PREHISTORIK
Κλείστε τα μάτια για λίγο και επιστρέψτε, νοητά, στις αρχές της δεκαετίας του ΄90. Εκτός των πάμπολλων adventure games, RPGs, flight simulators και strategies που βλέπαμε να κυκλοφορούν (τα MMORGs δεν υπήρχαν ακόμη στον χάρτη, ενώ τα first person shooters, που τότε συνηθίζαμε να αποκαλούμε «Doom clones», δεν είχαν κάνει ακόμη το ξέσπασμά τους), ποιο είδος παιχνιδιών ήταν εκείνο στο οποίο υστερούσαν τα PCs, σε σχέση με τους υπόλοιπους home micros, αλλά και τις κονσόλες, της εποχής; Σύμφωνοι, και στα beat ‘em ups χωλαίνανε αισθητά, αλλά δίχως αμφιβολία η μεγαλύτερη έλλειψη τίτλων παρατηρούταν στον τομέα των arcade-platform τίτλων.
Ευτυχώς όμως υπήρχε και μία εταιρεία που φρόντιζε να μη μας αφήνει ούτε στο ελάχιστο παραπονεμένους. Το όνομα εκείνης Titus Interactive και οι δημιουργίες της πολλές και πασίγνωστες: Blues Brothers, Prehistorik, Titus the Fox, Prehistorik 2, Super Cauldron, Blues Brothers 2. Για ένα διάστημα 3-4 ετών, μέσα στο οποίο μας πρόσφερε το σύνολο των παραπάνω τίτλων, φρόντιζε να καταρρίπτει κάθε λίγο και λιγάκι τον μύθο που έλεγε ότι «οι IBM PC και συμβατοί (σ.σ.: όσα χρόνια κι αν περάσουν, ο εν λόγω χαρακτηρισμός των ηλεκτρονικών μας υπολογιστών θα μείνει βαθιά χαραγμένος στη μνήμη μου) δεν είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν στις ανάγκες των platform games και του γρήγορου scrolling που εκείνα απαιτούν».
Η συνέχεα είναι γνωστή. Η λαίλαπα των first person shooters, που για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν άφησε σχεδόν τίποτα άλλο όρθιο, αλλά και η συνολικότερη αλλαγή της μορφής του gaming, που, λόγω και της ύπαρξης βίας ως ενός εκ των βασικών συστατικών της πλέον, καθιστούσε τα platform games πολύ γλυκανάλατα και παιδικά, είχε ως αποτέλεσμα να κάνουμε πολλά χρόνια να ξαναδούμε γνήσιους εκπροσώπους του είδους. Την τελευταία τριετία, όπου επιχειρείται -και πραγματοποιείται με επιτυχία- μία αναβίωση του genre και μία δεύτερη γνωριμία του με το PC gaming κοινό, μεταξύ άλλων μας έρχονται πολλά remakes παλαιότερων επιτυχιών. Μέσα σε αυτά τα remakes περιλαμβάνεται και η πρώτη περιπέτεια του Grag, του προϊστορικού ανθρωπάκου που ψάχνει για φαγητό και δε διστάζει να τα βάλει με κάθε αντίπαλο, προκειμένου να το εξασφαλίσει.
ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ…
…εμ, τα είπαμε, ήταν ένας άνθρωπος των σπηλαίων που μάζευε όσο το δυνατόν περισσότερη τροφή, που έβρισκε διάσπαρτη αριστερά και δεξιά, για τη φυλή του. Ναι, μη ψάχνετε για περαιτέρω σενάριο, δεν υπάρχει. Είναι πιο απλοϊκό κι από ένα… racing game και συμπυκνώνεται στην παραπάνω μία γραμμή κειμένου.
Επειδή με τον όρο remake συνήθως εννοούμε τον πιστό επανασχεδιασμό και τη μεταφορά ενός παρελθοντικού τίτλου στο παρόν, διά της χρήσης των full HD γραφικών, πρέπει να σας τονίσω ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει απόλυτα στην περίπτωση του Prehistorik. Μπορεί τα γραφικά του όντως να είναι 1920×1080 ανάλυσης, ο σχεδιασμός έκαστου level όμως δεν ακολουθεί εκείνον του πρωτότυπου, προ 22 ετών, παιχνιδιού. Με άλλα λόγια, μη περιμένετε να δείτε μία περίπτωση ανάλογη του Toki Arcade Remixed, του remake που έχει ανακοινώσει η Golgoth Studio από το 2009 και αφορά σε… φωτοτυπία των περιπετειών του αξιαγάπητου γορίλα που γνωρίσαμε το 1989 (και τον οποίο εμείς οι PCάδες δεν είδαμε ποτέ), αλλά δυστυχώς πηγαίνει συνεχώς από αναβολή σε αναβολή κυκλοφορίας.
Αυτό που κάνανε λοιπόν οι άνθρωποι της Anuman Interactive με τον νέο αυτό τίτλο που ανήκει στην Joystick Replay σειρά τους και αφορά σε remakes παλαιοτέρων επιτυχιών (είχε προηγηθεί το Fire and Forget-The Final Assault), ήταν να κρατήσουν τη κεντρική ιδέα του αρχικού παιχνιδιού, τους τρεις κόσμους που επισκεπτόμαστε και τα bosses με τα οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι και πάνω σε αυτά τα στοιχεία να δώσουν τη δική τους άποψη επί του περιεχομένου του. Οπωσδήποτε παραλληλισμοί υφίστανται μεταξύ των δύο υλοποιήσεων και αυτό θα το καταλάβει δίχως αμφιβολία ο 30άρης+ gamer, που θα θυμηθεί τον εαυτό του, όντας δεκάχρονο παιδάκι, να κοπανάει μανιωδώς με το ρόπαλο του Grag δεινοσαυράκια και λοιπά στοιχεία του ζωικού βασιλείου.
Καθένας εκ των τριών κόσμων που θα επισκεφτούμε, διαθέτει τρία διαφορετικά levels, συν τον αρχηγό που θα καλεστούμε να υποτάξουμε με το πέρας αυτών. Αν καταφέρουμε να βρούμε και να συλλέξουμε, σε κάθε πίστα, τα πέντε γράμματα που απαρτίζουν τη λέξη “Bonus”, τότε πριν τον αρχηγό θα έχουμε τη δυνατότητα να παίξουμε ένα επιπλέον, κρυφό, level. Συνεπώς, το σύνολο των πιστών του παιχνιδιού είναι 15. Το επίπεδο δυσκολίας, που δεν είναι επιλέξιμο από μέρους μας, είναι τέτοιο που δε θα καταστήσει καθόλου δύσκολη υπόθεση την ολοκλήρωση της ξενάγησής μας στα λημέρια του Grag. Για να καταφέρουμε να ανάψει το πράσινο φως, στο σχετικό φανάρι που βρίσκεται στην έξοδο κάθε πίστας, οφείλουμε να μαζέψουμε τουλάχιστον το 50% της τροφής που βρίσκεται σε κάθε πιθανό σημείο εκείνης. Για να το καταφέρουμε, θα χρειαστεί να χρησιμοποιούμε συχνά, εν είδη τραμπολίνου, τους αντιπάλους που συναντάμε, χοροπηδώντας πάνω τους.
Πέραν του ροπάλου που κουβαλά, ο πρωταγωνιστής έχει ως όπλα την ταχύτητα που διαθέτει, που είναι απαραίτητη για την προσέγγιση των πιο απομακρυσμένων σημείων έκαστης πίστας, αλλά και την επιτυχή εκτέλεση μεγαλύτερων αλμάτων από μέρους του, αλλά και την κραυγή του, που είναι ικανή να εξουδετερώσει πολλούς αντιπάλους μαζί. Η τελευταία ομολογώ ότι δε μου χρειάστηκε και πολύ, καθώς το ρόπαλο έκανε εξαίσια τη δουλειά του, όποτε το χρειάστηκα. Στα σημεία όπου δεν είναι ορατό το πού πρέπει να πηδήξουμε ή να κατευθυνθούμε στη συνέχεια, το πάτημα ενός συγκεκριμένου κουμπιού θα μας επιτρέψει να εξερευνήσουμε τη γύρω περιοχή, ανακαλύπτοντας τα κατοπινά πατήματά μας. Μέσα σε όλα αυτά, δε λείπουν και οι στιγμές όπου φοράμε ένα… jet pack (!) και καθοδηγούμε τον –ιπτάμενο πλέον- ήρωα μεταξύ επίσης ιπτάμενων αντιπάλων, αλλά και απειλητικών καρφιών.
ΚΕΦΙ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΣΗ
Επίτευξη παγκοσμίου ρεκόρ άλματος καβάλα σε γουρούνι και το Rocky soundtrack να παίζει σε κάθε αναμέτρησή μας με αρχηγό, την ίδια στιγμή που ο Grag προτάσσει τις μπουνιές του έναντι του αντιπάλου του. Τα στελέχη της Anuman Interactive διαθέτουν αρκετό χιούμορ και δε χάσανε την ευκαιρία να μας το αποδείξουν, μέσω των παραπάνω. Φτάνει δε να δείτε την εμφάνιση του τελικού boss, αλλά και τον τρόπο εξουδετέρωσής του, για να καταλάβετε τι λέω.
Οι διάφορες κραυγές του προϊστορικού και πειναλέου τύπου, σε συνδυασμό με την κεφάτη μουσική που παίζει –και επίσης διαφέρει σε σχέση με εκείνη του αρχικού τίτλου- ενισχύουν το κεφάτο κλίμα που επικρατεί και καθιστούν την ενασχόλησή μας με το Prehistorik το καλύτερο διάλειμμα από έναν απαιτητικό τίτλο, που μας έχει κουράσει μέχρι εκείνη την ώρα. Το ίδιο φροντίζουν να κάνουν και τα γραφικά, τα οποία διακρίνονται πάντως για τη σχετική απλότητά τους, μαρτυρώντας έτσι και τις mobile κατευθύνσεις του παιχνιδιού, αφού, πέραν των PCs, κυκλοφορεί και σε iOs-Android συσκευές.
Ο τρόπος που θα διαλέξουμε να χειριστούμε τον Grag ποικίλει μεταξύ πληκτρολογίου, gamepad, ακόμη και joystick, αν φυσικά διαθέτουμε ένα τέτοιο. Ομολογώ ότι ενώ αρχικά πίστευα ότι πιθανότατα θα τα έβρισκα μπαστούνια σε ένα σύγχρονο platform game, μια και δεν έχω και την πλέον συχνή επαφή με την κατηγορία, εντούτοις ο χαμηλός βαθμός δυσκολίας, σε συνδυασμό με τη χρήση joystick, γρήγορα εξαφάνισαν κάθε τέτοιο φόβο μου και ευχαριστήθηκα στο έπακρο τις λίγες ώρες που ξόδεψα μαζί του, μέχρι να το ολοκληρώσω.
Αν υπάρχει κάτι που με χάλασε, αυτό δεν είναι άλλο από το ελαφρό tearing που εντόπισα επί της οθόνης, το οποίο μάλιστα, ελλείψει σχετικών ρυθμίσεων περί V-Sync, δεν υπήρχε τρόπος να διορθώσω. Παράλληλα, κατέστη ξεκάθαρο ότι, ειδικά για όποιον δεν προτίθεται να μαζέψει όλα τα γράμματα της λέξης “Bonus” σε κάθε level, χάνοντας έτσι τη δυνατότητα να παίξει την έξτρα πίστα στο τέλος έκαστου κόσμου, η διάρκεια του Prehistorik θα αποδειχθεί πολύ σύντομη. Η τιμή πώλησής του, στα €10 στο GamersGate, δε μπορώ να πω ότι είναι πολύ υψηλή, θα μπορούσε ωστόσο να κυμαίνεται σε ελαφρώς χαμηλότερα επίπεδα.
ΣΤΙΓΜΕΣ ΧΑΛΑΡΟΥ GAMING
Δε διαθέτει ούτε την πολυπλοκότητα, ούτε τις απαιτήσεις, από μέρους του παίκτη, που φανερώνουν άλλα platform games των ημερών μας. Δε νομίζω όμως να περίμενε κανείς να βρει τέτοια στοιχεία στο remake ενός τίτλου του 1991. Τον σκοπό για τον οποίο φτιάχτηκε, κρίνω ότι τον πετυχαίνει απόλυτα: Να μας κάνει να περάσουμε καλά μαζί του, ενθυμούμενοι με νοσταλγία την εμπειρία που είχαμε δύο δεκαετίες πριν με τον original τίτλο, δίχως να μας δυσκολέψει ιδιαίτερα ή να μας σπάσει τα νεύρα. Στην πρώτη μειωμένη τιμή που θα το εντοπίσετε να προσφέρεται, αξίζει να καταθέσετε τον οβολό σας, αυξάνοντας έτσι τις πιθανότητες να δούμε remake και του δεύτερου μέρους, όπως αφήνει το φινάλε να εννοηθεί. Και, για να μη ξεχνιόμαστε, εννοείται ότι άπαντες απαιτούμε και πάντα ελπίζουμε σε remake του έτερου πολύ γνωστού τίτλου της Titus Interactive, του αλησμόνητου Titus the Fox!
Pros
- Ξεχειλίζει από ευχάριστη ατμόσφαιρα, κέφι και χιούμορ
- Δε πάτησε εξ’ ολοκλήρου στην παλιά συνταγή, αλλά κράτησε την κεντρική ιδέα του original παιχνιδιού
- Εύκολο και απλοϊκό gameplay
Cons
- Εύκολο και απλοϊκό gameplay. Για ορισμένους μπορεί να αποδειχθεί αρνητικό…
- Το φαινόμενο του ελαφρού tearing
- Αρκετά σύντομη διάρκεια
Ενδιαφέρον. Μανο, αν θέσεις με το Afterburner ως μέγιστο framerate τα 59 fps, φτιάχνει το tearing ή μπα;
Sneaky bastards, ούτε Steam, ούτε gmg, ούτε gog, πάλι καλά που κάνατε το review. Γαμάτο μου φαίνεται πάντως. Δεν με χαλάει καθόλου το ότι δεν είναι ακριβώς ριμέικ, αν είναι να έχει τον πυρήνα στη θέση του και να δούμε κάτι φρέσκο μεν, ρετρολαγνικό δε.
ΤΙ ΛΕΣ ΤΩΡΑ ΡΕ!; Η πρωτη μου επαφή, κάπου στο μακρινό ’96, σε ένα PC με DOS του πατέρα μου. Μετά την δουλειά, καθόμασταν μέχρι αργά το βράδυ και παίζαμε τον “Γορίλλα” όπως το αποκαλούσε. Απίστευτο παιχνιδάκι (μου είχε φανεί τότε) το είχα ξεχάσει για χρόνια, μέχρι που τυχαία το ανακάλυψα σε εναν DOS emulator. Τρελό λιώσιμο.
αχ πρωτη νιωτη….. με το prehistorik σε ibm pc compatible me hercules ‘καρτα γραφικων’… που ετρεχε πρωτα το simcga και μετα με αυτο resident, απολαμβανες την ΠΑΙΧΝΙΔΑΡΑ….
Πωπω ρε φίλε απίστευτο, χθες το συζητούσα με ένα παλιό μου φίλο. Πηγαίναμε μαζί φροντηστήριο αγγλικά και μας το έβαζε η δασκάλα στα διαλείματα και παίζαμε!
Είπε ο 14χρονος… 😉 😉
Το αγαπάω!!! <3
btw στο παιδικό μυαλό μου, πάντα το συνδίαζα με τον τυπά από το Lensman, με το ρόπαλο. :p
Ούτε που ήξερα ότι είναι να βγει τέτοιο remake. Για κάποιο λόγο ποτέ δεν το συμπάθησα ιδιαίτερα, ίσως γιατί εκείνη την περίοδο έλιωνα στο Rick Dangerous 2.
Μπαι δε γουει το Toki (που για κάποιο ανεξήγητο λόγο το λέγαμε στη παρέα Τζου-Τζου…) το ξεκίναγα εγώ στο ουφάδικο, το τερμάτιζα χωρίς να ρίξω κέρμα, αυτό μετά έκανε restart, το έπιανε το αδελφό μου, το τερμάτιζε και στη συνέχεια ένας φίλος που το τερμάτιζε και αυτός με ένα μόνο πενηντάρικο… ήμασταν η χαρά του ιδιοκτήτη… 😀 Βέβαια για να φτάσουμε εκεί το είχαμε ταίσει πολλά πενηντάρικα πιο πριν.
ειχε ενα ο παππους μου…:):):):p
Το λέγαμε τζουτζου γιατί είχε πολύ γιαπωνέζικο script στην οθόνη και ενα τεράστιο JuJu στη μέση.
Πωπώ τελικά, you can never go home again…το παιχνίδι είναι όλα όσα λέει ο Μάνος, το έβαλα, έπαιζα λιγάκι και χαιρόμουν και μετά από πέντε λεπτά είμαι σε φάση “Καλά…ήταν τόσο πρωτόγονα κάποτε τα παιχνίδια που εκστασιαζόμουν και έπαιζα δεκάωρα σερί ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑ;” Άναψα τσιγάρο και γύρισα στην όξινη βροχή του Shadowrun πάραυτα.
Πόντοι για τη γλύκα αλλά το Prehistorik θα το θυμάμαι με τα 10χρονα μάτια μου για πάντα.