ANNA’S QUEST
Για κάποιον περίεργο λόγο, τον Αύγουστο του 2014 που ανέβαζα την είδηση για τη συνεργασία Daedalic Entertainment–Dane Krams πάνω στο συγκεκριμένο παιχνίδι κρατούσα μάλλον πολύ μικρό καλάθι αναφορικά με το τελικό αποτέλεσμα. Προσπαθώντας σήμερα να εξηγήσω γιατί μπορεί να συνέβη κάτι τέτοιο, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η ποιότητα άλλων τίτλων που είχαν προκύψει μέχρι εκείνη τη στιγμή μέσα απ’ το μοντέλο συνεργασίας του Γερμανικού studio με τρίτους δημιουργούς (“Gomo”, “Journey of a Roach”) δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο κι ως εκ τούτου δε μ’ είχαν ενθουσιάσει. Μη ξεχνάμε άλλωστε ότι τα “Randal’s Monday” και “Dead Synchronicity”, παιχνίδια πολύ ανώτερα των προαναφερθέντων, μας ήρθαν στη συνέχεια.
Δε σας κρύβω επίσης ότι τότε ακόμη δεν είχε υποπέσει καν στην αντίληψή μου ότι το πρώτο μέρος του παιχνιδιού, με την ονομασία “Anna’s Quest Vol.1-Winfriede’s Tower” είχε κυκλοφορήσει απ’ τον Οκτώβριο του 2012 απ’ την εταιρεία Krams Design, με χρήση της γνωστής AGS μηχανής γραφικών και μ’ οπτικό αποτέλεσμα που μέχρι και σήμερα βάζει κάτω, με χαρακτηριστική ευκολία, οτιδήποτε άλλο έχουμε δει να δημιουργείται μέσω του Adventure Game Studio. Πραγματικά αξίζει, αφότου ολοκληρώσει κάποιος το παιχνίδι, να βρει videos στο Youtube απ’ την παλαιότερη, πρώτη, version, προκειμένου να διαπιστώσει πόσο εντυπωσιακό -και πολύ κοντά σ’ αυτό που προέκυψε μέσα απ’ τη συνεργασία με την Daedalic και τη μεταφορά στη Visionaire Studio- υπήρξε τ’ αποτέλεσμα της δουλειάς του Αυστραλού designer. Αν ήταν εν γνώσει μου, και κρίνοντας πλέον εκ του αποτελέσματος, μπορώ με πάσα σιγουριά να πω ότι θα περίμενα μ’ ανυπομονησία την έλευση της ολοκληρωμένης περιπέτειας.
Δεν ήταν λοιπόν διόλου τυχαία η απόφαση των Jean Muller Michaelis και Carl Fichtelmann να συνεργαστούν με τον Krams, “υιοθετώντας” το πνευματικό τέκνο του. Γνωρίζανε πολύ καλά ότι αφ’ ενός ταίριαζε γάντι στο portfolio της εταιρείας τους, αφ’ ετέρου επρόκειτο για πολύ όμορφο και εμπνευσμένο παιχνίδι. Το τελικό αποτέλεσμα τους δικαιώνει απόλυτα, καθώς, μετά τα “Randal’s Monday” και “Dead Synchronicity”, μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο γίνονται τρεις οι πολύ καλοί third party τίτλοι που κυκλοφορούν υπό την αιγίδα της Daedalic Entertainment. Η σύμπραξη σαφέστατα ευνοεί και τις δύο πλευρές, αφού απ’ τη μία οι Γερμανοί συνεχίζουν το σερί κυκλοφορίας αξιοπρόσεκτων adventure games, απ’ την άλλη ο Krams βλέπει το όραμά του να ολοκληρώνεται, μετουσιωμένο σ’ έναν υψηλής ποιότητας εκπρόσωπο της κατηγορίας. Μία ενδιαφέρουσα συνέντευξη του -συμπαθέστατου- developer, μ’ αρκετές πληροφορίες για το χρονικό της συνεργασίας, μπορείτε να δείτε στο παρακάτω video.
{youtube}YF1BxJ-_Icw{/youtube}
ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΣΠΙΤΙ ΣΤΟ ΔΑΣΟΣ
Η Anna είναι ένα μικρό κορίτσι που ζει σ’ ένα σπίτι στην εξοχή μαζί με τον παππού της. Ο τελευταίος υπεραγαπά την εγγονή του και την μεγαλώνει μ’ ασφάλεια, κρατώντας την μακριά απ’ οποιαδήποτε απειλή, όπως τους διαφόρους κινδύνους που ελλοχεύουν στο εσωτερικό του δάσους. Δε ξεχνά να της υπενθυμίζει κάθε βράδυ ότι δε πρέπει ποτέ να προχωρήσει βαθιά μέσα σ’ αυτό, ενώ δε της μαρτυρά την ιδιαίτερη ικανότητα που διαθέτει και την οποία έχει κληρονομήσει και η Anna, εκείνη της κίνησης αντικειμένων με τη δύναμη της σκέψης. Μία μέρα ο παππούς αρρωσταίνει βαριά, οπότε η Anna αναγκάζεται να παραβεί την υπόσχεση που του έχει δώσει και ν’ αφήσει την σιγουριά του σπιτιού, προκειμένου να διασχίσει το δάσος και να καταφέρει να βρει βοήθεια. Δε θα περάσουν παρά μόνο μερικά λεπτά μέχρι να διαπιστώσει πόσο δίκιο είχε ο αγαπημένος της παππούς σ’ όσα της έλεγε. Χωρίς να το καταλάβει, θα βρεθεί κλειδωμένη σ’ ένα πύργο, αιχμάλωτη μίας γριάς μάγισσας, που δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το χάρισμα της τηλεκίνησης που διαθέτει η πρωταγωνίστρια.
Κατά τη διάρκεια της προσπάθειας απόδρασης, η Anna θα γνωριστεί με τον Ben, έναν αρκούδο που μιλάει κι ισχυρίζεται ότι είναι άνθρωπος που έχει επίσης πέσει θύμα της μάγισσας Winfriede, αλλά και μ’ αθώα φαντάσματα, που δε δείχνουν να μπορούν να θυμηθούν αρκετές λεπτομέρειες απ’ το διάστημα που βρίσκονταν ακόμη εν ζωή. Η περιπέτειά της θα είναι μεγάλη, αφού αφότου καταφέρει να ξεφύγει της μάγισσας θα χρειαστεί να φτάσει σε πολλούς και μακρινούς προορισμούς, ερχόμενη σ’ επαφή με διάφορες, ετερόκλητες, παρουσίες, που περιλαμβάνουν τους διαφόρους κατοίκους του χωριού Wunderhorn, βασιλιάδες και πριγκίπισσες, ομιλούντα ζώα, τον λογιστή των μπουντρουμιών της κολάσεως, μέχρι και τον διάβολο τον ίδιο! Στο μυαλό της όμως υπάρχει ένα και μόνο πράγμα, η σωτηρία του συγγενικού προσώπου που τόσο αγαπά, κάτι για τ’ οποίο είναι πρόθυμη να υπομείνει, αλλά και να ξεπεράσει, τα πάντα. Η πρώτη επίσκεψη στον “έξω κόσμο”, μακριά απ’ την προστασία του παππού, θ’ αποδείξει ότι η ηρωίδα μας έχει ό,τι χρειάζεται προκειμένου να τα καταφέρει μόνη της μέσα σ’ αντίξοες συνθήκες κι εντελώς αφιλόξενα περιβάλλοντα.
Το “Anna’s Quest” χωρίζεται σε έξι κεφάλαια, με καθένα να εξελίσσεται σε διαφορετική τοποθεσία, εισάγοντας νέους χαρακτήρες στην ιστορία. Στα πέντε πρώτα ελέγχουμε τη μικρή Anna, ενώ στο τελευταίο μεταφερόμαστε στο παρελθόν προκειμένου να λάβουμε τις αναγκαίες πληροφορίες κι επεξηγήσεις για πολλά απ’ όσα έχουμε δει μέχρι εκείνο το σημείο να συμβαίνουν. Η συνολική διάρκεια της περιπέτειας είναι χορταστική, αγγίζοντας τις 13-14 ώρες.
ΖΩΗΡΑ ΧΡΩΜΑΤΑ, ΖΩΝΤΑΝΕΣ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ
Η Visionaire Studio μόνο άγνωστη game engine δεν είναι σ’ όποιον έχει ασχοληθεί μ’ άλλα adventure games της Daedalic. Είναι η μηχανή γραφικών στην οποία έχει στηριχθεί πλήθος τίτλων της, απ’ τα “The Whispered World” και “Edna and Harvey” μέχρι τα “Dark Eye-Chains of Satinav”, “Dark Eye-Memoria”, όπως και η “Deponia” τριλογία. Είναι γνωστό λοιπόν ότι τα καταφέρνει περίφημα στην απεικόνιση 2D κόσμων και το “Anna’s Quest” δε θα μπορούσε ν’ αποτελεί εξαίρεση. Οι διάφορες περιοχές και τοποθεσίες που διαδραματίζεται η περιπέτεια είναι πολύ όμορφα σχεδιασμένες, ξεχωρίζοντας για τη ζωντάνια και την πολυχρωμία τους, έστω κι αν στερούνται εκείνου του στοιχείου που θα προξενούσε ακόμη μεγαλύτερη εντύπωση στο μάτι, π.χ. πλουσιότερα και πιο “αληθινά” backgrounds. Μπορεί οι Γερμανοί να είναι έτοιμοι να κάνουν το επόμενο βήμα στον τομέα των γραφικών με το “Silence-The Whispered World 2”, γνωρίζουν όμως καλά ότι η Visionaire εξακολουθεί να είναι σε θέση να εξυπηρετήσει τις ανάγκες κάποιων τρίτων, λιγότερο απαιτητικών, τίτλων τους.
Αν οι διαφορές στα γραφικά μεταξύ των δύο εκδόσεων του παιχνιδιού δεν είναι πολύ μεγάλες, δεν ισχύει σε καμία περίπτωση το ίδιο με τον ηχητικό τομέα. Άλλωστε ένας απ’ τους βασικούς λόγους που σπεύδει ένας μικρός developer να συνεργαστεί με μία μεγαλύτερη, πιο έμπειρη και άρτια στελεχωμένη εταιρεία είναι η άμεση βοήθεια που μπορεί εκείνη να του παρέχει στο επίπεδο των voice overs. Έτσι λοιπόν όσο φιλότιμη κι αν ήταν η προσπάθεια του υιού Krams που υποδύθηκε τον Ben στο “Vol. 1-Winfriede’s Tower”, δε μπορεί να συγκριθεί με το voice acting του εν λόγω χαρακτήρα στη νέα και τελική αυτή version του “Anna’s Quest”. Η δουλειά που έχει γίνει τόσο στη μουσική όσο και στις φωνές των διαφόρων χαρακτήρων είναι πραγματικά σπουδαία και φανερώνει ότι η Daedalic έβαλε στόχο να εκμηδενίσει οριστικά τις -αβάσιμες κατ’ εμέ, όπως έχω ξαναπεί- διαμαρτυρίες για τ’ αγγλόφωνα voice overs των παιχνιδιών της. Οι χαρακτήρες που κλέβουν, με χαρακτηριστική ευκολία, την παράσταση είναι ο Reynard, o Rinkrank και φυσικά ο Van Beethoriki, ο κόκορας που είναι επικεφαλής της μπάντας μουσικών στο Wunderhorn. Η μουσική επένδυση κινείται σ’ εξαιρετικά επίπεδα, με κομμάτια των οποίων η χροιά ταιριάζει απόλυτα στην παραμυθένια ατμόσφαιρα που διακατέχει ολόκληρη την περιπέτεια και με κάθε τοποθεσία να διαθέτει διαφορετική ενορχήστρωση.
Όσον αφορά στον χειρισμό και το gameplay, ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στη χρήση του δεξιού mouse button, που επιτελεί τη λειτουργία της προσεκτικής εξέτασης αντικειμένων, που συχνά είναι απαραίτητη για την πρόοδό μας στο παιχνίδι. Εκτός αυτής, από νωρίς εμφανίζεται στο αριστερό κάτω άκρο της οθόνης το εικονίδιο της telekinesis, της ξεχωριστής ικανότητας που διαθέτει η πρωταγωνίστρια και την οποία, όπως αντιλαμβάνεστε, επίσης θα εκμεταλλευτούμε ουκ ολίγες φορές και με διαφόρους τρόπους κατά τη διάρκεια της περιπέτειας. Η λειτουργία του hotspot indicator είναι επίσης παρούσα, όπως το ίδιο συμβαίνει και με δύο γρίφους που έχουν χαρακτήρα mini game και που μπορούμε, αν το επιθυμούμε, να τους προσπεράσουμε. Θα σας σύστηνα να μη πράξετε το τελευταίο, μια και κάθε άλλο παρά εκνευριστικοί είναι, ενώ έχουν ξεκάθαρη λογική βάσει της οποίας φτάνουμε στην επίλυσή τους.
ΠΕΤΥΧΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ
Είναι γεγονός ότι τόσο το παρουσιαστικό, όσο και η θεματολογία του “Anna’s Quest” προϊδεάζουν τον παίκτη για ένα παιδικού χαρακτήρα και πολύ εύκολο adventure game. Η -πολύ ευχάριστη- αλήθεια όμως είναι τελείως διαφορετική, καθότι έχουμε να κάνουμε μ’ ένα παιχνίδι που είναι εμπλουτισμένο με πάμπολλα και έξυπνα ζητούμενα. Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση και με χαροποίησε τ’ ότι η δημιουργία του Krams καταφέρνει να ξεχωρίσει από ένα μεγάλο κομμάτι των υπολοίπων εκπροσώπων της κατηγορίας, όντας ένα adventure game που στοχεύει και καταφέρνει να βρει τη χρυσή τομή στον τομέα των γρίφων, μ’ αποτέλεσμα να διατηρεί έναν σωστό βαθμό δυσκολίας, μακριά απ’ τις υπερβολές και τους παραλογισμούς που θα το βοηθούσαν να αποδειχθεί δυσκολότερο με τελείως λανθασμένο τρόπο. Την ίδια στιγμή δεν είναι σε καμία περίπτωση το παιχνίδι που θα μας πάρει απ’ το χεράκι και μας οδηγήσει απροβλημάτιστα έως το φινάλε του, δίχως να χρειαστεί να βάλουμε το μυαλό μας να δουλέψει σ’ αρκετά σημεία. Ίσα ίσα που ξεχωρίζει για την ευρηματικότητα και τη “φρεσκάδα” αρκετών γρίφων του, αποτελώντας μία πολύ ευχάριστη έκπληξη σ’ αυτόν τον τομέα.
Όπως προανέφερα, η δράση χωρίζεται σε έξι κεφάλαια. Τα πρώτα δύο εξελίσσονται εντός του πύργου της Winfriede, το τρίτο στο χωριό Wunderhorn, το τέταρτο στα μπουντρούμια που διοικεί ο διάβολος, τ’ αμέσως επόμενο στον πύργο όπου αναμένεται να λάβει χώρα ο βασιλικός γάμος, ενώ το τελευταίο μας αφηγείται παρελθοντικά γεγονότα, απ’ τα παιδικά χρόνια αρκετών εκ των χαρακτήρων που συναντάμε. Ως εκ τούτου παρατηρείται αισθητή ανανέωση χώρων, αντικειμένων που συλλέγουμε και χαρακτήρων που συναντάμε, κάτι που βοηθά στη διατήρηση του ενδιαφέροντός μας σε υψηλά επίπεδα. Δεν υπάρχει στιγμή που θα νιώσετε ότι κάτι επαναλαμβάνεται, ούτε και παρατηρείται το παραμικρό backtracking. Κάθε τοποθεσία έχει τους δικούς της, ξεχωριστούς, χώρους, μέσα απ’ τους οποίους ξεπηδούν συνεχώς νέα παρουσίες κι εντοπίζονται καλοδουλεμένοι γρίφοι, που θα ικανοποιήσουν τόσο τους αρχάριους όσο και τους περισσότερο έμπειρους παίκτες του είδους.
Το παιχνίδι του Krams πραγματικά θεωρώ ότι απευθύνεται στους πάντες, ακριβώς διότι βρίσκει τη χρυσή τομή στον νευραλγικό τομέα των γρίφων. Ο τρόπος με τον οποίο φορτίζουμε το μενταγιόν στο ξεκίνημα της περιπέτειας, το κάλεσμα του δράκου στο Wunderhorn, η μέθοδος απομάκρυνσης της συμμορίας που έχει εισβάλει στο σπίτι δίπλα στη λίμνη, η επίλυση των αινιγμάτων που θέτει στην Anna ο Εωσφόρος, ο πανέξυπνος διάλογος που πρέπει να κάνουμε με τη μάγισσα στον μύλο αλλά και η απόδρασή μας από εκεί, η διαδικασία μέσω της οποίας αποσπούμε την προσοχή της μαγείρισσας του κάστρου και το κόλπο που σκαρώνουμε για να πάρουμε το δεύτερο παπούτσι απ’ τη στριφνή πριγκίπισσα είναι κάποια απ’ τα σημεία που ξεχώρισα.
ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΜΕ ΤΑ ΟΛΑ ΤΟΥ
Δε κράτησα λογαριασμό του αριθμού των χαρακτήρων που δίνουν το παρών, θ’ αναφέρω όμως εν τάχει μερικούς, για να καταδείξω την ποικιλία που υφίσταται. Δύο μάγισσες, μία τετραμελής μουσική μπάντα αποτελούμενη από ζώα, ένας μπάρμαν, ένας αντικέρ, μία ομάδα trolls που έχουν ρόλο δεσμοφυλάκων στα μπουντρούμια, ένας δήμιος, ένας βασιλιάς που ετοιμάζεται να παντρευτεί δεύτερη φορά, μία αγνοούμενη βασίλισσα και ο Βεελζεβούλ. Προσθέστε σ’ αυτούς τα διάφορα φαντάσματα, τον μάγο του Wunderhorn, την αλεπού Reynard, τον Ben τον αρκούδο και τις Weisse Frauen,που δεν είναι άλλες απ’ τις λευκές γυναίκες της Γερμανικής μυθολογίας και κατανοείτε ότι το παιχνίδι διαθέτει όλα τα στοιχεία ενός παραμυθιού και δη σκοτεινού, όπως εξ’ αρχής ήθελε ο Krams να είναι το “Anna’s Quest”. Κι αν ανήκετε σ’ εκείνους που κουράζονται απ’ τους μακροσκελείς διαλόγους, μη σας τρομάζει ο μεγάλος αριθμός των χαρακτήρων, αφού δεν παρατηρούνται τάσεις… φλυαρίας μεταξύ τους.
Καλό adventure game όμως δίχως δυνατό story δε νοείται κι όλα τα υπόλοιπα προτερήματα δε μπορούν ν’ αναπληρώσουν πιθανή απουσία αυτού. Ούτε εδώ εντοπίζεται κάποιο παράπονο, καθώς η ιστορία αποδεικνύεται καλογραμμένη, παρέχοντας τις αναγκαίες απαντήσεις για τα πολλά ερωτήματα που δημιουργούνται, ιδίως κατά το πρώτο μισό της περιπέτειας. Συνδυαζόμενη με τις εμφανείς δόσεις χιούμορ που διαθέτει το παιχνίδι, αλλά και το ξεχωριστό μήνυμα που αποπνέει το φινάλε του, συμπληρώνουν το παζλ ενός απ’ τα πιο ολοκληρωμένα adventure games που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια. Στο σημείο αυτό οφείλω να παρατηρήσω ότι ο ρόλος κάποιων χαρακτήρων, π.χ. του Reynard ή της πριγκίπισσας, ούτε φωτίζεται ούτε και επεξηγείται τελικά επαρκώς, προφανώς λόγω σκέψεων περί πιθανού sequel. Ο Krams πάντως έχει ήδη εκφράσει την επιθυμία του να δουλέψει πάνω σε μία συνέχεια. Όσο για το τέλος της ιστορίας και το συμπέρασμα που προκύπτει μέσα απ’ αυτή, το μόνο που έχω να πω είναι ότι μου αρέσουν πολύ τόσο οι ταινίες όσο και τα video games που επιθυμούν στο φινάλε τους να μας αφήσουν κάτι ξεχωριστό να θυμόμαστε, σαν κατακλείδα της εμπειρίας μαζί τους. Το “Anna’s Quest” το πετυχαίνει κι αυτό και το μήνυμα που στέλνει είναι ξεχωριστό και πολύ ανθρώπινο.
Όσοι κατά το παρελθόν βρήκαν πολύ παιδικά τα “The Whispered World” και “Night of the Rabbit” μάλλον θα δυσκολευτούν να εκτιμήσουν την αξία του “Anna’s Quest”, εκτός κι αν ο σαφώς πιο σκοτεινός χαρακτήρας του τελευταίου τους κάνει ν’ αναθεωρήσουν. Το πλέον σίγουρο είναι ότι οποιοσδήποτε έχει μείνει ικανοποιημένος από άλλες δημιουργίες της Daedalic -της οποίας η ανάμειξη είναι παραπάνω από εμφανής σε διαφόρους τομείς- σαν αυτές που ήδη αναφέρθηκαν παραπάνω στο κείμενο, δε πρόκειται ν’ απογοητευτεί. Αντιθέτως, αφού το ολοκληρώσει, θα νιώσει ότι το “Anna’s Quest” του προσέφερε μία πλούσια κι ευχάριστη εμπειρία. Ελπίζω η ελαφρώς τσιμπημένη τιμή του, που κυμαίνεται στα €20, να μην αποτελέσει εμπόδιο στην επίτευξη ικανοποιητικού αριθμού πωλήσεων, ειδικά απ’ τη στιγμή που η αίσθηση που μου δημιουργήθηκε είναι ότι η προβολή και διαφήμιση που έλαβε απ’ την ίδια την Daedalic υπήρξε λίγο υποτονική, εν συγκρίσει μ’ εκείνη άλλων, ακόμη και “υιοθετημένων” (π.χ. “Dead Synchronicity”) τίτλων του Γερμανικού studio.
Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ
Πόσο ωραίο είναι τελικά να αιφνιδιάζεσαι ευχάριστα! Είναι κάτι που συμβαίνει δύσκολα στις μέρες μας, με την επανάληψη και ανακύκλωση δοκιμασμένων συνταγών να έχει ήδη κουράσει. Παρ’ όλα αυτά sequels, remakes και reboots συνεχίζουν να ξεφυτρώνουν ακάθεκτα, αφήνοντας περιορισμένο χώρο στις φρέσκες προτάσεις. Εκείνες που στο τελείωμα της ενασχόλησής σου μ’ ένα video game σου αφήνουν μία γλυκιά γεύση. Ειδικά απ’ τη στιγμή που έχεις εκ των προτέρων κι εντελώς αδικαιολόγητα υποτιμήσει τις δημιουργίες που αποδεικνύονται ικανές να σου προσφέρουν κάτι τέτοιο, η χαρά σου καθίσταται ακόμη μεγαλύτερη.
Αυτό ακριβώς είναι το “Anna’s Quest”. Ένα παιχνίδι που χωρίς να πρωτοτυπεί ιδιαίτερα και δίχως ν’ ανήκει καν στα μεγάλα ονόματα μίας ούτως ή άλλως περιορισμένου κοινού κατηγορίας, έρχεται να κάνει την έκπληξη και να βάλει το δικό του όνομα του δίπλα σ’ άλλες, γνωστότερες και περισσότερο προβεβλημένες κυκλοφορίες, κάποιες εκ των οποίων δικαίωσαν τις προσδοκίες (“The Book of Unwritten Tales 2”, “Dead Synchronicity”) και κάποιες άλλες που ελπίζουμε ότι θα πράξουν το ίδιο (“The Devil’s Men”, “Silence-The Whispered World 2”, “Heaven’s Hope”). Φαντάζει βαρύγδουπο αυτό που μόλις έγραψα, αλλά τ’ αξίζει πέρα για πέρα η αναζήτηση της Anna.
Με τον Dane Krams να βάζει τα βασικά συστατικά και την Daedalic Entertainment να προσθέτει το γυάλισμα και τον εμπλουτισμό που γνωρίζει καλά να συνεισφέρει, το συγκεκριμένο adventure game δεν πρέπει να διαφύγει της προσοχής σας. Κι επιτέλους βλέπουμε έναν τίτλο της κατηγορίας που φέρει τη λέξη “Quest” στην ονομασία του κι αξίζει ν’ ασχοληθεί κάποιος μαζί του! Εντάξει, αστειεύομαι, το “Inherit the Earth-Quest for Orb” μια χαρά παιχνίδι ήταν…
Pros
- Εξαιρετικά voice overs
- Πλήθος χαρακτήρων
- Μεγάλος αριθμών γρίφων, πολλοί εκ των οποίων αποδεικνύονται πολύ ευρηματικοί
- Άρτιο story
- Ικανοποιητική διάρκεια
- Το μήνυμα που αφήνει το φινάλε του
Cons
- Το παιδικό παρουσιαστικό και story του δε θα τους συγκινήσει όλους
- Ελαφρώς “τσιμπημένη” τιμή πώλησης
- Ο ρόλος και ο λόγος ύπαρξης ορισμένων χαρακτήρων δεν καθίστανται ξεκάθαροι
Ενδιαφέρον. Wishlisted.
Nice review, Μάνο!:)
Εξαιρετική παρουσίαση, ψήθηκα και ‘γω άγρια, ειδικά από την στιγμή που πιάνει πιο “μαύρα” θέματα και δεν είναι φάση “Χαρούμενος Κύριος Κάστορας Στο Γερμανικό Δασάκι.”
Όλσο, ξέρω ένα ΣΚΑΣΜΟ Quest παιχνίδια που είναι φανταστικά και δεν ακούω λέξη 🙂
Aν -εκτός του “Inherit the Earth-Quest for Orb”- αναφέρεσαι στο “Quest for Infamy”, δε μπορώ να πω κάτι, καθώς δεν το έχω παίξει. Αν εννοείς τα “Quest” games (Hero’s/King’s/Space/Police) που μας ξεφόρτωσε σωρηδόν η Sierra στα 90’s, άστο, προτιμώ να μην τα θυμάμαι.
Police Quest δεν έπαιξα ποτέ ολόκληρο, συμπαθητικά μου φαίνονταν και κάποτε πρέπει να τα λιώσω και αυτά. Τα Space Quest 4,5 και 6 ήταν απολαυστικά. ΟΛΑ τα Quest for Glory ήταν μικρά ποιήματα και τα King’s Quest ήταν πάντα ξενέρωτα.
Έτσι όπως τα ‘γραψα…πλην των Quest for Glory και των δυο τελευταίων Space Quest, όντως, δεν πέφτεις πολύ έξω 🙂
Eμ, είδες; Στα λόγια μου έρχεσαι!
*rolls eyes*
Μια χαρά είναι τα King’s quest, ειδικά κάποια από αυτα είναι πολύ καλά (ριμεικς, 5,6 κτλ.).
Υποθέτω ότι ο Μάνος προτιμά την φιλοσοφία της Lucas Arts στα adventure 😀
Υπάρχει διαφοροποίηση σε κάποιο σημείο της περιπέτειας ως προς την πορεία που θα ακολουθήσεις ( όπως πχ στο Fate of Atlantis ) ή είναι πλήρως γραμμικό το παιχνίδι;
Ε φυσικά είμαι της Lucasarts φιλοσοφίας. Αυτό έλειπε, να προτιμώ τα dead ends, το pixel hunting και τα δύστροπα interfaces. :p
Καμία διαφοροποίηση, το “Anna’s Quest” είναι ένα πλήρως γραμμικό παιχνίδι..
Πιστεύω έχει να κάνει και με το ποιές ήταν οι πρώτες gaming εμπειρίες του καθενός. Φερ’ειπείν, είναι αδύνατον να είμαι αντικειμενικός αναφορικά με το πρώτο Quest For Glory (και όλες τις συνέχειές του) καθώς ήταν ουσιαστικά το πρώτο “μεγάλο” παιχνίδι με το οποίο ασχολήθηκα.
Πράγματι, μιλάμε για παιχνίδια όπου κολλούσες για μήνες ολόκληρους πριν μάθεις τυχαία την λύση σε ο,τιδήποτε σε βασάνιζε (πολλές φορές πράγματι κολλούσες γιατί δεν κατάλαβες πως το τάδε πίξελ ας πούμε ήταν αντικείμενο) και μυθοποιούσες σε απόλυτο βαθμό στο παιδικό σου μυαλό.
Χωρίς μπαράζ κυκλοφοριών και Μαγικό Ίντερνετς, ακουμπούσες 3-4 παιχνίδια το χρόνο και το καθένα ήταν κάτι περισσότερο από Γεγονός, οπότε το θεωρούσες και απόλυτα φυσικό να κολλάς για μήνες σε ένα σημείο. Η Lucasarts προσέφερε αληθινή διασκέδαση, κάτι πρωτόγνωρο για τα δεδομένα της εποχής.
Αγαπάω πάρα πολύ τους κλασσικούς τίτλους και των δυο εταιρειών, με τις εξαιρέσεις που προανέφερα. Και το The Dig ποτέ δεν το χώνεψα. Το concept ήταν απείρως καλύτερο από την υλοποίηση.
Κι εγώ έχω πει ότι το “The Dig” δεν το θεωρώ κάτι σπουδαίο, ωστόσο ομολογώ ότι πέρασα καλά μαζί του, ολοκληρώνοντάς το δύο φορές, μ’ αρκετά χρόνια διαφοράς μεταξύ τους.
πολυ καλο το παιχνιδακι! τυγχανει να το εχω παιξει μεχρι τελους… πραγματικα αξιζει (οχι τα λεφτα του ομως)
Είμαι σίγουρος ότι δε θ’ αργήσει καθόλου η ώρα που θα το δούμε σε καλή προσφορά. Εκεί θ’ αξίζει 100% η αγορά του.
Βρίσκομαι στο 4ο κεφάλαιο και, αν δεν αλλάξει κάτι δραματικά, το παιχνίδι διεκδικεί άνετα μια θέση ανάμεσα στα top adventures της χρονιάς, μαζί με το Book of Unwritten Tales 2 και το Dead Synchronicity. Πολύ όμορφη ιστορία που ξεδιπλώνεται μαεστρικά, ενώ απλά αγαπώ το art-style του.
Σαφώς καλύτερο από το υπερβολικά (για τα γούστα μου) γλυκανάλατο Night of the Rabbit.
Πριν απο λιγο τελειωσα το παιχνιδι και παρολο που ειναι φρεσκο στο μυαλο μου μπορω να πω πως ειναι ενα αξιο adventure. Ο κοσμος, οι χαρακτηρες, η ιστορια και το gameplay, ειναι απο τα πολυ πολυ καλα adventures.
Μονο παραπονο μου ειναι πως δεν ειχε 2-3 εξτρα puzzle και ειναι βασισμενο σχεδον αποκλειστικα σε item based γριφους.
Αυτο που σιγουρα αφηνει πισω του σε οσους το επαιξαν ειναι το ending του, δεν περιμενα τετοια φαση και θα ηθελα να γραφω και αλλα για αυτο αλλα δεν θελω να αφησω spoiler. Αν και δεν μου αφηνει αυτο που θα ηθελα δεν μπορω να πω πως δεν ηταν καλο.
Εγω το βρηκα σε bundle των 3ε οποτε κατα καιρους ειναι ιδιαιτερα προσιτό, σιγουρα αξιζει το Playthrough.