ORI AND THE BLIND FOREST
Το Ori and the Blind Forest είναι ένα από εκείνα τα παιχνίδια που είναι καταδικασμένα να τραβούν τη προσοχή. Η Moon Studios, που είναι υπεύθυνη για την ανάπτυξή του τα τελευταία τέσσερα χρόνια (και ταυτόχρονα “άρπαξε” τα δικαιώματα της η Microsoft με συνοπτικές διαδικασίες), φρόντισε να γεμίσει στο έπακρο τα συναισθήματα του παίκτη που θα αποφασίσει να ασχοληθεί μαζί του: από την απλή και συγκινητική ιστορία που διηγείται μέσω των όμορφα σκηνοθετημένων cutscenes και των γλυκών αλαμπουρνέζικων να παριστάνουν την εξωτική γλώσσα των πνευμάτων έως το μαγευτικά καλλιτεχνικό παρουσιαστικό του με τα απίστευτα καλοδουλεμένα γραφικά και το εξαιρετικό soundtrack.
Παράλληλα όμως, η Moon Studios φρόντισε το “παιδί” της να κρύψει επιμελώς ένα προσωπείο που απέχει αρκετά από το παραμυθένιο ύφος του: ένα σκληρό και αδυσώπητο platform που ανήκει στην υποκατηγορία των “Metroidvania”. Και η αλήθεια είναι ότι στα πρώτα σου βήματα, δεν σε προδιαθέτει ότι θα ζήσεις κάτι τέτοιο. Τελικά όμως, αφού σκουπίσεις τον ιδρώτα στις παλάμες σου, καλμάρεις τα νεύρα σου, πιεις ένα ποτήρι νερό και συλλογιστείς όλη τη δεκάωρη (περίπου – εξαρτάται και το πόσο καλός παίκτης είσαι) πορεία σου μέχρι τους τίτλους τέλους, διαπιστώνεις ότι άξιζε το κόπο και με το παραπάνω.
Συνοπτικά, η γλυκόπικρη ιστορία του παιχνιδιού έχει ως εξής: ο κατάλευκος συμπαθέστατος πρωταγωνιστής της περιπέτειας είναι ο Ori, ένα πνεύμα-καρπός του Spirit Tree, ενός τεράστιου κορμού δέντρου, ο οποίος είναι αυτός που φέρνει ζωή στο Forest of Nibel. Ο Ori έπεσε από την αγκαλιά του δέντρου και κατέληξε χαμένος στο δάσος, απ’ όπου υιοθετήθηκε από τη Naru, ένα περίεργο αρκουδοειδές πλάσμα. Όλα κυλούσαν όμορφα, έως ότου μια μέρα, για άγνωστο λόγο, ένα τιτάνιων διαστάσεων πτηνό, η Koru, κλέβει τη πηγή ενέργειας του Spirit Tree με συνέπεια να προκύψει ένα κατακλυσμικό γεγονός και το δέντρο να αρχίσει να αργοπεθαίνει. Η Naru αποτελεί εξίσου θύμα του κατακλυσμού (κατά κάποιο τρόπο) και σύντομα ο ορφανός πλέον Ori, με τη βοήθεια ενός μικρού αιωρούμενου σφαιρικού πνεύματος, του Sein, θα αναλάβει την δύσκολη αποστολή να μαζέψει τα τρία στοιχεία της φύσης που θα επαναφέρουν τη τάξη. Μια καθόλου εύκολη διαδικασία, σας διαβεβαιώ.
Η πορεία του Ori μέχρι τον εκάστοτε στόχο είναι οριακά γραμμική, καθώς το παιχνίδι φροντίζει να σας τον κοινοποιεί μέσω ενός, αρκετά μεγάλου μεγέθους, ενιαίου χάρτη, ο οποίος είναι με τέτοιο τρόπο σχεδιασμένος που να τιμωρεί τις επιπόλαιες και άγαρμπες κινήσεις και να επιβραβεύει την παρατηρητικότητα και τα καλά αντανακλαστικά. Ιδίως σε θέματα μυστικών και κρυφών περασμάτων, το παιχνίδι ξεχειλίζει από ποικιλία και ευρηματικότητα. Φυσικά, όπως συνηθίζεται σε “Metroidvania” τίτλους, στην αρχή τα περισσότερα περάσματα είναι απροσπέλαστα, είναι όμως εφικτό να φθάσετε αργότερα εύκολα σε αυτά, μόλις ανακαλύψετε νέες ικανότητες για τον Ori (π.χ. διπλό άλμα ή σκαρφάλωμα στους τοίχους). Οι συγκεκριμένες ικανότητες αποτελούν μέρος του σεναρίου και αν δεν τις αποκτήσετε είναι αδύνατον να προχωρήσετε (μην ανησυχείτε, το παιχνίδι σας καθοδηγεί προς αυτές) και συνιστούν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να εξερευνήσετε πλήρως το χάρτη, καθώς ουκ ολίγες φορές θα βρεθείτε να κάνετε backtracking, αφενός για να συνεχίσετε τη πορεία σας προς το στόχο σας, αφετέρου για να αναβαθμίσετε τα skills του Ori μέσω ενός υποτυπώδους skill tree, συλλέγοντας (μεταξύ άλλων) ειδικά orbs στα μέρη που δεν μπορούσατε να φθάσετε πριν. Σωστά αντιληφθήκατε, XP και skill points δηλώνουν το παρόν σε ένα ακόμα παιχνίδι και η συλλογή τους βοηθά σημαντικά στη διευκόλυνση της κατάστασης, ιδίως ενάντια στους ενοχλητικούς εχθρούς του δάσους.
Οι μάχες είναι ένα ιδιαίτερο κομμάτι του παιχνιδιού, καθώς δείχνουν να έχουν περισσότερο έναν “υποστηρικτικού” τύπου χαρακτήρα. Αρχικά, αρκεί να κοπανάτε μετά μανίας το κουμπί επίθεσης από απόσταση ασφαλείας, όπου το συνοδευτικό πνευματάκι του Ori εκτοξεύει φονικές ενεργειακές βολές. Σύντομα όμως οι μανούβρες γίνονται μέρος της διαδικασίας, ιδίως από τη στιγμή που ο Ori αποκτήσει την ικανότητα Bash, με την οποία εκμεταλλεύεστε τις βολές των εχθρών προς όφελος σας, είτε για να φθάσετε σε μια απομακρυσμένη πλατφόρμα είτε για να τις επιστρέψετε στο κάτοχό του. Στο σημείο αυτό είναι που το παιχνίδι αρχίζει να δείχνει τα κοφτερά δόντια του, καθώς συχνά καλείστε να συντονίσετε με τέτοιο τρόπο τις βολές των (αρκετά εύστοχων) εχθρών και τις παγίδες του περιβάλλοντος μόνο και μόνο για να περάσετε στην απέναντι πλατφόρμα, ενώ μόλις πέσουν στο τραπέζι και οι υπόλοιπες ικανότητες του Ori, τότε ο ορθολογικός συνδυασμός τους είναι μια πρόκληση από μόνη της. Πραγματικά ευφυής ο σχεδιασμός της δράσης από τους ανθρώπους της Moon Studios.
Το θετικό της υπόθεσης είναι ότι, πλην απειροελάχιστων εξαιρέσεων, πάντα γνωρίζετε τι πρέπει να κάνετε. Το πρόβλημα είναι το πως θα υλοποιήσετε αυτό που έχετε στο μυαλό σας και συχνά αυτό οδηγεί σε μερικές trial-and-error καταστάσεις που πιθανόν να σας εκνευρίσουν μέχρι να τις πετύχετε. Μάλιστα με τρόμο θα διαπιστώσετε ότι τα checkpoints είναι υπερβολικά λίγα για ένα τέτοιο παιχνίδι, αλλά πριν κλείσετε τη σελίδα και διαβάσετε το επόμενο interactive-movie review του Στέφανου, έχει ενσωματωθεί ένας πολύ έξυπνος μηχανισμός που δίνει λύση στο πρόβλημα και προσθέτει μια ακόμα πινελιά στρατηγικής τίτλο. Ο μηχανισμός λέγεται Soul Links όπου πρακτικά δημιουργείτε τα δικά σας checkpoints, με κόστος μια ποσότητα από την energy bar του Ori. Συνέπεια αυτού είναι ότι ναι μεν μπορείτε να σπάτε τις δύσκολες σεκάνς σε επιμέρους κομμάτια, τοποθετώντας τα checkpoints εκεί που πιστεύετε ότι χρειάζεται, από την άλλη η αλόγιστη χρήση τους θα έχει ως κατάληξη να ξεμείνετε από ενέργεια σε ένα πραγματικά ζόρικο σημείο. Και μην ξεχνάτε, είναι πολύ εύκολο να χάσετε στο Ori and the Blind Forest. Εξαίρεση στον κανόνα αποτελούν οι διάφορες σεκάνς-“κυνηγητά”, όπου θα πρέπει να τις ολοκληρώσετε χωρίς να έχετε τη δυνατότητα ενδιάμεσης αποθήκευσης της θέσης σας. Αν και οι σεκάνς αυτές δεν είναι πολλές και δεν διαρκούν πολύ, είναι ιδιαίτερα απαιτητικές ως προς την ακρίβεια των κινήσεων και είναι ίσως ο κυριότερος λόγος να κάνετε… ragequit. Ιδίως το τελευταίο κυνηγητό δοκιμάζει επικίνδυνα τα όρια της υπομονής σας, αφού προηγουμένως σας έχει παιδέψει με κάμποσα… ακροβατικά. Αλλά φυσικά δεν θα αφήσετε ένα παιχνίδι να σας νικήσει, σωστά;
Χαλάλι του όμως. Παρ’ όλη τη μεγάλη δυσκολία του και το ενίοτε κουρελιασμένο νευρικό σύστημα, το Ori and the Blind Forest είναι ένα κορυφαίο δείγμα στο είδος του. Το platforming είναι απολαυστικό και ιδιαίτερα μελετημένο, με τον χειρισμό να υπακούει άψογα στις εντολές σας, η περιπλάνηση στον πολύ προσεγμένο χάρτη του διασκεδαστική, ενώ εξαιτίας της εξαιρετικής, από κάθε άποψη, παρουσίασης του και της ερωτεύσιμης παραμυθένιας ατμόσφαιρας του, είναι σίγουρο ότι η εμπειρία της περιπέτειας του Ori θα αποτυπωθεί γερά στη μνήμη σας. Μη το χάσετε.
Pros
- Αριστουργηματικός, από κάθε άποψη, τεχνικός τομέας
- Απλή μα εξίσου συγκινητική ιστορία
- Μελετημένο platforming βασισμένο πάνω σε ακριβέστατο μοντέλο χειρισμού
- Προκλητικό επίπεδο δυσκολίας που καθηλώνει…
Cons
- …αλλά και μπορεί να αποθαρρύνει κάποιους παίκτες
- Ισως χρειαζόταν ένα πιο ενδιαφέρον σύστημα μάχης και όχι τόσο υποστηρικτικό
Από διάρκεια όμως πως πάεi; Θεωρείς πως το εικοσάρι το αξίζει με βάση το χρόνο που σου πήρε; Ωραίο review btw.
Μου πήρε περίπου 10 ώρες (8:30 έγραψε το ρολόι του παιχνιδιού αλλά βάζω μέσα και τα retries), απ’ όσο διαβάζω σε άλλους πήρε λιγότερο, σε άλλους περισσότερο. Πάντως σύμφωνα με ένα achievement του παιχνιδιού, είναι δυνατό να τερματιστεί σε λιγότερο από τρεις ώρες, αλλά πραγματικά πολύ θα ήθελα να δω ποιος θα καταφέρει κάτι τέτοιο (όπως και να το τελειώσεις χωρίς να χάσεις).
Το εικοσάρι είναι ΟΚ γι’ αυτά που προσφέρει, σε καμία περίπτωση δεν θα το κλάψεις, αλλά σίγουρα σε κάποιο sale, θα είναι αρκετά πιο ελκυστικό σαν αγορά. 🙂
Thanks btw!
Την ξέρω τη μοίρα μου. Σε σέηλ κάτω από 5Ε, θα το βάλω είκοσι λεπτά, θα κλάψω ντροπιασμένος για τη νουμπάδικη γιωτιά μου και θα κάνω διακριτικά uninstall, για να πιάσω κάποιο ποιοτικό interactive movie που θα βρω εύκαιρο. Press Q to write history.
😀
Οχι, εντάξει, στα πρώτα 20 λεπτά το παιχνίδι κυλάει πολύ όμορφα (είναι και η εισαγωγή μέσα :p). Κάπου στο τρίωρο αρχίζουν τα απανωτά deaths…
To νέο Dust λίγο πολύ;
Επίσης το παίγνιο τρέχει πάνω στη Unity, η οποία συνεχίζει να μοιράζει πόνο και οφθαλμόλουτρα. Να τα λέμε αυτά, για τους άπιστους θωμάδες εκεί εξω… 🙂
Οχι ακριβώς, το Dust είναι άλλη φάση, πολύ περισσότερο προσανατολισμένο στο αγνό “ξύλο”. Εδώ το platform στοιχείο είναι πρωταρχικό.
Οντως, η σωστή χρήση της Unity σπάει κόκαλα. 🙂
Εννοούσα “μήπως έχουμε νέο ταβάνι στα 2d γραφικά”; :p
Όσον αφορα στο gameplay έχεις δίκιο, αν και τυπικά στο ίδιο genre, το Dust ήταν περισσότερο προσανατολισμένο στο “πως θα τεμαχίσεις δημιουργικά δεκάδες εχθρούς χωρίς να αγγίξουν το πάτωμα” χεχε.
Ανετα! Ο,τι πιο όμορφο έχω δει ποτέ σε αυτό το στυλ.