητικό κομμάτι, αν εξαιρέσουμε τα απλώς διεκπεραιωτικά voice-over, το soundtrack είναι υψηλών προδιαγραφών, σε στιγμές να είναι ανατριχιαστικό και άλλες φορές πομπώδες και αγχωτικό (ιδίως όταν σας κυνηγούν τα zombies).
Συνοψίζοντας, το Dying Light αποτελεί μια εξαίρετη προσπάθεια της Techland και ίσως το απόλυτο sleeper hit του 2015, αν και είναι λίγο νωρίς για να του αποδώσουμε το χαρακτηρισμό. Σίγουρα θα μπορούσε να ήταν καλύτερο σε τομείς όπως το storytelling και στη ποικιλία των δραστηριοτήτων, εντούτοις το χορταστικό σε διάρκεια campaign του (που φτάνει και πάνω από τις 25 ώρες, αν δοκιμάσετε να τα κάνετε όλα) και οι στιβαροί gameplay μηχανισμοί του αποζημιώνουν με το παραπάνω και μας κάνουν να αδημονούμε για ένα ακόμα καλύτερο (αναπόφευκτο) sequel.
Το Dying Light διατίθεται στην Ελλάδα από τη Zegetron, η οποία μας διέθεσε και το review code.
Pros
- Εντυπωσιακός τεχνικός τομέας
- Εξαιρετικό parkour σύστημα
- Προσεγμένο και πειστικό melee σύστημα μάχης
- Πληθώρα δραστηριοτήτων είτε σε solo είτε σε co-op mode
- Εξυπνη σύλληψη και συνδυασμός action, stealth και survival στοιχείων στην εναλλαγή μέρας και νύχτας
Cons
- Αρκετές βαρετές/fetch side missions
- Προβλέψιμο σενάριο και υποφερτοί χαρακτήρες
- Το “Be the Zombie” θέλει πολλή δουλειά
- Υψηλές απαιτήσεις σε hardware
Δε χάνεται! 😀
IN TECHLAND WE TRUST
Πολύ ωραίο review! Είμαι κοντά στον τερματισμό μετά από περίπου 15 ώρες, και είναι όντως απ’ τα πολύ καλά του είδους!
Εγώ ρε παιδιά γιατί είμαι τόσο πίσω. Έχω κάνει 30 ώρες και μόλις μπήκα old city. Βέβαια δεν έχω αφήσει ούτε challenge στην πρώτη περιοχή.
Πάντως λατρεύω που ο κόσμος έχει τόσο περιεχόμενο. Ακόμα και στις πιο ξεχασμένες γωνιές του, βρίσκεις δωράκια, και όχι “άχρηστα” easters, από blueprints μέχρι μυθικά σπαθιά. Πραγματικά το καλύτερο κίνητρο για να λιώνεις στο ψάξιμο 😉
PS pro review as always 😉
Απάντησες μόνος σου ccwr, δεν έχεις αφήσει ούτε challenge! :p
Thanks για τα καλά σου λόγια!
Θα το τσιμπησω σε καποιο sale for sure. Ωραιο review George!!
Thanks Stef!
Μια και το έφερε η κουβέντα, η retail έκδοση στην Ελλάδα κοστίζει σχεδόν τα μισά απ’ότι κοστίζει αν το αγοράσεις ψηφιακά (η επίσημη τιμή λιανικής είναι 29,99€), ενώ με ελάχιστο ψάξιμο μπορείς να το βρεις ακόμα φθηνότερα.
Ισχυει! Ισως περασω μια βολτα απο τα μαγαζια να το τσιμπησω πιο νωρις απ’οτι υπολογιζα 😛