REVIEWS

THE HAND OF GLORY

Κυνηγώντας το παρελθόν....

Ήτανε Μάιος του 2010, σχεδόν έντεκα χρόνια πριν. Η ομάδα που αρθρογραφούσε τότε στο περιοδικό PC Master, μέλος της οποίας ήμουν κι εγώ, προσπαθούσε να μοιραστεί τις μέχρι πρότινος αρμοδιότητες του Ανδρέα-Παρασκευά Τσουρινάκη, ο οποίος μόλις είχε αποχωρήσει, μετά από μία πολύχρονη -και αδιαμφισβήτητα ΤΕΡΑΣΤΙΑ– πορεία στο συγκεκριμένο έντυπο. Μέσα σε αυτό το κλίμα και έχοντας προλάβει να γράψω τα reviews μόλις 5 τίτλων (Painkiller Resurrection, Dirt 2, Aliens vs Predator, Cursed Mountain, Sonic and SEGA All-Stars Racing), εκ των οποίων φυσικά κανένα δεν ανήκε στο genre των adventure games, βρέθηκα μπροστά σε μία πολύ μεγάλη πρόκληση: Να αναλάβω το review ενός τέτοιου, ευελπιστώντας ότι θα κατάφερνα να γεμίσω, έστω και λιγάκι, το χαώδες κενό που είχε αφήσει πίσω του ο “πατέρας” του είδους.

Μέσα σε εκείνη την περίεργη συγκυρία ομολογουμένως υπήρξα πολύ τυχερός, καθώς το παιχνίδι του οποίου το review ανέλαβα αποτελούσε ένα, άγνωστο ακόμη, διαμάντι. Ο λόγος για το αλησμόνητο “The Whispered World”, της πρωτοεμφανιζόμενης τότε Daedalic Entertainment. Το Γερμανικό studio είχε προλάβει να δημιουργήσει ένα ακόμη παιχνίδι, το “Edna and Harvey: The Breakout”, με τη διαφορά ότι εκείνο ήταν διαθέσιμο μόνο σε Γερμανόφωνη version. Η αντίστοιχη αγγλική επρόκειτο να μας έρθει 10 μήνες κατόπιν της κυκλοφορίας του “The Whispered World”. Το τελευταίο, δημιουργημένο με την Visionaire Studio μηχανή γραφικών, αποδείχθηκε ένα παιχνίδι που έμελλε να βάλει εμφατικά τη δική του σφραγίδα στο είδος, αφού αποτέλεσε τον καλύτερο εκπρόσωπο αυτού για τη δεκαετία 2000-2009, με μοναδικό, κατ’ εμέ, αντίπαλο έναν άλλο τιτάνα του είδους, το “The Book of Unwritten Tales”, της King Art Games. Η ανάληψη του εν λόγω review έγινε κατόπιν συνεννοήσεως με τον Γιώργο “Sephir” Δεμπεγιώτη, που αποτελούσε τον έτερο υποψήφιο συντάκτη να το παρουσιάσει στο αναγνωστικό μας κοινό και που, αν θυμάμαι καλά, το είχε ήδη αναλάβει, αλλά εν συνεχεία ευγενικά μου παραχώρησε.

Η πρώτη εμφάνιση του μυστηριώδους “Doctor”

Fast forward στα τέλη του Δεκεμβρίου 2020. Μετά από επικοινωνία που είχα, κατόπιν δικής του πρωτοβουλίας, με το ίδιο ακριβώς πρόσωπο, τον Γιώργο Δεμπεγιώτη, καταλήξαμε από κοινού στην απόφαση να είμαι εγώ εκείνος που θα σας παρουσίαζε το “The Hand of Glory”. Υπό κανονικές συνθήκες θα αρθρογραφούσε ο ίδιος για αυτό, αφ’ ενός διότι ελλείψει καραντίνας θα το ολοκλήρωνα… το 2022, αφ’ ετέρου γιατί τελευταία φορά που έγραψα review για adventure game ήταν τον Σεπτέμβριο του 2017, για το τρίτο και τελευταίο μέρος της “The Journey Down” τριλογίας. Το εν λόγω παιχνίδι αποτελεί την παρθενική δημιουργία, με χρήση της Visionaire Studio μηχανής γραφικών, της πρωτοεμφανιζόμενης, 6μελούς, Ιταλικής εταιρείας ονόματι Madit Entertainment.

Κάπου εδώ πιθανώς θα αναρωτιέστε γιατί έγραψα όλα τα παραπάνω. Η απάντηση είναι μάλλον απλή. Θέλω να πιστεύω ότι έχετε ήδη αντιληφθεί τις αρκετές συμπτώσεις που υφίστανται μεταξύ των δύο περιπτώσεων. Αρκούν όμως αυτές για να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι έχουμε εκ νέου να κάνουμε με ένα εξαιρετικό, παραδοσιακό, point ‘n’ click, adventure game; Φυσικά όχι. Έλα όμως που εν τέλει έχουμε να κάνουμε με ένα τέτοιο…!

Συμπαθέστατος χαρακτήρας η Lupe, με απολαυστική ερμηνεία

Απαραίτητος σύμμαχος της δημιουργού εταιρείας Madit Entertainment, αλλά και της Daring Touch, που ανέλαβε τόσο το κομμάτι της προώθησης και κυκλοφορίας του τίτλου, όσο και εκείνο της αγγλικής μεταγλώττισης (κάτι που είχε κάνει και στην περίπτωση του “Detective Gallo”), αποδείχθηκε ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα trends της video games ιστορίας των τελευταίων ετών, που δεν είναι άλλο από το Kickstarter. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως είχαμε να κάνουμε με μία, το λιγότερο, “σεμνή” καμπάνια. Αξιώνοντας το ποσό των 8.000€, καταφέρανε να συγκεντρώσουν κάτι λιγότερο από 10.000€, ποσό ικανό να καλύψει τις ανάγκες του επιμηκυμένου gameplay, αλλά και του πλουσιότερου soundtrack. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι αν και δεν επετεύχθη ο στόχος των 16.000€ για το port του τίτλου σε Nintendo Switch, εν τέλει αυτό θα πραγματοποιηθεί.  Το παιχνίδι κυκλοφόρησε στο Steam σε δύο μέρη, με το πρώτο να μας έρχεται τον Ιούνιο του 2020 και το δεύτερο λίγες ημέρες πριν το κλείσιμο του πολύ δυσάρεστου, ελέω covid-19, αυτού έτους.

Πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι ο Lazarus “Lars” Bundy, που εργάζεται στο αστυνομικό τμήμα του Μαϊάμι των Ηνωμένων Πολιτειών. Η καριέρα του βρίσκεται σε καθοδική πορεία και η σύλληψη ενός δολοφόνου, στον οποίο τα ΜΜΕ έχουν αποδώσει τον τίτλο “Blowtorch”, είναι η μεγάλη ευκαιρία να αλλάξει τη μοίρα της επαγγελματικής του πορείας. Δυστυχώς ο ήρωάς μας θα τα κάνει θάλασσα, με αποτέλεσμα ο επικεφαλής της υπηρεσίας, επιθεωρητής Sheamus Burton, να τον θέσει σε διαθεσιμότητα. Πάνω λοιπόν που νομίζει ότι δυστυχώς έχει έρθει η ώρα να κάτσει άπραγος σπίτι του, λαμβάνει ένα φάκελο που σύντομα αποδεικνύεται ότι έχει να κάνει με το πρωτοσέλιδο της ημερήσιας εφημερίδας, που είναι η απαγωγή της Kathrin Mulzberg, κόρης ενός εκ των ισχυροτέρων και πλουσιοτέρων επιχειρηματιών της πόλης, του Eric Mulzberg. Ο Lars δε θα το σκεφτεί ούτε λεπτό. Θα κυνηγήσει την υπόθεση έστω κι αν επισήμως είναι εκτός υπηρεσίας, βρίσκοντας μάλιστα μία πολύτιμη σύμμαχο στο πρόσωπο της νεαρής και φιλόδοξης Alice Sharp, της ιδιαιτέρας που προσλαμβάνει ο Burton.

Ο πρώτος πραγματικά ζόρικος γρίφος εντοπίζεται στο γραφείο του Eric Mulzberg

Η τελευταία, εκτός των άλλων, επιπλέον κατέχει την τέχνη της κινησιολογίας, ή, αλλιώς, της ερμηνείας της γλώσσας του σώματος, που θα αποτελέσει πολύτιμη βοήθεια για τις έρευνες που θα διεξάγει το δυνατό δίδυμο που σύντομα θα συνθέσουν ο Lars με την Alice. Η πορεία των ερευνών τους δε θα είναι ούτε απλή, ούτε εύκολη και σίγουρα όχι σύντομη, καθώς ολοένα και περισσότερα στοιχεία θα έρχονται να περιπλέξουν ακόμη περισσότερο το νήμα της απαγωγής της Kathrin Mulzberg και του λόγου που συνέβη αυτή. Πολλά από τα στοιχεία αυτά μάλιστα θα τα παρέχει στον Lars μία πολύ μυστηριώδης φιγούρα, που φορά ένα χαρακτηριστικό προσωπείο και αυτοαποκαλείται “The Doctor”. Η αποκάλυψη της ταυτότητάς του αποτελεί έναν εκ των βασικών πυλώνων της ιστορίας. Κοντά στα παραπάνω, υφίσταται και ένα θανάσιμο μυστικό, το οποίο ο Lars θα αποκαλύψει στην Alice ακριβώς στο φινάλε του πρώτου μισού της περιπέτειας.      

O διαχωρισμός μεταξύ part 1 και part 2, ακόμη κι αν δεν υφίστατο στην αρχή του παιχνιδιού, ούτως ώστε να μπορεί όποιος έχει ολοκληρώσει το πρώτο μισό της περιπέτειας να συνεχίσει απευθείας  με το δεύτερο, καθίσταται απολύτως ξεκάθαρος από τον ίδιο τον χαρακτήρα του THOG. Πιο συγκεκριμένα, μέχρι να πέσουν τα αρχικά credits, η περιπέτεια λαμβάνει χώρα αποκλειστικά στο Μαϊάμι, από τα περίχωρα μέχρι και τους… υπονόμους αυτού, με ένα καίριο κομμάτι της δράσης να εκτυλίσσεται στο εσωτερικό του καραβιού Cultalicue, που είναι προσαραγμένο σε μία από τις αποβάθρες της μεγαλούπολης. Με το που ξεκινά το δεύτερο μισό, οι τοποθεσίες αλλάζουν άρδην, αφού μεταφερόμαστε αποκλειστικά στην Ιταλία, πιο συγκεκριμένα στην Emiglia Romana και την επαρχιακή πόλη San Leo, αλλά και στη Ρώμη. O λόγος είναι ότι οι έρευνες στην πορεία αποκτούν σαφώς περισσότερο… μεταφυσικό χαρακτήρα, ενώ πλέον δεν αναζητούμε την ίδια την Kathrin Mulzberg, αλλά το νεογέννητο μωρό αυτής, που αποτελεί και το κλειδί της ιστορίας.

Βόλτα στους υπονόμους του Μαϊάμι…

Στην Kickstarter σελίδα του, οι δημιουργοί του THOG υπόσχονταν τουλάχιστον 15 ώρες συνολικού παιχνιδιού, περισσότερους από 30 χαρακτήρες και άνω των 65 τοποθεσιών. Σε πρώτη ανάγνωση οι ισχυρισμοί τους αναμφίβολα θα φαντάζανε υπερβολικοί στον οποιοδήποτε. Μπορώ όμως μετά βεβαιότητας να σας πω ότι αποδεικνύονται πέρα για πέρα αληθινοί, αφού, με την έρευνα να είναι μοιρασμένη μεταξύ Lars και Alice, το παιχνίδι εναλλάσσει συνεχώς τοποθεσίες και παρουσιάζει διαρκώς νέα πρόσωπα, που εμπλουτίζουν το story. Όντας εντελώς σκουριασμένος στο κομμάτι της επίλυσης γρίφων, ο αριθμός και η ποιότητα των οποίων πραγματικά δεν αφήνουν το παραμικρό παράπονο στον παίκτη, ολοκλήρωσα το παιχνίδι σε κάτι λιγότερο από 20 ώρες, χωρίς φυσικά να κάνω skip σε κανέναν διάλογο και δίχως την παραμικρή χρήση του hotspot indicator. Σε κάθε περίπτωση, θεωρώ ότι οι 15-16 ώρες ενασχόλησης είναι ένας απολύτως ρεαλιστικός αριθμός.

Μια και ο λόγος περί γρίφων, αξίζει να αποδώσουμε τα εύσημα στους δημιουργούς της περιπέτειας και κυρίως στον ιθύνοντα νου αυτής, τον Stefano Rossitto. Δηλώνοντας ευθαρσώς από την αρχή ότι πηγή εμπνεύσεώς του αποτελέσανε οι Broken Sword and Gabriel Knight σειρές, ο Rossitto κατάφερε, με περισσή μαεστρία, να χτίσει μία σκοτεινή και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιστορία, συνοδεία άφθονων γρίφων, μερικοί εκ των οποίων φροντίζουν να μας υπενθυμίσουν γιατί αγαπήσαμε τόσο πολύ το πιο ευγενές είδος του computer gaming, αυτό των adventure games. Μη σας ξεγελάει το χαριτωμένο παρουσιαστικό του παιχνιδιού, η ιστορία του είναι αντιστρόφως ανάλογη αυτού.

Μέχρι και μαγειρική συνταγή θα καλεστούμε να εκτελέσουμε, αφού πρώτα συγκεντρώσουμε τα υλικά αυτής

Το… οπλοστάσιο του THOG λοιπόν περιλαμβάνει, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, inventory-based γρίφους, με χρήση και συνδυασμό των διαφόρων  αντικειμένων που συλλέγουμε. Ξεχωρίζουν ωστόσο εκείνοι που έχουν να κάνουν με την αποκάλυψη του κρυφού σημείου στο γραφείο του Eric Mulzberg, καθώς και με το άνοιγμα δύο χρηματοκιβωτίων, το πρώτο στο καράβι Cutlalicue και το δεύτερο στο σπίτι του ερευνητή -“καθηγητή” Lamberto Visconi, στη Ρώμη. Οι τρεις τους αποσπούν άνετα τον τίτλο των highlights του συγκεκριμένου τομέα της περιπέτειας. Στον αντίποδα, θα έλεγα ότι μακράν πιο τραβηγμένος είναι εκείνος που έχει να κάνει με την εύρεση του κωδικού ασφαλείας για το γειτονικό σπίτι της οικίας του Visconi. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ύπαρξη γρίφων με χρονικό περιορισμό, δίχως πάντως να αποδεικνύονται σοβαρό εμπόδιο. Υφίστανται δε και -ευτυχώς ελάχιστα- quick time events, που έχουν να κάνουν με επαναλαμβανόμενο πάτημα του αριστερού κουμπιού του mouse, που, εδώ που τα λέμε, θα μπορούσαν άνετα να λείπουν.

Σημαντικό ρόλο για την προώθηση της δράσης παίζουν και οι διάλογοι, οπότε για οτιδήποτε νέο μαθαίνουμε σπεύδουμε να ρωτάμε άπαντες τους παριστάμενους χαρακτήρες. Ιδιαιτέρως χρήσιμη πινελιά αποτελεί το ότι για μία ενέργεια που προσπαθούμε να κάνουμε που είναι μεν σωστή, αλλά την επιχειρούμε σε λανθασμένο χρονικά σημείο, ο Lars φροντίζει να μας ενημερώσει ότι είναι καλή ιδέα, οπότε μπορούμε να την δοκιμάσουμε εκ νέου στη συνέχεια. Σημειώστε τέλος ότι κατά τη διάρκεια του THOG ο πρωταγωνιστής μας είναι εφικτό να πεθάνει, λόγω λανθασμένης επιλογής από μεριάς μας, οπότε και επιστρέφουμε στο σημείο όπου καλούμαστε να δράσουμε.    

H Tekla κερδίζει με χαρακτηριστική άνεση τον τίτλο του καλύτερου γυναικείου χαρακτήρα του παιχνιδιού

Όσον αφορά δε στον πυρήνα του story, ο Rossitto, σε συνεργασία με την ομάδα του, χρησιμοποιήσανε ένα από τα πλέον αινιγματικά πρόσωπα της Ιταλικής ιστορίας, τον Guiseppe Balsamo ή, αλλιώς, κόμη Alessandro Gagliostro, του οποίου μάλιστα ο Aleister Crowley έχει υποστηρίξει ότι αποτελεί μετενσάρκωση. Τα σχόλια δικά σας… Ο Cagliostro υπήρξε δημιουργός τεκτονικής στοάς, εξέχων στέλεχος της μασονίας κατά την εποχή που έζησε, με το τέλος της ζωής του όμως του να γράφεται στις φυλακές του San Leo, όπου, όπως ορθά μαντεύετε, θα βρεθεί ο Lars. Αξιοσημείωτο είναι ότι, κατόπιν άδειας που πήραν οι δημιουργοί από τις αρχές του San Leo, παρουσιάσανε τοποθεσίες όπως ακριβώς είναι και στην πραγματικότητα (π.χ. την πλατεία Dante Alighieri), όπως επίσης και ότι κατά τη διάρκεια των ερευνών που θα καλεστούμε κάποια στιγμή να κάνουμε στο διαδίκτυο, έχοντας υπό τον έλεγχό μας την Alice, είναι δυνατό να καταλήξουμε σε σελίδες και πληροφορίες για διάφορα πρόσωπα και γεγονότα, ακόμη κι αν δεν είναι εκείνα που ψάχνουμε και που θα προωθήσουν τη συνέχεια της ιστορίας! Αμφότερα αποτελούν σαφή δείγματα της πολύ μεγάλης προσοχής που έδειξε η Madit Entertainment στο ντύσιμο του κόσμου του παιχνιδιού. Και αφού αναφέρθηκα στην Alice, ασφαλώς δε πρέπει να ξεχάσω να αναφέρω ότι δε λείπουν κι οι στιγμές που θα εκμεταλλευτούμε τη σημαντική ικανότητά της στο διάβασμα της γλώσσας του σώματος.

Οφείλω επίσης να παρατηρήσω ότι, ακριβώς λόγω της πολυπλοκότητας και του πλούτου της ιστορίας του, η αίσθηση που μου άφησε το THΟG με την ολοκλήρωσή του είναι ότι δεν αποκλείεται να χρειαστεί κάποιος να προβεί σε επανάληψη ορισμένων σημείων του, προκειμένου να την κατανοήσει περισσότερο και καλύτερα. Δίνεται δε και επιπλέον κίνητρο για κάτι τέτοιο από τους ίδιους του δημιουργούς, με την αποκάλυψη ενός περίεργου παπύρου που μας παρουσιάζεται αφού αντικρίσουμε για πρώτη φορά τους τίτλους τέλους, οι οποίοι με τη σειρά τους κλείνουν, ως είθισται, με ένα ξεκάθαρο μήνυμα για πιθανό μελλοντικό sequel.

Μπορεί να εμφανίζεται λίγο, αλλά ο Beringler κάνει αισθητή την παρουσία του

Εκτός της ιστορίας, επιπλέον πλεονεκτήματα της δημιουργίας της Madit Entertainment αποτελούν οι πολλοί και ενδιαφέροντες χαρακτήρες, η ποιότητα των voice overs αυτών, το μουσικό περιτύλιγμα, καθώς και η οπτική απεικόνιση των συμβάντων. Ξεκινώντας από το τελευταίο, το THOG αποδεικνύει, με τον πιο πειστικό τρόπο, ότι η Visionaire Studio μηχανή γραφικών εξακολουθεί να είναι παραπάνω από ικανή να αναλάβει την οπτική απόδοση διαφόρων χώρων και χαρακτήρων. Το νέο αυτό καμάρι του genre βάζει κάτω όχι μόνο όλες εκείνες τις δημιουργίες που στραφήκανε ανά τα χρόνια στα πιξελωτά, αλλά εντελώς ξεπερασμένα, γραφικά, αλλά και τίτλους που διαλέξανε άλλες, εναλλακτικές, οδούς (βλέπε Unity engine). Με το κόστος απόκτησής της να είναι ιδιαιτέρως χαμηλό, νομίζω ότι τα adventure games, όντας ένα είδος που απευθύνεται σε ένα κοινό που δεν επιζητεί την τελευταία λέξη της τεχνολογίας και των γραφικών στην οθόνη του, μπορούν κάλλιστα και με περισσή ασφάλεια να βασιστούν πάνω της, στον αγώνα που ουσιαστικά δίνουν για επιβίωση.

Μεταβαίνοντας στον τομέα του ήχου, το πρώτο που μου έρχεται αβίαστα να γράψω είναι το ότι αν όποια εταιρεία αναλάμβανε τη μεταγλώττιση ενός παιχνιδιού το έκανε με τη φροντίδα που το έπραξε η Daring Touch, τα video games θα ήταν συνολικά πολύ καλύτερα! Σε ποιον χαρακτήρα να πρωτοαναφερθώ; Στον Lazarus, στην Alice, στη Lupe, οικιακή βοηθό της οικίας Mulzberg, στον Sheamus Burton, στον αινιγματικό Walter Beringler, στον δύστροπο Marquis De Vilta, στην -απολαυστική- Πολωνή κυνηγό Tekla Nowak, ή στον μυστηριώδη “Doctor”, ο σκοπός του οποίου παραμένει ένα μεγάλο ερωτηματικό μέχρι και λίγο πριν το φινάλε; Η δουλειά που έχει γίνει είναι καταπληκτική, απολαυστική και σε συνδυασμό με την προσοχή που έχει δοθεί στο χτίσιμο όλων αυτών των χαρακτήρων και όχι μόνο, το αποτέλεσμα είναι παραπάνω από ικανοποιητικό.

Το άνοιγμα του χρηματοκιβωτίου του Visconi αποτελεί έναν ακόμη πολύ ωραίο γρίφο

Από κοντά, ο Carlos Leal Valladares, που έχει επιμεληθεί τη μουσική του παιχνιδιού, έχει συνθέσει υψηλής ποιότητας κομμάτια, που δένουν απόλυτα με τα δρώμενα, προσφέροντας άλλοτε απαλές μελωδίες κι άλλοτε ενορχηστρώσεις με τόνο που ταιριάζει γάντι  με τον αινιγματικό, ενίοτε και δραματικό, χαρακτήρα των συμβάντων που παρακολουθούμε να εξελίσσονται. Τέλος, δίχως να προβώ σε spoiler, θα ήταν παράλειψη από μεριάς μου να μην συμπεριλάβω στα θετικά γνωρίσματα του THOG και την αξία του μηνύματος που στέλνουν οι δημιουργοί του, με την αποκάλυψη που κάνει ο Lars στην Alice κατά το φινάλε του πρώτου μέρους και την οποία εν συνεχεία αναπτύσσουν στο δεύτερο. Προσωπικά δε θυμάμαι κάτι ανάλογο στα σχεδόν 30 χρόνια που ασχολούμαι με τα video games. Μπράβο τους! Όσο για το φινάλε της ιστορίας, θα αρκεστώ σε μία σύντομη φράση: Πολύ δυνατό, αλλά και αινιγματικό!

Λαμβάνοντας υπόψη την πολύ υψηλή ποιότητα της πρώτης αυτής δημιουργίας της εξαιρετικά ελπιδοφόρας Madit Entertainment, σε συνδυασμό και με εκείνη των “Detective Gallo” και “Willy Morgan and the Curse of Bone Town” δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι πιθανώς αρχίζει να διαφαίνεται ότι τη σκυτάλη του είδους παίρνουν, έστω και διστακτικά και με περιορισμένο αριθμό κυκλοφοριών, οι Ιταλικές εταιρείες, μετά την επέλαση των αντίστοιχων Γερμανικών κατά τα προηγούμενα 10-15 χρόνια. Μακάρι να ισχύει κάτι τέτοιο, άλλωστε με τέτοια άψογη προσαρμογή στην αγγλική γλώσσα και… Κινέζικη να ήταν η Madit Entertainment, πραγματικά δεν θα έπαιζε κανένα ρόλο.

O επίλογος της ιστορίας θα γραφτεί σε ένα… νεκροταφείο

Μπορεί να έχουν περάσει περισσότερα από τρία έτη από την εποχή που ασχολούμουν τακτικά με τα adventure games, άρα και να έχω χάσει αρκετές κυκλοφορίες στο συγκεκριμένο μεσοδιάστημα, αμφιβάλλω σοβαρά όμως για το πόσες από αυτές μπορούν να ισχυριστούν ότι ξεπερνούν σε συνολική ποιότητα το THOG. Πρόκειται για μία adventure gaming όαση, μία δημιουργία που πατάει με ασφάλεια στα πιο σημαντικά και ουσιώδη χαρακτηριστικά της παραδοσιακής κατηγορίας των εν λόγω παιχνιδιών και προσφέρει μία ηλιαχτίδα ελπίδας σε όσους εξακολουθούν να αποτελούν θιασώτες αυτής. Σίγουρα δεν είναι κατάλληλο για εκείνους που ήδη γράφουν στο διαδίκτυο ότι πραγματοποιεί άλματα λογικής στον τομέα των γρίφων (ορίστε;), ούτε για αυτούς που έχουν συνηθίσει στο να μπορούν να κάνουν skip σε οτιδήποτε επιθυμούν, επειδή τους δυσκολεύει λιγάκι παραπάνω.

Εν ολίγοις (ΟΚ, καταλαβαίνω ότι φαντάζει λιγάκι ειρωνικό να γράφεις κάτι τέτοιο, μετά από όλο το παραπάνω κείμενο…), αποτελεί ξεκάθαρα ένα ερωτικό γράμμα προς τους γνήσιους εραστές και θιασώτες της κατηγορίας, όπως τη βιώσαμε και τη μάθαμε δεκαετίες τώρα. Συνεπώς, όλοι αυτοί με τη σειρά τους ΟΦΕΙΛΟΥΝ να ανταποδώσουν την κίνηση και να αγοράσουν άμεσα και σε πλήρη τιμή το “The Hand of Glory”, δίχως να περιμένουν μήπως συμπεριληφθεί σε κάποιο μελλοντικό bundle, αν βέβαια θέλουν να συνεχίσουν να βλέπουν παιχνίδια ανάλογα αυτού…

karkasSpecs 4

Pros

  • Εξαιρετική, με βάθος και πολυπλοκότητα, ιστορία
  • Πλήθος γρίφων, με ορισμένους εξ’ αυτών να ζητούν το κάτι παραπάνω από τον παίκτη για την επίλυσή τους
  • Αν συμβεί, φροντίζει να γνωστοποιήσει κατάλληλα στον παίκτη ότι έχει σκεφτεί μία σωστή ενέργεια, αλλά προσπαθεί να την πραγματοποιήσει σε χρονικά λανθασμένη στιγμή 
  • Πάμπολλες τοποθεσίες προς εξερεύνηση και ικανοποιητικότατος αριθμός χαρακτήρων, μερικοί εκ των οποίων (π.χ. Beringler, Tekla) πραγματικά δίνουν ρέστα
  • Ιδιαιτέρως προσεγμένα voice overs
  • Η πρωτότυπη λειτουργία της μελέτης της γλώσσας του σώματος από την Alice
  • Πολύ χορταστική διάρκεια (15+ ώρες), διπλάσια εκείνης άλλων εκπροσώπων του είδους
  • Δίνει κίνητρο για ένα δεύτερο playthrough στον παίκτη, που συν τοις άλλοις ενδεχομένως θα τον βοηθήσει να καταλάβει ακόμη καλύτερα την ιστορία
  • Δυνατό φινάλε

Cons


  • Η εξέλιξή του, ειδικότερα κατά το δεύτερο μισό του, πιθανώς θα δυσαρεστήσει ελαφρώς τους παίκτες που θα επιθυμούσαν να παραμείνει προσηλωμένο στο αστυνομικό στοιχείο που παρουσιάζει κατά τη μεγαλύτερη διάρκεια του πρώτου μέρους του
  • Τα quick time events θα μπορούσαν να απουσιάζουν. Ευτυχώς είναι μόλις δύο.

RATING - 90%

90%

Όαση

Ένα αληθινό διαμάντι, που οι φίλοι των γνήσιων adventure games ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ να χάσουν!

Μάνος Καρκαλέμης

Manos can't help but feel happy that he was actively involved in gaming writing in the years 2009-2017, when he was given the opportunity to write reviews for some adventure game gems, such as "The Whispered World", "Monkey Island 2-LeChuck's Revenge" (Remastered Edition), "The Book of Unwritten Tales 1&2", "Grim Fandango" (Remastered Edition), "Gabriel Knight-Sins of the Fathers" (25th Anniversary Edition), "Night of the Rabbit", "Memento Mori 2", "Day of the Tentacle" (Remastered Edition).

8 Comments

  1. Ηταν ήδη στη wishlist, οπότε μετά από αυτό το αναλυτικότατο review απλώς θα παιχτεί μια ώρα αρχύτερα…

  2. [QUOTE=”pornostars, post: 560019, member: 103860″]
    Γαμάτο ριβιού και έχει δίκιο σε όλα μέχρι κόμματος.

    Εξαιρετικό παιχνίδι το οποίο συστήνεται κι από μένα ανεπιφύλακτα.
    [/QUOTE]

    Παρήγορο (αναφέρομαι σε εμένα) το να διαπιστώνεις ότι, όσα χρόνια και αν περάσουν τελικά, με όποιο κενό κι αν έχει υπάρξει στην gaming δραστηριότητά σου, η (παγιωμένη εδώ και χρόνια βέβαια, οπότε σιγά μην αλλάξει τώρα) αντίληψή σου για το είδος δε παρεκκλίνει σε σχέση με άλλες παλιοσειρές….;)

  3. Πολύ χάρηκα Μάνο με το που είδα ότι επέστρεψες. Είσαι ένα άτομο το οποίο εμπιστεύομαι όταν διαβάζω κριτικές για adventure.
    Τραγική ειρωνία: το Whispered World ίσως είναι το μόνο παιχνίδι για το οποίο διαφωνώ μαζί σου!
    Ελπίζω να μπορέσεις να βρεις το χρόνο που χρειάζεσαι για να μπορέσεις να παίζεις κανά παιχνιδάκι πού και πού.
    Και αν καταφέρεις να γράφεις και κανα review τότε ακόμα καλύτερα!

  4. Γεια σου ρε skoros![U][/U]

    Φίλε ξέρω ότι κινδυνεύω να καταντήσω τελείως γραφικός, αλλά, με αφορμή το post σου, θα πω ότι, ειλικρινά, αδυνατώ να καταλάβω πώς γίνεται να μην αρέσει σε κάποιον το TWW. ΟΚ, να δεχτώ ότι μπορεί η φωνή του Sadwick να του ακούγεται σπαστική (προσωπικά δεν είχα τέτοιο θέμα), αλλά δε μπορώ να θεωρήσω ότι αρκεί αυτό για να τον κάνει να παρατήσει το συγκεκριμένο αριστούργημα. [U][/U]

    Γούστα είναι όλα βέβαια και [B][U]απολύτως[/U][/B] σεβαστά, αλλά μιλάμε για τίτλο με ΤΡΟΜΕΡΗ ποιότητα γρίφων…

  5. Κοίτα, πάνε περίπου 5-6 χρόνια από την τελευταία φορά που ασχολήθηκα με το tww. Η φωνή του Sadwick ήταν υποφερτή αλλά το παράτησα κάπου στο 3ο κεφάλαιο, διότι οι γρίφοι του μου φαίνονταν πολύ αλλοπρόσαλλοι. Είδα το finale στο YouTube όταν αποφάσισα να παίξω το Silence 2. Η αλήθεια είναι ότι πλεον δε θυμάμαι και πολλά. Σταματάω το θάψιμο εδώ γιατί δε θέλω να είμαι η αιτία που θα χαθείς πάλι για καμιά τριετία 🙂

  6. [QUOTE=”skoros, post: 560100, member: 102954″]
    Σταματάω το θάψιμο εδώ γιατί δε θέλω να είμαι η αιτία που θα χαθείς πάλι για καμιά τριετία 🙂
    [/QUOTE]

    :ROFLMAO: :ROFLMAO: :ROFLMAO: :ROFLMAO: :ROFLMAO:

  7. [QUOTE=”manos426f, post: 560089, member: 102597″]
    μιλάμε για τίτλο με ΤΡΟΜΕΡΗ ποιότητα γρίφων
    [/QUOTE]
    Με εξαίρεση 2-3 (π.χ. εκείνος με τις κάνουλες και τα χρώματα προς το τέλος) που είναι τραγικοί λόγω fake δυσκολίας από την αδυναμία να επικοινωνήσουν αυτό που θέλουν στον παίκτη, ναι έχει καλούς γρίφους γενικά.

Leave a Reply

Related Articles

Back to top button
en_USEN