Μόνο ευχάριστο μπορεί να χαρακτηριστεί το γεγονός ότι η Daedalic Entertainment επιστρέφει στο χώρο των adventures. Έστω και με τον «πλάγιο» αυτό τρόπο, δηλαδή διατηρώντας μονάχα το ρόλο του publisher και όχι εκείνον του developer. Διότι, τον τελευταίο έχει αναλάβει η Elf Games, μια μικρή ομάδα ανάπτυξης από την Ιταλία, της οποίας το Children of Silentown αποτελεί τη δεύτερη μόλις προσπάθειά της. Ωστόσο, είναι πασιφανές ότι υπάρχει περίσσεια ταλέντου στα παιδιά από τη γειτονική χώρα, ενώ για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται ότι όπου βάζει το χεράκι της η Daedalic, κάτι καλό κρύβεται από πίσω.
Κάτι που διαφαίνεται από τα πρώτα κιόλας λεπτά του παιχνιδιού, με την εισαγωγή να μας βάζει για τα καλά στο αρκετά σκοτεινό και, ίσως, απαισιόδοξο κλίμα του παιχνιδιού. Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από ένα μικρό κορίτσι, τη Lucy, η οποία κατοικεί στην ομώνυμη πόλη. Όσο όμορφη και γραφική δείχνει να είναι, τόσο η ζωή εκεί δεν είναι καθόλου χαρούμενη, καθώς υπάρχει αυστηρότατη απαγόρευση οποιουδήποτε δυνατού ήχου (παιδικές φωνές, τραγούδια και χοροί), ενώ κάθε φορά που πέφτει το σκοτάδι, όλοι οι κάτοικοι είναι υποχρεωμένοι να κλείνονται στα σπίτια τους. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι εδώ και πάρα πολλά χρόνια, τέρατα λυμαίνονται το γειτονικό δάσος και απαγάγουν κάθε τόσο από έναν κάτοικο, κυρίως κατά τη διάρκεια της νύχτας. Ή τουλάχιστον, έτσι πιστεύουν και λένε στα παιδιά οι «μεγάλοι».
Παρ’ όλα αυτά, η αλήθεια είναι ότι κανένας απ’ όσους έχουν χαθεί, δεν έχει γυρίσει πίσω, ενώ εξαιτίας του φόβου που έχει κυριεύσει τις καρδιές των ενηλίκων, κανείς δεν κάνει τον κόπο να τους αναζητήσει. Εκτός αυτού, η Lucy, αλλά και αρκετά ακόμα από τα παιδιά της πόλης, υποφέρουν από τρομακτικούς εφιάλτες, οι οποίοι προκύπτουν από άγνωστους λόγους και έχουν βάλει και αυτοί το λιθαράκι τους στο βαρύ κλίμα που επικρατεί. Ωστόσο, τόσο η απαγόρευση όσο και η «τρομοκρατία» των μεγάλων δεν εμποδίζουν τα παιδιά να έχουν μεγάλη περιέργεια για τα τεκταινόμενα στη Silentown, κάτι που φυσικά επωάζει μεγάλους κινδύνους. Σύντομα, η Lucy θα βρεθεί σε μια πολύ δυσχερή κατάσταση, όπου θα χρειαστεί να μάθει όλη την αλήθεια και, στο τέλος, να πάρει μια τεράστια απόφαση…
Ομολογουμένως, η υπόθεση του παιχνιδιού δεν περιέχει κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί, ακόμα και σε διάφορες ταινίες και βιβλία, εντούτοις, είναι ιδιαίτερα καλογραμμένη, με ενδιαφέρουσα κλιμάκωση και με αρκετά αλληγορικά μηνύματα, ιδίως μετά το δεύτερο μισό της περιπέτειας. Οι χαρακτήρες που πλαισιώνουν την περιπέτεια είναι άρτια ενσωματωμένοι στην ιστορία, με τους περισσότερους να έχουν πραγματικό λόγο ύπαρξης αλλά και ξεχωριστή προσωπικότητα, ιδίως τα παιδιά που αποτελούν την παρέα της Lucy, που ουκ ολίγες φορές θα μας βάλουν σε μπελάδες.
Στα του κυρίως παιχνιδιού τώρα, το Children of Silentown, σε μεγάλο μέρος του, είναι ένα παραδοσιακό point ‘n’ click adventure. Κοινώς, θα χρειαστεί να επικοινωνήσουμε με άλλους ανθρώπους, να πάρουμε και να χρησιμοποιήσουμε αντικείμενα για να λύσουμε τους γρίφους του παιχνιδιού και ούτω καθ’ εξής. Καμία έκπληξη ως εδώ, με τους γρίφους να κυμαίνονται στα πλαίσια της λογικής και να είναι μάλλον χαμηλού επιπέδου για έναν έμπειρο adventurer.
Η μόνη περίπτωση να κολλήσουμε κάπου είναι να μην έχουμε εντοπίσει κάποιο hotspot, ελλείψει του σχετικού indicator, αλλά και αυτό δεν αποτελεί σημαντικό πρόβλημα, καθώς είναι σχετικά λίγες οι τοποθεσίες που μπορούμε να επισκεφτούμε κάθε φορά, οπότε αργά ή γρήγορα θα ξεκολλήσουμε. Υπάρχουν δε περιπτώσεις που μπορούμε να δώσουμε διαφορετικές αποκρίσεις σε κάποια ερωτήματα, οι οποίες έχουν επίπτωση στη σχέση μας με τα υπόλοιπα παιδιά. Παραδείγματος χάρη, έχουμε τη δυνατότητα να πούμε ψέμματα σε μία φίλη μας για κάτι, γεγονός που αν το κάνουμε, θα επηρεάσει τον τρόπο που θα μας αντιμετωπίζει στη συνέχεια. Πλην όμως ενός σημείου προς το τέλος της περιπέτειας, δεν παρατηρήσαμε κάτι που να αλλάζει δραστικά την ιστορία, οπότε λίγο-πολύ δεν έχει τόση σημασία αν θα είμαστε καλό παιδί ή…διαβολάκι.
Εκεί που το Children of Silentown δημιουργεί αμφιλεγόμενες εντυπώσεις, είναι το puzzle στοιχείο του, το οποίο είναι και αρκετά έντονο. Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, η Lucy έχει τη δυνατότητα να μάθει κάποιες νότες, κλικάροντας στα ανάλογα αντικείμενα ή προς χάρη του σεναρίου. Αν συλλέξει έναν συγκεκριμένο αριθμό από αυτές, μαθαίνει ένα τραγούδι, το οποίο έχει κάποιες ιδιαίτερες δυνατότητες, αν πατήσουμε το σχετικό κουμπί/shortcut. Ενδεικτικά, ένα τραγούδι μας επιτρέπει να μάθουμε τις βαθύτερες σκέψεις του συνομιλητή μας, κάτι που μας διευκολύνει σημαντικά στην επίλυση κάποιων γρίφων. Όμως, το σκάλισμα των σκέψεων προϋποθέτει την επίλυση ενός puzzle/mini-game, κάτι που δυστυχώς επαναλαμβάνεται πολύ συχνά στο παιχνίδι.
Και εντάξει, ας πούμε ότι το mini-game με το ράψιμο, όπου πρέπει να περάσουμε «μονοκονδυλιά» απ’ όλες τις τρύπες των κουμπιών είναι ευχάριστο και διασκεδαστικό. Το έτερο mini-game όμως που συνδέεται με άλλο τραγούδι, με τα περιστρεφόμενα πλακάκια και τα γρανάζια, κάθε άλλο παρά διασκεδαστικό είναι και δυστυχώς εμφανίζεται πιο συχνά από κάθε άλλο. Προσωπικά δεν μου άρεσε καθόλου και σπατάλησα πολύ χρόνο προκειμένου να βρίσκω τη λύση στο καθένα από αυτά, με συχνά τα νεύρα να τσιτώνουν επικίνδυνα. Κάποιοι άλλοι παίκτες όμως, μπορεί να τα βρουν ενδιαφέροντα, οπότε εδώ πάω πάσο.
Πέρα από αυτό το βραχνά (κατ’ εμέ), περιλαμβάνονται μερικά ακόμα mini-games που δε σχετίζονται απαραίτητα με τα τραγούδια, αλλά τίποτε που να χρειάστηκε περισσότερο από πέντε λεπτά προσπάθειας. Υπάρχουν συνολικά τέσσερα τραγούδια, με το ένα να είναι μάλιστα «κρυφό», με τις νότες που πρέπει να ανακαλύψουμε να είναι προαιρετικές για την ολοκλήρωση του παιχνιδιού, ωστόσο μόνο αυτό ξεκλειδώνει και το «καλύτερο» φινάλε του παιχνιδιού. Εδώ να αναφέρουμε ότι υπάρχουν τέσσερα φινάλε, αλλά λόγω του γεγονότος ότι δεν υπάρχει κανονική save ρουτίνα (μόνο autosave που πραγματοποιείται κάθε λίγα δευτερόλεπτα), θα πρέπει να ξαναπαίξουμε το παιχνίδι από την αρχή άλλες τρεις φορές, αν θέλουμε να τα δούμε όλα (και να κερδίσουμε και το achievement). Κρίνοντας από την κούραση που μου δημιούργησαν κάποια mini-games, δύσκολα θα το επιχειρούσα ξανά.
Πέρα από το μειονέκτημα να προσκολλάται τόσο πολύ στα mini-games, το Children of Silentown είναι απολαυστικό. Τόσο να το βλέπεις, με τα πανέμορφα, άφθονης ποικιλίας, ζωγραφιστά περιβάλλοντα και τους αξιολάτρευτους και (την ίδια στιγμή) απόκοσμους χαρακτήρες του (μα τι κενά μάτια είναι αυτά…) όσο και να το ακούς, χάρη στις εκπληκτικές μελωδίες που βγαίνουν από τα ηχεία. Voice-over υπάρχει ελάχιστο (μόνο η αφηγητής ακούγεται σε ορισμένα σημεία του παιχνιδιού), αλλά η απουσία του δεν ενοχλεί καθόλου και ενισχύει μάλιστα την ψευδαίσθηση ότι βρισκόμαστε όντως σε μία… σιωπηλή πόλη.
Συνοψίζοντας, το Children of Silentown μας άφησε με πολύ καλές εντυπώσεις. Αν είχε τιθασευτεί το puzzle στοιχείο του και υπήρχαν περισσότεροι «τυπικοί» adventure γρίφοι ή έστω σαν εκείνους του τελευταίου κεφαλαίου, τότε θα σκόραρε ακόμα παραπάνω. Ωστόσο, η σκοτεινά όμορφη ιστορία που αφηγείται, η καθηλωτική ατμόσφαιρά του και τα μηνύματα που θέλει να περάσει είναι υπέρ το δέον αρκετά για να μείνει χαραγμένο στη μνήμη σας για καιρό.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ - 83%
83%
Silence is gold
Άρτιο τεχνικά με όμορφη αλληγορική ιστορία και επαρκείς adventure μηχανισμούς, θα δημιουργούσε καλύτερες εντυπώσεις, αν περιόριζε τα επαναλαμβανόμενα mini-games.
3 comments