REVIEWS

VALFARIS

LET'S ROCK!

Disclaimer: Ζητούμε εκ των προτέρων συγγνώμη από τους τακτικούς μας αναγνώστες (όχι τόσο από τον #1 φανατικό οπαδό μας που θέλουμε να του κάνουμε τη δουλειά δυσκολότερη) αν το κείμενο τους φανεί πολύ χύμα και politically incorrect. Πιστεύουμε όμως ότι κατά αυτόν τον τρόπο μπορεί να μεταφερθεί κατά το πλείστον η ατμόσφαιρα του παιχνιδιού. Και λέγοντας αυτά προχωράμε στο πλέον αντισυμβατικό review που πιθανώς θα έχω την τύχη να γράψω. Μπρος το Chief Rebel Angel από Entombed και πάμε για ανάγνωση. F#*K ΤΗΕ ΗELL YEAH!

ΕΜΦΑΤΙΚΗ είσοδος.

Οφείλω να ομολογήσω ότι ορισμένα παιχνίδια τα δοκίμασα μόνο αφότου είχα πάρει μία γεύση από πνευματικούς τους προγόνους. Για παράδειγμα, το Dark Souls έπειτα από κάμποσες αποτυχημένες απόπειρες το έβαλα πείσμα και το διεκπεραίωσα μόνο αφότου είχα παίξει δύο indie διαμάντια: το Hollow Knight και το Slain: Back from Hell. Ειδικά το δεύτερο με έκανε να αναθεωρήσω το ζήτημα δυσκολία και κατά πόσο έπρεπε να παρατήσω τα σπασμωδικά αντανακλαστικά και να (ξανα)γυρίσω σε μεθοδευμένη τεχνική. Η τελευταία ιδιότητα ήταν το απαιτούμενο σε όλα τα παλαιότερα προ-00’s platformers (το Crash Bandicoot Trilogy ενδείκνυται για να καταλάβετε σε τι αναφέρομαι), αν όχι σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα εν γένει. Εν πάσει περιπτώσει, Hollow Knight και Slain έχουν ξεχωριστή θέση στα πρόσφατα indie games που έχω παίξει (παρότι ομολογουμένως δεν έχω τερματίσει το 2ο). Επομένως, από την πρώτη θέαση του trailer του Valfaris δεν μπορούσα παρά να το ερωτευτώ.

Άλλωστε πρόκειται για το δεύτερο παιδί του Andrew Gilmour, κατεξοχήν σχεδιαστή του Slain. Αυτήν τη φορά κάτω από την ομπρέλα της εταιρείας του, Steel Mantis, το Valfaris αποτελεί πλέον προϊόν ενός three-man show με τα αντίστοιχα αποτελέσματα. Από το σκοτεινό, νεκρογοτθικό κόσμο του Slain και τον πρωταγωνιστή Bathoryn, μεταφερόμαστε στο διάστημα. Εκεί, ο σκληρά ανδροπρεπής, υπερφονικός carhiolis, Therion, που κάνει Space Marines να κλαίνε σε εμβρυική στάση βυζαίνοντας τον βιονικό αντίχειρά τους μέσα στη warp-ντουζιέρα τους, γυρίζει πίσω στο μητρικό του πλανήτη, Valfaris. Ως ένας άλλος Μεταβαρόνος (σας παραπέμπω στον ανυπέρβλητο κόσμο του Jodorowsky) στόχος είναι να εξολοθρεύσει τον πατέρα του, Vroll. Αν τα ονόματα σας παραπέμπουν στο Slain, τότε προσθέστε και τον απόλυτο κοινό παρανομαστή μεταξύ των δύο παιχνιδιών: τα riffs της ηλεκτρικής κιθάρας τίγκα στον αγνό μεταλλικό ήχο, όπως βγήκε αυτός κάπου εκεί στα τέλη της δεκαετίας των 80’s, να δίνουν το tempo.

Και το tempo συνήθως είναι: ΌΛΕΘΡΟΣ.

Αυτό το tempo είναι απολύτως αναγκαίο και ταιριαστό, αφού θα χρειαστείτε τη ρυθμική παλινδρομική κίνηση της κεφαλής στον πρόσθιο-οπίσθιο άξονα, ώστε να μην αγανακτήσετε από τα πολλά θανατικά. Το Valfaris είναι δύσκολο, αλλά παράλληλα δίκαιο. Πόσες φορές το έχετε ακούσει για τους (ελιτιστικούς) υποστηρικτές των Dark Souls; Εδώ πάντως ισχύει 100% και εξηγούμαι. Σε αντίθεση με το Slain, το Valfaris έχει βελτιώσει κατά πολύ τους μηχανισμούς του, πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα. Δεν πρόκειται για ένα ψευδο-arcade παιχνίδι πλέον, αλλά στον πυρήνα του για ένα σκληροπυρηνικό platformer που απαιτεί χειρουργική ακρίβεια. Υπό αυτό το πρίσμα τα frames-per-action είναι τόσο-όσο, ένα επίτευγμα ιδιαίτερα δύσκολο και άξιο αναφοράς κάθε φορά που συναντάται.

Το κλασσικό climb the tower επίπεδο. Δεν πιάνει μία μπροστά στη δυσκολία του αντίστοιχου από το Ori and the Blind Forest.

Πέραν των δύσκολων εχθρών, mini-bosses και φυσικά των κατεξοχήν bosses, η δυσκολία του Valfaris έχει να κάνει με την τοποθέτηση των απλών εχθρών που σε κανονικές συνθήκες είναι κρέας για την τεράστια ποικιλία βιολογικών εξολοθρευτών σας (λέγε με όπλα). Αυτό είναι και το βασικό puzzle που θα κληθείτε να αποκωδικοποιήσετε κατά κύριο λόγο στη μεγαλύτερη διάρκεια του παιχνιδιού, δηλαδή η προτεραιότητα και ο ιδανικός συνδυασμός κινήσεων, ώστε να μην φάτε ούτε μία γρατζουνιά. Η επιβράβευσή σας όταν θα λύσετε αυτούς τους «γρίφους» θα είναι λίγο ακόμη headbanging, υπό την κιθάρα του Curt Victor Bryant (ex-Celtic Frost). WIN-WIN.

Αγάπη μόνο._

Αυτό που μου έκανε εντύπωση το «speedrun» (για πρώτη φορά) που έκανα στο Valfaris είναι κατά πόσο πολύ είχα χάσει μυστικά του. Η αλήθεια είναι ότι άρχισα να καταλαβαίνω/μυρίζομαι κάποια από αυτά κάπου στη μέση του παιχνιδιού, αλλά δεδομένου ότι το παιχνίδι μας έχει έρθει σε χρονοκάψουλα από τα 90’s έχασα αρκετά από αυτά, όπως μαρτυρά άλλωστε η οθόνη τερματισμού. Εντούτοις, όταν επιχείρησα να ξαναρχίσω το παιχνίδι, συνειδητοποίησα πόσο απρόσμενα είχα βελτιωθεί. Αυτή θεωρώ είναι η επιτυχία του, αφού μέσω της κλιμακούμενης δυσκολίας του, το Valfaris με «έμπασε» στον κόσμο του και στη λογική του εντελώς ασυνείδητα.

Στη απαραίτητη περισυλλογή και προσδιορισμό των ατόφιων ΜΕΤΑΛΛΙΚΩΝ FACTS πριν τη συγγραφή αυτού του κειμένου, προσπάθησα να αξιολογήσω το gameplay βάθος που προσφέρει το Valfaris. Και πάλι ο τίτλος βγαίνει πολύ ήσυχα νικητής. Η προσέγγισή μου στο παιχνίδι για τις ανάγκες του review (όπως μαρτυρά και το τελικό death count, #KAMMIANTROPI) ήταν «ζντο και ντου»: συνεχής ενεργοποίηση των προαιρετικών checkpoints σε κάθε πίστα και πέρασμα μέχρι να τα καταφέρω να φτάσω στα επόμενα. Ένας πιο υπομονετικός και μεθοδικός παίκτης, θα μπορούσε να παρακάμψει ορισμένα checkpoints. Η αμοιβή; Κρατάει τα υπερπολύτιμα resurrection idols, αφού δεν τα θυσιάζει ως συνάλλαγμα για να ενεργοποιήσει τα resurrection altars. Έτσι και αρχίσει, δε, να παίρνει παραπάνω idols από το cap του, αυτά μετατρέπονται σε υγεία και ενέργεια. Επομένως, ένα λίγο-πολύ άψογο run από την αρχή της πίστας μέχρι το τέλος της, μπορεί να σας ανταμείψει με περισσότερο «NTOYKIation» παρά το ενδεχόμενο να τραβήξει περισσότερο σε διάρκεια.

I am your ruler, land, sea and air
Immense in my girth, erect I stand tall
I am a
nuclear murderer, I am Polaris

Για να σας κάνει τη ζωή σχετικά πιο εύκολη, το Valfaris σας παρέχει ένα αξιοθαύμαστο οπλοστάσιο από υλικά ολοκληρωτικής καταστροφής. Ένας αριστοτεχνίτης θα χρειαστεί βέβαια μόνο δύο: την ασπίδα του (που μπορεί να χρησιμοποιεί και για parry-riposte) και ένα από τα ευρηματικά melee όπλα του (το πλοκάμι παραμένει μακράν το καλύτερο). Από εκεί και πέρα, έχετε να διαλέξετε από 18 συνολικά όπλα που μπορείτε να αναβαθμίσετε (με ορισμένα να είναι κρυφά). Συμβουλή μου είναι να κρατήσετε στην αρχή λίγα από τα Blood Metal και να μην τα σκορπάτε δεξιά και αριστερά, μέχρι να αποφασίσετε πιο όπλο ταιριάζει στο στυλ παιχνιδιού σας. Πιστέψτε με, δεν θα κλαίτε στο τέλος.

Καλλιτεχνικά, δεν έχω να πω τίποτα παραπάνω για το παιχνίδι πέραν από αυτά που ήδη διαβάσατε. Το υπερβολικό gore είναι το κύριο και αγνό συστατικό σε έναν ούτως ή άλλως αιματηρό και βίαιο κόσμο. Αν η Steel Mantis καταφέρει να εξασφαλίσει κάποιο license από την Fantasy Workshop (ούτως ή άλλως η τελευταία τα μοιράζει πιο απλόχερα και από στραπατσαρισμένες ντομάτες στο τέλος της ημέρας στη λαϊκή αγορά) για ένα Warhammer 40K: Space Marine παιχνίδι θα το αγόραζα με κλειστά τα μάτια. Χτες. Η μουσική υπόκρουση όπως ήδη ανέφερα δένει άψογα με το setting του παιχνιδιού και υποβάλλει την ατμόσφαιρα με άκρως θετικά αποτελέσματα. Ελπίζω να κυκλοφορήσουν σε κάποια στιγμή τα soundtracks τόσο του Slain όσο και του Valfaris σε μία ενοποιημένη physical έκδοση.

Ένας-ένας στη σειρά, όλοι θα πάρετε.

Κλείνοντας, θα έλεγα ότι ίσως η μεγαλύτερη μου ένσταση είναι ότι δεν υπάρχει chapter selection, ούτε με την ολοκλήρωση της ιστορίας. Παρόλα αυτά, κατανοώ ότι θα ήταν κάτι δύσκολο να γίνει με τους πόρους της Steel Mantis, ειδικά όπως είναι δομημένο το παίγνιον. Δεν γνωρίζω πώς συγκρίνεται με το έτερον 2D hardcore side-scroller που βγήκε πρόσφατα, το Blasphemous, ώστε να εκφέρω έγκυρη γνώμη. Γνωρίζω όμως ότι διασκέδασα πλήρως τις 10+ ώρες που μου πήρε για να δω τους τίτλους τέλους του, και ξέρω ότι σε κάποια στιγμή θα το ξαναδώ ώστε να ανακαλύψω όλα τα μυστικά του (και ίσως να πεθάνω λιγότερες φορές κατά την πορεία). Ιδανικό hardcore σφηνάκι, κάθε φίλος που χαχάνιζε βλέποντας όλες τις αναφορές στο Slain, θα βρει το καλύτερο indie τίτλο του Οκτώβρη.

HOW MUCH METAL?

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 92%

92%

ENRICHED URANIUM

Όλεθρος, gore, και heavy metal. 'nough said.

Παύλος Γεράνιος

Γέννημα-θρέμμα της Υπερβορείας, ο Παύλος έκανε καιρό να γνωρίσει την αλληλεπίδραση με την οθόνη. Τα πρώτα παιχνίδια που θυμάται να παίζει ήταν τα Gran Prix, Test Drive, Digger και Flight για DOS σε εποχές που οι περισσότεροι είχαν πλέον Windows... Αυτό δεν τον πτόησε και αγάπησε τη Μητέρα Πλατφόρμα από την πρώτη στιγμή. Θήτευσε και στην άγονη παραμεθόριο των κονσολών (πάντα σε σπίτια φίλων, ποτέ στο δικό του), αλλά το PC ήταν αυτό που τον κράτησε. Λάτρης των ποιοτικών τίτλων από όλα τα είδη, θεωρεί πώς η ιστορία και αυτό που θέλει να πει το παιχνίδι ως μέσο είναι το κυριότερο και όχι η ταμπέλα. Υπάρχουν πάντα οι εξαιρέσεις φυσικά...

7 Comments

  1. Ήταν στο ραντάρ, μετά από αυτό το review μπήκε και επισήμως στην λίστα! Αυτό και το Blasphemous ήταν από τα πιξελο-παίχνιδα που περίμενα με ενδιαφέρων (διαφορετικά παιχνίδια σίγουρα, απλά μπαίνουν παρέα λόγο pixel-art αισθητικής)

  2. Η πιο TRVE, ανόθευτη μεταφορά ενασχόλησης με το παιχνίδι που υπάρχει στα ίντερνετς.

    Δύσκολα τα πράγματα για το #1 Αναγνώστη του RQ, παρά “τον αγώνα που κάνει για τα indie παιχνίδια εδώ και χρόνια”… 😆

    Στανταράκι κι αυτό για αγορά, το Slain ήταν ωραιότατο arcade plarform, κι εδώ δεν περιμένω τίποτα λιγότερο.

Αφήστε μια απάντηση

Related Articles

Check Also
Close
Back to top button
elEL